Ένας λυρικός ύμνος ενάντια στον ναζισμό, η αριστουργηματική όπερα σύγχρονου ρεπερτορίου Λευκό ρόδο (1986) του καταξιωμένου Γερμανού συνθέτη Ούντο Τσίμμερμαν, ένα από τα πιο συγκλονιστικά έργα των τελών του 20ού αιώνα, παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη από την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Το εμβληματικό έργο, που καθιερώθηκε στα κορυφαία θέατρα του κόσμου καθηλώνοντας κοινό και κριτικούς, ανεβαίνει σε μουσική διεύθυνση του αρχιμουσικού της ΕΛΣ Νίκου Βασιλείου και σε σκηνοθεσία Θέμελη Γλυνάτση, ενός από τους πιο διακεκριμένους δημιουργούς της γενιάς του, από τις 3 Νοεμβρίου και για οκτώ παραστάσεις έως τις 18 Νοεμβρίου.

Αντλώντας την έμπνευσή του από την αντιστασιακή δράση του 24χρονου Χανς και της 21χρονης Ζοφί Σολ, δύο αδελφών από το Μόναχο, που υπήρξαν ιδρυτικά μέλη της αντιναζιστικής φοιτητικής ομάδας Το Λευκό Ρόδο, ο Τσίμμερμαν συνέθεσε ένα μουσικό έργο γεμάτο συναισθηματική δύναμη, που εξελίσσεται την ώρα πριν από την εκτέλεση των αδελφών Σολ για εσχάτη προδοσία. Η ιστορική αναπαράσταση δίνει τη θέση της σε μια σπαρακτική, προσωπική εξερεύνηση της ηθικής ακεραιότητας, του θανάτου και της πολιτικής ευθύνης.

Βαθιά συγκινητικό και απολύτως επίκαιρο, το Λευκό ρόδο είναι μια ωδή στη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης ενάντια στον φασισμό, καθώς και στην «εσωτερική αντίσταση, μια αντίσταση που υμνεί την αγάπη, τη ζωή και τη δικαιοσύνη», όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει ο συνθέτης.

Σκηνοθετικό σημείωμα

Το Λευκό ρόδο δεν είναι ένα ιστορικό ή πολιτικό έργο με τη στενή σημασία του όρου, αλλά ένα έργο που εστιάζει στο συναίσθημα της θρησκευτικής και ηθικής αγωνίας δυο νέων ανθρώπων (και αυτό έχει μεγάλη σημασία) που δεν θέλουν να πεθάνουν, φοβούνται να πεθάνουν, όπως φοβούνται το κακό που τους περιτριγυρίζει, όπως φοβούνται και τη «δειλία» τους. Τα λόγια τους, ένα κράμα ποίησης και ιστορικού ντοκουμέντου, δεν αναλύουν, δεν περιγράφουν, αλλά πλάθουν οράματα, ανακαλούν αναμνήσεις για βόλτες στο δάσος, ψηλαφούν την αδυσώπητη βία της χώρας τους, και προβάλλουν έναν σθεναρό ανθρωπισμό.

Ο πυρήνας της παράστασης είναι, λοιπόν, ένας διάλογος της Ιστορίας με την ποιητική αποτύπωση της εμπειρίας του Χανς και της Ζοφί, οι οποίοι είναι και δεν είναι κλεισμένοι στα κελιά της φυλακής του Μονάχου. Μέσω της έξαρσης της αγωνίας, της πίστης, της ανάμνησης, αλλά και μιας αφοπλιστικής τρυφερότητας, μεταμορφώνουν τη φυλακή σε έναν ασταθή, συνεχώς μεταβαλλόμενο χώρο οράματος: σε όλο το έργο, ο Χανς και η Ζοφί βλέπουν κάτι άλλο από τους γυμνούς τοίχους του κελιού τους – η σκηνή είναι μια άδεια επιφάνεια πάνω στην οποία προβάλλονται τα οράματα και τα συναισθήματα του Χανς και της Ζοφί.

Και τι είναι λοιπόν το όραμα; Δεν είναι αυτό που συνδέει τον ποιητή με τον πιστό και τον αγωνιστή; Δεν είναι η ειδική εκείνη επινοητικότητα της όρασης να εστιάζει στην πραγματικότητα και να καταγράφει μια εκρηκτική εμπειρία που μέσω της ακραίας πίστης, πεποίθησης ή έμπνευσης (λέξεις που φαντάζουν συνώνυμες) καταφέρνει να εξασφαλίσει για τον εαυτό της εγκυρότητα και δύναμη, και με αυτόν τον τρόπο, να καταργήσει την πραγματικότητα; Και όσο το όραμα επιβεβαιώνει την εκκωφαντική δόνησή του, βιώνει αναπόφευκτα και τον φόβο της αμφιβολίας πως, εντέλει, η πραγματικότητα του ευτελούς, του μοχθηρού και του βίαιου μπορεί να υπερνικήσει την ορμητική πραγματικότητα της δεύτερης αυτής όρασης.

Όμως όχι. Η εμπειρίας της δειλίας, της αγωνίας και της αμφιβολίας του ποιητή, του πιστού και του αγωνιστή είναι αυτή που εγγυάται την απόλυτη επανάσταση του οράματος· ο Χανς και η Ζοφί παραδέχονται στην προσευχή τους πως είναι δειλοί, για να θριαμβεύσουν στο τέλος σαν φωνές ενάντια στη δειλία, τη συνενοχή και την αποσιώπηση.

Στο τέλος του έργου, αυτό που μένει δεν είναι η εκτέλεσή τους, ούτε η ναζιστική θηριωδία, αλλά η βοή του οράματος, που πλέον δεν εκφράζει μόνο μια εναλλακτική οπτική, αλλά και μια ηρωική επίθεση.

Συντελεστές

Μουσική διεύθυνση: Νίκος Βασιλείου
Σκηνοθεσία: Θέμελης Γλυνάτσης
Σκηνικά – Κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Βίντεο: Μάριος Γαμπιεράκης, Χρυσούλα Κοροβέση

Χανς Σολ: Xρήστος Κεχρής
Ζοφί Σολ: Αφροδίτη Πατουλίδου
Ηθοποιός: Αντώνης Γκρίτσης

Μουσικοί: Μαριλένα Δωρή (φλάουτο), Κώστας Γιοβάνης (όμποε), Γραμμένος Χαλκιάς (κλαρινέτο), Μάνος Βεντούρας (κόρνο), Σπύρος Αρκούδης (τρομπέτα), Σπύρος Βέργης, Ηλίας Βορτελίνας (τρομπόνι), Μπάμπης Ταλιαδούρος (κρουστά), Στέφανος Νάσος (πιάνο), Θοδωρής Μάτουλας (άρπα), Διονύσης Βερβιτσιώτης, Φρανκ Σεστάνι (βιολί), Ελευθερία Τόγια (βιόλα), Αλέξανδρος Μποτίνης (τσέλο), Γιώργος Αρνής (κοντραμπάσο)


Φωτό: Ανδρέας Σιμόπουλος