«Το Παραμύθι της Λήθης» είναι ένα σύγχρονο παραμύθι που όμως είναι γραμμένο με τον κλασικό αφηγηματικό τρόπο του παραμυθιού που ακολουθεί τρεις γενικές αρχές όσον αφορά τον τόπο, το χρόνο και τα πρόσωπα. Στο πλαίσιο αυτό, ο χρόνος του παραμυθιού είναι αόριστος («µια φορά κ’ έναν καιρό»), όπως εξίσου αόριστος είναι και ο τόπος του παραμυθιού (σε κάποια μακρινή χώρα).

Ένα ακόμη κοινό γνώρισµα των παραμυθιών είναι ότι αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι οι ιδιότητές που έχουν οι συγκεκριμένοι χαρακτήρες. Θέλω να πω με αυτό ότι όπως και στο κλασικό παραμύθι έτσι και στο Παραμύθι της Λήθης υπάρχουν γνωστά πρότυπα ηρώων όπως ο κακός βασιλιάς, η νεράιδα αλλά και η ασάφεια στο χρόνο και τον χώρο που εξελίσσεται η ιστορία.

Επίσης ένα παραμύθι ξεκινά πάντα με μια ήρεμη εισαγωγή, προχωράει στη δράση και τελειώνει πάντα με έναν ήρεμο τρόπο, αφήνοντας ένα συναίσθημα πληρότητας και σταθερότητας. Ο Παντελής όμως στο βιβλίο του κάνει κάτι πρωτότυπο. Εγκιβωτίζει τον παρελθόντα χρόνο ως ανεξάρτητη αφηγηματική μονάδα και διηγείται το παρελθόν σαν μια αυτοτελή ιστορία που άξαφνα εμφανίζεται στις λευκές σελίδες ενός βιβλίου που χαρίζει η γιαγιά στη μικρή της εγγονή στο παρόν.

Έτσι η αφηγηματική δομή του βιβλίου κινείται ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν. Άλλωστε για ένα πράγμα όπως γράφει ο Παντελής είναι απόλυτος πως: «Ο σπουδαιότερος ζωγράφος, γλύπτης ή σκηνοθέτης είναι ο χρόνος». Έτσι λοιπόν ο χρόνος γίνεται η αφορμή για ένα αφηγηματικό παιχνίδι που ξεκινά σταδιακά για να οδηγήσει τον αναγνώστη σε έναν μαγικό κόσμο, τον κόσμο του βασιλιά Άλμπασορ, των διπλομαγεμένων ανθρώπων, του σπασμένου καθρέφτη, των χαμένων ανέμων.

Και ο ήρωας θα βρεθεί στο λιμάνι των αναμνήσεων, θα σπάσει τους καθρέφτες της Λήθης, θα ταξιδέψει στον κόσμο της μουσικής, για να καταλάβει ότι η μελωδία της αγάπης, η επανάσταση της υποταγής και η καταπίεση της ελευθερίας περνούν μέσα από πέντε βασικά ανθρώπινα ελαττώματα: την απάθεια, τη ματαιοδοξία, την απληστία, την άγνοια αλλά κυρίως τη λήθη.

Μόνο αν καταστραφούν αυτά θα μπορέσει ο κόσμος να μην είναι πια ένα άβουλο πιόνι στη σκακιέρα των μάγων που τον κυβερνούν στη χώρα των χαμένων ονείρων», όπως γράφει ο Παντελής.  

Φαίνεται λοιπόν ότι ο άνθρωπος σταμάτησε να βλέπει στο βάθος τα πράγματα, να αφουγκράζεται τη σιωπή τους να ακούει το τραγούδι τους. στάθηκε στον αντικατοπτρισμό των ειδώλων και παρασύρθηκε στην ασημαντότητα μιας πειθήνιας υπακοής. Άλλωστε «Πίσω από τα είδωλα κρύβεται το μεγάλο μυστικό του κόσμου».

Το παραμύθι, εξάλλου, δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστο από το κοινωνικό, ιστορικό και φυσικό περιβάλλον της κοινότητας που το υποδέχεται. Ως ένα ζωντανό σώμα προσαρμόζεται στις συνθήκες και παίρνει τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της εποχής στην οποία απευθύνεται.

Έτσι λοιπόν, ενώ το βιβλίο του Παντελή έχει τον διακριτικό τίτλο «Το Παραμύθι της Λήθης» και νομίζει κανείς ότι αυτό που θα διαβάσει απευθύνεται μόνο σε παιδιά, από τις πρώτες κιόλας σελίδες του αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για μια ιστορία, η κοινωνική διάσταση της οποίας  είναι αυτό που περισσότερο ενδιαφέρει τον συγγραφέας της.

Μια ιστορία που ίσως να απευθύνεται εξίσου και στους μεγάλους, σε όλους όσοι βυθίζονται ολοένα και περισσότερο στον κόσμο της Λήθης, αφού τα πέντε μεγάλα ανθρώπινα ελαττώματα που αναφέραμε, κατά κύριο λόγο, είναι θλιβερό προνόμιο των μεγάλων και όχι των παιδιών.

Ο Άντερσεν έλεγε πως «Οτιδήποτε βλέπεις μπορεί να γίνει ένα παραμύθι και μπορείς να βγάλεις μια ιστορία από οτιδήποτε αγγίξεις» κι ο Παντελής μοιάζει να βλέπει γύρω του την κοινωνική απάθεια και αυτό τον συγκλονίζει. Έτσι στήνει ένα παραμύθι για να φωνάξει στον κόσμο ότι όσο παραμένει αδρανής, όσο αφήνεται να ξεχνιέται στη μακαριότητα και την αδιαφορία ο κίνδυνος παραμονεύει. Τα γερακίσια μάτια του καραδοκούν και αρπάζουν κάθε ευκαιρία και πως ο τελικός στόχος αυτού του καλά οργανωμένου συστήματος είναι η ανθρώπινη ανεξαρτησία, ο ελεύθερος στοχασμός, η υπακοή στην ανελευθερία της υποταγής, η κοινωνική αδικία και το χάος της βίας που μαστίζει τη σύγχρονη κοινωνία.

Όμως πιστεύει στην αλλαγή και στη δύναμη που κρύβει η γνώση. Χρειάζεται μόνο ένας, ο Παντελής τον αποκαλεί τρελό, ένας τρελός λοιπόν που θα αντικρίσει πρώτος την αλήθεια και θα φωνάξει σε όλους τους υπόλοιπους: «Σπάστε τους καθρέφτες», τους καθρέφτες που πίσω από το είδωλο που αντικατοπτρίζουν κρύβουν την πεμπτουσία της πραγματικότητας. Ένας τρελός που θα γυρίζει μόνος του τα βράδια, θα τρυπάει με το μυτερό καπέλο του το φεγγάρι, θα συνομιλεί με τις κουκουβάγιες και θα μετράει τα αστέρια την ίδια ώρα που η ζωή των υπολοίπων κυλά ήρεμα και αθόρυβα, με το χαμόγελο της ευτυχίας ή καλύτερα της λήθης χαραγμένο στα μαξιλάρια τους.

Ένας τρελός που θα αντικρίσει πρώτος την αλήθεια και θα αφιερώσει τη ζωή του να κάνει και τους άλλους να τη δουν και να αφυπνίσει τις καταπιεσμένες συνειδήσεις. Το λέει άλλωστε ξεκάθαρα ο ίδιος στον επίλογο του βιβλίου όταν γράφει: «η καταπίεση γεννάει την επανάσταση… η ελευθερία το χάος… οι αδυναμίες των λαών γίνονται ανοξείδωτες αλυσίδες στο γονιδίωμά τους».
Αυτό με δυο λόγια είναι «το Παραμύθι της Λήθης», ένα παραμύθι που προσωπικά μου έφερε στο νου τον κόσμο που έστησε στο έργο του «1984» ο  Όργουελ, όπου κι εκεί ο άνθρωπος παλεύει να αντιταχθεί απέναντι σε ένα μηχανισμό εξόντωσης της ανθρώπινης συνείδησης, σε ένα Σύστημα που σταδιακά τον συντρίβει, ενώ αδιάκοπα τα γερακίσια μάτια του μεγάλου αδελφού καταγράφουν τις κινήσεις του και τον οδηγούν στη μη σκέψη. Γιατί η χειρότερη συντριβή για τον άνθρωπο είναι η ανυπαρξία της σκέψης ή αλλιώς η καταβύθισή του στον κόσμο της λήθης. Κι αυτό ακριβώς θέλει να μας πει ο Παντελής Κυραμαργιός με το βιβλίο του αυτό.

Θα πρέπει να σταθούμε επίσης στην τόσο όμορφη και επιτυχημένη εικονογράφηση του βιβλίου που έκανε η Σαβίνα Λίτση. Ο τρελός με το μυτερό καπέλο, ο Πελοπίδας, ο σπασμένος καθρέφτης, μοιάζουν να υπήρχαν πάντα έτσι όπως βρίσκονται φιλοτεχνημένα στις σελίδες αυτού του τόσο καλαίσθητου βιβλίου που σχεδίασαν οι εκδόσεις Έναστρον, χάρη στη δική της ικανότητα και φαντασία.
«Το Παραμύθι της Λήθης» είναι ένας αφηγηματικός κόσμος μέσα από τον οποίο μας συστήνεται, αυτή τη φορά στον κόσμο της πεζογραφίας, ένας νέος πολυτάλαντος δημιουργός που με το έως τώρα έργο του έχει αποδείξει ότι η τέχνη είναι μία, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιλέγει ένας δημιουργός να εκφραστεί μέσα απ’ αυτήν κάθε φορά.

Λίγα λόγια για τον Παντελή Κυραμαργιό

Ο Παντελής Κυραμαργιός γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1983 στην Αθήνα. Από μικρός ασχολήθηκε με τη μουσική. Σπούδασε στην Οδοντιατρική Σχολή Αθηνών και από το 2008 εργάζεται ως οδοντίατρος στον Πειραιά.  Από το 2009 είναι μέλος του μουσικού συγκροτήματος «Mέλισσες». Παράλληλα γράφει τραγούδια για άλλους καλλιτέχνες. Το 2002 το ποίημά του  «Ο άλλος» συμπεριλήφθηκε στην έκδοση  «Οι αυριανοί –Ανθολογία νεαρών ποιημάτων», εκδόσεις Ροές, μετά τη διάκρισή του σε σχετικό διαγωνισμό.

Το βιβλίο του Παντελή Κυραμαργιού, Το Παραμύθι της Λήθης, σε εικονογράφηση της Σαβίνας Λίτση, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έναστρον. Διαβάστε πληροφορίες για το βιβλίο, εδώ.