Η Ιρλανδία, παρά την πολιτιστική ιδιοσυστασία της, δεν μπορεί να αποφύγει μια στενή διασύνδεσή της με τη μεγάλη κινστέρνα του αγγλοσαξωνισμού. Εθνικά τραύματα και χαίνουσες πληγές οι τριβές, όσο και οι εξαρτήσεις, από την Γηραιά Αλβιόνα, προκάλεσαν ένα ιδιότυπο είδος ευνουχισμού και ένα υπόκωφο δράμα διαρκείας για έναν λαό που διεκδίκησε αυτοδιάθεση και το δικαίωμά του να υπάρξει ως συνέχεια μιας πανάρχαιης πολιτισμικής παρακαταθήκης. Ακόμα και η κατοπινή προσχώρηση στον κόσμο μιας νεοταξικής οικονομικής νομενκλατούρας δεν υπήρξε παρά μια τεχνητή επιβολή λήθης χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.

Ο Βορειοϊρλανδός Ντέηβιντ Άιρλαντ επιχειρεί να μιλήσει για μεγάλες προκλήσεις που ταλανίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, ως προϊόντα βαθύτερων, και με πολλαπλά επίπεδα, υπαρξιακών κρίσεων. Ειδικότερα με στο πρόσφατο έργο του «Το 5ο Βήμα» ανασύρει το ζήτημα του αλκοολισμού ως εκδήλωση μιας εσώτερης αταξίας που διακατέχει μια κοινωνία η οποία σκιαμαχεί με τα άλυτα ιστορικά αδιέξοδά της. Παρά την οικουμενική του διάσταση, γρήγορα το πρόβλημα μετατρέπεται σε μια αντανάκλαση ενός κατακερματισμένου εθνικού εαυτού που δεν βρίσκει άλλη οδό από την ψευδαίσθηση και την πρόσκαιρη διαφυγή από την πραγματικότητα.

Βεβαίως ο Άϊρλαντ αφήνει να παρεισφρήσουν και άλλα κοινωνικά ζητήματα, όπως οι αγκυλώσεις γύρω από την αποδοχή της σεξουαλικής ταυτότητας, απότοκα και αυτές ενός συστήματος που, ενώ διεκδικεί την καθαρότητα ενός ηθικού πλεονεκτήματος, ασφυκτιά μέσα σε, συχνά, ψευδεπίγραφους δογματικούς και ηθικούς περιορισμούς.

Σε επίπεδο δραματουργικής κατασκευής, είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Άιρλαντ στρέφει «την κοίτη του ποταμού» στο πεδίο μιας ηλεκτρισμένης σκηνικής ατμόσφαιρας, όπου λαμβάνουν χώρα ένας βασανιστικός αγώνας λόγων και μια αλληλόδραση ανάμεσα σε δύο αντιστικτικά παρατιθέμενες παρουσίες, συνθήκες που τοποθετούν τον θεατή στο επίκεντρο ενός εγκάρσιου προβληματισμού. Είναι, επίσης, ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο συγγραφέας έχει στραμμένη την προσοχή του σε εκείνα τα ριζώματα του θεάτρου (π.χ. δραματική σύγκρουση, αγώνας λόγων, τραγικότητα), μέσα από τα οποία το μακρύ ταξίδι της δραματουργίας βρίσκει διαχρονικά ευεργετικές αναφορές και ανάσες. Εντούτοις, στην κατακλείδα του έργου, η πρόθεσή του να διαγράψει μια αίσθηση τραγικού οίστρου μοιάζει να έρχεται με τρόπο σπασμωδικό και αρκούντως εντυπωσιοθηρικό ως έξοδος από το μακρύ φάσμα του λόγου και της επιχειρηματολογίας σε εκείνο της κατάστασης, αποσυμπιέζοντας το συνολικό, και σε γενικές γραμμές πολύ ενδιαφέρον, δραματουργικό οικοδόμημα.

Το 5ο Βήμα

Η σκηνοθετική γραμμή του Αλέξανδρου Χρυσανθόπουλου συλλαμβάνει με αίσθηση ακρίβειας εκείνη τη λεπτή συχνότητα της κατ’ αντιπαράσταση δράσης που λειτουργεί ως καταλύτης ούτως ώστε ο ένας ήρωας να κατακτήσει την αλήθεια του και ο άλλος να αποδειχθεί έκθετος μέσα στα ζωτικά του ψεύδη, όπως επίσης πλέκει και διακριτικούς συμβολισμούς που συμβάλλουν στον φωτισμό της σχέσης και εξέλιξης των δύο χαρακτήρων.

Ο Παντελής Δεντάκης παρακολουθεί με μια λεπτουργική ενδοσκοπική παρατήρηση την πορεία του καθοδηγητή απεξάρτησης, που εκκινεί από μια σχετική διδακτική ακαμψία, μεταβαίνει, ακολούθως, σε πιο εύπλαστες περιοχές και καταλήγει σε ένα ηθικό ξεγύμνωμα με όρους αγοραίου ρεαλισμού. Ο Θάνος Τοκάκης, με τη σειρά του, στον ρόλο του εξαρτημένου αλκοολικού, αποδίδει την νοσηρή ταυτότητα του προσώπου, με την αντίστοιχη συμπτωματολογία που τη συνοδεύει, διατηρώντας, την ίδια στιγμή, αποθέματα σκηνικής νηφαλιότητας προκειμένου να ανταπεξέλθει στην επίμοχθη και συγκρουσιακή αλληλεπίδραση με την άλλη πλευρά και, και να αποτυπώσει, στο τέλος, τη δύναμη της αυτοσυνειδησίας.

Η σκηνογραφική δημιουργία (Μαίρη Μαρμαρινού-Ιωάννα Παπαδογιάννη) δίνει ένα λιτό και περιεκτικό στίγμα αποστειρωμένης κλινικότητας, ενώ οι φωτισμοί (Τάσος Παλαιορούτας-Ιωάννα Αθανασίου) επεμβαίνουν δραστικά για να αποκαλύψουν τις υπολανθάνουσες πλευρές των ψυχισμών, όπως ακριβώς επιτυγχάνουν και οι νότες που ενσταλάζει στη σκηνή ο Νίκος Γαλενιανός.

Διαβάστε επίσης:

Το 5ο Βήμα, του Ντέιβιντ Άιρλαντ σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Χρυσανθόπουλου στο Μικρό Χορν