«Συχνά είναι πιο ασφαλές να είσαι αλυσοδεμένος από το να είσαι ελεύθερος», έγραφε, πριν από κάμποσα χρόνια, ο Κάφκα και η Ελένη Πριοβόλου, στο βιβλίο της «Μετά φόβου» υπογράφει μια ελεγεία για το φόβο της ελευθερίας, για την υποταγή των ονείρων και την εκδίκησή τους, για τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που ποδηγετούν τη ζωή των ανθρώπων και κυρίως την προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική τους ελευθερία.

Με όχημα τη ζωή των ηρώων της η Πριοβόλου αρχίζει την αφήγησή της από το 1916 στην Αιτωλία, για να επικεντρωθεί κυρίως στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που ταλανίζεται από τους φόβους εκείνους, που δημιουργούνται ως αποτέλεσμα των κοινωνικών νοοτροπιών, αντιλήψεων και εθιμοτυπιών μιας εποχής αλλά και όσους υπάρχουν ενστικτωδώς και παραδοσιακά μεταφέρονται από γενιά σε γενιά. Φόβοι, οι οποίοι διοχετεύονται στις κοινωνίες μέσω της θρησκείας, της πολιτείας, των πολιτικών δεδομένων και των κοινωνικών προκαταλήψεων και στοχεύουν στην υπερύψωση μιας ανάπηρης, χωρίς ήθος, ηθικής που θα κρατήσει τον άνθρωπο υποταγμένο, θα αδρανοποιήσει τις σκέψεις και τις αντιδράσεις του, θα ρυθμίσει, εν τέλει, τη ζωή και τις επιλογές του.

Η ανθρωπογεωγραφία της εποχής στο συγκεκριμένο τόπο, γνώριμη στη συγγραφέα, αποτελεί ένα εφαλτήριο για τη μελέτη τόσο της ιστορικής περιόδου που πραγματεύεται, την εποχή του Εθνικού Διχασμού, την βιαιότητα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έως και τον Εμφύλιο, όσο και των πολιτισμικών εκείνων χαρακτηριστικών της ζωής στην ελληνική επαρχία, η οποία κυλούσε με βάση τις θρησκευτικές γιορτές και τα έθιμα, τα οποία αυτές υπαγόρευαν, και τις εποχιακές καιρικές συνθήκες με έναν τρόπο πανομοιότυπο και μονότονα απαράλλαχτο. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που αναφέρεται ο χρόνος στην αρχή σχεδόν κάθε κεφαλαίου του βιβλίου.

Το βιβλίο όμως είναι μια επική καταγραφή της φιλίας και όλων εκείνων των συναισθημάτων που μπορεί να εμπνεύσει. Δυο κορίτσια η Αρίστη και η Διαλεχτή—τυχαία είναι άραγε η επιλογή των ονομάτων αυτών;– μεγαλώνουν σε ένα ασφυκτικό κοινωνικό περιβάλλον. Μοιράζονται μια ισχυρή φιλία, η οποία θα τις συνοδεύει έως το τέλος. Ακόμη και όταν ο Διονύσης Αρχοντής, η ενσάρκωση του ερωτικού ίμερου για τις δύο αυτές γυναίκες, καταφέρει να πλήξει τα συναισθήματά τους, εισβάλλοντας ανάμεσά τους και διεκδικώντας την αγάπη τους, οι δυο αυτές γυναίκες θα καταφέρουν να αντικρίσουν τους συγκεκριμένους τους φόβους και να επαναπροσδιορίσουν την ίδια τους τη σχέση.

Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές γυναίκες. Μεγαλωμένες σε μια ερμητικά ανδροκρατούμενη κοινωνία με τις έμφυλες διακρίσεις να καθορίζουν τη λειτουργία της, θα αποφασίσουν οι ίδιες ποια πορεία θα επιλέξουν να ακολουθήσουν στη ζωή τους.

Η Αρίστη θα γίνει εκείνη που θα παλέψει για την ελευθερία της σκέψης, την παιδεία, την πολιτική της θέση και κυρίως το δικαίωμα να διεκδικήσει τον έρωτα. Είναι η γυναίκα που δε θα σκεφτεί να υπερπηδήσει οποιονδήποτε φραγμό στο δρόμο της για την προσωπική ολοκλήρωση. Οι επιλογές της αυτές θα εγείρουν πολλές αντιδράσεις η ίδια, όμως, θα αγνοήσει όλους όσοι θα προσπαθήσουν να τη βγάλουν από την οδό της αυτογνωσίας την οποία θα αναζητήσει, όλους όσοι θα τολμήσουν να φράξουν την ιδιωτική της οδό προς την πνευματική της καλλιέργεια και την ατομική ελευθερία.

Από την άλλη η Διαλεχτή δε θα τολμήσει τίποτε από όλα αυτά. Θα επιλέξει την ασφάλεια και τη σιγουριά της κεκτημένης κοινωνικής θέσης που της επιφυλάσσει το φύλο της, θα αναλάβει τους ρόλους για τους οποίους γαλουχήθηκε από μικρή, θα επιλέξει μια αδρανοποιημένη στάση που θα τη φέρει αντιμέτωπη με την Αρίστη και θα παραμείνει πάντοτε εγκλωβισμένη στις νοοτροπίες εκείνες που δημιούργησαν ανάλογες συμπεριφορές.

Κι όλα αυτά σε μια Ελλάδα που προσπαθεί να βρει το δρόμο της μέσα στον νέο αιώνα, να αστικοποιηθεί και ταυτόχρονα να αλλάξει. Μια Ελλάδα, όμως, που συνθλίβει κάθε εξεγερμένη συνείδηση, οποιαδήποτε μορφή επαναστατικότητας και αφήνεται βορά στα πολιτικά γεγονότα που χάραξαν την Ιστορία της. Μια Ελλάδα πορευόμενη μετά φόβου, κυριολεκτικά βουτηγμένη στον ορυμαγδό του φόβου για το μέλλον και για τις αλλαγές που επιφυλάσσει.

Με την ευγένεια της γραφής της, μια ευγένεια που προέρχεται και ταυτόχρονα δηλώνεται από την αγάπη της συγγραφέως για την Ελληνική γλώσσα και την αδιάσπαστη συνέχειά της, η Ελένη Πριοβόλου καταβυθίζεται στην ψυχοσύνθεση των ηρώων της, σκάβει βαθιά μέσα τους και φέρνει στο φως τα αίτια και τα αιτιατά των πράξεών τους, τις ψευδαισθήσεις και τα όνειρά τους, τις ελπίδες και τη βιωμένη διάψευσή τους, την ανάγκη τους να καθορίσουν οι ίδιοι τις σχέσεις τους, την ορμή και τη ρώμη των συμπεριφορών τους.

Ένα βιβλίο ύμνος στην αγάπη και στη φιλία, στο πάθος για την ελευθερία των επαναστατημένων συνειδήσεων και τελικά στην ανθρώπινη τελείωση μέσα από το δρόμο της αυτογνωσίας, μιας αυτογνωσίας που καταλύει όλους τους φόβους, ακόμη και αυτόν, τον τόσο ισχυρό, της ίδιας της ελευθερίας.

 

Το βιβλίο της Ελένης Πριοβόλου, Μετά φόβου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.