Ο διάσημος πίνακας του Έντβαρτ Μουνκ αντιπροσωπεύει το παγκόσμιο άγχος του σύγχρονου ανθρώπου ανεξαρτήτως φύλου και προέλευσης. Χάρη στη νέα μη επεμβατική έρευνα, ο ένοχος για το ξεθώριασμα του πίνακα αποκαλύφθηκε: Είναι η υγρασία. Ωστόσο, το ευχάριστο είναι πως αυτή την «απειλή» μπορούν να την διαχειριστούν οι συντηρητές του Μουσείου Μουνκ στο Όσλο της Νορβηγίας.

Τα μέρη του πίνακα με κίτρινο χρώμα ξεφλουδίζουν. Οι αρχικά κίτρινες πινελιές του Μουνκ στο ηλιοβασίλεμα και την περιοχή του λαιμού της φιγούρας έχουν γίνει υπόλευκες, ενώ το παχύ κίτρινο χρώμα στην λίμνη πάνω από τη φιγούρα ξεφλουδίζει. Ζημιά σημειώθηκε, επίσης, όταν ο πίνακας είχε κλαπεί το 2004. Ο πίνακας ανακτήθηκε τελικά το 2006. Από τότε, «Η Κραυγή» σπάνια εκτίθεται και το μουσείο το προστατεύει σε συνθήκες αποθήκευσης με ελεγχόμενο φωτισμό, θερμοκρασία και υγρασία.

«Αποδείχθηκε ότι ο Μουνκ αντί να χρησιμοποιήσει μια καθαρή χρωστική καδμίου σουλφιδίου όπως έπρεπε, προφανώς χρησιμοποίησε μια όχι και τόσο καθαρή που περιείχε ενώσεις χλωρίου. Δεν νομίζω ότι το έκανε σκόπιμα. Πιστεύω ότι αγόρασε μια φτηνή μπογιά. Μιλάμε για το 1910 και εκείνη την εποχή δεν ίσχυαν στη χημική βιομηχανία οι ποιοτικοί έλεγχοι που εφαρμόζονται σήμερα», δήλωσε ο καθηγητής Koen Janssens του Πανεπιστημίου της Αμβέρσας.

Και συνέχισε: «Πρέπει να ασχοληθούμε με την υγρασία στο μουσείο, ή να απομονώσουμε το κοινό από τον πίνακα, έτσι ώστε κανείς να μην αναπνέει στην επιφάνεια του πίνακαΌταν οι άνθρωποι αναπνέουν παράγουν υγρασία, οπότε γενικά για πίνακες δεν είναι καλό να είναι πολύ κοντά στην αναπνοή όλων των περαστικών».

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances.

Διατηρώντας ένα αριστούργημα

Σε συνεργασία με το Μουσείο Μουνκ, μια διεθνής ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας της Ιταλίας μελέτησε τον πίνακα για να ανακαλύψει τι αυτό που προκάλεσε ζημιές. Χρησιμοποίησαν το ευρωπαϊκό φορητό εργαστήριο που ονομάζεται Mobile LABoratory για να μελετήσουν τον πίνακα μη επεμβατικά στο μουσείο. Η έρευνα έγινε στο European Synchrotron Radiation Facility στη Γαλλία, το οποίο φιλοξενεί τη φωτεινότερη πηγή ακτίνων Χ στον κόσμο, για να μελετηθεί το κίτρινο χρώμα του καδμίου.

Όταν τα χρωστικά καδμίου-σουλφιδίου εκτέθηκαν σε ενώσεις χλωρίου σε συνθήκες υψηλής υγρασίας, όπως σχετική υγρασία 95%, μετατράπηκαν σε θειικό κάδμιο. Αυτή η αλλαγή συνέβη είτε υπήρχε είτε δεν υπήρχε φως, πράγμα που σημαίνει ότι ο φωτισμός δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην καταστροφή του πίνακα, όσο παίζει η υγρασία. Για τους ερευνητές, ήταν μια μοναδική ευκαιρία να το μελετήσουν λεπτομερώς. Αυτός ο συγκεκριμένος πίνακας είναι μια έκδοση που πιστεύεται ότι ολοκλήρωσε ο Μουνκ γύρω στο 1910.

Ο Μουν ζωγράφισε δεκάδες εκδοχές της Κραυγής. Μία από αυτές εκλάπη το 1994, αλλά ανακτήθηκε χωρίς καμία ζημιά τρεις μήνες μετά. Μία άλλη εκλάπη υπό την απειλή όπλου από το Μουσείο Έντβαρτ Μουνκ στις 22 Αυγούστου του 2004. Η αστυνομία της Νορβηγίας κατάφερε να βρει το ανεκτίμητο έργο στις 31 Αυγούστου του 2006, μετά από μία μεγάλη έφοδο.

Ο Μουνκ περιέγραψε τη βασική εμπειρία πίσω από την εικόνα ως εξής:«Ένα δειλινό περπατούσα σ’ ένα δρομάκι με δυο φίλους, την ώρα που ο ήλιος άρχισε να δύει. Ο ουρανός, ξαφνικά, έγινε κόκκινος σαν αίμα. Σταμάτησα, νιώθοντας εξαντλημένος, και στηρίχτηκα σ’ έναν φράχτη. Έβλεπα αίμα και γλώσσες φωτιάς πάνω από το μαύρο-μπλε φιορδ και την πόλη. Οι φίλοι μου προχώρησαν κι εγώ έμεινα εκεί, τρέμοντας από την αγωνία. Κι ένιωσα ένα ατέλειωτο ουρλιαχτό να διαπερνά τη φύση». Μάλιστα, ο πρώτος τίτλος του έργου ήταν «Η Κραυγή της Φύσης».

Με βάση την ανάλυσή τους, οι ερευνητές έχουν βρει ότι ο πίνακας μπορεί να διατηρηθεί και να εκτεθεί εάν τα επίπεδα υγρασίας διατηρούνται σε σχετική υγρασία 45% ή χαμηλότερα και διατηρώντας τον τυπικό φωτισμό. Σήμερα, ο πίνακας και τα άλλα έργα τέχνης του Μουνκ αποθηκεύονται και εκτίθενται σε περίπου 50% σχετική υγρασία και θερμοκρασία 68 F (20 C).


Διαβάστε επίσης:

Η Ιστορία πίσω από τον Πίνακα: Η Κραυγή του Έντβαρτ Μουνκ