Η γκαλερί The Breeder παρουσιάζει όψεις του έργου της Χρύσας Ρωμανού (1931-2006), ξεχωριστής προσωπικότητας της ελληνικής τέχνης με διεθνή εμβέλεια που κατόρθωσε από νωρίς να διαμορφώσει προσωπικό ύφος και βρέθηκε στο επίκεντρο των διεθνών καλλιτεχνικών εξελίξεων.

Η πρώτη ενότητα των έργων της έκθεσης περιλαμβάνει κολάζ και η δεύτερη ντεκολάζ (αποκολλήσεις), με βασικά τους χαρακτηριστικά την κριτική στάση απέναντι σε πολιτικοκοινωνικά και καλλιτεχνικά ζητήματα και την ποιητική πολυσημία.

Η Χρύσα Ρωμανού γεννήθηκε στην Αθήνα όπου έζησε έως το 1961 και από το 1981 και εξής, αλλά καθοριστική για τη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής της προσωπικότητας υπήρξε η διαμονή της στη Γαλλία την εικοσαετία 1961-1981 όπου συνάντησε τον μετέπειτα σύζυγό της Νίκο Κεσσανλή και συνδέθηκε με σημαντικές φυσιογνωμίες της τέχνης. Ανήκει στην ομάδα των Ελλήνων καλλιτεχνών της διασποράς που έδρασαν μεταπολεμικά στα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα του δυτικού κόσμου και για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής τέχνης δεν ακολούθησαν απλώς τις διεθνείς καλλιτεχνικές εξελίξεις αλλά υπήρξαν συνδιαμορφωτές τους.

Στην πρώτη ενότητα της έκθεσης παρουσιάζονται κολάζ του 1965. Προς τα τέλη του 1964 και επί μία διετία τουλάχιστον η Χρύσα Ρωμανού δημιουργεί στο Παρίσι τις σειρές Λαβύρινθοι, Σκοποβολές, Ωροσκόπια, Καζινό, Ρεπορτάζ, Χάρτες. Συλλέγει και επιλέγει φωτογραφικές, αποσπασματικές απεικονίσεις της πραγματικότητας από μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, φωτογραφικά είδωλα καταναλωτικών προϊόντων ή μηχανών, πραγματικών γεγονότων της κοινωνικοπολιτικής επικαιρότητας, αποσπάσματα από τοπία και γεωγραφικούς ή πολεοδομικούς χάρτες. Τα υλικά αυτά, επικολλημένα πάνω στον μουσαμά, τα χρησιμοποιεί, σε διαλεκτική σχέση με τη χειρόγραφη ή τυπωμένη γραφή, για να αρθρώσει τον δικό της κριτικό λόγο απέναντι στην κοινωνία, το έργο και την καλλιτεχνική λειτουργία.

Είναι η εποχή που στο πλαίσιο της Ποπ Αρτ και του γαλλικού της αντιστοίχου, του Nouveau Réalisme, και ευρύτερα του Νεοντανταϊσμού το πραγματικό εισβάλλει στο έργο τέχνης ως έτοιμο υλικό, απόγονος του readymade, ή ως γλώσσα. Η Χρύσα Ρωμανού χρησιμοποιεί τις τεχνικές του ντανταϊστικού φωτομοντάζ και του κολάζ, τη γλώσσα της μαζικής κουλτούρας και της διαφήμισης, και τη γραπτή γλώσσα στοχεύοντας όχι στην εξύμνηση του καπιταλιστικού πολιτισμού αλλά στον κριτικό σχολιασμό του. Παράλληλα, στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που καταδεικνύει αντιπαραθέτει το παράλογο, το παιχνίδι και τη φαντασία. Η άμεση και ευθύβολη κριτική της τρέφεται από εκείνο το κλίμα γενικευμένης αμφισβήτησης που θα οδηγήσει στον Μάη του ’68.

Στο έργο Λαβύρινθος φωτογραφικά είδωλα μηχανικών και τεχνολογικών αντικειμένων (εργαλεία, όπλα, τμήματα αυτοκινήτων, αεροπλάνα, ένα ελικόπτερο, ένα ηλεκτρικό σίδερο, μια κάσκα, ένα γρανάζι…), αυτούσια ή τροποποιημένα, διατάσσονται με τρόπο ώστε να δημιουργούν δαιδαλώδεις, αδιέξοδες διαδρομές. Παρότι τα βέλη και οι χειρόγραφες λεκτικές σημάνσεις υποτίθεται ότι καθοδηγούν τον θεατή, η πρόσβαση στον ειδυλλιακό ορεινό τουριστικό παράδεισο της καρτ ποστάλ πάνω από την έξοδο αποτελεί φενάκη.

Στο Luna Parc International εικόνες καταναλωτικών προϊόντων από διαφημιστικές καταχωρίσεις διατάσσονται παρατακτικά, ως επί το πλείστον συμμετρικά, γύρω από έναν ζωγραφισμένο στόχο σκοποβολής που εμπεριέχει ένα συμπαγές συνονθύλευμα ασπρόμαυρων ανθρωποκεντρικών φωτορεπορτάζ, ενώ από πάνω αναγράφονται με τυπογραφικά στοιχεία, στα γαλλικά, οι λέξεις διεθνές λούνα παρκ, σκοποβολή και ανθρωποκυνηγητό. Ο στόχος, προσφιλές μοτίβο της ποπ αρτ, αναφέρεται τόσο στο γνωστό παιχνίδι του λούνα παρκ που προσφέρει δώρα στον νικητή όσο και στη μοίρα των ανθρώπων, και η τακτοποιημένη ευημερία που υπόσχεται η διαφήμιση αντιπαραβάλλεται κριτικά στη χαοτική ανθρώπινη πραγματικότητα.

Στο Καζινό και στο Ρεπορτάζ τα ασπρόμαυρα ανθρώπινα φωτογραφικά ομοιώματα συνδυάζονται στην πρώτη περίπτωση με το πράσινο συμμετρικό σχέδιο του τραπεζιού της ρουλέτας με τους αριθμούς, και με τη ρουλέτα την ίδια, όπου παίζεται η τύχη των ανθρώπων, και στη δεύτερη περίπτωση με γαλλικές λέξεις και φράσεις που αναφέρονται στο παιχνίδι και στο λάθος. Το νόημα και εδώ αποκαλύπτεται χάρη στη διαλεκτική αντιπαράθεση διαφορετικού είδους εικόνων, με τη συνέργεια και του γραπτού λόγου.

Το Ωροσκόπιο ανήκει σε μία άλλη σειρά κολάζ, όπου το κεντρικό δομικό στοιχείο των ομόκεντρων κύκλων αποτελεί τώρα τον ζωδιακό κύκλο και συνδυάζεται με μια αυξημένη ποσότητα λέξεων, συμβόλων και αριθμών. Εδώ η Χρύσα Ρωμανού σχολιάζει με περιπαικτικό τρόπο ένα φαινόμενο της μαζικής κουλτούρας, την εισβολή της αστρολογίας αλλά και της κάθε είδους μαγείας στα -γυναικεία κυρίως- έντυπα.

Αντιστικτικά στα κολάζ που ασκούν κριτική στην καταναλωτική κοινωνία λειτουργεί η τελευταία σειρά των κολάζ, οι Χάρτες του 1965-1966. Με αφετηρία τους ψυχογεωγραφικούς οδηγούς του Παρισιού του Γκι Ντεμπόρ, ο χάρτης ως συστατικό στοιχείο των εικαστικών έργων γοητεύει πολλούς διεθνείς καλλιτέχνες της εποχής, αλλά η Χρύσα Ρωμανού προσδίδει στα δικά της έργα έντονα προσωπικό και ποιητικό χαρακτήρα. Αποσπάσματα ειδυλλιακών φωτογραφικών τοπίων και χαρτών παρατίθενται μαζί με χρυσούς κύκλους, βέλη και επιγραφές. Υλικά μνήμης και φαντασίας συμπυκνώνουν ποιητικά υπαρκτές ή φανταστικές διαδρομές και στάσεις: το σπίτι των παιδικών χρόνων στην οδό Κόδρου στην Αθήνα, τη διαμονή στη Ρώμη, το πρώτο ταξίδι. Η ατομική και καλλιτεχνική ελευθερία αντιπαραβάλλονται στις προκαθορισμένες κοινωνικές συμπεριφορές.

Η δεύτερη ενότητα της έκθεσης περιλαμβάνει έργα από τις σειρές Εικόνες και Χάρτες-Λαβύρινθοι, ντεκολάζ σε πλεξιγκλάς μεγάλων διαστάσεων που εγκαινιάζει η καλλιτέχνιδα το 1980/1981 και τα δουλεύει συστηματικά στο εξής. Η μέθοδος της αποκόλλησης, γνωστή στους Nouveaux réalistes στα χρόνια του ’60, παραλαμβάνεται από τη Χρύσα Ρωμανού ως φυσική απόληξη των προηγούμενων εικαστικών της αναζητήσεων. Η καλλιτέχνιδα επικολλά το έτοιμο έντυπο υλικό της (διαφημίσεις, χάρτες, φωτογραφικές αναπαραγωγές μεγάλων ζωγραφικών έργων του παρελθόντος) επάνω στο πλέξιγκλας και όταν η κόλλα στεγνώσει επεμβαίνει επάνω του με υγρό σφουγγάρι τρίβοντας το χαρτί μέχρι τη μερική του αποκόλληση· η διαδικασία επαναλαμβάνεται με διαδοχικά στρώματα έντυπης ύλης, η οποία ωστόσο παραμένει αραιή και διαφανής· καθώς η καλλιτεχνική χειρονομία και επέμβαση εξελίσσεται στην πλευρά του έργου που θα αποτελέσει την πίσω όψη, η εικόνα που θα προκύψει αποκαλύπτεται στη δημιουργό εκ των υστέρων, όταν θα γυρίσει το έργο από την καλή πλευρά του.

Η επικόλληση και αποκόλληση σε απανωτά στρώματα έτοιμου έντυπου υλικού, με έμφαση στη διαδικασία παραγωγής του έργου, δημιουργεί δυναμικές παλίμψηστες εικόνες, ρυθμικούς λαβυρίνθους μορφών και χρωμάτων, με κύριους κατευθυντήριους άξονες και άνισα κατανεμημένους χώρους, όπου ενίοτε έχει κανείς την εντύπωση ότι διακρίνει τις κηλίδες του Ρόρσαχ και όπου περιπλανιούνται το βλέμμα και η φαντασία.

Η ανάγνωση δεν είναι ούτε ευθύγραμμη ούτε δεδομένη. Ο διασπασμένος χώρος της αναπαράστασης εμπεριέχει ίχνη και αποτυπώματα απελευθερωτικών χειρονομιών, μνήμης, πολιτισμικών εμπειριών. Στους Χάρτες-Λαβυρίνθους ο δαιδαλώδης κόσμος των σύγχρονων πόλεων αποτελεί ταυτόχρονα προβολή του ατομικού και συλλογικού ψυχισμού. Στο έργο του 1982 από τη σειρά Εικόνες, όπου διακρίνονται σπαράγματα από αναπαραγωγή έργου του Πίτερ Μπρίγκελ του Νεότερου που εικονίζει γαμήλιο γλέντι χωρικών, γίνεται σαφέστερα αντιληπτός ο διακειμενικός χαρακτήρας της εργασίας της Χρύσας Ρωμανού: στο πλαίσιο του μοντερνισμού ο καλλιτέχνης γίνεται επιλογέας ποικίλων αναφορών από το μεγάλο απόθεμα τόσο της μαζικής κουλτούρας όσο και της ιστορίας της τέχνης που μεταπλάθει ελεύθερα σε μια νέα εικαστική πραγματικότητα. Η διαφάνεια, η ελεγχόμενη τυχαιότητα, ο ρυθμός, η οικειοποίηση εικόνων που προέρχονται από διαφορετικά καλλιτεχνικά και ιστορικά περιβάλλοντα και η αποσπασματικότητα της αφήγησης προσδίδουν στα έργα ποιητικό χαρακτήρα.
 

Η Χρύσα Ρωμανού παρουσίασε το πολυποίκιλο έργο της, που εκτός από τα κολάζ και τα ντεκολάζ περιλαμβάνει την αφαιρετική και αφηρημένη ζωγραφική της πρώτης περιόδου, κολάζ μονοτυπιών, τη γλυπτική σειρά Μεκανό που εκκινεί από το ομώνυμο παιδικό παιχνίδι και σειρές μεταξοτυπιών ημερολογιακού ύφους, σε πληθώρα εκθέσεων:

Ζυγός, Αθήνα 1960· Δεσμός, Αθήνα 1981· Budapest Galeria -με τον Ν. Κεσσανλή-, Βουδαπέστη 1996· Μπιενάλε Λιουμπλιάνας, 1961· Salon des Réalités Nouvelles, Παρίσι 1965· Μπιενάλε Σάο Πάουλο 1965, 1994· Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Lund, Σουηδία, 1967· Bonino, Νέα Υόρκη 1972· Salon de Mai, Παρίσι 1973, 1974, 1976· Maison de la Culture, St Étienne, 1977· Ευρωπάλια, Αμβέρσα 1982· Μνήμες-Αναπλάσεις Αναζητήσεις, ΕΠΜΑΣ, Αθήνα 1985· Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου, ΕΠΜΑΣ, Αθήνα 1992· Το παιδί στη νεοελληνική τέχνη, ΕΠΜΑΣ, Αθήνα 1993· Women Beyond Borders, Antikenmuseum, Βασιλεία 1997· Chartographers, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Ζάγκρεμπ, 1997· Μπιενάλε Κωνσταντινούπολης, 1997· Τα χρόνια της αμφισβήτησης. Η τέχνη του ’70 στην Ελλάδα, ΕΜΣΤ, Αθήνα 2005-2006.

Διονυσία Στεφανοπούλου
Ιστορικός Τέχνης
Δεκέμβριος 2013