Μπαίνεις σε αυτήν την τέχνη, τη ζωγραφική, χωρίς να ξέρεις πολλά πράγματα. Δουλεύοντας, μαθαίνεις κάποια πράγματα, πρωτίστως για σένα….

Οι ρηξικέλευθες αλλαγές συμβαίνουν σπανίως• και στην ιστορία της τέχνης είναι ελάχιστες. Υπάρχουν βέβαια εξαιρέσεις. Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ρηξικέλευθη αλλαγή τις Δεσποινίδες της Αβινιόν του Πάμπλο Πικάσο, ένα έργο που κατά την περίοδο όπου ζωγραφίστηκε (1905 – 1906) συντελέστηκε κάτι σημαντικό: ο καλλιτέχνης ήρθε σε επαφή με τη νέα ελληνική τέχνη και επηρεάστηκε από μια εκδρομή σε ένα χωριό με κυβιστικά σπίτια σαν της Μάνης. Αφού ζωγράφισε πρώτα το πορτρέτο της Γερτρούδης Στάιν, ήρθε το έργο αυτό που συνιστά δίχως άλλο μια αιφνίδια αλλαγή. Στα έργα του Ντα Βίντσι, ας πούμε, παρατηρούμε διαφοροποιήσεις από τα πρώτα μέχρι τα τελευταία. Αν δει κανείς ένα έργο του όταν ήταν τριάντα ετών και ένα άλλο όταν ήταν εξήντα, θα διαπιστώσει ότι παρουσιάζουν τεράστιες διαφορές, αν και εμμέσως υπάρχει αλληλουχία.

Η αλλαγή που προκύπτει είναι αλλαγή που συνέβη προϊόντος του χρόνου, επειδή ο εν λόγω καλλιτέχνης έχει δουλέψει περισσότερο. Δεν συνέβη επειδή έγινε κάποια συμπαντική αλλαγή στη ζωή ή στον τρόπο που βλέπει τη μανιέρα του. Ωστόσο, πολλοί που ξέρουν από τέχνη ισχυρίζονται ότι πολλές φορές, όταν ένα ζωγράφος διακρίνεται σε κάτι, προσκολλάται σε αυτό το μοτίβο, μιας και θεωρεί ότι έτσι γίνεται αναγνωρίσιμος: δηλαδή, ο κόσμος της τέχνης σκέφτεται ότι αυτό το έργο είναι του τάδε, γιατί αυτόν του θυμίζει.

Εδώ τίθεται ένα ζήτημα. Για παράδειγμα, θεωρείται ότι ο Ελ Γκρέκο ανακάλυψε πολύ νωρίς τη μανιέρα του, αφού μετέβη στην Ισπανία, την οποία δεν άλλαξε ποτέ. Μπορεί να κατηγορηθεί; Όλα τα έργα του δεν είναι συγκλονιστικά; Μπορεί να κατηγορηθεί λοιπόν ότι ζωγράφιζε σαν Ελ Γκρέκο; Φυσικά και όχι.

Περί χρησιμότητας της Τέχνης

Ποτέ δεν πίστεψα ότι η τέχνη είναι χρήσιμη. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει και χωρίς αυτήν. Εκατομμύρια ανθρώπων αυτή τη στιγμή ζουν ερχόμενοι σε ελάχιστη επαφή με αυτό που εμείς κάθε μέρα απολαμβάνουμε. Αυτό που για τον μέσο Ευρωπαίο θεωρείται αναγκαιότητα, δεδομένο, κεκτημένο, πιστεύω ότι για τους ανθρώπους που ζουν στο Νταρφούρ δεν είναι. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται νερό και ψωμί, και γιατρούς πρωτίστως• όχι τέχνη. Η ώρα της τέχνης ίσως έρθει αργότερα. Θα μου πει κάποιος ότι και αυτοί διαθέτουν μια μορφή τέχνης, μέσω της θρησκείας, λόγου χάριν• καθώς η θρησκεία είναι πολλαπλώς υπεύθυνη για τη μορφή της τέχνης η οποία μας έχει κληροδοτηθεί. Η Ακρόπολη είναι ένας ιερός χώρος, ναοί που χτίστηκαν προς τιμήν της Αθηνάς, οι Δελφοί, η Δήλος κ.ο.κ. Αργότερα, οι βυζαντινοί ναοί, το βυζαντινό μέλος. Η δυτική ζωγραφική ξεκινά από την Αναγέννηση, πάλι μέσα από τις εκκλησίες. Αν δεν υπήρχαν οι καρδινάλιοι, δεν θα υπήρχε ο Καραβάτζο. Τότε βέβαια ο απλός λαός δεν ερχόταν σε άμεση επαφή με την τέχνη: οι εκκλησίες δεν διέθεταν ηλεκτρικό ρεύμα, τα έργα ήταν πολύ ψηλά στημένα, απομακρυσμένα. Εξάλλου, ούτε μουσική είχε τη δυνατότητα να ακούσει, παρά μόνο στα πανηγύρια, όπου άκουγε τα λαϊκά όργανα. Όπως κι εγώ, μεγάλωσα σε ένα σπίτι χωρίς πίνακες, ούτε μουσική, αλλά δεν αισθανόμουν καθόλου δυστυχισμένος.

Η μαγεία της τέχνης βρίσκεται ακριβώς εδώ: δεν στοχεύει να γίνει χρηστική, να είναι χρήσιμη. Αυτό είναι που την κάνει να αποτελεί το απαύγασμα της ανθρώπινης κατάστασης: ότι δεν στοχεύει να είναι χρήσιμη. Η Χάνα Άρεντ λέει πώς τα έργα τέχνης μάς κληροδοτήθηκαν επειδή ακριβώς δεν τα χρησιμοποιούσαμε, επειδή έμειναν μακριά από κάθε χρήση και έτσι δεν εφθάρησαν. Τα κυκλαδικά έργα, τα αγάλματα, τα ξυλόγλυπτα από τον Μεσαίωνα, αν τυχόν χρησιμοποιούνταν τότε, τώρα δεν θα υπήρχαν. Έναν πίνακα τον κρεμάμε στον τοίχο, δεν τον ακουμπάμε, δεν τον ξεσκονίζουμε. Τον βλέπουμε, αλλά δεν προσφέρει καμία χρησιμοθηρία. Μπορεί να μην είναι χρηστικός, είναι όμως απαραίτητος για τον άνθρωπο που έρχεται σε επαφή με αυτό το αγαθό, χάριν της ομορφιάς της ίδιας και όχι χάριν κάποιας ανάγκης.

Θεωρώ λοιπόν πως η τέχνη είναι απαραίτητη και πιστεύω πως σε δύσκολες εποχές ο καθένας πρέπει να κάνει όσο μπορεί καλύτερα τη δουλειά του και ότι τέτοιες περίοδοι βοηθούν να δημιουργηθούν αξιόλογα έργα τέχνης. Επειδή τα πιο όμορφα πράγματα γεννιούνται σε στιγμές όπου οι άνθρωποι τρέφουν την ελπίδα για κάτι καλύτερο.

Info:

Ο Γιώργος Ρόρρης γεννήθηκε το 1963 στον Κοσμά Κυνουρίας . Σπούδασε ζωγραφική στην Α.Σ.Κ.Τ. (1982-1987), με δασκάλους τον Π. Τέτση και τον Γ. Βαλαβανίδη. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ecole Nationale Superieure des Beaux-Arts με δάσκαλο τον L. Cremonini, με υποτροφία του Ιδρύματος Β. & Ε. Γουλανδρή και του Ιδρύματος των Αφών Μπακαλά.

Photo: Στέλιος Ματσάγγος