Η παράξενη ιστορία του Αυστριακού σταθμάρχη Άνταμ Φαλλμεράυερ αξίζει αναμφίβολα να γραφτεί, για να μην ξεχαστεί. Έχασε τη ζωή του –που ειρήσθω εν παρόδω δεν επρόκειτο να ήταν λαμπρή, ίσως ούτε καν ικανοποιητική– με τρόπο πολύ περίεργο. Σύμφωνα με όλα όσα ξέρουν οι άνθρωποι ο ένας για τον άλλον, κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει μοίρα ασυνήθιστη για τον Φαλλμεράυερ. Και όμως : Η μοίρα αυτή τον βρήκε, τον έπιασε στα χέρια της – και ο ίδιος φάνηκε μάλιστα να της παραδίδεται σχεδόν μ’ ευχαρίστηση. […]

Η θύελλα της αγάπης, που από τη μοιραία νύχτα της καταστροφής στο σταθμό του Λ. είχε αρχίσει να φουντώνει στην καρδιά του Φαλλμεράυερ, είχε πια συνεπάρει και τη γυναίκα, την είχε ξεσηκώσει και την είχε πάρει χιλιάδες μίλια μακριά από το σπίτι και τη ζωή της, από την πραγματικότητα που ήξερε και ζούσε. Την είχε παρασύρει στον άγριο και άγνωστο τόπο των συναισθημάτων και των σκέψεων. Αυτός ο τόπος ήταν πια η πατρίδα της. Ό,τι κι αν γινόταν στον μεγάλο ανάστατο κόσμο δεν τους ένοιαζε τους δυό τους. […]

«Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για τον Σταθμάρχη Φαλλμεράυερ :
Είναι ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα του Ροτ.
Δημοσιευμένο το 1933, τον πρώτο χρόνο της κυριαρχίας των Ναζί στη Γερμανία,
μέσα σε μια ανθολογία με συγγραφείς που είχαν εγκαταλείψει τη χώρα,
είναι νομίζω μια από τις καλύτερες ιστορίες κεραυνοβόλου έρωτα,
ή απλώς μια από τις καλύτερες νουβέλες που γράφτηκαν ποτέ.
Εφάμιλλος της Κυρίας με το σκυλάκι του Τσέχοφ,
ή με ένα διήγημα του Σοβιετικού συγγραφέα Κονσταντίν Παουστόφσκι,
που μου έχει μείνει επίσης αξέχαστο
(νύχτα, βροχή, ατμόπλοια στο Βόλγα, ένας αξιωματικός που φέρνει άσχημα νέα, μια χήρα)
– και το οποίο, τώρα που το σκέφτομαι, ίσως χρωστάει κάτι στον Ροτ».

ΜΑΪΚΛ ΧΟΦΜΑΝ

Γιόζεφ Ροτ

O Γιόζεφ Ροτ (1894-1939) ήταν ένας από τους σπουδαίους υμνητές της κοσμοπολίτικης κουλτούρας που άνθησε τις τελευταίες μέρες της αυτοκρατορικής Αυστρο-Ουγγαρίας.
Από το 1932 δηλώνει σ’ έναν φίλο του : «Πρέπει να φύγουμε. Θα κάψουν τα βιβλία μας και θα είμαστε εμείς ο στόχος… Πρέπει να φύγουμε ώστε μόνο τα βιβλία μας να παραδοθούν στην πυρά». Στις 30 Ιανουαρίου του 1933, τη μέρα που ο Χίτλερ γίνεται καγκελάριος του Ράιχ, ο Ροτ μεταναστεύει οριστικά στο Παρίσι, όπου και πεθαίνει το 1939, σε ηλικία μόλις σαρανταπέντε ετών. «Είναι η εγκαθίδρυση της βαρβαρότητας και η βασιλεία της κόλασης. Μόνο το αληθινό Ρήμα θα μπορέσει να σώσει την εποχή, προσφέροντας πατρίδα σ’ αυτούς που δεν έχουν πλέον».
Μεταξύ πολλών άλλων, στους θαυμαστές του συγκαταλέγονται οι Nadine Gordimer, Joseph Brodsky, J. M. Coetzee, Elie Wiesel, Jeffrey Eugenides, Cynthia Ozick, Claudio Magris κ.ά.