Υπάρχει η θεωρία πως οι κρίσεις και οι πόλεμοι είναι αναγκαίο κακό, μία απαραίτητη παράμετρος ώστε μέσα από τέτοιες συγκυρίες οδυνηρές και επώδυνες η κοινωνία να αναγεννιέται, να αναπροσαρμόζεται και να επανακαθορίζεται ως προς τις αξίες της και τις προτεραιότητές της.

Ποτέ δεν είναι όλα μέλι γάλα σε ένα περιβάλλον, όποιο και αν είναι αυτό και σε όποιο σημείο του πλανήτη και αν το ορίσουμε. Πόσο μάλλον σε αυτό που περιγράφει ο Ζαν Ματέρν σε αυτό το μυθιστόρημα, όπου μας φέρνει σε επαφή με ένα παρελθόν ταραγμένο και ιστορικά και κοινωνικά. Ο συγγραφέας μέσω του πρωταγωνιστή του και μέσα σε λίγες σελίδες καταφέρνει να συμπυκνώσει ένα σημαντικό μέρος της ιστορίας της Ευρώπης, αυτό που ξεκίνησε με τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και συνεχίζεται κατά μία έννοια μέχρι και σήμερα. Αφηγείται τις ζωές έτσι όπως τις έζησαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής μέσα από προσωπικές και ολικές ανακατατάξεις και ανατροπές.    

Η ιστορία τοποθετείται στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου όταν και ο πρωταγωνιστής βιώνει τον ξεριζωμό από τον τόπο που μεγάλωσε και έζησε, την Τέμεσβαρ της Ρουμανίας για να γλιτώσει από την λαίλαπα των συγκρούσεων ναζιστών και μπολσεβίκων. Θύμα του πολέμου και της φασιστικής απειλής που έχει απλωθεί ανά την Ευρώπη αλλά και του κομμουνισμού που λίγο αργότερα θα καταδυναστεύσει όλη την ανατολική Ευρώπη και σαν αέρας θα φυσήξει μακριά κάθε έννοια δημοκρατικού ίχνους, εγκαταλείπει βίαια την πόλη του και την γιαγιά του, το μόνο του καταφύγιο αν αναλογιστεί κανείς πως έχει μείνει νωρίς ορφανός από γονείς. Μαζί με την φυγή χάνονται και οι ελπίδες του καθώς αρχίζει ένα ταξίδι αβεβαιότητας και ανασφάλειας προς το άγνωστο, αυτό που βιώνει και ο κολλητός φίλος του Στέφαν με τον οποίο αναχωρούν εσπευσμένα και δίχως δεύτερη σκέψη. Η γαλλική του καταγωγή είναι το μοναδικό του φυλαχτό και η παρακαταθήκη του για ένα καλύτερο αύριο, μιας και μετά από πολλές δοκιμασίες βρίσκει την δική του Ιθάκη στη γαλλική Καμπανία όπου και θα εγκατασταθεί μαζί με την Σούζαν, την γυναίκα με την οποία θα αποκτήσει παιδιά και θα περάσουν εκεί τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους. Τι και αν η ζωή κυλάει όμως ήρεμα σε αυτή την γωνιά της Ευρώπης και αν όλα τα δύσκολα βρίσκονται πίσω του; Η ανάμνηση παραμένει ανάμνηση μίας άλλης ζωής που διακόπηκε βάναυσα μπροστά στον κίνδυνο του θανάτου και σαν μαστίγωμα έρχονται οι σκέψεις που ξυπνάνε.

Ο Ματέρν σε δεύτερο χρόνο τοποθετεί τον πρωταγωνιστή του στο 1957 όταν οι εξεγέρσεις εντείνονται, οι λαοί διαμαρτύρονται, νέα μέτωπα αντιπαλότητας εγείρονται και η ειρήνη μία δεκαετία σχεδόν μετά την παύση του πολέμου βρίσκεται ακόμα μία φορά κλονισμένη να παλεύει στον θάλαμο της εντατικής. Τα γεγονότα που θα ανακοίνωναν την άνοιξη της Πράγας έχουν ήδη αρχίσει και αυτό με λίγα λόγια σημαίνει συγκρούσεις στους δρόμους, ασταθείς πολιτικές συγκυρίες και βέβαια καμία κοινωνική συνοχή μιας και υπό τέτοιες συνθήκες όλα είναι μετέωρα. Σε αυτή την ανισορροπία οι ζωές των ανθρώπων οφείλουν να συνεχιστούν με χαρές λιγότερες και με λύπες περισσότερες. Ο Ματέρν τον πρωταγωνιστή του τον θέλει στις επάλξεις και, μέσα σε όλο αυτό το κοινωνικοπολιτικό σκηνικό που έχει στηθεί, γνωρίζει την Σουζάν και μέλλουσα γυναίκα του, την συναντά σε μία συναυλία αλληλεγγύης γιατί οι ανθρώπινες σχέσεις κάτω από πίεση και υπό κοινή ανάγκη για δράση συσφίγγονται. Εκείνος λοιπόν μακριά από φίλους και συγγενείς παίζει ό,τι χαρτί του έχει απομείνει και βρίσκει στο πρόσωπο της Σούζαν, την σύντροφο που αποζητούσε για να ξανασταθεί στα πόδια του. Ερωτεύονται σφόδρα, αγωνιούν μαζί αυτή την φορά και σχεδιάζουν τα μελλοντικά τους πλάνα γιατί όπως λέει και ο συγγραφέας “ευτυχείς ή δυστυχείς, ορίζουμε το ισοζύγιο μετρώντας στα δάχτυλα από τη μία τις επιτυχίες κι από την άλλη τις αποτυχίες”. Εξάλλου, εκείνος θέλει να παραμερίσει τις όποιες δυσκολίες και να της προσφέρει μία ζωή χαρούμενη, “από μέλι και γάλα”. Όταν χρόνια μετά ανατρέχει στην ζωή που έζησαν τι από όλα αυτά που επιθυμούσε κατόρθωσε να επιτύχει;

Η όλη αφήγηση έχει κάτι να θυμίζει από Προυστ καθώς ο πρωταγωνιστής μοιάζει να ψάχνει στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεών του ατενίζοντας το παρόν και προσπαθώντας να συμπληρώσει τα κομμάτια ενός χαμένου παζλ προσθέτοντας τα όνειρα και ενοποιώντας τον χρόνο, μιας και το τέλος πλησιάζει. Επανερχόμενος στην αρχική διαπίστωση η ιστορία και η πραγματικότητα που προκύπτει από αυτήν, όσο σκληρή μπορεί να είναι, άλλο τόσο ενδιαφέρουσα και σαγηνευτική μπορεί να γίνει όταν ο έρωτας και η φιλία μπορούν να υπερτερήσουν και να σβήσουν κάθε δάκρυ απώλειας. Ο Ματέρν μέσα στην όλη ιστορία αφήνει να φανεί πως καμία ζωή δεν είναι ποτισμένη μόνο με δυσάρεστες στιγμές, πάντα υπάρχει ένα φως και ένα κερί που αχνοφαίνονται και εστιάζει στην μισογεμάτη πλευρά του ποτηριού.
                                                                               

“Η λησμονιά μας συντροφεύει τόσο παράξενα στη διάρκεια της ζωής μας”

Το βιβλίο του Ζαν Ματέρν, Από μέλι και γάλα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία.