400 χρόνια από τον θάνατο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και 450 χρόνια από τη γέννηση του, το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά παρουσιάζει το αριστούργημά του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» στη μετάφραση του Δημητρίου Βικέλα (δεκαπεντασύλλαβο στίχο), σε μία εντελώς διαφορετική σκηνική εκδοχή υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του Κωνσταντίνου Ρήγου.

Με αφορμή την παράσταση, εννέα ταλαντούχοι και ελπιδοφόροι αντιπρόσωποι της νέας γενιάς ηθοποιών που έχουν αναλάβει να ζωντανέψουν αυτή την «καταδικασμένη από τα αστέρια» ιστορία αγάπης επί σκηνής, περιγράφουν μέσα σε λίγες φράσεις την δική τους προσωπική οπτική για το έργο του Σαίξπηρ και τους ρόλους που ερμηνεύουν.

Συνέντευξη – επιμέλεια: Ερριέττα Μπελέκου

Δανάη Επιθυμιάδη: “Είναι ένα έργο που επικεντρώνεται σε ζητήματα πάντα καίρια όπως ο έρωτας, τα παιχνίδια εξουσίας, η βία, η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων βάση επιφανειακών κριτηρίων όπως για παράδειγμα οι διαφορετικές οικογένειες στις οποίες ανήκουν.  Παρακολουθούμε τις υπερβάσεις των κεντρικών ηρώων μέσα από μια διαδικασία ενηλικίωσης η όποια ‘τυγχάνει’ να ταυτίζεται και με το τέλος της ίδιας τους της ζωής. Σε συμβολικό επίπεδο μεταφράζεται στην απώλεια της παιδικότητας σε μια πιο ενήλικη πραγματικότητα. Μια εξαιρετικά δύσκολη μετάβαση που γίνεται σε διάφορα στάδια στη ζωή ενός ανθρώπου. 

Στη δική μας εκδοχή του έργου αποστασιοποιούμαστε από την ρομαντική και πιο αθώα πτυχή της Ιουλιέτας και επικεντρωνόμαστε στη δύναμη και στην επαναστατικότητα  που κρύβει μέσα της. Γνωρίζει μέσα από τον ερώτα της για τον  Ρωμαίο πως είναι να ζεις πραγματικά και προκειμένου να μη ξαναγυρίσει στη προ-ρωμαίου εποχή θυσιάζει ακόμα και τη ζωή της.”

Κίττυ Παϊταζόγλου: “Το έργο για μένα είναι ένα τραγούδι στο «για πάντα» του Έρωτα και στο «ελάχιστο» της Νιότης. Ένα ξέσπασμα ζωής, σαν «την αστραπή όπου περνά και φεύγει/πριν πει κανένας άστραψε!», που λέει κι η Ιουλιέτα στο μπαλκόνι. Αυτά τα παιδιά καίγονται τόσο πολύ για ζωή που φθάνουν γι’ αυτό στο θάνατο.

Η Ιουλιέτα είναι ελεύθερη πτώση. Κανονικότατα. Μόνον έτσι μπορώ λίγο να ανιχνεύσω τη δύναμη, τις απανωτές μεταπτώσεις και μεταμορφώσεις της, τα ρίσκα της, το δόσιμό της. Και απλά το κορίτσι ελπίζει μέχρι τέλους πως θα υπάρξει δίχτυ ασφαλείας-από την Τύχη; Το Θεό; Tη Θεία Πρόνοια;- Κι αυτό δε συμβαίνει.”   

 

Αλέξανδρος Αχτάρ: “Πιστεύω πως ο Σαίξπηρ με το “Ρωμαίο και Ιουλιετα” γραφεί ένα αριστουργηματικό love story που τοποθετεί σε ένα πλαίσιο έντονα πολίτικο. Κατορθώνει έτσι να γράψει ένα έργο στο όποιο η ισορροπία ανάμεσα στο σασπένς,τον ερώτα, τη φιλοσοφία, την ιδεολογία και την επανάσταση είναι υπέροχη.

Πέρα από τον Ρωμαίο, ερμηνεύω τον Γρηγόρη, τον Υπηρέτη και τον Πάτερ Ιωάννη. Ένας άγριος Καπουλέτος ο πρώτος, εκφράζει ήδη από την αρχή το παράλογο του μίσους ανάμεσα στις δυο οικογένειες. Ο δεύτερος ένας αυτόπτης μάρτυρας “το τρίτο μάτι ” παρατηρεί με κυνικό τρόπο τα δραματικά συμβάντα. Είναι το πρόσωπο της κοινωνίας που “κάνει την δουλεία του” και συνεχίζει την μέρα του. Επίσης εμφανίζομαι και σε διαφόρους άλλους ρόλους οι όποιοι προωθούν καθένας με τον τρόπο του την πλοκή του δράματος.”

Γιάννης Καραούλης: “Ο Ρωμαίος μόνιμα ερωτευμένος. θα αρχίσει και θα τελειώσει το έργο ως τέτοιος. Η Ιουλιέτα από την άλλη σχεδόν ξένη μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Μόνο η αγάπη θα είναι δύναμη και σωτηρία Γιουτζήν. Οι δύο τους είναι τα απροσάρμοστα παιδιά, εκείνα που θα Χόναν συνέχεια στις μουσικές καρέκλες. Μέσα σε έναν κόσμο ερωτευμένου μίσους έχουν χάσει και τον εαυτό τους. Ο έρωτας τους θα τους είναι η επανάστασή τους και το σταθερό σημείο, εκεί που θα βρουν ο ένας τον άλλον μέσα σε έναν κόσμο που γυρίζει και σκοτεινιάζει τριγύρω τους.”

Αναστάσιος Καραχανίδης: “Πιστεύω πως στο έργο “Ρωμαίος + Ιουλιέτα”  ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος και επικοινωνούν δια του απαράμιλλου πάθους έτσι όπως αυτό κατοικεί στις νεανικές καρδιές. Η δύναμη της νιότης είναι σαν μια δίνη όπου μπορεί να καταστρέψει τα πάντα με τη παρορμητικότητα της ενώ συχνά έχει αυτοκαταστροφικές τάσεις κάτι που θα γευτούν και οι εν λόγω ήρωες.

Στο έργο είμαι ο χορευτικός Ρωμαίος που ακροβατεί στα μεταξύ όρια συμβολισμού – σουρεαλισμού.”

Γιώργος Κάτσης: Είναι ένα έργο για τον ουτοπικό έρωτα δύο νέων παιδιών που ονειρεύονται να είναι για πάντα μαζί και η πραγματικότητα τους αποδεικνύει πως τίποτα δεν είναι στο χέρι τους.

Ο Ρωμαίος – που υποδύομαι μαζί με άλλους έξι συμπαίκτες μου – λέει στο αγγλικό κείμενο « I am fortune’s fool! » συνοψίζοντας ξεκάθαρα τον ρόλο του στο έργο. « Ο Γελωτοποιός (Fool) της μοίρας, της τύχης », το «Αναγέλασμα» όπως λέει και ο Βικέλας στην μετάφραση μας.”

Κωνσταντίνος Πλεμμένος: “Το « Ρωμαίος και Ιουλιέτα » θεωρώ πως είναι η μάχη του έρωτα με «το τέλος του έρωτα». Λέγοντας «το τέλος του έρωτα» εννοώ όλους τους τρόπους που κάνουν έναν έρωτα να τελειώσει. Ο κυνισμός , η ειρωνεία , ο χλευασμός , η απάθεια , οι ηθικολογίες , οι κοινωνικές απαγορεύσεις , τα μάτια του κόσμου και ο θάνατος κλπ. Σε αυτό το έργο πιστεύω νικά «το τέλος του έρωτα» και ο λόγος είναι για να μπορούν οι θεατές να δουν πολύ καθαρά τι καταστρέφει τον έρωτα. 

Για τον Μερκούριο τον βασικό ρόλο που ερμηνεύω το μόνο που έχω να πω είναι πως είναι ο μέγας είρων. Φέρνει συνεχώς τον φίλο του ρωμαίο αντιμέτωπο με την κυνική πραγματικότητα. Αλλά το κάνει με όπλα από την φαρέτρα του ρωμαίου: Την φαντασία, τα όνειρα και τα παραμύθια.

Όσο για τον Ρωμαίο. Είναι ο μαχητής του έρωτα, αγαπά την ποίηση και κάτι ακόμα πιο δυνατό την εμπιστεύεται. Πιστεύει όλους αυτούς τους ποιητές πως ότι είχαν γράψει το εννοούσαν. Είναι και αυτός ένας ερωτικός ποιητής που δεν μένει στην θεωρία αλλά έμπρακτα φτάνει μέχρι τον θάνατο για τον έρωτα. Ένας ερωτευμένος Άμλετ.”

Παναγιώτης Μπρατάκος: “Είναι ίσως το πιο ερωτικό έργο της παγκόσμιας δραματουργίας, ένα αιματοβαμμένο “ξύπνημα της άνοιξης” που ανθίζει μέσα σε ένα καθεστώς γονεϊκής και κοινωνικής καταπίεσης. Ο έρωτας και ο θάνατος κυριαρχούν και βρίσκουν την απόλυτη αποτύπωση τους μέσα από την αριστουργηματική γραφή του Άγγλου τραγικού.

Ο ρόλος που ερμηνεύω, περά από τον Ρωμαίο είναι ο Πάρις, ο αντίζηλος του Ρωμαίου, ο οποίος αποτελεί και την επιλογή του πατέρα Καπουλέτου για σύζυγος της Ιουλιέτας. Περιζήτητος εργένης, όνειρο κάθε μητέρας, ερωτεύεται και διεκδικεί το λάθος κορίτσι. Κρίμα. Του άξιζε να είναι ευτυχισμένος :-)”

 

Αντώνης Σταμόπουλος: “Το έργο κατά τη γνώμη μου, μέσω της πλοκής του, την διαδοχή των σκηνών και των χαρακτήρων του, εκφράζει με αριστουργηματικό τρόπο πράγματα που ο κάθε νέος άνθρωπος, κυριολεκτικά ή όχι, μπορεί να ζήσει σε κάποιο σημείο της ζωής του. Απελευθέρωση από κάποιου είδους καταπίεση, τον έρωτα, το μίσος, την πλάκα ακόμα και σε τραγικές στιγμές στη ζωή, την ακατανίκητη επιθυμία για ελευθερία. Ως ηθοποιός δεν σταματάς ποτέ να ανακαλύπτεις καινούργιες πτυχές σε κάθε σκηνή, φράση ή λέξη!

Ο Ρωμαίος που υποδυόμαστε όλα τα αγόρια, νιώθω ότι είναι ένα αγόρι που έχει πολύ μεγάλη επιθυμία να ζήσει έντονα, και είναι έτοιμος από ότι φαίνεται να κάνει τα πάντα για να το πτυχή. Ο Μπεμβόλιο, ο ξάδελφος του, όπως το λέει και το όνομα του (Benevolent: καλοσυνάτος, καλοπροαίρετος) είναι ένα αγόρι που δεν του αρέσει η βία ,όσο κι αν κυριαρχεί στο περιβάλλον που ζει, και προσπαθεί να την αποτρέπει όπως μπορεί. Είναι ελαφρύς και του αρέσει να διασκεδάζει.

Επιπλέον, μας εισάγουν στο ιδιαίτερο σύμπαν της παράστασης δίνοντάς μας πολλούς και ενδιαφέροντες λόγους για να την παρακολουθήσουμε!

Δανάη Επιθυμιάδη: “Σ’ ένα Οργουελικό αποστειρωμένο περιβάλλον παρακολουθούμε τις ζωές των ηρώων σαν από κλειδαρότρυπα. Η άρχουσα τάξη έχει την απόλυτη εξουσία να εμφανίζεται και να αποσύρεται όποτε θέλει. Υπάρχει η αίσθηση ότι΄αυτοί’ μπορούν να έρθουν σε σένα και όχι εσύ σ αυτούς.

Σε μια εποχή όπου δύσκολα κάτι διαφορετικό αντιμετωπίζεται απλά σαν διαφορετικό αλλά σαν σωστό ή λάθος, ιδανικά θα ήθελα με το τέλος της παράστασης να ‘απολαύσουν’ τη δίκη μας εκδοχή της παράστασης γι’ αυτό που είναι.”

Κίττυ Παϊταζόγλου: “Η παράσταση έχει την ενέργεια, την υπερβολή, τη βία και τη μουσική ενός παράλογου παραμυθιού. Σαν να το ονειρευτήκαμε κάποια στιγμή σε κάποιον ύπνο μας, αλλά ξυπνήσαμε τρομαγμένοι, γιατί μάλλον με εφιάλτη έμοιαζε.

Μακάρι κι οι θεατές κι εμείς να θυμηθούμε λίγο την ορμή που νιώθαμε παιδιά, όταν ο Χρόνος έτρεχε δαιμονισμένα ή δεν πέρναγε με τίποτα. Κι ο Τόπος δεν μας χωρούσε.”

Αλέξανδρος Αχτάρ: “Η παράσταση νομίζω θα ήθελα να αφήσει την αίσθηση του πώς τα όνειρα των νέων συχνά πνίγονται κάτω από τις πιέσεις της οικογενείας και της κοινωνίας.

Και σίγουρα θα είναι χαρά αν το κοινό αγαπήσει τον λόγο του Σαίξπηρ στην ιδιαίτερη μετάφραση του Βικέλα και φυσικά απόλαυση την πλοκή αυτού του υπέροχου έργου.”

Γιάννης Καραούλης: “Νομίζω πως οι θεατές πρέπει να προετοιμαστούν για μια dark και περίεργη προσέγγιση του σεξπιρικού έργου με τους πολλαπλούς Ρωμαίους και Ιουλιέτες. Ελπίζω, φεύγοντας να το έχουν εισπράξει αυτό, παράλληλα με το καθαρό στίγμα της ιστορίας αυτού του απόλυτου νεανικού έρωτα – μέσα από το σεβασμό και την αγάπη που αγγίξαμε το σεξπιρικό κείμενο και την κλασική μετάφραση του Δ. Βικέλα.”  

Αναστάσιος Καραχανίδης: “Στη παράσταση περιβάλλομαι από πολύ ταλαντούχους και νέους ανθρώπους σε ένα σαθρό περιβάλλον με άρρυθμο χρόνο. Σε αυτό το περιβάλλον το πάθος όλων δίνει ελπίδα που φαντάζει άκαιρη. Αυτή η ελπίδα και το πάθος του έργου θα ήθελα να επικοινωνήσουν με  τους θεατές για να θυμηθούμε τη νιότη στις καρδιές μας.”

Γιώργος Κάτσης: “Νέα παιδιά, χωρίς προορισμό, γελούν, κλαίνε, σκοτώνονται και ερωτεύονται – στα άκρα – μεταξύ τους χαραμίζοντας τα νιάτα τους αφήνοντας να επιβιώνει το παλιό και τα γηραιά σε μια παράσταση μίλια μακριά από ένα κλασικό ανέβασμα του έργου. Εύχομαι – βλέποντας την παράσταση – οι γηραιότεροι να καταλάβουν πως οφείλουν να ανοίγουν τον δρόμο για τους νέους, και οι νεότεροι παρά τον φόβο των εποχών να ξεπερνάνε τους παλιούς. Πάντα.” 

Παναγιώτης Μπρατάκος: “Η παράσταση πιστεύω πως και με βάση τη σύνθεση του θιάσου δίνει έμφαση ακριβώς στην επαναστατική πλευρά του έρωτα απέναντι σε κάθε καθεστώς καταπίεσης και χειραγώγησης των νέων. Κι αυτήν ακριβώς την αίσθηση εύχομαι να αφήσει στους θεατές: ένα “make love not war” μέσα στην εποχή των μνημονίων και της πτώσης των πολιτικών ιδεολογιών.”

Κωνσταντίνος Πλεμμένος: “Νεότητα, εφηβεία, φαντασιώσεις θανάτου, μαύρη μουσική. Φεύγοντας ο θεατής θα ήθελα να πιστέψει στα παραμύθια.”

Αντώνης Σταμόπουλος: “Η παράσταση μας, στέκεται αρκετά στο περιβάλλον το όποιο ζουν όλα αυτά τα νέα παιδιά στο έργο. Είναι εξαιρετικά βίαιο λόγω της βεντέτας των δυο οικογενειών, και η εξουσία τους περιορίζει τη χαρά και την ελευθερία. Μέσα σ αυτόν το τρομοκρατικό από την εξουσία κόσμο χωρίς χαρά, (αλλά όχι χωρίς χιούμορ!) ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα ερωτεύονται και προσπαθούν να συνυπάρξουν. Τα καταφέρνουν;”

Άραγε, τι μπορεί να συμβεί όταν όλα ανατρέπονται; Όταν ένα ερωτευμένο ζευγάρι πάει κόντρα στην παράδοση και επαναστατεί με τον δικό του τρόπο; Τι φέρνει αυτή η επανάσταση; Και ποιος θα συνεχίσει την παράδοση;

Ένα είναι το σίγουρο, όπως προφέρεται και από το στόμα του Πατήρ Λαυρέντιου (Ιερώνυμος Καλετσάνος):

“Τέτοιες χαρές ορμητικές, ολέθρια τελειώνουν”!

 Το αριστούργημα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» παρουσιάζεται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σε σκηνoθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου, από 19 Φεβρουαρίου