Στο πλαίσιο της 5ης Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης και λίγες μέρες πριν το κλείσιμό της διεξήχθη το συμπόσιο «Ο ρόλος των Μπιενάλε στη Μεσόγειο σήμερα» όπου καλεσμένη ήταν η κα. Beral Madra, μία από τις πρώτες επιμελήτριες της Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης και με σημαντικό επιμελητικό έργο. Το Culture Now είχε την ευκαιρία να συζητήσει μαζί της για ζητήματα σχετικά με τις μπιενάλε στη Τουρκία και τη Θεσσαλονίκη και την εξέλιξη της σύγχρονης τέχνης στη χώρα της και στην Ελλάδα.

Συνέντευξη: Στρατής Πανταζής

Culture Now: Είσαστε από τις πρώτες που έχουν λάβει συμμετοχή στην οργάνωση της Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης. Ποια είναι η εμπειρία σας; Αντιμετωπίσατε δυσκολίες και πώς βρήκατε χρηματοδότηση;


Beral Madra: Οι Μπιενάλε του 1987 και του 1989 πραγματοποιήθηκαν όταν η Τουρκία ήταν υπό την διακυβέρνηση των στρατιωτικών, παρόλο που η λεγόμενη δημοκρατική κυβέρνηση είχε ανοίξει τον ορίζοντα στην ελεύθερη οικονομία. Η Μπιενάλε ήταν μία πολιτιστική εκδήλωση του τομέα των επιχειρήσεων προς την κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της δυτικής δημοκρατίας. Παρόλο που τα έργα τέχνης δεν είχαν πολιτική επιρροή, η θέληση και η πρόθεση της Μπιενάλε ήταν πολιτική και οικονομική. Η Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης έχει διατηρήσει αυτή την ποιότητα μέχρι σήμερα. Αποτελεί μία μπιενάλε του ιδιωτικού τομέα. Απόκτησα την επιμελητική μου εμπειρία μέσω αυτών των δύο μπιενάλε, σε μία χρονική στιγμή που η «επιμέλεια εκθέσεων» δεν ήταν γνωστή στη Τουρκία. Εισάγοντας την επίκαιρη παραγωγή σύγχρονης τέχνης, οι καλλιτέχνες και το κοινό ανταμείφθηκαν με μία επίκαιρη γνώση της διεθνής τέχνης. Δεν ήταν εύκολο να πείσεις τους εξέχοντες καλλιτέχνες από την Ευρώπη να συμμετάσχουν διότι το κράτος είχε μία φασιστική εικόνα. Εκείνη την εποχή το θέμα της «χορηγίας» δεν ήταν δημοφιλές, παρόλα αυτά οι ιδρυτές του θεσμού της μπιενάλε συνέβαλαν, όπως επίσης ο δήμος και το κράτος. Πάντα θα υπάρχουν δυσκολίες στην πραγματοποίηση της Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης. Για 28 χρόνια, ούτε η πόλη ούτε και η ίδια η μπιενάλε έχουν δημιουργήσει έναν πρακτικό χώρο τέχνης και πολιτισμού. Υπάρχουν μόνο σύνθετα οικονομικά παζάρια. Στην πρώτη και στη δεύτερη μπιενάλε, χρησιμοποιήσαμε τα ιστορικά κτίρια μέσω των οποίων ελπίζαμε να τραβήξουμε την προσοχή του κοινού (που απήχε πολύ από την σύγχρονη τέχνη εκείνη την εποχή) και χωρίς καμία αμφιβολία την περιέργεια των διεθνών καλλιτεχνών. Αργότερα πολλοί επιμελητές έπρεπε να επαναλάβουν αυτή τη στρατηγική, και σταδιακά η ίδια η Κωνσταντινούπολη απότελεσε το θέμα της μπιενάλε. Και η τελευταία μπιενάλε αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα αυτής της συνήθειας!

Cul. N: Στην παρουσίαση σας στο συμπόσιο που οργανώθηκε από τη Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης, αναφέρατε ότι η Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης αποτελεί την βιτρίνα του παιχνιδιού του επιχειρηματικού τομέα και των VIP. Από την δική σας εμπειρία, υπάρχει πίεση στους επιμελητές όσον αφορά την επιλογή των καλλιτεχνών;


B. M: Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει άμεση πίεση πίεση στους ξένους επιμελητές, ωστόσο η υποδομή και η διοικητική υποστήριξη της μπιενάλε καθοδηγεί τον επιμελητή προς συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Αυτές οι υποχρεώσεις είναι τυπικές παρά εννοιολογικές. Ωστόσο πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η Τουρκία έχει πολύ κακή εικόνα στην λογοκρισία, και συγκεκριμένα στον τύπο και στα μέσα. Αυτό σημαίνει ότι αντικαθεστωτικά και μυστηριώδη έργα με βαριά άμεσο πολιτικό περιεχόμενο που αποκαλύπτουν την αντιδημοκρατική κατάσταση στην Τουρκία δεν θα είναι τόσο ευπρόσδεκτα! Κι αυτή η τελευταία μπιενάλε μπορεί να έχει αυτού του είδους την πίεση, εφόσον έχουμε δει τόσα πολλά εσωστρεφή, ευγενικά και αθόρυβα έργα και με πολύ εσωτερικές επιπτώσεις στα συνεχή πολιτικά προβλήματα και άλυτα ιδεολογικά τραύματα.  

Cul. N: Έχει εξελιχθεί ανά τα χρόνια και με ποιους τρόπους;


B. M: Υπήρχαν κάποιες περιπτώσεις λογοκρισίας ανά τα χρόνια, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει ότι υπήρχε μία συνολική λογοκρισία που σταμάτησε ριζικά την παραγωγή, ή επέτρεψε μόνο διακοσμητικά έργα τέχνης, που συναντάμε στις περισσότερες ισλαμικές δικτατορίες. Υπάρχει μία ιστοσελίδα που καταγράφει όλες τις περιπτώσεις λογοκρισίας, www.siyahbant.org 

Cul. N: Ποιο ρόλο το κράτος έχει παίξει στην ανάπτυξη των μπιενάλε στην Τουρκία και της σύγχρονης τέχνης;


B. M: Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πρώτη μπιενάλε, χρηματοδοτούμενη από το κράτος ξεκίνησε στην Άγκυρα, με τον τίτλο Μπιενάλε της Ευρώπης – Ασίας, αλλά έληξε μετά την 4η εκδοχή της. Από τη δεκαετία του ‘90, εμείς, άνθρωποι ενεργοί στον χώρο της τέχνης της Κωνσταντινούπολης και της πολιτιστικής αντζέντας, έχουμε γράψει εκθέσεις και έχουμε οργανώσει φόρουμ με στόχο να διαφωτίσουμε τiς πολιτικές παρατάξεις και κυβερνήσεις σχετικά με τις σύγχρονες πολιτιστικές υποδομές και απαιτήσεις για μια διεθνή πόλη όπως την Κωνσταντινούπολη. Ορίσαμε τη σύγχρονη καλλιτεχνική βιομηχανία λεπτομερώς. Λυπάμαι που λέω ότι δεν καταφέραμε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Η πολιτιστική πολιτική του κράτους είναι συγκεντρωμένη στον πολιτιστικό τουρισμό, στις τέχνες και στα χειροτεχνήματα, στη παραδοσιακή και στη λαϊκή τέχνη. Παρόλο που χρηματοδοτεί την μπιενάλε, δεν είναι βιώσιμη.   


Cul. N: Έχουν οι μπιενάλε που γίνονται στη χώρα επηρεάσει την ανάπτυξη της σύγχρονης τουρκικής τέχνης; Τί έχει αλλάξει;


B. M: Οι ξένοι επιμελητές, με τις έννοιες τους, τον κατάλογο καλλιτεχνών και τα δίκτυα τους έχουν συμβάλλει στην παγκόσμια προσοχή. Έχουν δημιουργηθεί αξέχαστα έργα τέχνης, τα οποία θα έπρεπε να είχαν αγοραστεί από συλλέκτες, και συγκεκριμένα από αυτούς που αποσκοπούν στη δημιουργία μουσείων. Προς λύπησή μας αυτό δεν συνέβει. Μετά από όλες αυτές τις μπιενάλε, η Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να έχει μία μεγάλη συλλογή έργων τέχνης, κυρίως δημιουργημένα για την και στην Κωνσταντινούπολη. Η τωρινή συλλογή που τα μουσεία έχουν είναι χωρίς αμφιβολία ευεργετική, αλλά δεν είναι τόσο ικανοποιητική όσο θα έπρεπε να είναι. Αυτό που έχει η μπιενάλε εμφυτεύσει είναι την αξία της ελεύθερίας της έκφρασης, τη δημοκρατική πρόκληση των εικαστικών τεχνών και την αντίσταση στο συντηρητισμό και το φονταμενταλισμό. Επί του παρόντος, η μπιενάλε αποτελεί ένα κάστρο της ελεύθερης σκέψης, της δημιουργικότητας και της δημοκρατίας κόντρα στο ρεύμα που παρασέρνει την Τουρκία προς την κατεύθυνση του νεοφασισμού.

Cul. N: Είναι η σύγχρονη τέχνη δημοφιλής στην Τουρκία σε αυτή τη φάση; Ενδιαφέρονται συλλέκτες και μουσεία της χώρας και από το εξωτερικό για αυτήν;


B. M: Η σύγχρονη τέχνη έγινε δημοφιλής στη Τουρκία από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90. Τώρα, αποτελεί σχεδόν μία μπιενάλε για τους VIP, που  εκπληρώνει  όλα τα τελετουργικά εκδηλώσεων που προσανατολίζονται προς τις δημοσίες σχέσεις. Φαίνεται ότι μερικές εκατοντάδες VIPS έρχονται στα εγκαίνια της Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης, όμως ποτέ δεν έχει δηλωθεί ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι επίσης αγοραστές έργων τέχνης των Τούρκων καλλιτεχνών!  

Cul. N: Αισθάνεστε ότι υπάρχει κοινό έδαφος μεταξύ των μπιενάλε που διοργανώνονται στη Μεσόγειο; Έχουν αυτές έντονη παρουσία στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή;


B. M: Αυτό είναι το κύριο πρόβλημα! Υπάρχει ένας άσκοπος ανταγωνισμός μεταξύ των μικρότερων μπιενάλε που προφανώς δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τη Μπιενάλε της Βενετίας! Η Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης θα μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη και να συγκεντρώσει μικρές μπιενάλε της Μεσογείου που θα ενίσχυε τη θεση της στη Μεσόγειο. Όμως πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι αυτή τη χρονική στιγμή η περιοχή της Μεσογείου είναι υπό καθεστώς πολέμου, τρομοκρατίας και οικονομικής ύφεσης, οπότε όλες αυτές οι μικρές μπιενάλε αποτελούν μόνο φωτεινά σημεία αντίστασης!   

Cul. N: Πιστεύετε ότι ο φιλοξενούμενος επιμελητής (από περιοχή εκτός της Μεσογείου), που καλείται να οργανώσει για παράδειγμα τη Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης είναι ικανός να αντιληφθεί την κοινωνικό-πολιτική κατάσταση και είναι απαραίτητο να το κάνει αυτό;


B. M: Μετά από πολλή παρατήρηση είμαι τώρα πεπεισμένη ότι όποιος κι αν είναι καλεσμένος να επιμεληθεί μία μπιενάλε εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα στις ισλαμικές χώρες, θα πρέπει να είναι πολύ λεπτολόγος, προσεχτικός και αφιερωμένος. Σε μεγάλο βαθμό, εξακολουθούν να υπάρχουν προκαταλήψεις, απομεινάρια της ανατολής και περιττή ευφυία προς το «διαφορετικό», και το Ισλάμ, η Ανατολή και η νότια Μεσόγειος εξακολουθούν να είναι το «διαφορετικό». Από την άλλη πλευρά κάθε χώρα έχει τη δική της σύγχρονη ιστορία, η οποία αγνοείται από τα εκλεπτυσμένα επίπεδα του κόσμου της σύγχρονης τέχνης. Οι διορισμένοι επιμελητές θε πρέπει να είναι καλά ενημερωμένοι σχετικά με τα τοπικά ζητήματα, ιστορίες, συγκρούσεις και πολιτικές εντάσεις. Δεν αναμένεται από τον διορισμένο επιμελητή να αντιδρά ή να προκαλεί όσον αφορά τις κονωνικό-πολιτικές εντάσεις και τα  προβλήματα, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι επίσης ευπρόσδεκτοι να δημιουργούν τουριστικές και διακοσμητικές μπιενάλε. 

Cul. N: Η Θεσσαλονίκη και η Κωνσταντινούπολη είναι δύο πόλεις όχι πολύ μακριά η μία από την άλλη. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ των μπιενάλε τους;


B. M: Ναι, υπάρχουν διαφορές. Δεν θα συγκρίνω την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη για το μέγεθος και τον πληθυσμό τους. Είναι φανερό ότι η Κωνσντινούπολη είναι μία μεγάλη πόλη, ενώ η Θεσσαλονίκη μία μικρή. Ωστόσο η Θεσσαλονίκη είναι μία πολύ οργανωμένη πόλη και έχει πολλούς εκθεσιακούς χώρους με εύκολη πρόσβαση. Ο δήμος της Θεσσαλονίκης συνεργάζεται με τους οργανωτές της μπιενάλε για να διευκολύνει το εγχείρημά τους. Το περιεχόμενο και η στρατηγική των τελευταίων τριών Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης είναι φιλική στη κοινωνία των πολιτών και έχει κοινωνική ευθύνη. Τώρα έχει μία σημαντική ταυτότητα. Η χρηματοδότηση της Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης προέρχεται κυρίως από δημόσιους πόρους. Η Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης ακόμη αναζητά την ταυτότητά της, επειδή είναι μία πολυσύνθετη δυστοπική πόλη.

Cul. N: Ως παρατηρήτρια και ειδικός στο χώρο, βλέπετε κάποια ανάπτυξη στη σκηνή της ελληνικής σύγχρονης τέχνης;


B. M: Εμείς από την Τουρκία θαυμάζουμε τους Έλληνες καλλιτέχνες, τους εμπειρογνώμονες της τέχνης και τα ιδρύματα για την αντίσταση και τη θέλησή τους να ξεπεράσουν την οικονομική κρίση. Η ελληνική σκηνή της τέχνης είχε πάντα μία θεμελιώδη επίδραση στη σύγχρονη τέχνη στην Ευρώπη, με τις μοντέρνες και μεταμοντέρνες αισθητικές και με τις παραδοσιακές της ρίζες Είμαι πολύ υπερήφανη να πω ότι το 1992 είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με την Έφη Στρούζα και να δημιουργήσουμε την πρώτη σύγχρονη έκθεση Ελλήνων και Τούρκων καλλιτεχνών στην Κωνσταντινούπολη. Στα χρόνια που ακολούθησαν, είχα την ευκαιρία να δουλέψω σε ειδικά πρότζεκτ με γνωστούς Έλληνες καλλιτέχνες όπως τον Δημήτρη Αληθεινό, τον Τσόκλη, την Καλλιόπη Λαιμού, τη Δανάη Στράτου και πολλούς άλλους. Το 2014 ήμουν καλεσμένη της Art Athina για τη δημιουργία μίας έκθεσης έργων Τούρκων συλλεκτών, όπου θαύμασα τη θέληση, τον ενθουσιασμό και τον επαγγελματισμό της ελληνικής σκηνής της τέχνης. Η ελληνική καλλιτεχνική σκηνή δημιούργησε ένα μοντέλο για τις ανατολικές μεσογειακές καλλιτεχνικές σκηνές και συνεχίζει τις προσπάθειές της για περισσότερη συγγενική και περιφεριακή επικοινωνία και συνεργασία.   

 

http://www.beralmadra.net/cv/

Διαβάστε επίσης: Το παρόν και το μέλλον των Μπιενάλε στη Μεσόγειο