Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στο πλαίσιο, «Ο Κύκλος Μεγάλες Ορχήστρες – Μεγάλοι Μαέστροι» ανοίγει με μια σπουδαία συνάντηση»! Η  Budapest Festival Orchestral υπό τον διάσημο αρχιμουσικό της Ivan Fischer συναντά την Maria Joao Pires την Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013 στις 20.30.

Η Μαρία Ζοάο Πίρες, από τις μεγαλύτερες πιανιστικές μορφές της εποχής μας, σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις της συμπράττει με το κορυφαίο ουγγρικό συμφωνικό σχήμα σε μια μοναδική ερμηνεία του τέταρτου κοντσέρτου για πιάνο του Μπετόβεν.

 

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου, ώρα 20.30

Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης

Ένα σημαντικό μουσικό γεγονός ανοίγει τον φετινό Κύκλο του Μεγάρου «Μεγάλες Ορχήστρες-Μεγάλοι Μαέστροι»: η σύμπραξη μιας από τις σημαντικότερες συμφωνικές ορχήστρες της Ευρώπης, της Ορχήστρας του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης, με την Μαρία Ζοάο Πίρες – την κορυφαία πιανίστα της εποχής μας που εδώ και δεκαετίες εξακολουθεί να καθηλώνει το κοινό με την τελειότητα της τέχνης της, την καθαρή, ανεπιτήδευτη, ποιητική, λυτρωτική κι αέρινη ερμηνεία της – στο Τέταρτο Κοντσέρτο του Μπετόβεν. Το πρόγραμμα της ξεχωριστής συναυλίας που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 31 Οκτωβρίου, στις 8.30 το βράδυ στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, περιλαμβάνει ακόμη το ορχηστρικό κομμάτι που ο ελβετός, ουγγρικής καταγωγής, συνθέτης Σάντορ Βέρες αφιέρωσε στο δάσκαλό του, συνθέτη και πιανίστα Μπέλα Μπάρτοκ αλλά και τη χαρμόσυνη και λυρική Όγδοη Συμφωνία του Ντβόρζακ, που ο ρομαντικός συνθέτης εμπνεύστηκε από τις λαϊκές μουσικές της γενέτειράς του, Βοημίας. Την Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης διευθύνει ο διάσημος και πολυβραβευμένος μαέστρος Ιβάν Φίσερ που εδώ και τριάντα χρόνια έχει συνδέσει το όνομα και την καλλιτεχνική του πορεία μαζί της καθώς, εκτός από ιδρυτής της, έχει διαδραματίσει σημαίνοντα μεταρρυθμιστικό ρόλο στην ιστορία της.

Η μετάκληση της Ορχήστρας πραγματοποιείται χάρη στη γενναιόδωρη χορηγία έλληνα του εξωτερικού, ο οποίος επιθυμεί η δωρεά του να παραμείνει ανώνυμη.

 

 

Το πρόγραμμα

Το εναρκτήριο έργο της συναυλίας αποτελεί ευθεία αναφορά στην κλασική ουγγρική εργογραφία για ορχήστρα καθώς ο «Θρήνος στη μνήμη του Μπέλα Μπάρτοκ» (Threnos in memoriam Béla Bartók) είναι το ορχηστρικό κομμάτι που ο ουγγρικής καταγωγής Σάντορ Βέρες (1907-1992) αφιέρωσε στο δάσκαλό του, κορυφαίο συνθέτη και πιανίστα Μπέλα Μπάρτοκ.

 Ενώ ακολουθεί η μουσική σύμπραξη της Ορχήστρας με την Μαρία Ζοάο Πίρες στην ερμηνεία του Τέταρτου Κοντσέρτου του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (1770-1827). Το έργο γράφτηκε το διάστημα 1805-1806 για σόλο πιάνο και ορχήστρα αποτελούμενη από ένα φλάουτο, δύο όμποε, δύο κλαρινέτα, δύο φαγκότα, δύο κόρνα, δύο τρομπέτες, τύμπανα και έγχορδα. Πρωτοπαρουσιάστηκε το Μάρτιο του 1807 στη διάρκεια μιας μουσικής βραδιάς που διοργάνωσε στην οικία του ο Πρίγκιπας Φραντς Γιόζεφ φον Λόμπκοβιτς ενώ η δημόσια πρεμιέρα του δόθηκε έναν χρόνο αργότερα στο Θέατρο της Βιέννης, στο πλαίσιο μιας μαραθώνιας συναυλίας όπου ο Μπετόβεν έκανε την τελευταία του εμφάνιση ως σολίστ στο πλευρό ορχήστρας, ερμηνεύοντας ακολούθως τη Χορωδιακή Φαντασία του καθώς επίσης την Πέμπτη κι Έκτη Συμφωνία του. Το Κοντσέρτο για πιάνο αρ.4 του Μπετόβεν που μια μουσικοκριτική της εποχής ανέφερε ως «το πιο αξιοθαύμαστο, μοναδικό, καλλιτεχνικό και σύνθετο κοντσέρτο του Μπετόβεν», δεν είχε μεγάλη ανταπόκριση στους ομοτέχνους του μέχρι το 1836 και την αναβίωσή του από τον Μέντελσον. Σήμερα, το έργο αυτό ερμηνεύεται και ηχογραφείται ευρέως ενώ θεωρείται ένα από τα πιο δημοφιλή έργα της κλασικής εργογραφίας για πιάνο κοντσέρτο.

Η βραδιά ολοκληρώνεται με τη Συμφωνία αρ.8 του Τσέχου συνθέτη της ρομαντικής περιόδου Αντονίν Ντβόρζακ (1841-1904) η οποία γράφτηκε το 1889 με την αφορμή της εκλογής του στην Ακαδημία των Επιστημών, των Γραμμάτων και των Τεχνών της Βοημίας. Ο Ντβόρζακ διήυθυνε ο ίδιος την πρεμιέρα του έργου στην Πράγα, στις 2 Φεβρουαρίου του 1890. Σε αντίθεση με άλλες συμφωνίες τόσο του συνθέτη όσο και κείνης της περιόδου, η μουσική της Όγδοης Συμφωνίας του αποπνέει χαρά και αισιοδοξία. Το χαρμόσυνο και λυρικό αυτό έργο αντλεί την έμπνευσή του περισσότερο από το μουσικό ιδίωμα και τις λαϊκές μελωδίες της γενέτειράς του, Βοημίας, που ο Ντβόρζακ αγαπούσε ιδιαίτερα ενώ θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του μαζί με την Έβδομη και Ένατη Συμφωνία του.

Οι συντελεστές

Η Ορχήστρα του Φεστιβάλ Βουδαπέστης δημιουργήθηκε το 1983 από τους Ιβάν Φίσερ και Ζόλταν Κότσις και συγκροτήθηκε από μουσικούς «επιλεγμένους από την αφρόκρεμα των νεαρότερων ερμηνευτών της Ουγγαρίας», όπως σχολίασαν οι Times του Λονδίνου. Στόχος των ιδρυτών και των μελών της ήταν να δημιουργήσουν ένα συμφωνικό συγκρότημα διεθνών προδιαγραφών. Το προφίλ του συνόλου έχει διαμορφώσει ο Ιβάν Φίσερ, παραμένοντας σταθερά εδώ και τριάντα χρόνια στη θέση του Μουσικού της Διευθυντή. Ο ούγγρος αρχιμουσικός έχει εισαγάγει σοβαρές μεταρρυθμίσεις και εξελίσσει διαρκώς τις μεθόδους δοκιμών, δίνοντας έμφαση στη μουσική δωματίου και στη δημιουργική δουλειά για καθένα μουσικό ξεχωριστά. Έχει μεταστρέψει το ενδιαφέρον των μελών της ορχήστρας στη μουσική δωματίου, εντατικοποιήσει το πρόγραμμα των διεθνών περιοδειών και δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη δισκογραφική της δραστηριότητα.

Ο Φίσερ καθιέρωσε νέους τύπους συναυλιών, όπως τα «κοντσέρτα – κακάο» που απευθύνονται σε παιδιά, μεταμεσονύχτιες συναυλίες για φοιτητές, τα κοντσέρτα «έκπληξη» όπου το πρόγραμμα της συναυλίας είναι άγνωστο στο κοινό ή ακόμα τα υπαίθρια «κοντσέρτα με ένα φιορίνι» όπου ο ίδιος συνομιλεί με το ακροατήριο. Κάθε Φεβρουάριο η Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης διοργανώνει – σε συνεργασία με το Palace of Arts – «μαραθώνιο» ενός και μόνο συνθέτη, με έντεκα συναυλίες σε μια μόνο μέρα, καθώς και το ανέβασμα μιας όπερας που διευθύνει αλλά και σκηνοθετεί ο Ιβάν Φίσερ. Κάθε χρόνο πραγματοποιεί πάνω από 40 συναυλίες στη Βουδαπέστη και σε πολλές πόλεις της Ουγγαρίας ενώ εμφανίζεται σε σταθερή βάση στις μεγάλες μουσικές σκηνές του κόσμου (Carnegie Hall, Lincoln Center, Konzerthaus της Βιέννης, Concertgebouw του Αμστερνταμ κλπ) και στα διασημότερα φεστιβάλ (Λουκέρνης, Εδιμβούργου, Σαν Σεμπαστιάν κλπ). Ανάμεσα στις κορυφαίες προσωπικότητες της διεθνούς μουσικής σκηνής που έχουν συνεργαστεί με την Ορχήστρα συγκαταλέγονται οι: Σερ Γκέοργκ Σόλτι, Γεχούντι Μενουχίν, Γκίντον Κρέμερ, Ζάντορ Βεγκ, Άντρας Σιφ, Ράντου Λούπου, Μαρία Ζοάο Πίρες κ.ά. Η Ορχήστρα έχει στο ενεργητικό της πάνω από 50 ηχογραφήσεις, μερικές από τις οποίες έχουν τιμηθεί με σημαντικά διεθνή βραβεία ενώ το 2008 ψηφίστηκε ως η 9η καλύτερη ορχήστρα του κόσμου από κορυφαίους μουσικοκριτικούς.

Ο Ιβάν Φίσερ γεννήθηκε το 1951. Μελέτησε πιάνο, βιολί, τσέλο και σύνθεση στη Βουδαπέστη και διεύθυνση ορχήστρας στη Βιέννη θητεύοντας κοντά στον Χανς Σβαρόφσκυ και αργότερα στον Νικολάους Αρνονκούρ του οποίου υπήρξε βοηθός επί δύο χρόνια. Η καλλιτεχνική πορεία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης, της οποίας υπήρξε και ο ιδρυτής. Η συνεργασία τους έχει χαρακτηριστεί ως «μια από τις πλέον επιτυχημένες των τελευταίων 25 ετών, στο χώρο της κλασικής μουσικής». Και όχι αδίκως, αφού ο Φίσερ έχει διαδραματίσει σημαίνοντα μεταρρυθμιστικό ρόλο στην ιστορία της. Εκτός από την έντονη δραστηριότητά του με την Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης (περιοδείες και δισκογραφία), συνεργάζεται ως προσκεκλημένος μαέστρος με τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου (Φιλαρμονική του Βερολίνου, Κοντσέρτχεμπαου του Άμστερνταμ, Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, Ορχήστρα του Κλήβελαντ κ.ά) ενώ είναι περιζήτητος από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά λυρικά θέατρα και φεστιβάλ. Έχει διατελέσει μουσικός διευθυντής της Όπερας του Κεντ και της Όπερας της Λυόν και Βασικός Αρχιμουσικός της Συμφωνικής της Ουάσινγκτον.

Ο Ιβάν Φίσερ, είναι, μεταξύ άλλων, ιδρυτής του Θερινού Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής της Βουδαπέστης και του Μάλερφεστ, μιας σειράς εκδηλώσεων που λειτουργούν σαν ένα είδος ελεύθερου βήματος για νέους δημιουργούς και καλλιτέχνες. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται εκ παραλλήλου και με τη σύνθεση. Έργα του έχουν παρουσιαστεί στην Ολλανδία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία. Του έχει απονεμηθεί πλήθος διακρίσεων για την προσφορά του στην τέχνη και την προώθηση των διεθνών πολιτιστικών σχέσεων (χρυσό μετάλλιο του Προέδρου της Ουγγρικής Δημοκρατίας, βραβείο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, κ.ά.) ενώ το 2006 απέσπασε το βραβείο Κόσσουθ που αποτελεί ύψιστη τιμητική διάκριση στη χώρα του. Επίσης, η γαλλική κυβέρνηση τον έχει τιμήσει με τον τίτλο του Ιππότη των Τεχνών και των Γραμμάτων. Το 2013 ανακηρύχθηκε επίτιμο μέλος της Βασιλικής Μουσικής Ακαδημίας του Λονδίνου.

Η Μαρία Ζοάο Πίρες γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου του 1944 στη Λισαβόνα και έδωσε την πρώτη της συναυλία το 1948. Από το 1970 έχει αφοσιωθεί στην προσπάθειά της να εντάξει την τέχνη στην κοινωνία και την εκπαίδευση όπως επίσης στην αναζήτηση νέων μορφών επικοινωνίας που σέβονται την ανάπτυξη του ατόμου, ενάντια στην καταστροφική και υλιστική λογική της παγκοσμιοποίησης. Τα τελευταία χρόνια οργανώνει πολλά εργαστήρια για νέους από όλο τον κόσμο και έχει διαδώσει τις εκπαιδευτικές της απόψεις σε Ιαπωνία, Βραζιλία, Πορτογαλία, Γαλλία και Ελβετία. Αυτόν τον καιρό εργάζεται με μια ομάδα ιδιαίτερα ταλαντούχων νέων πιανιστών στις Βρυξέλλες (στο Queen Elisabeth Music Chapel). Στην ευρύτατη δισκογραφία της περιλαμβάνονται ποικίλες ηχογραφήσεις του πιανιστικού σολιστικού ρεπερτορίου, έργων μουσικής δωματίου και κοντσέρτων. Η Πίρες έχει συνεργαστεί με τις μεγαλύτερες ορχήστρες της Ευρώπης και με μαέστρους όπως οι Χάιτινκ, Αμπάντο, Σαγί, Γκάρντινερ κ.ά. Ενώ επισκέπτεται συχνά την Ιαπωνία όπου το 2014 πρόκειται να εμφανιστεί με την Scottish Chamber Orchestra και τον Robin Ticciati. Το φετινό φθινόπωρο επέστρεψε στην ουγγρική πρωτεύουσα για να ξανασυνεργαστεί με την Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης και τον μαέστρο της, Ιβάν Φίσερ.