Η Θεατρική Εταιρεία «Σκαραβαίοι» μετά την τεράστια καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία «Η Κούλα η κατσικούλα και το

κλεμμένο τραγούδι» του Ευγένιου Τριβιζά, που παρουσίασε για δύο χρόνια, συνεχίζει τη συνεργασία της με τον διεθνούς φήμης Έλληνα παραμυθά, Ευγένιο Τριβιζά, παρουσιάζοντας το ολοκαίνουργιο έργο του «Για μια χούφτα μπάμιες» σε σκηνοθεσία Κώστα Ν. Φαρμασώνη.

Στο νέο του οικολογικό έργο, που έγραψε ύστερα από παραγγελία των Σκαραβαίων, ο Ευγένιος Τριβιζάς ασχολείται για πρώτη φορά στη θεατρική του καριέρα με το θέμα της καταστροφής της πανίδας του δάσους από την αλόγιστη ανάπτυξη και τον «πολιτισμό».

Το ευρηματικό αυτό έργο στηρίζεται στην ανατροπή του παραδοσιακού μύθου της Κοκκινοσκουφίτσας και του Λύκου, όπου οι παλιοί θύτες γίνονται σήμερα τα θύματα. Η ανατροπή των παλαιών ισορροπιών συνύπαρξης των όντων και η παράλογη  διατάραξη του οικοσυστήματος επιβάλλει και τη νέα ανάγνωση των μύθων.

H παράσταση τελεί υπό την αιγίδα της «WWF», της «Καλλιστώ» και πραγματοποιείται με την στενή συνεργασία της «Αρκτούρος» και είναι δοκιμασμένη με επιτυχία σε παιδιά από 2 ½ ετών έως και μεγάλους εφήβους.

Σημείωμα σκηνοθέτη
Το γέλιο βγήκε απ’ τον παράδεισο

Ο Ευγένιος συνεχίζει να κινείται μέσα σε αυτοσχέδιους παραδείσους. Τους κατασκευάζει, όπως τα παιδιά πλάθουν την άμμο. Τους  βαφτίζει, τους αλλάζει τις ονοματοθεσίες και παίζει. Κάπου στην άκρη βάζει και καμιά μικρή κόλαση. Έτσι, για γούρι.

Επειδή έχει και μεγάλη παιδεία, τους δίνει κοινωνικές προεκτάσεις, το παιχνίδι του, γίνεται σοβαρό. Αυτά αρέσουν στα παιδιά.

Στο έργο « Για μια φούχτα μπάμιες » παίζει πάλι με σοβαρά πράγματα: Αναποδογυρίζει το πιο κοινόχρηστο παραμύθι, για να σημάνει την ανισορροπία του «πολιτισμού» με την φύση. Δεν είναι ακίνδυνη μια Κοκκινοσκουφίτσα, που με τα λεφτά του μπαμπά της οδηγεί μηχανή και ξέρει πολεμικές τέχνες. Γι’ αυτό κι ο Ευγένιος την αποκαλύπτει.

Ο Ευγένιος παίζει με τα όρια. Και εκεί βρίσκεται το γέλιο.
Το έργο θα μπορούσε να λέγεται « Το γέλιο βγήκε απ’ τον παράδεισο». Ή « απ’ την κόλαση ». Ακόμα καλύτερα! Άντε να βρεις, πού είναι το όριο, όταν έχεις μπροστά σου το Χοντρό και το Λιγνό μες στην απόλυτη σύγχυση της  « Ζούγκλας  των πόλεων », νηστικούς, να κρεμάνε το χρυσόψαρο στη μπουγάδα για να στεγνώσει….

Το έργο τελειώνει μ’ ένα ερωτηματικό: Θα μείνουν οι δύο λύκοι- κλόουν στη φάρμα με τις μπάμιες ; Θα μείνουν ή θα φύγουν;

Ο συγγραφέας, μας λέει ότι δέχονται να μείνουν, αλλά  «κλείνουν το μάτι στο κοινό».Εμείς δεν μπορούμε να κλείσουμε μάτι, γιατί φοράμε μάσκες.

Δείξαμε λοιπόν θεατρικά την κυτταρική τους συνέπεια. Παρά τις υποσχέσεις τους να μετατραπούν σε φυτοφάγους, τα κορμιά τους κινούνται προς τα κει που βελάζει το κατσίκι.

Κι όπως λέει κι ο λαός: «Το λύκο τον κουρεύανε, δώθε παν τα πρόβατα», είπε αυτός.
Ας μην εφησυχάζουμε όμως.

Οι οικολογικές οργανώσεις δίνουν τη μάχη τους γι’ αυτό. Και όσα κάνουν δεν είναι ρομαντισμός. Γιατί, αυξάνονται κάθε μέρα τα «ιδιωτικά» ζώα στα σπίτια μας. Λιγοστεύουν όμως τα ζώα στους φυσικούς τους χώρους.

Ας ακούσουμε αυτούς που μας μιλάνε για αυτά… Όταν τελειώσει το τρελό μας γέλιο…

Οι «Σκαραβαίοι» ευχαριστούν τον Ευγένιο Τριβιζά, που μετά την «Κούλα την κατσικούλα και το κλεμμένο τραγούδι», τους έγραψε αυτή την τόσο κωμική, επίκαιρη σάτιρα.    

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Σκηνοθεσία: Κώστας Ν. Φαρμασώνης
Σκηνικά: Λέα Κούση
Κοστούμια: Τζωρτζίνα Κωστοπούλου
Μουσική: Πλάτων Ανδριτσάκης
Χορογραφίες: Έφη Καρακώστα.

ΠΑΙΖΟΥΝ (με σειρά εμφάνισης):
Νίκος Γκεσούλης, Θοδωρής Προκοπίου, Σουζάνα Βαρτάνη, Δημήτρης Αντωνιάδης, Μαρία Καμακάρη, Αντώνης Χαντζής, Λεωνίδας Αργυρόπουλος, Κώστας Αυλωνίτης, Γιώργος Σουξές.