Η ζωγράφος Βασιλική Μπλούκου μετά την πρώτη ατομική της έκθεση στη γκαλερί Art Zone, σε επιμέλεια της Τζωρτζίνας Θέου, μιλάει στο Culturenow για την πρώτη της ολοκληρωμένη δουλειά…

την οποία βαφτίζει Blue Devils, επηρεασμένη από τον κόσμο της jazz μουσικής…

Συνέντευξη Αθηνά Πούλιου

CultureNow: Η δουλειά που παρουσιάσατε τον Οκτώβριο στην γκαλερί Art Zone 42, έχει τον τίτλο Blue Devils και αποτελείται από έργα με θεμα την μουσική της τζαζ. Πόσο συνδυάζετε τη μουσική με την ζωγραφική γενικά στο έργο σας αλλά και στη ζωή σας;

Βασιλική Μπλούκου: Η μουσική γενικότερα, κατέχει ενα μεγάλο μέρος στη ζωή και στη ζωγραφική μου. Μου δίνει έμπνευση, με παρακινεί. Ήταν ο ίδιος, ο ήχος της jazz, που με ώθησε στη δημιουργία αυτών των έργων. Και αυτός ήταν αρχικά ο σκοπός. Να μπορέσω να αποδώσω τη μουσικότητα και το ηχόχρωμα της τζάζ μουσικής, εικαστικά, με την πλαστικότητα των χρωμάτων. Κάτι που τελικά εξελίχθηκε σε κάτι πολύ περισσότερο απο αυτό. Επίσης, πάντα ακούω μουσική και κυρίως όταν ζωγραφίζω. Με βοηθάει να συγκεντώνομαι.

C. N.: Για ποιο λόγο επιλέξατε να ασχοληθείτε συγκεκριμένα στα έργα σας με την Τζαζ; Θέλατε να παρουσιάσετε απλώς τις μορφέςαυτών των συγκεκριμένων μουσικών ή είναι μια ολόκληρη αναφορά στην ιστορία αυτής της μουσικής;

Β. Μ.: Πάντα, απο αρκετά μικρή, με συγκινούσε με ενα τρόπο η τζάζ μουσική σαν ήχος, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω γιατί. Όταν πια άρχισα να ακούω συνειδητά και να ψάχνω περισσότερα σχετικά με αυτή, ήρθε πολύ φυσικά για μένα η ανάγκη να εκφράσω μέσα απο τη ζωγραφική μου όλα εκείνα τα συναισθήματα που μου δημιουργούσε. Δεν είμαι μουσικός, αν ήμουν σίγουρα με οποιοδήποτε τρόπο θα προσπαθουσα να παίξω τζάζ…το μόνο που έχω όμως είναι τα χρώματα μου. Οπότε μόνο έτσι μπορουσα να την αγγίξω, να την κατανοήσω και να μπώ μέσα σε αυτή. Όσο άκουγα λοιπόν διάφορα μουσικά θέματα και τραγούδια, τόσο πιο βαθιά με πήγαιναν στην ίδια την ιστορία της τζαζ, των μπλουζ και κατά συνέπεια και στην ίδια την Αφροαμερικάνικη ιστορία και κουλτούρα.
Ακριβώς όπως το αναφέρατε λοιπόν, από το να παρουσιάσω απλά κάποιους αγαπημένους και πολύ σημαντικούς μουσικούς, κατέληξε να γίνει για μένα αυτή η δουλειά μια αναφορά σε ολόκληρο τον Αφροαμερικάνικο πολιτισμό. Γιατί δε μπορείς να δεις τη μουσική κουλτούρα τους αποκομμένη από την ίδια την ιστορία τους. Είναι τα ίδια τα βιώματα, η καθημερινότητα και η ιστορία των Αφρικανών δούλων της Αμερικής του περασμένου αιώνα που δημιούργησε όλο αυτον τον παγκόσμιο πια μουσικό πολιτισμό.

C. N.: Υπήρξε έρευνα σχετικά με τους ανθρώπους που άκουγαν τζαζ την εποχή της ακμής της και τους μουσικούς της; Τι ήταν αυτό που γνωρίσατε καλύτερα για την Τζαζ καθόλη τη διάρκεια της δημιουργίας των έργων σας;

Β. Μ.: Ναι, σίγουρα. Έκ των πραγμάτων έπρεπε να υπάρξει μια σχετική έρευνα όχι μόνο για τη μουσική, αλλά και το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο εκείνης της εποχής και του τρόπου ζωής αυτών των ανθρώπων. Δεν θα μπορούσα να ζωγραφίσω ή να κάνω κάποια σχετική αναφορά σε αυτή τη μουσική και την κουλτούρα, αν δεν μάθαινα πρώτα για αυτή και αν δεν έκανα προσπάθεια για να τη σεβαστώ και να τη κατανοήσω. Νομίζω κατάφερα κατά ένα τρόπο να συναισθανθώ τη βαθύτερη ανάγκη αυτών ανθρώπων που τελικά γέννησε αυτή τη μουσική. Να κατανοήσω την ίδια την ουσία της τζαζ, το λόγο ύπαρξής της και να μάθω πολλά για την ίδια τη φύση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος είναι ικανός για τα καλύτερα και για τα χειρότερα. Και το εκπληκτικό με αυτό το λαό είναι ότι μέσα από τεράστιες δυσκολίες, μέσα από πάρα πολύ πόνο, έντονο ρατσισμό και βιαιοπραγίες, κατάφερε όχι μόνο να επιβιώσει, αλλά και να μετουσιώσει αυτές τις οδύνες του κορμιού και της ψυχής σε ενα ολόκληρο καινούριο και παγκόσμιο μουσικό πολιτισμό! Εμενα αυτό μου λέει πολλά για τη φύση μας.

C. N.: Ανάμεσα στα έργα σας βλέπουμε τόσο πορτρέτα όσο και σκηνές από μουσικές τζαζ συνευρέσεις; Ποιους μουσικούς της τζαζ επιλέξατε να κανετε πορτρέτα και γιατί;

Β. Μ.: Όταν ετοίμαζα αυτή τη δουλειά, ως φοιτήτρια στη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγράφιζα τα πάντα. Άκουγα μουσική και ζωγράφιζα συνέχεια. Μάζευα υλικό, διάβαζα, έβλεπα ταινίες… Μπορεί να υπήρξαν κάποιοι αγαπημένοι μου μουσικοί όπως ο B.B. King, ο Miles Davies, η Billie Holiday και πολλοί άλλοι που ήθελα να ζωγραφίσω και να αποδώσω το αίσθημα της υπέροχης φωνής ή μουσικής τους, αλλά δεν ήθελα να σταθώ μόνο σε αυτούς. Πήγαινα όλο και πιο πίσω, στους πρώτους μπλούζμεν, στα χωράφια. Πίσω, όταν τους έσερναν δούλους από την Αφρική…Πρόκειται για ένα μεγάλο όγκο ιστορίας και μουσικής, δεν θα μπορούσα να σταθώ μόνο στα εμπορικά χρόνια της τζαζ του ’50 και του ’60. Δεν γινόταν να μην κάνω κάποια αναφορά σε εκείνους τους πρώτους που δημιούργησαν αυτές τις νέες μουσικές φόρμες με κανένα μουσικό μέσο, παρά μονάχα με τον τόνο της φωνής τους. Ήταν για μένα μια ανάγκη αλλά και σαν φόρος τιμής σε αυτούς τους ανθρώπους.

C. N.: Ποια υλικά χρησιμοποείτε για την δημιουργία τους; Στο σύνολό των έργων κυριαρχεί το κόκκινο και το μπλε, για ποιο λόγο;

Β. Μ.: Σχετικά με τα υλικά που χρησιμοποίησα, θα έλεγα οτι είναι λιγο απ’ όλα. Ζωγράφιζα σε χαρτιά, χαρτόνια, τελάρα, άλλα μικρά, άλλα μεγάλα. Υπάρχει γενικώς μια ποικιλία και διαφοροποίηση. Το ίδιο και στα χρώματα, πολλά έργα είναι μόνο με μελάνι ή μόνο με ακρυλικά. Αλλά στα περισσότερα τα υλικά μπερδεύονται. Μολύβια, μελάνια, χαρτιά, μαρκαδόροι, ακρυλικά, τέμπερες. Αυτό είχε να κάνει και με μια δική μου ανάγκη να δοκιμάσω διαφορετικά υλικά και να βρω πιο ήταν εκείνο το μέσο που θα με βοηθούσε να αποδώσω καλύτερα εκείνο που ήθελα σε σχέση με τη προσέγγισή μου στη τζαζ. Και σε αυτό με βοήθησαν πολύ και οι καθηγητές μου στη σχολή. Αλλά, άλλος ένας λόγος που ήθελα να το κάνω αυτό, ήταν γιατί έτσι θα είχε πιο άμεση σχέση με το θέμα μου. Εκείνοι οι άνθρωποι έφτιαχναν μουσική από το τίποτα. Τα πρώτα τους μουσικά όργανα ήταν παλιά και άχρηστα, ξεκούρδιστες κιθάρες, κονσερβοκούτια, ξύλινα καφάσια κ.α. Τα χαρτιά μου και τα έργα μου ηθελα να έχουν αυτή την αίσθηση.
Όσο για το κόκκινο και το μπλε, τι άλλο θα μπορούσε να μπει, απο μια χρωματική γκάμα, για να εκφράσει καλύτερα το συναίσθημα αυτών ανθρώπων αλλά και όλη αυτή τη μουσικότητα της τζαζ? Έχει να κάνει σίγουρα με την ίδια την έννοια των Μπλουζ, και είναι αυτή η ίδια “μπλε τονικότητα” της τζαζ. Όπως και η μελαγχολία που εκφράζεται για αυτούς τους ανθρώπους με τη γνωστή φράση “Ι have the Blues”, όπως θα λέγαμε εμείς “έχω τις μαύρες μου”. Το κόκκινο της ζωής και του πάθους, το μπλε της θλίψης και της μελαγχολίας λοιπόν ήταν χρωματικά αυτονόητα, πιστεύω,για αυτούς τους πίνακες. 

C. N.: Η έκθεση στην Art Zone 42 ήταν η πρώτη ατομική σας έκθεση, έχετε συμμετάσχει όμως σε αρκετές ομαδικές. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για την πορεία της δουλειάς σας, καθώς και για τα μελλοντικά σας σχέδια;

Β. Μ.: Πιστεύω γενικά ότι τα πράγματα συμβαίνουν τη κατάλληλη στιγμή και στον κατάλληλο τόπο και χρόνο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Για μένα είναι μια σημαντική στιγμή και συγκυρία αυτή η συνεργασία με τη γκαλερί ART ZONE 42. Ασχολούμαι παράλληλα και με άλλα πράγματα, αλλά η ανάγκη για ζωγραφική και δημιουργία δε σταμάταει ποτέ. Ναι, συμμετείχα σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις και με σημαντικούς φορείς και αυτό ήταν επίσης ουσιαστική εμπείρια για μένα. Μαθαίνεις πράγματα,παίρνεις εφόδια. Μελλοντικά σχέδια? Πολλά! Δεν πρέπει ποτέ να σταματάμε να διεκδικούμε όσα ονειρευόμαστε για το μέλλον. Η ζωή και η ανάγκη για δημιουργία δεν περιορίζεται, όποιες δυσκολίες και να υπάρχουν. Ετοιμάζω κάποια καινούρια δουλειά, έχω πολλά θέματα στο μυαλό μου.Θα δούμε πως θα εξελιχθεί, κυρίως θέλω απλά να ζωγραφίζω!