Μετά την πολύ επιτυχημένη φωτογραφική έκθεση με τίτλο: Limina, το καλοκαίρι του 2021, η Erieta Attali επανέρχεται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο με μια άλλη έκθεση, η οποία εστιάζει στα ξύλινα αρχιτεκτονικά έργα του Ιάπωνα αρχιτέκτονα Kengo Kuma, που βρίσκονται από τα πιο απόμακρα σημεία της Ιαπωνίας μέχρι το κέντρο της πόλης του Παρισιού.

Τα φωτογραφικά πρότζεκτ της Erieta Attali, αναπτύσσονται με πλήθος εικόνων και πολυετή -συχνά- αφοσίωση στο ίδιο θέμα. Ωστόσο, αυτή η δεύτερη έκθεσή της στο ίδιο Μουσείο, μέσα από μια επιλογή δεκαπέντε φωτογραφιών, αποτελεί απόσταγμα του ουσιαστικού προσωπικού της διαλόγου με την αρχιτεκτονική.

Πρόκειται για πολυεπίπεδες εικόνες, με χωρικές και νοητικές προεκτάσεις, που αποτυπώνουν συνοπτικά και συγκεφαλαιωτικά όλη την ουσία της δικής της προσέγγισης στην αρχιτεκτονική φωτογραφία ως μία σειρά από διαρκώς μεταβαλλόμενες οπτικές γωνίες και εμπειρίες.

Σε αντίθεση με την εμπορική φωτογραφία, η οποία αποτυπώνει σχεδιασμένα αντικείμενα προς κατανάλωση στο πλαίσιο ενός διαρκούς ανταγωνισμού και, ως εκ τούτου, παράγεται-διανέμεται υπό τη σκιά μίας νοητής ημερομηνίας λήξης, η τέχνη της Attali γεννιέται μέσα από το σύνολο του έργου ενός και μόνο σχεδιαστή, επιχειρώντας πάντα να προσεγγίσει την ατμόσφαιρα, την ουσία και την ανασχηματιζόμενη από έργο σε έργο κεντρική ιδέα της σύλληψης.

Σε ένα διάστημα που ξεπερνά το ένα τέταρτο του αιώνα, ανάμεσα στις ελάχιστες σχέσεις που διαμόρφωσε η φωτογράφος Attali, καμία δεν ήταν πιο αμοιβαία από αυτή με τον Ιάπωνα αρχιτέκτονα Kengo Kuma, καθώς η συγχώνευση του σχεδιασμένου χώρου και του περιβάλλοντος είναι κοινός στόχος αρχιτέκτονα και φωτογράφου.

Συνδυάζοντας το μηχανικό και κατασκευαστικό άθλο των αδιάκοπων, τεράστιων γυάλινων επιφανειών με καινοτόμες ερμηνείες της παραδοσιακής ιαπωνικής ξύλινης αρχιτεκτονικής, ο Kengo συνθέτει χώρους που αναφέρονται τόσο οπτικά όσο και βιωματικά στις μεταβαλλόμενες αξίες του φυσικού περιβάλλοντος. Τα έργα του πάλλονται σε έναν σχεδόν υπερφυσικό συντονισμό με τη φωτογραφική πρακτική της Attali. Μέσα από τους γυάλινους φακούς των αναλογικών φωτογραφικών μηχανών της, αναζητά και αποτυπώνει τη διαπερατότητα του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, συγχωνεύοντας τις σκληρές και αντανακλαστικές επιφάνειες σε πολυεπίπεδες εικόνες γεμάτες από την ατμόσφαιρα της καθαυτής ουσίας της αρχιτεκτονικής τέχνης του Kuma.

Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Attali αναγνωρίζει την πρώτη της συνάντηση με την αρχιτεκτονική του Kuma, στο γύρισμα της χιλιετίας, ως την κομβική στιγμή των δύο δημιουργών. Κατά ειρωνεία της τύχης, η πρώτη της επαφή με το έργο του Ιάπωνα αρχιτέκτονα ήταν μέσα από την οπτική ενός άλλου φωτογράφου: μιας δημοσιευμένης φωτογραφίας του -πλέον πολυδημοσιευμένου- πρώιμου έργου του, Water/Glass House, στο Atami της Ιαπωνίας. Σε αυτό το κτήριο η αδιαφάνεια και η αμφιταλαντευόμενη διαφάνεια αποτελούν τα πραγματικά δομικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής. Η διαδικασία καταγραφής αυτών των άυλων στοιχείων μεταμόρφωσε τη φωτογραφική τέχνη και το αισθητικό κριτήριο της Attali.

Συνεπαρμένη από την αίσθηση πως στο έργο του Kuma είχε βρει το σύγχρονο αρχιτεκτονικό ισοδύναμο της σχέσης μεταξύ περιβάλλοντος και κτηρίου, τοπίου και αρχιτεκτονικής (μίας σχέσης που -επί χρόνια- εξερευνούσε φωτογραφίζοντας αρχαιολογικούς χώρους), η Attali βίωσε το έργο του Kuma ως σημείο καμπής, εστιάζοντας πλέον τον φακό της στην εισαγωγή του νέου σε αρχαία και άχρονα περιβάλλοντα. Όπως αφηγείται σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη με τον ιστορικό/κριτικό Ariel Genandt, η συνάντηση ήταν μεταμορφωτική: «Αυτό που με γοήτευσε στο Water/Glass House ήταν ότι το κτήριο βιώνεται σαν μία ατμοσφαιρική συνθήκη: όταν είσαι μέσα σε αυτό, αισθάνεσαι μέρος του τοπίου… Η συνάντησή μου με το σπίτι … με βοήθησε να αποκρυσταλλώσω μια συγκεκριμένη φωτογραφική αντίληψη, όπου η αρχιτεκτονική και το τοπίο αποτελούν ένα αδιάσπαστο συνεχές».

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Σιδηροδρομικός σταθμός Takanawa Gateway, Τόκιο, Ιαπωνία (© Attali)