Η Odeon παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 12 Μαΐου 2016 την ταινία Ο Άνθρωπος που Γνώριζε το Άπειρο (The Man who Knew Infinity) σε σενάριο και σκηνοθεσία του Ματ Μπράουν, με τον Ντεβ Πατέλ.

Το μυαλό του άλλαξε την επιστήμη των μαθηματικών. Η φιλία τους άλλαξε τον κόσμο για πάντα.

Το 1913, στην Ινδία, ένας 25χρονος ιδιωτικός υπάλληλος με τρομακτική ευφυΐα, που όμως είχε αποτύχει στις σπουδές του εξαιτίας της εμμονικής, μοναχικής μελέτης του πάνω στην επιστήμη των Μαθηματικών, αποφασίζει να εμπιστευτεί το πάθος του και να στείλει ένα γράμμα στον Τζ.Χ. Χάρντι, έναν επιφανή καθηγητή μαθηματικών του Trinity College του πανεπιστημίου Κέιμπριτζ. Το όνομά του ήταν Σρινιβάσα Ραμανουτζάν και έμελλε να γίνει ο αυτοδίδακτος «πρίγκιπας της μαθηματικής διαίσθησης», ο άνθρωπος που θα αναστάτωνε την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα με τον πιο ρομαντικό τρόπο.

Η ταινία «Ο Άνθρωπος που Γνώριζε το Άπειρο» καταγράφει την επαναστατική επιρροή μιας ακατέργαστης ιδιοφυΐας που έφερε την επανάσταση στο πεδίο των μαθηματικών, ξεπερνώντας τις αγκυλώσεις της άκαμπτης ακαδημαϊκής κοινότητας και αφήνοντας πίσω μια μυθική κληρονομιά, τα μυστικά της οποίας οι επιστήμονες πάσχιζαν να αποκρυπτογραφήσουν για τον επόμενο αιώνα…

Μια αυτοδίδακτη ιδιοφυΐα

Γεννημένος τον Δεκέμβριο του 1887, ο Σρινιβάσα Ραμανουτζάν δεν έλαβε καμία επίσημη εκπαίδευση στα μαθηματικά, καθώς ζούσε στην Ινδία και δεν είχε καμία πρόσβαση στην πλούσια γνώση που καλλιεργούσε η ευρύτερη μαθηματική κοινότητα στην Ευρώπη. Παρόλ’ αυτά, ανέπτυξε θεωρίες και ερευνητικά μονοπάτια που όχι μόνο εντυπωσίασαν τους συναδέλφους του στην εποχή του, αλλά ακόμη απασχολούν τους μαθηματικούς, οι οποίοι βλέπουν ότι οι δικές του ιδέες παραμένουν επίκαιρες και απαραίτητες για την επιστήμη.

Έχοντας μάθει τα βασικά από την ηλικία των 12 ετών, ο Ραμανουτζάν διδάχθηκε ανώτερα μαθηματικά από το βιβλίο «A Synopsis of Elementary Results in Pure Mathematics» και στα 17 του είχε ξεκινήσει την δική του έρευνα. Εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος για να βγάζει τα προς το ζην, ενώ παράλληλα συνέχιζε την ολοένα πιο φιλόδοξη δουλειά του. Από το 1912, ξεκίνησε να στέλνει δείγματα της δουλειάς του σε τρεις ακαδημαϊκούς του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Ο Τζ.Χ. Χάρντι, αναγνωρίζοντας την ιδιοφυή του σκέψη, τον κάλεσε να εγκατασταθεί στο Κέιμπριτζ και να δουλέψει εκεί. Ο Ραμανουτζάν διέπρεψε παρά τις πολλές δυσκολίες στην προσαρμογή του στο ξένο περιβάλλον, η λαμπρή του καριέρα όμως διακόπηκε νωρίς, με τον πρόωρο θάνατό του το 1920, σε ηλικία των 32 ετών.

Το έργο του Ραμανουτζάν παραμένει φοβερά σημαντικό ακόμη και σήμερα, όπως και το μυστήριο πίσω από τις εμπνεύσεις του – δεν ξέρουμε πώς έβρισκε τις ιδέες του, από πού προέρχονταν. Βρίσκουμε διαρκώς νέες εφαρμογές των θεωριών του στα σύγχρονα μαθηματικά και την σύγχρονη επιστήμη, αλλά και σε τομείς που δεν υπήρχαν καν όταν ζούσε εκείνος.

Εβδομήντα πέντε χρόνια αργότερα, ο συγγραφέας Ρόμπερτ Κάνιγκελ απαντούσε σε μία εκδότη που ενδιαφερόταν για μια βιογραφία του Ραμανουτζάν, λέγοντας ότι το βιβλίο που είχε στο μυαλό του -το βιβλίο στο οποίο βασίζεται η ταινία- δεν μιλά απλώς για την ζωή του Ινδού επιστήμονα αλλά και για την μοναδική του φιλία με τον Χάρντι. «Μιλάει για τον ισχυρό δεσμό ανάμεσα σε δύο άνδρες και τον τρόπο με τον οποίο αυτό σχημάτισε τις ζωές τους», λέει ο Κάνιγκελ. «Όποιος έχει βιώσει μια έντονη φιλία, όποιος έχει νιώσει την οικειότητα και μετά τον αποχωρισμό, μπορεί να ταυτιστεί με την ιστορία αυτή. Οι δυο τους προέρχονταν από εντελώς διαφορετικούς κόσμους και παρόλ’ αυτά βρήκαν κοινή γλώσσα στα μαθηματικά. Κατάφεραν περισσότερα σε πέντε χρόνια δουλειάς απ’ ό,τι άλλοι καταφέρνουν σε χίλια χρόνια – είναι μια καταπληκτική ιστορία.»

Ο σκηνοθέτης Ματ Μπράουν εντόπισε τυχαία το βιβλίο του Κάνιγκελ σε φιλικό του σπίτι και αμέσως το καταβρόχθισε, θαυμάζοντας την σχετικά άγνωστη ιστορία της φιλίας ανάμεσα σε δύο γίγαντες των μαθηματικών. Έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη του Κάνιγκελ και των βασικών παραγωγών Έντουαρντ Ρ. Πρέσμαν και Τζιμ Γιανγκ, ο Μπράουν άρχισε να αναζητά τον βασικό πρωταγωνιστή του, τον οποίο και βρήκε στο πρόσωπο του Ντεβ Πατέλ («Slumdog Millionaire», «The Secong Best Exotic Marigold Hotel»). Για τον Πατέλ, η απόφαση ήταν εύκολη: «Είπα αμέσως ναι στον ρόλο γιατί είναι σπάνιο για έναν ηθοποιό με την δική μου εμφάνιση να έχει την ευκαιρία να υποδυθεί έναν ρόλο τόσο πλούσιο και ουσιαστικό. Ήξερα επίσης ότι θα συνεργαστώ με πρώτης τάξης καλλιτέχνες και ηθοποιούς, σε μια ταινία που δεν βασίζεται στα ειδικά εφέ αλλά τις ανθρώπινες σχέσεις». Παρόλο που υπάρχει ελάχιστο αρχειακό υλικό για τον Ραμανουτζάν (μόλις 2-3 φωτογραφίες), ο Πατέλ βρήκε εύκολη την προσαρμογή του στον ρόλο: «Ήταν κάτι το ενστικτώδες για μένα, ήρθε φυσικά», εξηγεί. «Μερικές φορές το να μην χρειάζεται να μιμηθείς συμπεριφορές ή κινήσεις που βλέπεις σε ένα βίντεο, σημαίνει μεγαλύτερη ελευθερία για έναν ηθοποιό. Και είχα την φοβερή βοήθεια του Τζέρεμι Άιρονς – η συνεργασία μαζί του είναι όνειρο για κάθε ηθοποιό και ήταν ό,τι περίμενα. Έχει καταπληκτική αίσθηση του χιούμορ και είναι φοβερά γενναιόδωρος, κάτι που έκανε εύκολο να χτίσουμε την σχέση μαθητή-δασκάλου. Είναι επίσης πολύ αφοσιωμένος στην δουλειά και το γύρισμα, δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες που κάνουν την διαφορά – είναι πραγματικά καταπληκτικός».

«Αυτό που βρήκα συναρπαστικό στο πρότζεκτ», λέει από την μεριά του ο βραβευμένος με Όσκαρ Τζέρεμι Άιρονς, «είναι ότι δεν ήξερα τίποτα για την ιστορία ή τον Ραμανουτζάν, και βρήκα την εξερεύνηση του κόσμου των μαθηματικών φοβερά ενδιαφέρουσα. Συνειδητοποίησα ότι ένας κόσμος που σε μένα φαίνεται εντελώς στεγνός και αδιάφορος, μπορεί να μοιάζει γεμάτος πάθος και μυστήριο και δέος για κάποιους άλλους. Με προσέλκυσε επίσης η σχέση των δύο ηρώων: ο Χάρντι, ένας στερεοτυπικά εσωστρεφής και συγκρατημένος Άγγλος, παίρνει τον Ραμανουτζάν από μια ζωή γεμάτη χρώμα, ζέστη και συναίσθημα και τον φέρνει σε μια κρύα χώρα στο χείλος του πολέμου. Είναι δύο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζαν την ζωή, αλλά είχαν κοινό το πάθος του για τα μαθηματικά. Τελικά, αυτό ήταν αρκετό για να δημιουργηθεί μια δυνατή φιλία».

Ο Χάρντι περιέγραψε τα χρόνια που πέρασε δουλεύοντας με τον Ραμανουτζάν ως «το μοναδικό ρομαντικό περιστατικό της ζωής του», μια περιγραφή που ο Άιρονς χρησιμοποίησε για το χτίσιμο της ερμηνείας του. «Είναι, βέβαια, μια δύσκολη σχέση να ορίσεις και να καταλάβεις σήμερα. Η δήλωση του Χάρντι έχει παρερμηνευθεί κατά τη γνώμη μου. Εμείς σήμερα θεωρούμε ότι η λέξη ρομαντικός συνδέεται με την ερωτική αγάπη αποκλειστικά, αλλά δεν είναι έτσι στην πραγματικότητα. Η λέξη ρομαντικός μπορεί να αναφέρεται σε εκείνη την περίοδο στη ζωή σου όπου όλα μοιάζουν πιο ζωηρά και πιο χρωματιστά, και αυτό νομίζω ότι εννοούσε ο Χάρντι. Σίγουρα, πάντως, τα χρόνια κατά τα οποία συνεργάστηκε με τον Ραμανουτζάν ήταν η περίοδος στην οποία ήταν περισσότερο περήφανος για την δουλειά του και περισσότερο ευτυχισμένος».

Σκηνοθεσία Ματ Μπράουν

Σενάριο Ματ Μπράουν

Παραγωγή Ματ Μπράουν

Τζον Κατς

Έντουαρντ Ρ. Πρέσμαν

Σοφία Σόντερβαν

Τζιμ Γιανγκ

Ηθοποιοί Ντεβ Πατέλ

Τζέρεμι Άιρονς

Τόμπι Τζόουνς

Στίβεν Φράι

Ντέβικα Μπισέ

Τζέρεμι Νόρθαμ

Φωτογραφία Λάρι Σμιθ

Μοντάζ Τζ.Σ. Μποντ

Καλλιτεχνική διεύθυνση Τζάστιν Ουορμπάρτον-Μπράουν

Διάρκεια 108’

Διανομή Odeon