Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον masterclass με τίτλο «Πραγματικότητα και θαύμα» πραγματοποίησε ο σέρβος σκηνοθέτης Ζέλιμιρ Ζίλνικ, τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, στο πλαίσιο του 55ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το οποίο φέτος παρουσιάζει αφιέρωμα στο έργο του δημιουργού.
 

Στο masterclass, το οποίο συντόνισε ο Δημήτρης Κερκινός, υπεύθυνος του τμήματος Ματιές στα Βαλκάνια όπου και εντάσσεται το αφιέρωμα, ο Ζέλιμιρ Ζίλνικ μοιράστηκε με το κοινό πολύτιμες εμπειρίες του για το πώς έκανε σινεμά κάτω από πολύ ιδιαίτερες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, ενώ επίσης παρουσίασε τη μεθοδολογία που εφαρμόζει στη δημιουργία των έργων του.

Πρωτοπόρος και ριζοσπαστικός, ο Ζέλιμιρ Ζίλνικ καθ’ όλη την πορεία του δίνει φωνή στους αδύναμους, υμνώντας την ουσία του να είσαι άνθρωπος. Παρουσιάζοντας τον δημιουργό στο κοινό, ο κ. Κερκινός τον χαρακτήρισε ως συνεχιστή διαφορετικών παραδόσεων της κινηματογραφικής αβάν γκαρντ, σκηνοθέτη που ήταν μπροστά από την εποχή του, καταγράφοντας τις δραματικές αλλαγές που πραγματοποιούνταν στη χώρα του μέσα από νέες μορφές αφήγησης. «Με χαμηλό προϋπολογισμό, ο Ζέλιμιρ Ζίλνικ κάνει μυθοπλαστικό κινηματογράφο τεκμηρίωσης, αναπτύσσει τη φόρμα μέσα από το περιεχόμενο, στηρίζεται σε συμμετοχικά σενάρια και ερασιτέχνες ηθοποιούς που παίζουν τον εαυτό τους» είπε ο κ. Κερκινός.

Από την πλευρά του, ο Ζέλιμιρ  Ζίλνικ εξέφρασε τη χαρά του για το γεγονός ότι οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι στο masterclass ήταν νέοι άνθρωποι. «Οι νέοι όταν ακούν έναν άνθρωπο της δικής μου ηλικίας σκέφτονται ‘’μήπως έχει έρθει στιγμή να πάει σπίτι του και να δώσει χώρο στη δική μας γενιά;’’. Και ίσως να μην έχουν άδικο» είπε ο ίδιος. Και πρόσθεσε: «Θα σας εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους με σαγηνεύουν οι κινούμενες εικόνες. Τίποτα από όσα πρόκειται να σας πω δεν αποτελούν κανόνα, τίποτα από όσα θα σας δείξω δεν είναι πρόσκληση για να μιμηθείτε το παράδειγμά μου. Όποιος ασχολείται με την τέχνη κάνει κάτι απόλυτα μοναδικό. Αν με ρωτήσετε τι έμαθα όλα αυτά τα χρόνια, θα σας πω ότι έμαθα κυρίως από τα λάθη μου και επίσης βλέποντας ταινίες όχι μόνο της αρεσκείας και του γούστου μου».  

Μιλώντας για την πρώτη του ταινία Πρώιμα έργα, που γυρίστηκε το φθινόπωρο του 1968, και ήταν εμπνευσμένη από τα γραπτά του Καρλ Μαρξ, ο κ. Ζίλνικ διευκρίνισε: «Ήταν μια εποχή αναταραχής, αλλά και αισιοδοξίας και ελπίδας. Ήταν η εποχή που το μικρό, φτωχό και αδύναμο Βιετνάμ απελευθερώθηκε από τους Γάλλους και τους Αμερικάνους, η εποχή που διακηρύχθηκε η φυλετική ισότητα, απελευθερώθηκαν αφρικανικά και ασιατικά κράτη… Ήταν η εποχή που εκφράστηκε η διαμαρτυρία των νέων κατά των κυριαρχικών σχέσεων στην κοινωνία, κάτι που μετέβαλε ριζικά την κουλτούρα της καθημερινότητας στη δυτική Ευρώπη. Όμως και στο σοσιαλιστικό κόσμο καταγράφονταν ‘’σεισμικές δονήσεις’’ μετά την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Το κράτος αυτό αποπειράθηκε να ακολουθήσει μια ιδιαίτερη σοσιαλιστική πορεία, όπως και η Γιουγκοσλαβία. Ήταν μια ελπίδα που γεννήθηκε στον κομμουνιστικό κόσμο, για μεγαλύτερη δικαιοσύνη και ενισχυμένα δικαιώματα των εργατών. Η γενιά μου δεν θυμόταν καταστροφές από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ζήσαμε μια 20ετία σχετικής προόδου, μια άνετη ζωή και ξαφνικά η έννοια του σοσιαλισμού τέθηκε υπό σοβαρή αμφισβήτηση. Τότε ήμουν 25 χρονών και συμμετείχα σε διαδηλώσεις στο Βελιγράδι. Σκεφτόμουν λοιπόν πώς είναι δυνατόν να αρθρώσει κάποιος με κινηματογραφική γλώσσα τα όσα αισθανόμαστε. Έτσι κατέληξα σε αυτή την ταινία».

Η συγκεκριμένη ταινία του Ζίλνικ, επειδή ήταν διαφορετική από τις mainstream ταινίες της εποχής, έδωσε το έναυσμα για δημόσια συζήτηση.  Ο σκηνοθέτης εξήγησε σχετικά: «Παρότι ήταν μια σχετικά απλή ταινία, είχε τεράστιο αντίκτυπο – γράφτηκαν άρθρα, έγιναν συζητήσεις με υποστηρικτές και επικριτές. Η ταινία προβαλλόταν ήδη δύο μήνες, όταν το δικαστήριο παρενέβη και την απαγόρευσε, όμως είχαμε το δικαίωμα να υπερασπιστούμε το έργο μας. Αυτό που λέγαμε ήταν ‘’επιτρέψτε μας να εκφράσουμε το τι νιώθουμε’’. Έτσι, η ταινία συνέχισε να προβάλλεται σε φεστιβάλ και μάλιστα απέσπασε τη Χρυσή Άρκτο στη Μπερλινάλε. Τότε νιώθαμε ότι οι μέρες του σοσιαλισμού ήταν μετρημένες, ότι ήταν σαν ένα μπλουζ τραγούδι αποχαιρετισμού».

Με αφορμή την ταινία του H παλιά σχολή του καπιταλισμού (2008), ο σκηνοθέτης υπογράμμισε: «Ήταν κοινή η διαπίστωση ότι οι εξαγγελίες περί δημοκρατικού συστήματος είχαν ξεθωριάσει. Είχαμε μαριονέτες αντί για κανονικό κοινοβούλιο. Οι νεοκαπιταλιστές που είχαν κερδοσκοπήσει κατά τη διάρκεια του πολέμου, με τη βοήθεια των πολιτικών κατάφεραν να αποκρύψουν την προέλευση των κεφαλαίων τους. Υποστήριζαν ότι τα κεφάλαια προήλθαν από δάνεια που πήραν από εργαζόμενους σε επιχειρήσεις τους!». Ο σκηνοθέτης θέλησε να αναδείξει το φλέγον αυτό ζήτημα, βλέποντας «τη νέα άρχουσα τάξη να εξαπολύει νέο ταξικό αγώνα ενάντια στην πλειοψηφία των εργαζομένων, οι οποίοι τη θεωρούσαν εχθρό ακόμα χειρότερο από το σοσιαλισμό. Το 1945 ο σοσιαλισμός στέρησε από κάποιους καπιταλιστές τον πλούτο τους, που πέρασε σε εργατική διαχείριση-στην ουσία πέρασε στη διαχείριση κομματικών στελεχών. Όμως ο σοσιαλισμός στη Γιουγκοσλαβία διέφερε, οι εργαζόμενοι είχαν δικαιώματα, επένδυαν μέρος των απολαβών τους στις επιχειρήσεις τους, ήταν τρόπον τινά μέτοχοι. Εμείς οι κινηματογραφιστές ήμασταν ελεύθεροι επαγγελματίες…».

Ενώ το 1968 η ταινία Πρώιμα έργα είχε προκαλέσει αντιδράσεις αλλά συνέχισε να προβάλλεται, το 2008, όπως παρατήρησε ο κ. Ζίλνικ, «κανείς δεν δέχτηκε να προβάλλει την ταινία H παλιά σχολή του καπιταλισμού. Έτσι, κάναμε προβολές σε εργοστάσια που ήταν κατειλημμένα από εργάτες. Συνειδητοποιήσαμε ότι με αυτό τον τρόπο οι εργάτες είχαν υλικό για συζήτηση και προβληματισμό. Δίνοντάς τους φωνή, τους τονώσαμε την αυτοπεποίθηση. Έτσι, αυτό το θέμα, που ήταν το μεγαλύτερο ταμπού για τα συστημικά ΜΜΕ, άρχισε να ακούγεται». Ο σκηνοθέτης εξεπλάγην όταν προσκλήθηκε σε διάφορες βαλκανικές χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας που, όπως διαπίστωσε στην πορεία, είχαν παρόμοιες εμπειρίες κατά τη μετακομμουνιστική περίοδο. «Πλέον συζητούνται δημοσίως αυτά τα θέματα, αν και αμφιβάλλω κατά πόσο θα βρεθεί λύση. Ωστόσο, με τη μικρή βοήθεια τέτοιων παραδειγμάτων βλέπουμε ότι ο υποτιθέμενος θάνατος της εργατικής τάξης δεν επέρχεται σε συνθήκες απόλυτης σιγής», κατέληξε ο δημιουργός.

Όπως είπε ο κ. Ζίλνικ, από τότε που χρησιμοποιεί την ψηφιακή τεχνολογία έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί στο στάδιο της έρευνας με λεπτά ζητήματα και στη συνέχεια να συναρθρώσει το υλικό σε μια ταινία. Αυτό συνέβη και στο φιλμ Ο Κένεντι γυρίζει σπίτι, που αναφέρεται στην κοινότητα των Ρομά στη Σερβία, η οποία υφίσταται έντονο μετασχηματισμό. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πολλοί Ρομά έφυγαν πρόσφυγες στην Ευρώπη και για να διατηρήσουν την ιδιότητα του πρόσφυγα έπρεπε να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Όσα παιδιά επέστρεψαν στη Σερβία, λοιπόν, πλέον δεν έχουν δυνατότητα να φοιτήσουν στο σχολείο εκεί, γιατί δεν μιλούν σερβικά, αλλά γερμανικά, ιταλικά κλπ. «Είπαμε να κάνουμε μια δράση αλληλεγγύης», διευκρίνισε ο δημιουργός σχετικά. Τελικά το εγχείρημα αυτό συζητήθηκε πολύ. Μάλιστα, αντιπροσωπεία του κόμματος των Πρασίνων του γερμανικού κοινοβουλίου ζήτησε από την κυβέρνηση να παρέχει υποστήριξη σε κάθε παιδί που επιστρέφει στη Σερβία. «Αναδείξαμε τις παραλείψεις των κρατικών αρχών, ενώ ταυτόχρονα το κοινό άρχισε να βλέπει τις αντιφάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, διότι κανείς δεν μπορεί να στερήσει από ένα παιδί το δικαίωμα στην εκπαίδευση στη γλώσσα που μιλά καλύτερα. Τελικά διαπιστώσαμε ότι μας απέκρυψαν τη συμφωνία που υπέγραψε το κράτος για επανεισδοχή των προσφύγων μετά τον πόλεμο και το γεγονός ότι η Γερμανία έδινε οικονομική βοήθεια για κάθε παιδί που επαναπατριζόταν, με σκοπό το κράτος υποδοχής να οργανώσει την εκπαίδευση», επεσήμανε ο σκηνοθέτης.  

Κατά τη διάρκεια του masterclass, προβλήθηκαν αποσπάσματα από ταινίες του Ζέλιμιρ Ζίλνικ και στη συνέχεια ο σκηνοθέτης αναφέρθηκε στις τεχνικές που χρησιμοποίησε σε αυτές, συνδυάζοντας το στοιχείο της μυθοπλασίας με αληθινές μαρτυρίες ανθρώπων. «Ο συνδυασμός τεκμηρίωσης και μυθοπλασίας οδηγεί σε μια ταινία υβριδική. Επίσης, το συνεργείο του φιλμ πρέπει να μένει στο παρασκήνιο, να μη λειτουργεί επιθετικά, γιατί αυτό δημιουργεί σύγχυση στους ερασιτέχνες ηθοποιούς. Οι άνθρωποι πρέπει να εκφράζονται ελεύθερα, αλλά να επιλέγουμε με πολύ προσοχή τις καλύτερες λήψεις», επεσήμανε ο δημιουργός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ταινία του Πισινός από μάρμαρο, η οποία παρουσιάζει τη ζωή τρανσέξουαλ ατόμων που εξωθούνται στην πορνεία, και η οποία δομήθηκε με βάση ιστορίες και εμπειρίες των πρωταγωνιστών. Αναφερόμενος σε αυτή τη μεικτή φόρμα μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ο κ. Ζίλνικ σημείωσε: «Αυτή η τεχνική συναντάται σε κάθε είδος τέχνης – ενίοτε ονομάζεται κολάζ ή μυθιστόρημα, βασισμένο σε πραγματικά περιστατικά. Δεν πρόκειται για κάτι καινοτόμο. Π.χ., ο Τολστόι έγραψε το ‘’Πόλεμος και Ειρήνη’’ βασιζόμενος σε ιστορικά γεγονότα. Το έργο κάθε δημιουργού φέρει τη δική του υπογραφή φυσικά, αλλά δεν εφηύραμε κάτι που δεν υπήρχε».

Στο τελευταίο μέρος του masterclass, ο σέρβος σκηνοθέτης δέχτηκε ερωτήσεις από το κοινό. Τα θέματα που τέθηκαν αφορούσαν στη χρηματοδότηση των ταινιών και το ρόλο που παίζουν το διαδίκτυο και τα ψηφιακά μέσα στο έργο του. «Τότε ζούσαμε σε μια χώρα 35 εκατομμυρίων, τώρα ζούμε σε μια μικρή χώρα. Η επιλογή των θεμάτων είναι σημαντική για κάποιον που επιζητά χρηματοδότηση από παραγωγούς. Έτσι, σκηνοθέτες με ταλέντο, που δεν είναι γνωστοί στο χώρο, έχουν την ευκαιρία να κάνουν ταινία κάθε 6-7 χρόνια», σχολίασε ο κ. Ζίλνικ. «Ζω σε μια πολυτάραχη περιοχή και εποχή, που δύσκολα εξηγείται» είπε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι για εκείνον η δημιουργία ταινιών αποτελεί «εξαιρετικό εργαλείο για να καταγράφεις αυτό που συμβαίνει στις ζωές των ανθρώπων, ένα ημερολόγιο με κάμερα και συνεργείο».

Αναφορικά με τα νέα μέσα και τις αλλαγές που επιφέρουν στον κινηματογράφο, ο κ. Ζίλνικ σημείωσε ότι μπορεί οι κινηματογραφικές αίθουσες να μειώνονται και να προβάλλουν μόνο μεγάλες παραγωγές, ωστόσο όπως είπε «γεννήθηκε ένα νέο σύμπαν, με τη βοήθεια των ψηφιακών μέσων, δηλαδή του dvd και του διαδικτύου. Ζούμε σε ένα πολύ πιο πλούσιο σύμπαν νέων εικόνων, η πρόσβαση σε παλιές ταινίες μεγάλων σκηνοθετών που για μας ήταν εξαιρετικά δύσκολη, τώρα είναι ευκολότερη. Ο εκδημοκρατισμός σημειώθηκε κυρίως στον τομέα της διακίνησης. Εμείς είχαμε πολλούς περιορισμούς με το φιλμ των 35 mm που είχε μεγάλο κόστος. Σήμερα, με φθηνό εξοπλισμό, με ψηφιακό μοντάζ και ψηφιακές κάμερες υπάρχουν πολλές δυνατότητες για τους νέους. Γίνονται πλήθος νέων ταινιών και ανάμεσά τους βρίσκει κανείς διαμάντια. Το μέλλον της κινούμενης εικόνας είναι λαμπρό. Όμως η παραγωγή ταινιών με χαμηλό προϋπολογισμό απαιτεί περισσότερη υπομονή και η αναγνώριση του δημιουργού περισσότερο χρόνο».

Στο τέλος του masterclass, απαντώντας σχετικά με το αν έχει επέλθει το τέλος της ιστορίας που προέβλεψε ο Φράνσις Φουκουγιάμα και ποιο θα είναι το περιεχόμενο των ταινιών του μέλλοντος, ο κ. Ζίλνικ επεσήμανε: «Η αλλαγή του κόσμου δεν σταμάτησε με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Παντού στον κόσμο βλέπουμε αλλαγές, ταραχές και εξελίξεις επικίνδυνες, τις οποίες δεν είχαμε φανταστεί. Στους νέους θα έλεγα να είναι προετοιμασμένοι για ταραχές. Αν σκεφτούμε την ιστορία που μάθαμε στο σχολείο, είναι ένα σφαγείο με πολύ σπάνιες στιγμές ειρήνης, διαφωτισμού και ορθολογισμού. Το 1999, μετά τον πόλεμο, εμείς τρέφαμε την ψευδαίσθηση ότι η λογική θα επικρατήσει, αλλά κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Είναι πολλές οι μοίρες των ανθρώπων, πολλοί οι αγώνες που θα μπορέσετε να καταγράψετε με την κάμερά σας».

Ανταπόκριση από το 55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Ξεχωρίσαμε την “Φυλή” του Μιροσλάβ Σλαμποσπίτσκι

Δευτέρα, 3 Νοεμβρίου 2014 17:06

Χωρίς υπότιτλους, χωρίς καμία επεξήγηση, μόνο στην νοηματική, που μπορεί να μην την ξέρεις αλλά εδω την καταλαβαίνεις απόλυτα, η ταινία του Ουκρανού σκηνοθέτη Μιροσλάβ Σλαμποσπίτσκι είναι μια πραγματική κινηματογραφική εμπειρία.
Ρεπορτάζ: Ελένη Τσόκα

Ένα αγόρι καταφτάνει στο νέο του γυμνάσιο, ένα οικοτροφείο για κωφά παιδιά στην Ουκρανία. Εκεί θα μάθει πώς λειτουργούν τα πράγματα ή μάλλον πόσο σκληρά λειτουργούν τα πράγματα. Οι νέοι κώδικες και κανόνες της κοινότητας εισβάλλουν αιφνίδια στη ζωή του και αυτός οφείλει να συμμορφωθεί προκειμένου να γίνει αποδεκτός. Μια κλίκα νταήδων αγοριών θα τον μπλέξει σε παράνομες δραστηριότητες. Η συμμορία κλέβει, τραμπουκίζει, βανδαλίζει, εκβιάζει,δέρνει και εκπορνεύει τα δύο κορίτσια της τάξης χωρίς να θέτει κανένα όριο στις δραστηριότητες της και χωρίς να δείχνει να φοβάται τίποτα και κανέναν.

Σταδιακά το αγόρι κερδίζει εξουσία μέσα στην μαθητική συμμορία, ανεβαίνει στην ιεραρχία και ερωτεύεται ένα απο τα κορίτσια που εκπορνεύονται. Με τον καιρό ο αδιέξοδος έρωτας του για την κοπέλα και η αδυναμία του να διαχειριστεί το περιβάλλον και την αναστάτωση του τον εξωθούν στα άκρα. Εκεί η βία δείχνει το χειρότερο πρόσωπο της, την ανυπολόγιστη δύναμη που αποκτάει όσο περνάει ο καιρός  και συνηθίζεις σ’αυτήν.

Εικόνες “ηχηρές”, έντονες, δοσμένες νατουραλιστικά, αφηγούνται μια ιστορία βίας και ενηλικίωσης. Η κινηματογράφηση ακολουθεί την ωμή πραγματικότητα των παιδιών και δεν ξεφεύγει σε τίποτα περιττό. Με αρκετά μονόπλανα παρακολουθούμε κάθε κίνηση των παιδιών ενώ αποφεύγονται τα πολύ κοντινά στα πρόσωπα τους, αποφεύγοντας έτσι το εντελώς αχρείαστο μελό. Η αφήγηση γίνεται όσό πιο απλά μπορεί να γίνει. Και αυτό είναι που στην ουσιά την κάνει τόσο δυνατή. Τόσο δυνατή που ορισμένες φορές και ειδικά προς το τέλος νοιώθεις οτι δεν αντέχεις να κοιτάς. Οι τελευταίες σκηνές της ταινίας, όπου το αγόρι, σκοτώνει τους συμμαθητές του στον υπνο τους είναι τόσο έντονες που σου προκαλούν σοκ και απίστευτη ένταση.

Όλη η ταινία είναι στην νοηματική, αλλά δεν είναι βωβή. Δεν της λείπει καθόλου ο ήχος. Όλα ακούγονται πεντακάθαρα: Οι ήχοι που βγάζουν τα παιδιά όταν επικοινωνούν, τα βαριά βήματα των νταήδων αγοριών, οι εξωτερικοί φυσικοί ήχοι κ.α. Δεν δημιουργείται καμία αίσθηση έλλειψης. Ισα-ισα το όλο εγχείρημα αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον για τον θεατή. Σκηνές σεξ χωρίς τον παραμικρό θόρυβο και σκηνές καυγά αποκτούν μια διαφορετική σημασία. Εδώ μαθαίνεις να κοιτάς το πρόσωπο, το σώμα και τις κινήσεις του. Εδώ όλη η δυναμική εστιάζεται στην μη λεκτική επικοινωνία.

Το σχολείο και η παρουσιά των καθηγητών απουσιάζουν σχεδόν εντελώς. Εμφανίζεται κυρίως ένας καθηγητής – προαγωγός των εκπορνευμένων κοριτσιών που οργανώνει την όλη επιχείρηση. Τα παιδιά μοιάζουν εντελώς παραμελημένα στην άδικη τύχη τους. Η σκέψη μπορεί να επεκταθεί παραπέρα στην αδιαφορία του κράτους και των υπευθύνων απέναντι στα άτομα με κώφωση και με ειδικές ανάγκες αλλά δεν μένει πολύς χώρος γι’αυτό.

“Η φυλή” του τίτλου θα μπορούσε να αναφέρεται στον κόσμο των συμμοριών, όπως αυτός σκιαγραφείται στο φίλμ, ή στον κόσμο των κωφών. Πανω απ’ολα όμως μιλα για την ανθρώπινη φυλή που είναι ικανή για τις πιο φωτισμένες αλλα και για τις πιο ειδεχθείς σκέψεις και πράξεις.

Πολλά και διάφορα μπορεί να είναι τα συναισθήματα που σου έχουν δημιουργηθεί βγαίνοντας απο την αίθουσα. Μπορεί να είσαι σοκαρισμένος (σιγουρα!), προβληματισμένος, μπορεί να είσαι και σκοτεινιασμένος. Η ατμόσφαιρα της ταινίας είναι σκληρή και σκοτεινή και αυτό αργεί να φύγει απο πάνω σου!

“Ή φυλή”, το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Μιροσλάβ Σλαμποσπίτσκι κέρδισε 3 βραβεία στο παράλληλο τμήμα της “Εβδομάδας Κριτικής” φέτος στο 67ο Φεστιβάλ των Καννών. Στην Θεσσαλονίκη, όπου παίχτηκε στο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ, συζητήθηκε ομολογουμένως περισσότερο απο κάθε άλλη ταινία μέχρι στιγμής.

Το 55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα διαρκέσει έως τις 9 Νοεμβρίου 2014. Περισσότερες πληροφορίες.