Ταινίες αριστοτεχνικής σκηνοθεσίας, ευρηματικότητας, με αξέχαστες ερμηνείες, συνθέτουν το επόμενο αφιέρωμα της Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης, με τίτλο «Αμερικάνικο Νουάρ: Paint it Black», που θα πραγματοποιηθεί από την Πέμπτη 3 έως και την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015, στην αίθουσα Σταύρος Τορνές.
Στο πλαίσιο του αφιερώματος θα προβληθούν τέσσερις ταινίες από την κλασική περίοδο του αμερικάνικου φιλμ νουάρ, που έπαιξαν καίριο ρόλο στην διαμόρφωση του ύφους και άσκησαν τεράστια επιρροή στην εξέλιξή του. Πρόκειται για τα φιλμ: Το γεράκι της Μάλτας του Τζον Χιούστον (1941), Διπλή ταυτότητα του Μπίλι Ουάιλντερ (1944), Παράκαμψη (Μοιραία συνάντηση) του Έντγκαρ Τζ. Ούλμερ (1945) και Ο δολοφόνος της λεωφόρου της Άιντα Λουπίνο (1953).
Αξίζει να θυμηθούμε ότι:
Με Το Γεράκι της Μάλτας, ο 35χρονος (σεναριογράφος μέχρι τότε) Τζον Χιούστον καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς σκηνοθέτες.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Μπίλι Ουάιλντερ, στην ταινία Διπλή ταυτότητα, με την σκηνοθετική του ιδιοφυία και την μεγάλη του ευρηματικότητα, κατάφερε να παρακάμψει τη λογοκρισία περί ηθικής ορθότητας του κώδικα Χέιζ, περνώντας στη οθόνη τον εν ψυχρώ φόνο και τη λάγνα σεξουαλικότητα.
Η Παράκαμψη του Έντγκαρ Τζ. Ούλμερ, ταινία χαμένη για δεκαετίες, σήμερα έχει περάσει στον χώρο των cult-movies ενώ επηρέασε καθοριστικά τον Αντρέι Ζουλάφσκι και είναι μια από τις αγαπημένες – και βασική επιρροή στο Μετά τα Μεσάνυχτα- του Μάρτιν Σκορσέζε.
Ο δολοφόνος της λεωφόρου, ταινία βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία, είναι το μοναδικό νουάρ στην ιστορία του αμερικανικού σινεμά που σκηνοθετήθηκε από γυναίκα: από την σπουδαία ηθοποιό-σεναριογράφο-παραγωγό και σκηνοθέτιδα Άιντα Λουπίνο.
Πρόγραμμα προβολών
Πέμπτη 3/12
18:30 Ο δολοφόνος της λεωφόρου
21:00 Παράκαμψη
Παρασκευή 4/12
18:30 Διπλή ταυτότητα
21:00 Το γεράκι της Μάλτας
Σάββατο 5/12
18:30 Παράκαμψη
21:00 Διπλή ταυτότητα
Κυριακή 6/12
18:30 Το γεράκι της Μάλτας
21:00 Ο δολοφόνος της λεωφόρου
Οι ταινίες του αφιερώματος:
Το γεράκι της Μάλτας / The Maltese Falcon
ΗΠΑ, 1941
Σκηνοθεσία: Τζον Χιούστον / John Huston. Ασπρόμαυρη, 100΄.
Ο Σαμ Σπέιντ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ) είναι ένας σκληρός ντετέκτιβ, που έχει μια προσωπική ηθική και τον δικό του κώδικα τιμής. Μια μέρα, τον επισκέπτεται στο γραφείο του η «μοιραία γυναίκα», (η πανέμορφη Μαίρη Άστορ), του συστήνεται ως κυρία Γουόντερλι και του ζητά να αναλάβει μαζί με τον συνεταίρο του Άρτσερ, την παρακολούθηση ενός επικίνδυνου άντρα, του Θέρσμπι. Όμως ο Άρστερ και ο Θέρσμπι την επόμενη μέρα βρίσκονται δολοφονημένοι και όλες οι υποψίες στρέφονται στον Σπέιντ. Με τους αστυνομικούς να τον έχουν από κοντά, ο Σπέιντ προσπαθεί να βρει την άκρη του νήματος σε μια υπόθεση, που όσο την ψάχνει, γίνεται όλο και πιο περίπλοκη. Από εκείνη τη στιγμή κι ύστερα ο Σπέιντ βρίσκεται περικυκλωμένος από μια σειρά παράξενων και επικίνδυνων ανδρών, που όλοι σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με την κυρία Γουόντερλι, της οποίας το πραγματικό όνομα αποδεικνύεται πως είναι Ο’ Σόνεσι. Τελικά, και ενώ το σκοτάδι της ιστορίας πυκνώνει, ο Σπέιντ αντιλαμβάνεται ότι οι πάντες περιστρέφονται γύρω από ένα μικρό αγαλματίδιο, ανεκτίμητης αξίας, γνωστό ως Το γεράκι της Μάλτας και μοναδικός σκοπός όλων είναι η απόκτησή του…
Το γεράκι της Μάλτας, φιλμ που ανοίγει τον κύκλο του αμερικανικού νουάρ, γυρισμένη το 1941, είναι και η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ο σπουδαίος Τζον Χιούστον, μεταφέροντας με μοναδικό τρόπο στη μεγάλη οθόνη το ομότιτλο αστυνομικό βιβλίο του Ντάσιελ Χάμετ. Όλοι οι κώδικες του φιλμ νουάρ είναι ήδη εδώ συστηματοποιημένοι με ακρίβεια και σαφήνεια σ’ αυτήν τη μυθική ταινία, που θεωρείται αρχετυπική καθώς έθεσε τους κανόνες του είδους. Σκοτεινή υπόθεση μυστηρίου, εκπληκτική ατμόσφαιρα, ένας σκληροτράχηλος και κυνικός ντετέκτιβ, αδίστακτοι κακοποιοί, οι νυχτερινοί και επικίνδυνοι δρόμοι του αστικού τοπίου, η γοητευτική όσο και «θανατηφόρα», femme fatale που παρασέρνει τους άνδρες στον χαμό, η ανάδειξη της διεφθαρμένης και διαβρωμένης πλευράς (αθέατης μέχρι τότε από το Χόλιγουντ) του αμερικανικού ονείρου. Ο διάχυτος ηθικός αμοραλισμός, η έλλειψη οποιουδήποτε μανιχαϊσμού ανάμεσα στο καλό και στο κακό, ο ωμός ρεαλισμός της κινηματογράφησης, το διαρκές παιχνίδι ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, οι δυνατοί διάλογοι του μυθιστορήματος του Χάμετ, κουμπώνουν τέλεια μεταξύ τους δημιουργώντας ένα αξεπέραστο έργο. Η αριστοτεχνική σκηνοθεσία και η αξιοθαύμαστη δραματουργική δεξιοτεχνία και η αφηγηματική λιτότητα του Τζον Χιούστον είναι μοναδικές. Ο 35χρονος (σεναριογράφος μέχρι τότε) δημιουργός με την ταινία αυτή ξεκίνησε μια τεράστια καριέρα και καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς σκηνοθέτες. Αλλά, πάνω απ’ όλα, ο εκπληκτικός Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ που με τον ρόλο αυτό πέρασε στην κινηματογραφική ιστορία, με την τέλεια κινηματογραφική ενσάρκωση του ιδιωτικού ντετέκτιβ, δίνοντάς του παγκόσμια αναγνώριση, ενώ πάνω στην ερμηνεία του βασίστηκαν πολλοί-πολλοί άλλοι, μετέπειτα. Το Γεράκι παραμένει 85 χρόνια μετά αθάνατο και αγέραστο, ένα από τα καλύτερα δείγματα νουάρ όλων των εποχών.
Διπλή ταυτότητα / Double Indemnity
ΗΠΑ, 1944
Σκηνοθεσία: Μπίλι Ουάιλντερ / Billy Wilder. Ασπρόμαυρη, 107΄.
Ο Γουόλτερ (Φρεντ ΜακΜάρεϊ), ένας έμπειρος ασφαλιστής γνωρίζεται με τη Φίλις (Μπάρμπαρα Στάνγουικ), σύζυγο ενός από τους πελάτες του, με την οποία συνδέεται ερωτικά. Η Φίλις του προτείνει να τη βοηθήσει να σκοτώσει τον σύζυγό της, κάνοντας το φόνο να φανεί ως ατύχημα, προκειμένου να ξεγελάσουν τις αρχές και την ασφαλιστική εταιρία, ώστε να λάβει την αποζημίωση που της αναλογεί από την ασφάλεια ζωής του συζύγου της. Ο Γουόλτερ σκαρφίζεται ένα σχέδιο σύμφωνα με το οποίο η γυναίκα πρόκειται να λάβει διπλή αποζημίωση (αυθεντικός τίτλος της ταινίας), με βάση μια δικλείδα του συμβολαίου του συζύγου της. Όταν ο άντρας βρίσκεται νεκρός στις ράγες του τρένου, η αστυνομία δέχεται ότι ο φόνος προκλήθηκε από ατύχημα, αλλά ο Μπάρτον (Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον), προϊστάμενος του τομέα ασφαλειών ζωής στην ασφαλιστική εταιρία όπου εργάζεται ο Γουόλτερ, έχει άλλη άποψη σχετικά με την υπόθεση…
Η Διπλή Ταυτότητα γυρισμένη τρία μόλις χρόνια μετά Το Γεράκι της Μάλτας θεωρείται επίσης ένα αρχετυπικό φιλμ νουάρ, διαδραματίζοντας καίριο ρόλο στην διαμόρφωση του είδους και ασκώντας τεράστια επιρροή στην εξέλιξή του. Η σκηνοθεσία του εξόριστου στην Αμερική Βιεννέζου Μπίλι Ουάιλντερ- ο οποίος θα μεγαλουργήσει αφήνοντας ένα ανεξίτηλο στίγμα στον αμερικανικό κινηματογράφο- είναι ανεπανάληπτη. Με την σκηνοθετική του ιδιοφυία και την μεγάλη του ευρηματικότητα κατάφερε να παρακάμψει τη λογοκρισία περί ηθικής ορθότητας του κώδικα Χέιζ, περνώντας στη οθόνη τον εν ψυχρώ φόνο και τη λάγνα σεξουαλικότητα. Εξάλλου και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές είναι εξαίρετοι: η πολύ καλή ιστορία του Τζέιμς Κέιν (βασισμένη σε πραγματικό περιστατικό που συνέβη λίγα χρόνια πριν), η οποία έγινε σενάριο από τον ίδιο τον σκηνοθέτη και τον συγγραφέα Ρέιμοντ Τσάντλερ, η μουσική από τον κορυφαίο Μίκλος Ρότσα και η φωτογραφία από τον σπουδαίο Τζον Ζάιτς, ο οποίος φωτίζει το φιλμ με έντονα κοντράστ, παραπέμποντας στον γερμανικό εξπρεσιονισμό. Οι δε ερμηνείες με προεξάρχουσα την μοναδική Μπάρμπαρα Στάνγουικ, σ’ έναν μνημειώδη ρόλο δηλητηριώδους γυναίκας-αράχνης, συνεπικουρούμενης από τον Φρεντ ΜακΜάρεϊ και τον μεγάλο ηθοποιό-σταρ Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον, απογειώνουν -κυριολεκτικά- το έργο. Ταινία πεσιμιστική -στα όρια του μηδενισμού- η Διπλή ταυτότητα μ’ έναν ακαταμάχητο ρυθμό, κινηματογραφεί την άβυσσο του ερωτικού πάθους και το σκοτάδι της ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ το διπλό του τίτλου δεν παραπέμπει παρά στο έγκλημα και στην τιμωρία. Η ταινία παρόλο που ήταν υποψήφια για επτά Όσκαρ (στις βασικές κατηγορίες) δεν κέρδισε τελικά (μεγάλη αδικία) κανένα, ενώ η αποδοχή κοινού και κριτικής, όταν προβλήθηκε, ήταν τεράστια. Σημειώνουμε, τέλος, ότι ο Χίτσκοκ, μετά τη θέασή της δήλωσε: «Από την ώρα που προβλήθηκε η ταινία, δύο είναι οι σπουδαιότερες λέξεις στο χώρο του σινεμά: ‘Μπίλι’ και ‘Ουάιλντερ’».
Παράκαμψη (Μοιραία Συνάντηση) / Detour
ΗΠΑ, 1945
Σκηνοθεσία: Έντγκαρ Τζ. Ούλμερ / Edgar G. Ulmer. Ασπρόμαυρη, 67΄.
Ο Αλ ένας άνεργος και άφραγκος πιανίστας προσπαθεί να φτάσει, κάνοντας ωτοστόπ, στο Λος Άντζελες για να συναντηθεί με την κοπέλα του, που έχει πάει εκεί για να κάνει καριέρα στο Χόλιγουντ. Ο Χάσκελ που τον παίρνει στο αυτοκίνητό του, του διηγείται για το πως μια κοπέλα που κι αυτή έκανε ωτοστόπ και που την είχε πάρει την προηγούμενη μέρα, του επιτέθηκε βίαια, όταν προσπάθησε να την φλερτάρει. Κάποια στιγμή ο Αλ παίρνει το τιμόνι για να ξεκουράσει τον οδηγό, αλλά όταν προσπαθεί να τον ξυπνήσει, αντιλαμβάνεται ότι εκείνος είναι νεκρός από καρδιακή συγκοπή. Εντελώς τρομοκρατημένος από το αναπάντεχο γεγονός και φοβισμένος για τις πιθανές συνέπειες, ξεφορτώνεται το πτώμα, οικειοποιείται την ταυτότητα και τα υπάρχοντα του νεκρού και συνεχίζει το ταξίδι. Σ’ ένα μοτέλ συναντά τη Βέρα, η οποία είναι η κοπέλα για την οποία του είχε μιλήσει ο Χάσκελ. Όταν κι αυτή πεθαίνει, από δική του αμέλεια, ο Αλ τρέπεται σε μια φυγή χωρίς προορισμό και χωρίς καν να ξέρει από τι και από ποιον προσπαθεί να ξεφύγει και η ζωή του παίρνει ακριβώς μια απρόβλεπτη, όσο και απρόσμενη τροπή, δηλαδή μια παράκαμψη…
Ο ΄Εντγκαρ Τζ. Ούλμερ, «αδιαφιλονίκητος βασιλιάς των b-movies» σύμφωνα με τον Πήτερ Μπογκντάνοβιτς, Εβραίος τσεχικής καταγωγής, βοηθός του Βίλχελμ Μουρνάου στα αριστουργήματα του μεγάλου Γερμανού Αυγή (1927) και Ταμπού (1931), γύρισε την Παράκαμψη το 1945, σε έξι μέρες και μ’ ένα μπάτζετ 20.000 δολαρίων. Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Μάρτιν Γκόλντσμιθ, πρόκειται για μια ταινία-παραίσθηση, καφκικής ατμόσφαιρας, ένα είδος μεταφυσικής αλληγορίας για την ύπαρξη μιας σκοτεινής μοίρας, η οποία, με τη μορφή του τυχαίου και του απρόβλεπτου, οδηγεί τον ήρωα σε μια παράκαμψη, όπου χάνει ούτε λίγο ούτε πολύ την αίσθηση της πραγματικότητας και εντέλει τον ίδιο του τον εαυτό. Ο πρωταγωνιστής πέφτοντας από τη μια παγίδα στην άλλη, από τη μια ατυχία σε μια μεγαλύτερη, βυθίζεται σε μια υπαρξιακή δίνη, καθώς αναγκάζεται να ταυτιστεί μ’ έναν νεκρό για να καταφέρει να συνεχίσει να ζει μέσα σ’ έναν αλλότριο εφιάλτη. Με έξοχη χρήση της τεχνικής του voice over (δομικό στοιχείο του νουάρ ύφους) και ακροβατώντας αφηγηματικά στα σύνορα της παραίσθησης με την πραγματικότητα, η ταινία μοιάζει με το εφιαλτικό όνειρο κάποιου που βλέπει τον κόσμο κρατώντας το τηλεσκόπιο απ’ την ανάποδη. Το ταξίδι του Αλ με οδηγό το τίποτα δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο πουθενά. Ταινία χαμένη για δεκαετίες, σήμερα έχει περάσει στον χώρο των cult-movies, επηρέασε καθοριστικά το παραισθητικό κινηματογραφικό ύφος του Αντρέι Ζουλάφσκι και είναι (και αυτή) μια από τις αγαπημένες (και βασική επιρροή στο Μετά τα Μεσάνυχτα) του Μάρτιν Σκορσέζε.
Ο δολοφόνος της λεωφόρου / The Hitch-Hiker
ΗΠΑ, 1953
Σκηνοθεσία: Άιντα Λουπίνο / Ida Lupino. Ασπρόμαυρη, 71΄.
Δύο φίλοι στα σύνορα Μεξικού-Η.Π.Α. επιστρέφουν στα σπίτια τους μετά από μια εκδρομή για ψάρεμα και στη διάρκεια της διαδρομής, παίρνουν με το αυτοκίνητό τους έναν άντρα που τους κάνει ωτοστόπ. Ο τύπος όμως, αποδεικνύεται πως είναι ένας καταζητούμενος κατάδικος, ένας ψυχοπαθής δολοφόνος που όχι μονάχα τους κρατά ομήρους, αλλά και τους ανακοινώνει ότι στο τέλος του ταξιδιού θα τους δολοφονήσει. Και σαν μην έφτανε αυτό η ιδιαιτερότητά του να έχει το ένα του μάτι μονίμως ανοιχτό, δεν τους επιτρέπει να καταλάβουν πότε κοιμάται και πότε είναι ξύπνιος… και έτσι το ταξίδι της επιστροφής μετατρέπεται σ’ ένα ταξίδι στην κόλαση…
Βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία που συνέβη λίγα χρόνια πριν το 1951, είναι το μοναδικό νουάρ στην ιστορία του αμερικανικού σινεμά που σκηνοθετήθηκε από γυναίκα: από την σπουδαία ηθοποιό-σεναριογράφο-παραγωγό και σκηνοθέτιδα Άιντα Λουπίνο. Με μια στεγνή, ουσιαστική και μεγάλης ακρίβειας σκηνοθεσία, η ταινία είναι εκτός από ένα ιδιαίτερο noir on the road και ένα αγωνιώδες θρίλερ, γυρισμένο νύχτα, που παίζει διαρκώς με το φως (της ζωής) και το σκοτάδι (του θανάτου)- η θαυμάσια φωτογραφία είναι του Νίκολας Μουσουράκα και με μονάχα δύο χώρους εξέλιξης της δράσης: την έρημο και το αυτοκίνητο. Η ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στους τρεις άντρες είναι μονίμως στο κόκκινο, ο ρυθμός -χάρη και στη μικρή διάρκεια της ταινίας- παραμένει αμείωτος, ενώ το μονίμως ανοιχτό μάτι του ψυχοπαθούς δολοφόνου- ερμηνευμένου εξαιρετικά από τον Γουίλιαμ Τάλμαν- είναι η πόρτα που οδηγεί κατευθείαν στην Κόλαση. Ταινία ανησυχαστική, κλειστοφοβική και απειλητική, διαπραγματεύεται τη σχέση σαδιστή δημίου-ανυπεράσπιστου θύματος και είναι ένα κρυφό διαμάντι των b-movies και μια από τις αγαπημένες του Μάρτιν Σκορσέζε.