Οι θεατρικές παραστάσεις που προτείνουμε σήμερα είναι:

Ο Ευθύμης Θέου σκηνοθετεί «Τα Ρούχα», μια performance θέατρου/αρχαιολογίας για την ιστορία του ενδύματος στο Μουσείο Μπενάκη

Με αφετηρία μια ομάδα προϊστορικών εξαρτημάτων από αργαλειούς, «Τα Ρούχα», σε σκηνοθεσία Ευθύμη Θέου, είναι μια performance θεάτρου/αρχαιολογίας για το ένδυμα και τη διαχρονική του παρουσία, που ανεβαίνει για έξι μόνο παραστάσεις σε διαφορετικούς χώρους του Μουσείου Μπενάκη, για περιορισμένο αριθμό θεατών.

Τα ρούχα ως μέσο προσωπικής έκφρασης, εύγλωττο στοιχείο ταυτότητας, πεδίο κοινωνικής συνάντησης και σταθερός μάρτυρας κάθε βιογραφίας. Βαφτιστικά, σχολικά, του γάμου, η στρατιωτική στολή, το κοστούμι, τα ρούχα για τον ύπνο, η κλωστή, το ύφασμα, το ράψιμο, το ρούχο στο σώμα, συμπλέκονται και συνθέτουν ένα έντονα μουσικό, synth pop έργο.

Το έργο αντλεί τα υλικά του από αρχαιολογικά ευρήματα γύρω από την υφαντική και το ένδυμα, και συγκεκριμένα από αυτά που ήρθαν στο φως στην αρχαιολογική θέση «Κοίμηση» στη Θηρασιά, απέναντι από τη Σαντορίνη. Πρόκειται για έναν οικισμό της 3ης και πρώιμης 2ης χιλιετίας π.Χ., μέρος του οποίου κατακρημνίστηκε κατά τη μινωική ηφαιστειακή έκρηξη.

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας της παράστασης, η δημιουργική ομάδα επισκέφθηκε τη Θηρασιά, όπου πραγματοποίησε συνεντεύξεις με τους αρχαιολόγους και τους κατοίκους της περιοχής, συμμετείχε στην ανασκαφή, παρατήρησε και κατέγραψε τις τοπικές συνήθειες ένδυσης, και στη συνέχεια συνέθεσε το πλούσιο υλικό που συνέλεξε σε ένα έργο που αποτελεί ταυτόχρονα και καταγραφή της εμπειρίας του μικρού αλλά τόσο ιδιαίτερου και γοητευτικού αυτού νησιωτικού κόσμου.

Η performance θα κάνει μια «περιδιάβαση» σε τρεις διαφορετικούς χώρους του Μουσείου Μπενάκη, εξερευνώντας τα διαφορετικά του περιβάλλοντα με οδηγό πάντα το ρούχο: στο Μουσείο Μπενάκη / Πειραιώς 138 (6-7 Μαΐου, 20:30), στο Μουσείο Ελληνικού Πολιτισμού, Κουμπάρη 1 (8 Μαΐου, 18:30 & 20:30) και στο Μουσείο Μπενάκη / Νηματουργία Μέντης – Αντωνόπουλος (ΝΗ.Μ.Α.), Πολυφήμου 6, (9 Μαΐου, 18:30 & 20:30).

© Χρήστος Συμεωνίδης

Garamond 12, της Μαρίας Δριμή σε σκηνοθεσία Sergei Okunev στο θέατρο Πορεία

Μετά το Νυχιάνγκ και το Labor που αγκαλιάστηκαν θερμά από το κοινό, ένα ακόμη νέο έργο, ένα δείγμα της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας, παρουσιάζεται στη σκηνή του θεάτρου Πορεία. Το Garamond 12 της Μαρίας Δριμή, που πήρε τον τίτλο του από μια… γραμματοσειρά, προέκυψε από τη Σχολή Πυροδότησης Θεατρικής Γραφής του θεάτρου Πορεία και πραγματεύεται τα θέματα της ταυτότητας, του απογαλακτισμού και της δειλίας απέναντι στη ζωή, της υποστηρικτικής και ενίοτε πνιγηρής σχέσης μητέρας-παιδιού, της αποδοχής του εαυτού, της άρνησης παραδοχής της πραγματικότητας, των ζωτικών προτύπων, της έκθεσης του καλλιτέχνη, της αδυναμίας να ακολουθήσουμε έναν «ενδεδειγμένο» τρόπο ζωής, της φιλίας, της ερωτικής επιθυμίας…

Ο Μαρκ Χάντερ, ένας ταλαντούχος ανερχόμενος συγγραφέας, πάσχει από αγοραφοβία και ζει διαρκώς κλεισμένος στο σπίτι μαζί με την υπερπροστατευτική μητέρα του και προσκολλημένος στην ανάμνηση του πρόωρα χαμένου θείου του. Αν και κάθε μυθιστόρημά του δημιουργεί αίσθηση στους κριτικούς και βρίσκει μεγάλη απήχηση στο κοινό, ο ίδιος αδυνατεί να εκτεθεί ως καλλιτέχνης με του όρους του μάρκετινγκ και των δημοσίων σχέσεων. Όταν η πίεση από τον εκδότη του, τα ΜΜΕ και το κοινό γίνεται αφόρητη, προσλαμβάνει τον Τζέικ, ένα εξωστρεφές alter ego του, για να παρουσιάζεται ως Μαρκ στο κοινό, πλάθοντας έναν «ιδανικό» εαυτό και ένα γοητευτικό αντικείμενο πόθου. H εμφάνιση μιας νεαρής επίδοξης συγγραφέως στη ζωή του Τζέικ, φέρνει τον Μαρκ σε αδιέξοδο, αφού είναι θέμα χρόνου να αποκαλυφθεί η πραγματικότητα. Το τέλος είναι τραγικό αλλά και λυτρωτικό.

Όπως με την Έμιλυ Λουΐζου για το Labor, έτσι και τώρα το θέατρο Πορεία απευθύνθηκε σε έναν νεαρό σκηνοθέτη, τον Ρώσο Sergei Okunev, απόφοιτο της περίφημης σχολής GITIS, που υπογράφει την πρώτη σκηνοθεσία του στην Ελλάδα.

© Ευάγγελος Κάλλοου

Η Απολογία του Βασιλιά Λεοπόλδου του Β’, του Μαρκ Τουαίην στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

Η Απολογία του βασιλιά Λεοπόλδου Β’ (πρωτότυπος τίτλος, Ο μονόλογος του Βασιλιά Λεοπόλδου Β΄) είναι ένα σπάνιο έργο, που γράφτηκε από τον Μαρκ Τουαίην το 1905.

Σπάνιο, διότι επί σειρά ετών δεν είχε συμπεριληφθεί καν στα άπαντά του. Σπάνιο, επειδή μέχρι και σήμερα ο τα αντίτυπα που υπάρχουν είναι λιγοστά, όπως και οι επανεκδόσεις του, λόγω της πολεμικής που δέχθηκε, για ευνόητους λόγους, από τους βασιλικούς κύκλους του Βελγίου και όχι μόνο.

Το έργο αποτελεί μια εξιστόρηση των γεγονότων του «εγκλήματος του Κονγκό», που την ίδια χρονική περίοδο συγκλόνισε όχι μόνο τον Μαρκ Τουαίην, αλλά και συγγραφείς όπως ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ και ο Τζόζεφ Κόνραντ, καθώς και πλήθος δημοσιογράφων, πνευματικών ανθρώπων, φωτογράφων και ιεραποστόλων της εποχής.

Βασισμένο σε πραγματικά ιστορικά ντοκουμέντα και δημοσιεύματα, τα οποία ο Τουαίην τα συμπεριλαμβάνει αυτούσια στο κείμενό του.

Με καυστική σάτιρα, οργή και πάθος κατά της ιστορικής αδικίας που εξελισσόταν για περισσότερο από δύο δεκαετίες στην απέραντη χώρα, περιγράφονται οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης αλλά και εξόντωσης των κατοίκων στο «ελεύθερο κράτος του Κονγκό» με ευθύνη του βασιλιά Λεοπόλδου Β’ του Βελγίου, του οποίου η χώρα υπήρξε προσωπική ιδιοκτησία.

Τα βασανιστήρια, οι βιασμοί, οι ακρωτηριασμοί, οι θανατώσεις, οι κανιβαλισμοί στο όνομα του κέρδους από την ανερχόμενη αγορά του καουτσούκ, του ελεφαντόδοντου και των άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών, μείωσαν τον πληθυσμό μέσα σε ελάχιστα χρόνια κατά δέκα εκατομμύρια τουλάχιστον. Το απολυταρχικό σύστημα που εφάρμοσε αδίστακτα και μεθοδικά ο ελέω Θεού Βασιλιάς Λεοπόλδος Β΄ καθιστά το κείμενο επίκαιρο και διαχρονικό. Το κίνημα Black Lives Matter, στις διαδηλώσεις του, δεν είναι τυχαίο ότι γέμισε όλα τα αγάλματα του Λεοπόλδου στο Βέλγιο με κόκκινη μπογιά, καθώς μέχρι και πρόσφατα δεν είχε αποκατασταθεί επίσημα η ιστορική αλήθεια για τις θηριωδίες του εν λόγω αδίστακτου μονάρχη.

Η κεντρική ιδέα της παράστασης, πέρα από την ανάδειξη και τις αναφορές ενός στυγερού και άπληστου τυράννου εις βάρος ανίδεων και αγνών πληθυσμών, βασίζεται στο κατά πόσο οι εκάστοτε εξουσίες έχουν χρησιμοποιήσει διαχρονικά την Τέχνη, με στόχο την χειραγώγηση των μαζών, την εδραίωση και την υστεροφημία τους.

Πραγματικά, ένα μεγάλο μέρος αυτού του παράνομα αποκτημένου πλούτου διατέθηκε από τον Λεοπόλδο Β’ στην ανάθεση μεγαλοπρεπών και μνημειακών έργων τέχνης, που ανέδειξαν το μικρό Βέλγιο σε πολιτιστικό κέντρο της Ευρώπης της εποχής των αρχών του 20ου αιώνα.

Το πρωτότυπο αυτό κείμενο ανεβαίνει επί σκηνής για πρώτη φορά στη χώρα μας. Η παράσταση θα αποτελεί μεικτή σύνθεση video art , φωνών, πρωτότυπης μουσικής σύνθεσης, με κυρίαρχη την παρουσία του ρόλου του Λεοπόλδου Β’.

Photo Credit: «Τα Ρούχα», Κατερίνα Παρασκευά