Μετά την επιτυχημένη περυσινή παρουσίασή του “Μπετόν” στη σκηνή του Beton7 και στο θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης, επανέρχεται για 6 συλλεκτικές παραστάσεις τον Οκτώβριο.

Μπετόν: ένας φιλοσοφικός μονόλογος έντονα αυτοβιογραφικός με χιουμοριστική τραγικότητα, κι ένας διαλογισμός πάνω στην ύπαρξη και το θάνατο. Μια ουσιαστική εξομολόγηση και μια συνεχής προσπάθεια επανάστασης ενός ήρωα που συγκρούεται μ’ έναν κόσμο που μισεί και αγαπά ταυτόχρονα.

Μια παράσταση βασισμένη σε αποσπάσματα από το πεζογράφημα του Τόμας Μπέρνχαρντ “Μπετόν”.

Τα πεζογραφήματα και τα θεατρικά έργα [του Τόμας Μπέρνχαρντ], είναι ιστορίες αρρώστων που κινούνται στα όρια της τρέλας και της αυτοκαταστροφής, καθώς πορεύονται προς το θάνατο. Η ζωή είναι θανατηφόρα αρρώστια και συνεπώς δεν έχει νόημα, ούτε ελπίδα. Είναι τραγική, όπως ταυτόχρονα είναι και γελοία. Όποιος το συνειδητοποιεί αυτό, νιώθει διπλά μόνος: από τη μία είναι αποκλεισμένος από την υποκριτική, αξιολύπητη κοινωνία, που ενδιαφέρεται μόνο για το κέρδος και την εξουσία κι από την άλλη είναι εγκλωβισμένος στο εγώ του, που δεν είναι σε θέση να του δώσει καμίαν απάντηση. Οι ήρωες του Μπέρνχαρντ απαιτούν την τελειότητα, γι’ αυτό και είναι εκ των προτέρων καταδικασμένοι να αποτύχουν [HANNELORE OCHS]

Τόμας Μπέρνχαρντ
Bookpress 2012

Η ισόβια δυστυχία ως κατάρα του σκεπτόμενου ανθρώπου είναι το θέμα που επανέρχεται συνεχώς στα βιβλία του Τόμας Μπέρνχαρντ.

Η λέξη που χαρακτηρίζει τον Μπέρνχαρντ είναι η λέξη πολεμική. Οι κεντρικές μορφές των πεζογραφημάτων και των θεατρικών του έργων είναι άνθρωποι –συνήθως μεγαλομανείς διανοούμενοι, καλλιτέχνες ή επιστήμονες– οι οποίοι σε συνθήκες απόλυτης μόνωσης εκτοξεύουν, υπό μορφή εμμονικού μονολόγου, τις απόψεις τους για τον κόσμο. Και οι απόψεις αυτές είναι κατά κανόνα απορριπτικές κάθε πυλώνα της «χυδαία μικροαστικής» καθημερινότητας.
«Το σφάλμα, η απάτη και πάνω απ’ όλα η αποτυχία των οικογενειακών δεσμών, της σωματικής υγείας, της κοινωνικής προόδου, της προσωπικής και καλλιτεχνικής φιλοδοξίας– ορίζουν τους αφηγητές αυτούς».

Ο εκτεταμένος μονόλογος είναι το βασικό αφηγηματικό όχημα του Μπέρνχαρντ. Ως θεμελιώδες κείμενο για τον ίδιο, το Υπόγειο μοιάζει να είναι εκείνο το έργο του Ντοστογιέφσκι που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον Μπέρνχαρντ.
Η ουσιώδης συνεισφορά του στη λογοτεχνία του 20ου αιώνα, είναι η γλώσσα του. Η πραγμάτευση των εμμονών που ταλαιπωρούν τους βαθιά ψυχαναγκαστικούς, προβληματικούς ήρωές του ώθησε τον Μπέρνχαρντ στην αναζήτηση μιας φόρμας που αφενός να διαφοροποιείται από τους παραδεδομένους κώδικες της συμβατικής λογοτεχνίας και αφετέρου να αποδίδει στην πληρότητά του αυτόν τον παραληρηματικό χαρακτήρα.

Επεξεργάστηκε μια γλώσσα γεμάτη επαναλήψεις, μηρυκασμούς και αναμηρυκασμούς λέξεων και φράσεων και περιδινήσεις νοημάτων που στροβιλίζονται σπειροειδώς γύρω από την εκάστοτε βασική ιδέα. Η προσωπική αυτή γλώσσα του Μπέρνχαρντ, που αποδεικνύεται το καταλληλότερο μέσο απόδοσης του ψυχισμού των χαρακτήρων του, αντλεί από τη μουσική, την οποία επίσης σπούδασε και η οποία είναι συχνά παρούσα στο έργο του. Όπως ένα έργο κλασικής μουσικής, έτσι κι ένα μυθιστόρημα του Μπέρνχαρντ αναπτύσσεται γύρω από ένα θέμα με παραλλαγές, επαναλήψεις, παύσεις, κρεσέντο και ντεκρεσέντο.

Iλαροτραγωδία και οι μηχανισμοί της

Εγώ, όταν τα πράγματα είναι βαρετά ή πολύ τραγικά, ανοίγω ένα από τα βιβλία μου και γελώ μ’ αυτά πιο πολύ από καθετί άλλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχω γράψει και σοβαρές προτάσεις, ενδιάμεσα, για να συγκρατούνται οι αστείες προτάσεις: γιατί αυτές είναι η κόλλα. Το σοβαρό είναι η κόλλα στο κωμικό μου πρόγραμμα “Τ. Μπερνχαρντ”

Η δυναμική εναλλαγή του τραγικού και του κωμικού στοιχείου ορίζει το έργο του Μπέρνχαρντ.

Ο Μπέρνχαρντ δομεί τα κείμενά του ως κωμωδίες με τρεις τρόπους:

Πρώτον, δια της υπερβολής του ύφους του, που φτάνει σε ακρότατα σημεία έντασης, έως την υστερία. Τίποτε στα έργα του δεν υφίσταται σε μέσο βαθμό –όλα θα υπάρχουν είτε στη μέγιστη ένταση είτε στο ναδίρ. Η υπερβολή στον Μπέρνχαρντ είναι ο κανόνας.

Δεύτερον, δια της ακραίας, εμμονικής, υπό μορφή σφυροκοπήματος επανάληψης. Η επανάληψη αφορά τρία στοιχεία: λέξεις και φράσεις που αποτελούν τις έννοιες-κλειδιά, αναλόγως του έργου• θεματικές, οι οποίες είναι κατά κύριο λόγο παρόμοιες από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα κι από θεατρικό έργο σε θεατρικό έργο. Πρόκειται για την «παραλυτική και ακατανόητη παρουσία του θανάτου εντός της ζωής» τέλος, την αφηγηματική τεχνική – στα μυθιστορήματά του ο αφηγητής δεν εκθέτει τις δικές του σκέψεις, απλώς επαναλαμβάνει λεγόμενα τρίτων, συνήθως μιας προσωπικότητας υπό την επιρροή της οποίας βρίσκεται και ενίοτε προσπαθεί να ξεφύγει.

Τρίτον, δια της συνεχούς αυτοϋπονόμευσης, αυτοακύρωσης και αντίφασης. Εύκολα διαπιστώνει κανείς αντιφάσεις, απολύτως μεθοδευμένες από το συγγραφέα.

Οι παραπάνω τεχνικές καθιστούν γκροτέσκα και εν τέλει μη πειστικά τα όσα, ομολογουμένως, σε πρώτη ανάγνωση μοιάζουν αναντιρρήτως απαισιόδοξα, κυνικά, μηδενιστικά, μισανθρωπικά και τραγικά.

Η ακραία στιλιζαρισμένη τραγωδία του οδηγείται εσκεμμένα σε ιλαροτραγωδία και καταλήγει σε ένα, κατά το συγγραφέα, «κωμικοφιλοσοφικό πρόγραμμα» που υπονομεύει το αρνητικό στοιχείο, «διατυμπανίζοντας την κατάθλιψη και ταυτόχρονα πνίγοντάς τη στα γέλια».

Αντίστιξη και κατάφαση

Ο Μπέρνχαρντ αξιώνει αντίσταση και αμφιβολία. Τέλος, το ίδιο του το έργο είναι η βασικότερη απόδειξη θετικότητας. Όταν κανείς αναγάγει σε βασική του θέση ότι «όλα είναι γελοία αν αναλογιστούμε το θάνατο» και ότι όλα όσα πράττει και γράφει στερούνται νοήματος, όταν κεντρικό θέμα σε όλο του το έργο είναι ο θάνατος, η ασθένεια, η αυτοχειρία και η ματαιότητα, κι ωστόσο παραμένει, παρά τις ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, ζωντανός, ενεργητικός και δημιουργικός, τότε έχει συλλάβει την τέλεια αντίθεση, ακυρώνοντας την με κάθε τρόπο διακηρυσσόμενη αρνητικότητά του.

Συντελεστές

Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης
Σκηνοθετική επιμέλεια: Μαρία Γίτσα
Video –φωτογράφιση: Νικόλας Σταυρόπουλος
Συνεργάστηκε η Αγγελική Γκαλμπένη
Ερμηνεύει ο Πέρης Μιχαηλίδης

Διάρκεια: 55 λεπτά