Η διαχρονική αξία της μουσικής ορίζεται από την απήχηση που έχει με το πέρασμα του χρόνου.

Ομοίως και αυτή των θεσμών που την υπηρετούν.

30 Χρόνια Sani Festival: Μια ιστορία αγάπης για τη μουσική και την τέχνη, που χάραξε πορεία καινοτομίας, ποιότητας και υψηλής αισθητικής. Μια επιχειρηματική πρωτοβουλία πέρα από κάθε προσδοκία, που αποτέλεσε γέφυρα μεταξύ τουρισμού και πολιτισμού. Μια διαδρομή διεθνούς αναγνώρισης και εμβέλειας, που συνέδεσε τη γωνία αυτή του χάρτη της Ελλάδας με την παγκόσμια μουσική σκηνή. Ένα φεστιβάλ που φέτος θα φιλοξενήσει στο επίκεντρο της γιορτής του το μεγαλύτερο μουσικό γεγονός της χώρας, την επετειακή συναυλία του πιο αγαπητού τενόρου του κόσμου, του Andrea Bocelli.

Η τολμηρή ιδέα που γεννήθηκε το 1992 έμελλε να εξελιχθεί από τις πρώτες μελωδίες του Jazz on the Hill σε έναν από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς θεσμούς, και ο Λόφος της Σάνης στο σημείο όπου η θάλασσα, ο ουρανός και το πράσινο συνυπάρχουν αρμονικά με τις τέχνες, με φόντο έναν μεσαιωνικό πύργο. Τρεις δεκαετίες, 385 συναυλίες, παραστάσεις, εκδηλώσεις: μουσικοί θρύλοι και νέοι δημιουργοί από όλον τον κόσμο, Έλληνες καλλιτέχνες με το δικό τους αποτύπωμα, ανηφορίζουν εδώ και τριάντα χρόνια στη σκηνή του Sani Festival.

Τιμώντας τη συνεχή πορεία του, πιστό στην ποιότητα και το κύρος των συναυλιών που προσφέρει, το φετινό εορταστικό Sani Festival παρουσιάζει ένα πανελλαδικά μοναδικό, εντυπωσιακό και ανατρεπτικά φρέσκο πρόγραμμα. Ο Λόφος της Σάνης θα υποδεχτεί ξένες και ελληνικές συναυλίες-σταθμούς για το φετινό καλοκαίρι. Ζωντανοί θρύλοι της τζαζ, ποπ και ροκ σκηνής για τους οποίους το φεστιβάλ αποτελεί έναν από τους λίγους επιλεγμένους σταθμούς στην περιοδεία τους, καλλιτέχνες που επιστρέφουν μετά από δεκαετίες στην Ελλάδα, αποτελούν μερικές από τις μουσικές προτάσεις που συνθέτουν τη φετινή γιορτή.


-Έχετε αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Sani Festival, ενός αμιγώς μουσικού φεστιβάλ που έχει κατορθώσει να γίνει θεσμός στην πολιτιστική σκηνή της χώρας. Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για τη φετινή διοργάνωση;

Φέτος συμπληρώσαμε 30 χρόνια από την ίδρυση του Sani Festival και μια τέτοια επέτειος ήταν επόμενο να γιορταστεί με την πρέπουσα λαμπρότητα. Ταυτόχρονα, όμως, η φετινή διοργάνωση αποτελεί μία μετάβαση, μια γέφυρα ανάμεσα στο χθες και το αύριο. Γι’ αυτό και το πρόγραμμα από τη μία αφηγείται την ιστορία του θεσμού μέσω των ελληνικών αφιερωμάτων και του Jazz on the hill και από την άλλη επιχειρεί με τις pop και rock εκφάνσεις του αλλά και το Big Event μία ανανέωση, μία διεύρυνση, κλείνοντας με νόημα το μάτι στο μέλλον.

-Ένα βασικό στοιχείο της ταυτότητας του Φεστιβάλ, είναι το γεγονός ότι αποτελεί μια γέφυρα μεταξύ του τουρισμού και του πολιτισμού. Τι καθιστά αυτή τη σύζευξη σημαντική και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του Φεστιβάλ που συμβάλλουν στο να είναι επιτυχημένη;

Το φεστιβάλ μας εξαρχής αποτέλεσε μία πολύ σημαντική παρέμβαση στο ζητούμενο του πολιτιστικού τουρισμού, κυρίως γιατί αφορούσε στην σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία, σε μία χώρα που παρουσίαζε εμφανές έλλειμμα στον συγκεκριμένο τομέα. Μπορεί η εξίσωση πολιτισμός-τουρισμός να λύθηκε πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια από τους αρχαίους Έλληνες με τους θεατρικούς αγώνες, αλλά στην σύγχρονη Ελλάδα, σε αντίθεση με την διεθνή πρακτική, εξαντλούμαστε μόνο στο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το συγκεκριμένο κενό ήρθε να καλύψει το Sani Festival και πιστεύω ότι συνέβαλε καθοριστικά σε αυτό. Η σύζευξη, λοιπόν, είναι σημαντική γιατί στην εποχή μας ούτως ή άλλως το τουριστικό προϊόν εξειδικεύεται συνεχώς ενώ παράλληλα υπάρχει σαφώς και μια εθνική θα έλεγα ανάγκη προβολής των πολιτιστικών μας προϊόντων. Αυτό που νομίζω πως κατέστησε το δικό μας εγχείρημα επιτυχημένο ήταν το γεγονός της παράλληλης οπτικής του. Από τη μία, στοχεύσαμε στο πολιτιστικό προϊόν το οποίο ο θεσμός μας το υπηρέτησε με συνέπεια, συνέχεια, υπευθυνότητα, service υψηλής ποιότητας και επαγγελματισμό. Από την άλλη, όμως, υπήρχε πάντα η συνείδηση ότι η τέχνη είναι και πρέπει να παραμείνει ένα δημόσιο αγαθό. Οπότε έγινε και η αντίστοιχη κατάθεση ψυχής, έμπνευσης, αισθητικής, άδολης αγάπης και πάθους.

-Το Sani Festival γιορτάζει φέτος τα 30 του χρόνια, με ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα, που περιλαμβάνει ποικίλα μουσικά είδη και ονόματα-θρύλους της μουσικής σκηνής. Θέλετε να μας μιλήσετε για τις θεματικές του προγράμματος, καθώς και για τη διαδικασία διαμόρφωσής του;

Η διαμόρφωση του φετινού προγράμματος όφειλε να προβλέψει και να αμβλύνει μία πιθανή αντίθεση. Έπρεπε δηλαδή να διασφαλίσει την συνέχεια, κερδίζοντας όμως και το στοίχημα της ανανέωσης. Έτσι λοιπόν, με απόλυτο σεβασμό στην ιστορία του θεσμού πορευθήκαμε ανατρεπτικά αλλά υπεύθυνα. Την θεματική της Jazz, τον ιστορικό πυλώνα δηλαδή του φεστιβάλ, την ενισχύσαμε με μεγάλα ονόματα όπως ο Chucho Valdes, ο Paquito D’Rivera, ο Al Di Meola. Οι δύο συναυλίες που αφορούν στην ελληνική σύγχρονη δημιουργία αποτελούν «παραγγελία» μας. Δομήθηκαν αποκλειστικά για την επέτειο των 30 χρόνων, σχεδιασμένες, κομμένες και ραμμένες για τις ανάγκες μας. Η πρώτη, «Το Ξενοδοχείο Ασμάτων» με τους Μανώλη Μητσιά, Χρήστο Θηβαίο, Ελένη Τσαλιγοπούλου και Πένυ Μπαλτατζή, με μαέστρο τον Στάθη Σαββίδη, αφηγείται μουσικά την 30χρονη ιστορία του θεσμού μας, εμπεριέχοντας και μια ευχάριστη έκπληξη, μία «συμφωνική μπουζουκιών», τα «10 Μπουζούκια της Δόμνας» του Γιάννη Καρασάββα. Η δεύτερη, το «The Mediterranean Project» με τους Δημήτρη Μπάση, Ρένα Μόρφη, Δώρο Δημοσθένους, Κώστα Θωμαΐδη, Ρίτα Αντωνοπούλου και Καλλιόπη Πούσκα, με μαέστρο τον Μανόλη Ανδρουλιδάκη, προσεγγίζει εννοιολογικά το δικό μας θεματολογικό χαρακτήρα, τη διττή μας ταυτότητα όπως αυτή σμιλεύτηκε από την θεματική μας εξωστρέφεια αλλά και την παράλληλη στήριξη του εγχώριου καλλιτεχνικού δυναμικού. Από κει και πέρα, έχουμε μόνο τομές, ικανές πιστεύω να φέρουν τον φρέσκο αέρα που επιθυμούμε. Ξεχωρίζει φυσικά ο Andrea Bocelli, ο διασημότερος τενόρος του κόσμου, στο πρώτο Big Event στην ιστορία μας. Επίσης, ο Jack Savoretti που σηματοδοτεί την απόφασή μας να παρακολουθούμε πλέον στενά τις νέες τάσεις της παγκόσμιας μουσικής σκηνής και της ποιοτικής ποπ κουλτούρας και εννοείται ο μεγάλος Bob Geldof που εισάγει για πρώτη φορά ροκ ακούσματα στο λόφο της Σάνης.

-Ήδη από τα προηγούμενα χρόνια, το Φεστιβάλ έχει θέσει ψηλά τον πήχη σε θέματα ποιότητας. Είναι αυτό μια πρόκληση ή λειτουργεί κυρίως ως πηγή έμπνευσης;

Ναι, ο πήχης μπήκε πολύ ψηλά από την πρώτη κιόλας μέρα, 30 χρόνια πριν, όταν ο Σταύρος και η Νίκη Ανδρεάδη είχαν αυτή την ιδέα και ίδρυσαν το Sani Jazz Festival. Η ποιότητα και η αισθητική, το ύφος και το ήθος του θεσμού ήταν εξαρχής θέματα αδιαπραγμάτευτα και ως βασικές αρχές υπηρετήθηκαν δίχως εκπτώσεις και μάλιστα όχι πάντοτε κάτω από τις ιδανικότερες συνθήκες. Σκεφτείτε ότι το Sani Festival δεν ήταν εξαρχής γνωστό, ούτε είχε τη σημερινή υποδομή, ούτε το απαραίτητο background που να εγγυάται και να εξασφαλίζει την συναίνεση μεγάλων ξένων καλλιτεχνών. Στην πραγματικότητα υπήρξε μία ρομαντική ιδέα που με άγνοια κινδύνου ανέλαβε υψηλό ρίσκο και τελικά δικαιώθηκε. Ο ψηλός πήχης λοιπόν και η ποιότητα δεν γίνεται να είναι ούτε πρόκληση ούτε πηγή έπνευσης. Για μένα είναι η δέσμευση που ανέλαβα, ορισμός και ο κανόνας.

-Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται έξω από κάποιο μεγάλο αστικό κέντρο. Πόσο επηρεάζει αυτό την πρόσβαση για τους επισκέπτες, αλλά και γενικότερα τη διαμόρφωση της ταυτότητας της διοργάνωσης;

Φαντάζομαι πως την πρόσβαση την τοποθετείτε ως μία πολύ ευρεία έννοια, έτσι δεν είναι; Όλοι μας γνωρίζουμε πως σε μία Αθηνοκεντρική χώρα οι περιφερειακοί φορείς καλούνται να συμπεριφερθούν σαν άτομα με ειδικές ανάγκες σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον χωρίς υποστήριξη και προβλέψεις. Δεν είναι απλό, λοιπόν, να χτίσεις στην περιφέρεια δομές και θεσμούς που να λειτουργούν ως πόλος έλξης για όλη την επικράτεια. Πόσο μάλιστα όταν το target group σου δεν είναι αποκλειστικά νέοι άνθρωποι που έχουν εκ φύσεως μία ευκολία στην μετακίνηση. Πόσο μάλιστα όταν ξεκινάς από το μηδέν και δεν υπάρχει κάτι προηγούμενο, μία πεπατημένη για να ακολουθήσεις. Όταν, επίσης, υπάρχει σαφώς μια δυσανάλογη κατανομή πόρων, είτε κρατικών είτε ιδιωτικών, όταν αντιμετωπίζεις προβλήματα επικοινωνίας, όταν σου λείπει ακόμη κι αυτό το αναγκαίο εκπαιδευμένο κοινό και καλείσαι να το ανακαλύψεις ή να τα εκπαιδεύσεις ο ίδιος. Το Sani Festival, σε αντίθεση με άλλους φορείς, δεν αντιμετώπισε τις συγκεκριμένες συνθήκες με την συνήθη ροπή σε ευκολίες και λαϊκισμούς. Γι’ αυτό ακριβώς και έχει διαμορφώσει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, μια ξεχωριστή ταυτότητα, κατακτώντας βέβαια και τη φήμη που του αναλογεί. Όμως, για να είμαστε ειλικρινείς, η διασφάλιση της ποιότητας δεν είναι μόνο θέμα αντίληψης, προσέγγισης και ιδεολογίας. Σε εμάς, για παράδειγμα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο το γεγονός ότι είμαστε ένας φορέας της αμιγούς ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δίχως παρεμβατισμούς ή δουλείες, με δεδομένο budget και διασφαλισμένο μέλλον. Αυτό μας προσφέρει την ελευθερία της επιλογής, που είναι και το βασικό συστατικό στοιχείο για την επίλυση προβλημάτων επικοινωνίας και πρόσβασης και της συνολικής διαμόρφωσης της εικόνας μας.

-Θα λέγατε πως το Sani Festival βρίσκει την ίδια ανταπόκριση, τόσο στο ξένο, όσο και στο ελληνικό κοινό;

Απολύτως. Πέραν όμως από τους ξένους ή Έλληνες τουρίστες, έχει μία παράλληλη ανταπόκριση και στην τοπική κοινωνία. Είναι πράγματι εντυπωσιακή αυτή η συνύπαρξη τόσο διαφορετικών ανθρώπων. Ειδικά όσον αφορά στους μόνιμους κατοίκους, θα πίστευε κανείς ότι ο χώρος ενός πολυτελούς ξενοδοχείου σαν το Sani Resort και η private ατμόσφαιρά του θα ήταν αποτρεπτικοί παράγοντες, αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Αυτό που κατάφερε το Sani Festival, λοιπόν, είναι πρωτόγνωρο. Γιατί όπως είπαμε, προσφέρει ένα υψηλών προδιαγραφών πολιτιστικό προϊόν το οποίο όμως διατηρεί τα γνωρίσματα του δημοσίου αγαθού. Υπηρετώντας τον στόχο της τοπικής ανάπτυξης μέσω του πολιτιστικού τουρισμού, απέκτησε και εδραίωσε λαϊκό έρεισμα.

-Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας το δικό σας όραμα για τη διοργάνωση;

Ονειρεύομαι, επιθυμώ και θα προσπαθήσω το Sani Festival να συνεχίζει να στηρίζει την σύγχρονη ελληνική δημιουργία στο διηνεκές. Να μετακαλεί διάσημους και καταξιωμένους καλλιτέχνες, να συστήνει στο κοινό του την διεθνή πρωτοπορία. Να διατηρήσει, δηλαδή, ταυτόχρονα την λάμψη του αλλά και τον παιδευτικό του ρόλο. Να καταστεί πρότυπο φορέα και παράδειγμα προς μίμηση στην Ελλαδική επικράτεια και γιατί όχι, σημείο αναφοράς και σταθμός στους δρόμους της παγκόσμιας πολιτιστικής παρουσίασης. Και μπορεί να το κάνει, διευρύνοντας με προσοχή τις θεματικές του, παρακολουθώντας στενά τις εγχώριες αλλά και τις διεθνείς μουσικές εξελίξεις, αναβαθμίζοντας συνεχώς τις υπηρεσίες του. Συνεχίζοντας ακριβώς όπως και τώρα, μακριά από εκπτώσεις, ευκολίες και λαϊκισμούς.

Διαβάστε επίσης:

30 Χρόνια Sani Festival: Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο