Tο έργο 1330 γραμμάρια φαιάς ουσίας που συνοψίζουν την ιστορία της ανθρωπότητας, τα πάθη και τις αμφιβολίες της, ένα φωτογραφικό έργο που αντλεί τον τίτλο του από δημοσίευμα της Le Monde και παραπέμπει άμεσα στη λειτουργία του εγκεφάλου και του κεντρικού νευρικού συστήματος είναι το σημείο εκκίνησης για την περιδιάβαση της έκθεσης της Λυδίας Δαμπασίνα στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων. Το έργο σχετίζεται την πλατωνική συζήτηση περί ονείρου και πραγματικότητας, όπως εμφανίζεται στον Θεαίτητο, καθώς και το καρτεσιανό επιχείρημα του ονείρου, σύμφωνα με το οποίο οι αισθήσεις δεν μπορούν από μόνες τους να μας εγγυηθούν την αλήθεια. Το έργο της Δαμπασίνα προβάλλει την ανάγκη εξακρίβωσης της πραγματικότητας από πολλαπλές οπτικές, επισημαίνοντας ότι η αλήθεια είναι ταυτόχρονα αναπαράσταση και κατασκευή, διαπραγματεύσιμη και χειραγωγήσιμη.
Η καλλιτέχνιδα, εργαζόμενη με φωτογραφία, εγκαταστάσεις και έτοιμα αντικείμενα, αναζητά διαρκώς αυτή την αλήθεια, αξιοποιώντας λογοτεχνικά και δημοσιογραφικά κείμενα. Οι συχνές αναφορές της στη ζυγαριά λειτουργούν ως μεταφορά της ανάγκης για εξισορρόπηση ετερόκλητων στοιχείων και ως υπενθύμιση μιας εναλλακτικής οικονομίας αξιών. Το έργο Αυτό είναι το σώμα μου, αυτό είναι το αίμα μου με ψωμί και κρασί παραπέμπει στη χριστιανική ευχαριστία, προβάλλοντας το ζήτημα της θυσίας και της ευθύνης. Στο άτιτλο έργο του 2025, όπου μια υδρόγειος αντιπαρατίθεται με 37 πιστωτικές κάρτες, η Δαμπασίνα προχωρά σε ανοιχτό, πολιτικό σχολιασμό πάνω στον όψιμο καπιταλισμό και τη δύναμη του χρήματος. Έτσι, συνεχίζει μεν την αναστοχαστική παράδοση της Arte Povera, αλλά συχνά την υπερβαίνει, εισάγοντας ρητά πολιτικές διαστάσεις που θυμίζουν καλλιτέχνες όπως ο Hans Haacke ή η Martha Rosler.

Στα έργα της που εστιάζουν στη μνήμη, όπως το 1996, η χρήση κουδουνιών και ήχου αποκαλύπτει τη σημασία του χρόνου και της βιωματικής εμπειρίας. Ο ρυθμός λειτουργεί ως μέσο ενεργοποίησης της μνήμης και αναβίωσης μιας προ-βιομηχανικής εποχής. Σε αντίθεση με τη λογική των ready mades του Marcel Duchamp, τα ταπεινά αυτά υλικά δημιουργούν αφηγήσεις και προσφέρουν χώρο στον θεατή για προσωπική ερμηνεία, ενώ ταυτόχρονα ασκούν κριτική στη μαζική βιομηχανική παραγωγή και στον τεχνολογικό έλεγχο της ζωής.
Η νεκρή φύση, συχνά συνδυασμένη με ανθρώπινα οστά, κρανία και άλλα memento mori, αποτελεί κεντρικό μοτίβο της Δαμπασίνα. Με αυτά τα στοιχεία, η καλλιτέχνιδα τονίζει την ανθρώπινη θνητότητα, αντιπαραβάλλοντάς την με την αλαζονεία του σύγχρονου, καπιταλιστικού υποκειμένου που καταστρέφει αλόγιστα τη φύση. Μήπως, αλήθεια, ζούμε τελικά ένα συλλογικό εφιάλτη χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε; Το έργο της Δαμπασίνα λειτουργεί ως υπόμνηση και προειδοποίηση, αλλά και ως αισιόδοξη υπόσχεση μιας «μεγάλης αφύπνισης» που ίσως αποκαταστήσει τη χαμένη μας συνείδηση απέναντι στον κόσμο και στον ίδιο μας τον εαυτό.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Διαβάστε επίσης:
Λυδία Δαμπασίνα – Red Line, Κόκκινη γραμμή, Ligne rouge: Έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων