Η Πολυξένη, συνταξιούχος του ΙΚΑ, 75 χρονών, είναι ζωντοχήρα κι έχει μια κόρη που ζει στην Αγγλία. Πολύ θα το ήθελε να είναι η Μις Μαρπλ, «όλα να τα εξιχνιάζει, να την υπολήπτονται όλοι, να τη θαυμάζουν». Αλλά δεν είναι η ηρωίδα της Άγκαθα Κρίστι. Ζει στο Σούνιο, φοράει με στιλ τα φλοράλ φουστάνια της και παρατηρεί τον κόσμο. Καθημερινά, κατηφορίζει από το σπίτι της για μια μοναχική βόλτα στην παραλία. Και μια μέρα, όπως χαζεύει τη θέα, αισθάνεται ζάλη και ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται γύρω της αναστάτωση: το κύμα έχει ξεβράσει τη σορό ενός άνδρα. Αυτόπτες μάρτυρες του γεγονότος είναι επίσης ο γοητευτικός Οδυσσέας Αναστασιάδης, γιος χρηματιστή, δημοσιογράφος, φέρελπις συγγραφέας, ο οποίος προσπαθεί, ματαίως, να βάλει σε μια τάξη το υλικό του μυθιστορήματος που θέλει να γράψει για τον Αιγέα, καθώς και δύο αστυνομικοί, ο Μάρκος και ο Αντώνης, οι οποίοι, καθ’ οδόν προς το Λαύριο για μια δουλειά της υπηρεσίας, έχουν σταθεί για ένα ψαράκι στη μικρή ταβέρνα του Κώστα, «παραπλεύρως των αρχαίων, με την καλύτερη θέα», αλλά βρίσκονται να προσπαθούν να επιβάλουν την τάξη στην αναστάτωση που δημιουργείται μέχρι να καταφτάσει η Δίωξη.
Τα τέσσερα αυτά πρόσωπα, γύρω από τα οποία κινείται η οικογένεια του καθενός, άνθρωποι με τα μυστικά και τις πληγές τους, με την ανεπάρκειά τους, τις μικρές ή μεγαλύτερες ελπίδες, επιθυμίες και απογοητεύσεις τους, διασταυρώνονται τυχαία (ή, ίσως, όχι και τόσο τυχαία) με αφορμή αυτό το έγκλημα, και η Μάρω Δούκα γράφει ένα μυθιστόρημα που δείχνει πώς «κάθε άνθρωπος είναι και μια υπόθεση» στο κουβάρι της θνητής ζωής με τα πολλά αόρατα νήματα, είτε πρόκειται για μια ζωή σαν από βιβλίο του Ντοστογιέφσκι, του Καμί ή του Προυστ είτε σαν γραμμένη από την πένα της Άγκαθα Κρίστι ή και του Γιάννη Μαρή. Σε κάθε περίπτωση, «να ζεις και να ονειρεύεσαι σαν αθάνατος» συστήνει η Πολυξένη.
«Κι όπως ανέβαινε για το σπίτι, στριφογύριζαν πολλά και διάφορα στο κεφάλι της, έχανε κάθε λίγο την ισορροπία της, προς στιγμήν ένιωθε ότι σβήνει κι έπειτα πάλι έβρισκε το όνομά της. Μα τι είναι ο άνθρωπος, τη μια έτσι, την άλλη αλλιώς. Πότε με την απελπισία, πότε με την ανισορροπία του, πότε με την ανεμελιά, με την υπόγεια χαρά, αλλά και την ανεδαφική ελπίδα του».
Mάρω Δούκα – Πληροφορίες για τη συγγραφέα
H Mάρω Δούκα γεννήθηκε το 1947 στα Xανιά. Aπό το 1966 ζει στην Aθήνα. Έχει τελειώσει το Iστορικό και Aρχαιολογικό Tµήµα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Aθηνών. Έχει τιµηθεί µε το Bραβείο «Nίκος Kαζαντζάκης» του Δήµου Hρακλείου για το µυθιστόρηµα H αρχαία σκουριά, µε το B΄ Kρατικό Bραβείο για το µυθιστόρηµα H πλωτή πόλη και µε το Bραβείο Πεζογραφίας Kώστα Oυράνη της Aκαδηµίας Aθηνών για το µυθιστόρηµα Aθώοι και φταίχτες. Για το ίδιο µυθιστόρηµα τιµήθηκε επίσης µε το Bραβείο Balkanika και το βραβείο Καβάφη. Για το µυθιστόρηµα Έλα να πούµε ψέµατα έχει τιµηθεί µε το βραβείο «Νίκος Θέµελης» του ηλεκτρονικού περιοδικού «O Αναγνώστης». Eπίσης, έχει βραβευτεί για το σύνολο του έργου της µε το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2019 (Μεγάλο Βραβείο Γραµµάτων). Διηγήµατα και µυθιστορήµατά της έχουν µεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες.