Η Νταϊάν Άρμπους (1923-71) θεωρείται μία από τις πιο οραματιστικές και επιδραστικές καλλιτέχνιδες του 20ού αιώνα, που αμφισβήτησε ριζικά τις αισθητικές συμβάσεις με τις εκφραστικές φωτογραφίες της. Είναι ευρέως γνωστή για τις τολμηρές ασπρόμαυρες φωτογραφίες της, που αποτυπώνουν την ατομικότητα και την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Πέρασε μεγάλο μέρος της καριέρας της, από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως το 1971, στη Νέα Υόρκη. Οι φωτογραφίες της δημιουργούν ένα ποικίλο και συναρπαστικό πορτρέτο της ζωής στις μεταπολεμικές Ηνωμένες Πολιτείες. Αντικείμενα των φωτογραφιών της ήταν ζευγάρια, παιδιά, καλλιτέχνιδες drag, γυμνιστές, περαστικοί στην πόλη της Νέας Υόρκης, οικογένειες των προαστίων, διανοούμενοι όπως η Σούζαν Σόνταγκ, καθώς και αστέρες όπως η Μέι Γουέστ και ο Τζέιμς Μπράουν. Το έργο της είναι το αποτέλεσμα μιας ακούραστης αναζήτησης, καθοδηγούμενης από την τύχη και την διαίσθηση. Ένα πρόσωπο, μια στάση, μια ιδιαιτερότητα: αυτά ήταν τα στοιχεία στα οποία εστίαζε το βλέμμα της Άρμπους.
Με την έκθεση «Diane Arbus: Konstellationen» παρουσιάζει το Gropius Bau την μέχρι σήμερα πιο ολοκληρωμένη έκθεση του έργου της. Πολλές από τις 454 φωτογραφίες παρουσιάζονται για πρώτη φορά στα πλαίσια της αναδρομικής έκθεσης και προσφέρουν νέες προοπτικές στα εμβληματικά πορτρέτα και στο ποικίλο έργο της καλλιτέχνιδας. Η έκθεση ξεδιπλώνεται ως μια λαβυρινθώδης «συστάδα» φωτογραφιών.
Όσο ακριβείς και συνεκτικές και αν φαίνονται οι φωτογραφίες της, πέρα από τον φακό της, υπάρχει ένα δίκτυο διαδρομών που διασταυρώνονται στο χρόνο και στο χώρο. Η έκθεση εξερευνά την ένταση μεταξύ αυτών των εικόνων και της πραγματικότητας εκτός κάμερας. Επιδιώκει να αποκαλύψει αυτό που βρίσκεται ανάμεσα στις εικόνες, αυτό που, όπως η σκοτεινή ύλη, συνδέει όλες αυτές τις φωτογραφίες. Η έννοια του αστερισμού (constellation) προσφέρεται ως δομή ικανή να παρουσιάσει τόσο τις εικόνες όσο και την αόρατη αρχιτεκτονική που υποκρύπτεται σε όλες τις δημιουργίες: την τύχη, το χάος και την εξερεύνηση. Έτσι, οι φωτογραφίες δεν έχουν χρονική ή θεματική ομαδοποίηση και αντί για μια τυπική διαδρομή, υπάρχει ένας άπειρος αριθμός πιθανών μονοπατιών για να ακολουθήσει ο θεατής και να ανακαλύψει συσχετισμούς ανάμεσα στα θέματα.
Μετά την αυτοκτονία της το 1971, ο πρώην μαθητής της και περιστασιακός τεχνικός σύμβουλος Neil Selkirk άρχισε να δημιουργεί εκτυπώσεις για την Arbus Estate. Από τότε, είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να παράγει εκτυπώσεις των φωτογραφιών της. Σε διάστημα άνω των 30 ετών, ο Selkirk διατήρησε ένα μόνο δοκίμιο εκτύπωσης αυτών των εικόνων. Η έκθεση συγκεντρώνει και τις 454 εκτυπώσεις από τη συλλογή του – πολλές από τις οποίες είχαν παραμείνει αδημοσίευτες μέχρι πρόσφατα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Selkirk αφηγείται την εμπειρία του ως εξής:
“Όταν η Νταϊάν Άρμπους χρειαζόταν μια εκτύπωση για να στείλει σε ένα περιοδικό, να δώσει σε κάποιον ή, πολύ σπάνια, να πουλήσει σε έναν συλλέκτη, έφτιαχνε μία εκτύπωση και την παρέδιδε. Εκτός από την περίοδο που δούλευε στο πορτοφόλιό της, A box of ten photographs, το οποίο προοριζόταν να είναι μια έκδοση 50 αντιτύπων (από τα οποία εκτύπωσε οκτώ σετ και πούλησε μόνο τέσσερα κατά τη διάρκεια της ζωής της), μόνο λίγες φορές έφτιαξε σκόπιμα περισσότερα από ένα αντίτυπο τη φορά.
Δουλεύοντας σε ένα πρωτόγονο και απλό σκοτεινό θάλαμο, φτιάχνοντας ασπρόμαυρες ζελατινένιες εκτυπώσεις, είναι δύσκολο να φτιάξεις δύο που να είναι πανομοιότυπες. Επιστρέφοντας σε αυτόν τον σκοτεινό θάλαμο, ώρες, μέρες ή εβδομάδες αργότερα, είναι ουσιαστικά αδύνατο. Έτσι, υπάρχουν αναπόφευκτες διαφορές μεταξύ των εκτυπώσεων της ίδιας εικόνας που έφτιαξε η ίδια η Νταϊάν Άρμπους με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν δύο αντικείμενα που να είναι ακριβώς ίδια. Μετά το θάνατό της το 1971, βρέθηκα να έχω το καθήκον να προσπαθήσω να αναπαράγω τις εκτυπώσεις της. Έπρεπε να δουλέψω στο σκοτεινό δωμάτιό της, χρησιμοποιώντας μόνο τον εξοπλισμό και τα υλικά της και, με δοκιμές και λάθη, να ανακαλύψω τη μέθοδο της. Για να είμαι σίγουρος ότι δεν ερμήνευα απλώς το έργο της, ανέλαβα, όποτε ήταν διαθέσιμο, να προσπαθήσω να αναπαράγω μια υπάρχουσα εκτύπωση που είχε κάνει για κάθε εικόνα, ξεκινώντας από αυτές που υπήρχαν στο κουτί των δέκα. Ήξερα ότι, ακόμη και αν κατάφερνα να αναπαράγω εκείνη την εκτύπωση, η δική μου δεν θα ταίριαζε ακριβώς με άλλες εκτυπώσεις που η ίδια είχε κάνει από το ίδιο αρνητικό.
Η προσπάθεια ήταν εξαιρετικά επίπονη, μερικές φορές χρειαζόταν ώρες μόνο για να ευθυγραμμιστεί σωστά το αρνητικό στο μεγεθυντικό μηχάνημα, και στη συνέχεια πολλαπλές ανακατατάξεις των χημικών ουσιών για να επιτευχθεί η αντιστοίχιση. Παρά τις πολλές ανεπιθύμητες αλλαγές με την πάροδο του χρόνου, ο στόχος και ο ορισμός της επιτυχίας παρέμειναν οι ίδιοι: να φτιάξω εκτυπώσεις έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να καταλάβει από τα χαρακτηριστικά της εικόνας αν ήταν αυτή ή εγώ που την εκτύπωσε.
Έχουν περάσει πάνω από 50 χρόνια από την πρώτη μου εκτύπωση και μέχρι σήμερα, κανείς δεν έχει καταφέρει να αμφισβητήσει αυτή την υπόθεση.”
-Neil Selkirk
Πηγές: κείμενα της έκθεσης | Φωτογραφίες: Tamara Erde, Βασιλική Βαγενού
