Ένα μυθιστόρημα βγαλμένο από την ζωή ενός ανθρώπου που υπέφερε ουκ ολίγα, που περιπλανήθηκε στους δρόμους της απαξίωσης, της αμφιβολίας για το αύριο, της αβεβαιότητας για το παρόν του και τον εαυτό του αλλά και ένας άνθρωπος που αντιστάθηκε σθεναρά, που ύψωσε ανάστημα, που δεν δίστασε να εκφραστεί ελεύθερα, αυτή είναι μία μικρή περίληψη ενός βιβλίου που τοποθετεί τον Walser στους επιφανείς αναλυτές ψυχής. Γιατί περιγράφεται η σκληρότητα μίας ολόκληρης πορείας προς την προσπάθεια να είναι κανείς αξιοπρεπής και όχι δούλος των υπολοίπων, κύριος του εαυτού του, αυτή είναι στην πραγματικότητα η κατάθεση που επιχειρεί ο Walser εδώ μέσω τoυ Σίμον Τάννερ του λογοτεχνικού καθρέφτη του που μέσα από αυτή την τρυφερή αλλά και ανηλεή αφήγηση μιας και δεν φείδεται λόγων, ανοίγει και κλείνει τις δικές του προσωπικές πληγές. Ο ίδιος ο Walser υπήρξε οδοιπόρος και περιπατητής προς την αναζήτηση της ευτυχίας του και πάλεψε για να νιώσει απαραίτητος και μέλος μίας κοινωνίας που αρνείται πεισματικά να ελιχθεί. Σε πιθανό διάλογο με τους αδελφούς Καραμαζόφ του Ντοστογιέφσκι, αυτό το λογοτεχνικό αριστούργημα που σκιαγραφεί τις ανθρώπινες εξάρσεις και αδυναμίες, ο Walser ξεδιπλώνει όλο το φάσμα της οικογένειας Τάννερ μέσα στον πυρετό των θερμών και εναγκαλισμένων σχέσεών τους.

Όλη η ιστορία έχει την βαθιά αναζήτηση ενός εγώ μέσα στο εμείς. Γιατί ο Σίμον Τάννερ είναι ένας άνθρωπος ευαίσθητος, σκεπτόμενος, καλοπροαίρετος αλλά και επαναστατικός, αντιδραστικός, ειλικρινής που πληρώνει το τίμημα των λόγων του χωρίς να υπολογίζει το κόστος των πράξεών του. Παραμένει άνεργος για μεγάλο διάστημα αλλάζοντας διάφορες δουλειές και υπηρετώντας ανθρώπους διαφόρων ιδιοσυγκρασιών χωρίς ποτέ να βρίσκει αυτό που του ταιριάζει, που τον ικανοποιεί. Και κάθε φορά που αφήνει πίσω του το μέτωπο μίας εργασίας για αυτόν χαμένης έχει την σιγουριά πως το φταίξιμο δεν είναι δικό του. Παλεύει να στηριχτεί στα πόδια του, να μην λυγίσει και να συνεχίσει να αποζητά το συμφέρον του που δεν είναι άλλο από μία εργασία που να τιμά το πρόσωπό του και να μην γίνεται έρμαιο του κάθε εργοδότη. Αυτό μήπως θυμίζει κάτι από την σημερινή τροπή του εργασιακού status quo κυρίως στον ελληνικό χώρο? Και ο Σίμον Τάννερ δεν μεμψιμοιρεί ούτε και απογοητεύεται για αυτό το ατελείωτο αλισβερίσι, αποδέχεται την μοίρα του και την αντιμετωπίζει κατάματα. Και σε όλο αυτό το ανηφόρι αυτός ο φτωχούλης του Θεού, φτωχός όχι σε συναισθήματα και σε μεγαλοψυχία αλλά σε αδυναμία χαρακτήρα ώστε να βρει αυτοπεποίθηση, έρχεται σαν από μηχανής Θεός η στήριξη των αδελφών του. Έτσι όπως ο Τεό Βαν Γκογκ συνέδραμε τον μεγαλοφυή Βίνσεντ έτσι και ο Κλάους, ο Κάσπαρ και η Χέντβιγκ ήταν το καταφύγιο όταν ο Σίμον τους είχε ανάγκη και ήθελε ένα σκαμνί για να ακουμπήσει τις ανησυχίες του. Εν είδει ημερολογίου περιδιαβαίνει με στοχαστική διάθεση σε όλα αυτά που τον προβληματίζουν και τα αδέλφια του είναι πάντα εκεί για να τον αφουγκραστούν, αυτό είναι το μεγαλείο της φιλίας μεταξύ των ανθρώπων, γιατί πρώτα είσαι φίλος και μετά αδελφός. Γράφει ο Βάλζερ χαρακτηριστικά: “Εξακολουθώ να ονειρεύομαι πολύ, αλλά τουλάχιστον πρέπει να παραδεχτείτε ότι ονειρεύομαι με ειλικρίνεια και με τη λαχτάρα να γίνω καλύτερος άνθρωπος από ό,τι είμαι τώρα”. Αυτή είναι η φιλοσοφία του Σίμον να αγγίξει τα όνειρά του και για να γίνει αυτό που έχει ιδανικό στο μυαλό του, ένας άξιος άνθρωπος.

Ο Βάλζερ ακουμπάει την ντοστογιεφσκική αντίληψη με μία διαφορά: Στους Αδελφούς Καραμαζόφ υπάρχουν ίντριγκες και δραματικότητα που κορυφώνεται όσο ο Ρώσος απλώνει την τέχνη της περίπλοκης αφήγησής του. Ο Ελβετός όμως πιστώνεται μία άλλη προσέγγιση, στον Σίμον δεν δίνει τον τόνο της καταστροφικής μοναξιάς αλλά τον περιβάλλει με μία τρυφερότητα και μία φροντίδα που βέβαια ο ίδιος γνώρισε έχοντας στο πλευρό του τα αδέρφια του απλά εδώ τους αλλάζει ονόματα. Ο Βάλζερ είναι αριστουργηματικός στον τρόπο με τον οποίο βυθίζεται στην ψυχοσύνθεση του Σίμον, τον “ξεπουπουλιάζει”, προκαλεί αφαίμαξη των αγωνιών του και των απόψεών του για την ζωή και το μέλλον του σε έναν κόσμο πλασμένο για πιο σκληροτράχηλους και χοντρόπετσους. Εδώ πρόκειται για την περίπτωση ενός ανθρώπου που δεν τρέφει κακίες και μίση για το περιβάλλον του, ίσα ίσα προσπαθεί να ορθοποδήσει και όταν αντικρίζει αλλόκοτες προς εκείνον καταστάσεις αλλάζει ρώτα και τραβάει το δικό του κουπί σε άλλα μέρη σαν τον αναβάτη που συνομιλεί με το άλογό του.

Το επόμενο απόσπασμα είναι καθολικά αντιπροσωπευτικό των πεποιθήσεων του ίδιου του Βάλζερ και ο Σίμον ξεστομίζει τα παρακάτω που είναι και η πεμπτουσία όλης της μυθιστορηματικής αυτής κατάθεσης του συγγραφέα: “Η θρησκεία, σύμφωνα με τη δική μου πείρα, είναι η αγάπη για τη ζωή, η βαθιά σχέση με τη γη, η χαρά της κάθε στιγμής, η εμπιστοσύνη στην ομορφιά, η πίστη στον άνθρωπο, η ξενοιασιά όταν γλεντάς με φίλους, η διάθεση για στοχασμούς και η αίσθηση πως δεν ευθύνεσαι για τις συμφορές – είναι το χαμόγελο απέναντι στο θάνατο και το θάρρος μπροστά σε κάθε πρόκληση της ζωής”. Ο Σίμον είναι ένας ήρωας του καιρού του, ένας μαχόμενος σε μία εποχή δύσκολη, τραχιά και ανελέητη στον αδύναμο. Εκείνος όμως σε πείσμα των καιρών επιθυμεί για τον εαυτό του να κυνηγήσει για θήραμα τα δικά του πιστεύω γιατί το ταξίδι αξίζει πιο πολύ από την ίδια την Ιθάκη.

“Η απαρχή της θρησκείας μας βρίσκεται στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αν οι άνθρωποι διατηρούν την αξιοπρέπειά τους στις σχέσεις τους, τότε τη διατηρούν και ενώπιον του Θεού”

Το μυθιστόρημα του σπουδαίου Ελβετού συγγραφέα Ρόμπερτ Βάλζερ με τίτλο Τα αδέλφια Τάννερ, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροές.