Με μια συναρπαστική πρωτότυπη σύνθεση του Γιάννη Χουβαρδά, με τίτλο Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας, κάνει πρεμιέρα το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου στην Πειραιώς 260, την Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022 και για επτά συνολικά παραστάσεις. Η σαιξπηρική Καταιγίδα συναντά το Χόλιγουντ της «Χρυσής Εποχής» και τον ιδιοφυή δημιουργό Όρσον Ουέλς· το δε κοινό προσκαλείται σε ένα μαγικό ταξίδι τόσο στον κόσμο του θεάτρου όσο και αυτόν του κινηματογράφου.

Πράγματι, το κείμενο που υπογράφει ο Γιάννης Χουβαρδάς μεταφέρει την ποίηση του πρωτοτύπου σ’ ένα μυθικό, αλλά και κοντινό σ’ εμάς περιβάλλον, ένα κινηματογραφικό στούντιο, αντλώντας την έμπνευσή του από δύο κύκνεια άσματα: το τελευταίο θεατρικό έργο του Άγγλου δραματουργού, την Καταιγίδα (The Tempest), που πολύ συχνά απαντάται στα ελληνικά ως Τρικυμία, και την τελευταία, ανολοκλήρωτη ταινία του Όρσον Ουέλς Η άλλη πλευρά του ανέμου.

Ολόκληρο το έργο, άλλωστε, είναι μια φαντασμαγορική μίξη θεάτρου και κινηματογράφου, μ’ ένα λαμπερό σύνολο ηθοποιών απ’ όλες τις γενιές του ελληνικού θεάτρου – Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Έκτορας Λυγίζος, Άρης Μπαλής, Ελένη Μπούκλη, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Αντώνης Μυριαγκός, Δημήτρης Παπανικολάου, Δημήτρης Πασσάς, Δημήτρης Πιατάς, Άλκηστις Πουλοπούλου, Χάρης Φραγκούλης και ο βετεράνος Γιάννης Βογιατζής.


-Συνεργάζεστε με τον Γιάννη Χουβαρδά στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου με αφορμή την παράσταση «Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας». Πώς νιώθετε για αυτήν τη νέα συνεργασία;

Είναι η δεύτερη φορά που συνεργαζόμαστε με τον Γιάννη, η πρώτη ήταν πριν από εφτά χρόνια. Από τότε μου είχε κάνει εντύπωση με πόση λεπτομέρεια φαντάζεται τους κόσμους που θέλει να ζωντανέψει. Σαν αυτό που οραματίζεται να είναι τόσο καθαρό, οπότε απαιτείται από ‘μένα να ανοίξω ένα χώρο μέσα μου για να δεχθώ τον τρόπο του, να ανοίξω την ψυχή μου στη φαντασία ενός ανθρώπου, με εμπιστοσύνη.

-Σαίξπηρ και Όρσον Γουέλς. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η σύνδεση;

Όταν το άκουσα πρώτη φορά ξαφνιάστηκα ευχάριστα, μου φάνηκε πολύ όμορφη η συνομιλία θεάτρου και κινηματογράφου παράλληλα στη σκηνή. Ο κόσμος του Πρόσπερο, το «μαγικό νησί» του, είναι την ίδια στιγμή ο κόσμος του Όρσον Ουέλς: ένα παλιό, μεγάλο στούντιο του Χόλιγουντ, στην παράστασή μας. Μετά διαβάζοντας, είδα πόσο κοινές ζωές είχαν αυτοί οι δύο άνθρωποι, σαν να βάδιζαν δίπλα δίπλα όλα αυτά τα χρόνια κι εμείς τώρα ‘τους δίνουμε την ευκαιρία να σχετιστούν’.

-Θα θέλατε να μας αναφέρετε μερικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον δικό σας ρόλο στο έργο;

Ο ρόλος μου στο έργο είναι Μιράντα, η κόρη του Πρόσπερο. Όπως σας είπα πριν, ο χώρος του έργου είναι ένα στούντιο του Χόλιγουντ, η Μιράντα λοιπόν είναι το κορίτσι που γνωρίζει αυτό τον κόσμο για πρώτη φορά. Με ορθάνοιχτα ματιά, σαν μικρού παιδιού, χωρίς σκέψη αφήνεται, μαγεύεται, αντιδρά, ερωτεύεται. Πώς είναι όταν κάποιος μας προσφέρει κάτι και δε ρωτάμε τίποτα, παρά το παίρνουμε; Ε, είναι σε λειτουργία η καρδιά πάνω απ’ όλα λοιπόν.

-Τι αντίκτυπο θα λέγατε πως έχει η σύνδεση μεταξύ του σαιξπηρικού έργου και της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίσατε την ερμηνεία σας; Αυτή η διττότητα του έργου σας δυσκόλεψε;

Ναι είχα να συνομιλήσω με τη Μιράντα και τη Ginger Rogers παράλληλα! Μπήκα με καθαρά ματιά σε όλο αυτό, δεν είχα προαποφασίσει κάτι για το αποτέλεσμα, οπότε διαβάζοντας Σαίξπηρ, βλέποντας ταινίες με τον Φρεντ Αστέρ και μαθαίνοντας κλακέτες κάπως ενώθηκαν μόνοι τους οι δύο κόσμοι, ακόμα δεν ξέρω αν έχω αποφασίσει κάτι δηλαδή. Δε μου ήταν τόσο οικεία η εποχή του 1930, η απόσταση και η ελαφράδα που είχαν οι ηθοποιοί όταν μιλούσαν, οπότε είχα να παρατηρήσω αυτό πολύ.

-Αν παρακολουθούσατε την παράσταση ως θεατής, τι πιστεύετε ότι θα αποκομίζατε από αυτήν;

Ο κάθε θεατής έχει άλλο ‘βλέμμα’, εγώ σαν θεατής συγκινούμαι με τη λαχτάρα ενός ανθρώπου να ανεβάσει κάτι τόσο μεγάλο σαν εγχείρημα, και ταυτίζομαι με αυτό το “ξύπνημα” που γίνεται προς το τέλος της παράστασης μας με τον Γιάννη Βογιατζή. Σαν κάποιος να σε τραντάζει και να σου λέει απλά, παιδικά, καθαρά και σχέση με το τώρα είναι τα πράγματα, εκεί είναι ο έρωτας, εκεί είναι το θαύμα.

-Στην παράσταση συμμετέχουν ηθοποιοί από διαφορετικές γενιές του ελληνικού θεάτρου, μεταξύ των οποίων και ο Γιάννης Βογιατζής. Πόσο σημαντικές θα λέγατε ότι είναι οι διαγενεακές συνεργασίες μεταξύ ηθοποιών και πώς συμβάλλουν στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα;

Πιο παιδί από ‘μένα νιώθω ότι είναι ο κ. Γιάννης κι ας έχουμε 64 χρόνια διαφορά! Με συγκινεί με το που τον βλέπω, δεν ξέρω τι να πω. Τις προάλλες του λέω “Έτοιμος κύριε Γιάννη; ” – “Βαφτίστηκα έτοιμος” μου λέει, “την αλήθεια να λες Ελενίτσα μου, μόνο αυτό έχει σημασία”.

Διαβάστε επίσης:

Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας: Η πρωτότυπη σύνθεση του Γιάννη Χουβαρδά στην Πειραιώς 260