Λίγο πριν την πρεμιέρα ο καλλιτεχνικός Διευθυντής του Teatro Real της Μαδρίτης μιλά για την πάντα επίκαιρη όπερα των Μπέρτολτ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ «Άνοδος και πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ» την Τρίτη 13 Μαρτίου 2012 στις 18.30.

Το έργο παρουσιάζεται στο Μέγαρο στις 13, 15 και 17 Μαρτίου (παραγωγή του Teatro Real).

Η «Άνοδος και η πτώση της πόλης του Μαχαγκόννυ» των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ αποτελεί έργο-σταθμό του σύγχρονου μουσικού θεάτρου. Mια επική όπερα που σατιρίζει την ίδια της τη «φύση» από άποψη μουσικής φόρμας αλλά κυρίως, σε επίπεδο σύλληψης και περιεχομένου, τις «ελευθερίες» της αστικής, καπιταλιστικής κοινωνίας.

Η εμβληματική και πάντα επίκαιρη αυτή όπερα που συγκαταλέγεται στις πρόσφατες παραγωγές του περίφημου Teatro Real της Μαδρίτης παρουσιάζεται και στο Μέγαρο, στις 13,15 και 17 Μαρτίου, σε σκηνοθεσία της πρωτοποριακής ομάδας Fura Dels Baus – στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου συνεργασίας των δύο πολιτιστικών οργανισμών – ενώ συνιστά και το αντικείμενο μιας διάλεξης ιδιαίτερου ενδιαφέροντος με ομιλητή τον Ζεράρ Μoρτιέ: τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Teatro Real, μια κορυφαία προσωπικότητα στο χώρο της παγκόσμιας πολιτιστικής διαχείρισης και της σύγχρονης όπερας (διευθυντή, μεταξύ άλλων, του Βασιλικού Θεάτρου de la Monnaie/Όπερας των Βρυξελλών το οποίο ανέδειξε σε «Μέκκα των φίλων της όπερας», του Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ και της Εθνικής Όπερας του Παρισιού).

Η εκδήλωση – που εντάσσεται στο πλαίσιο του φετινού Megaron Plus και της Σειράς Όπερα στο Μέγαρο Μουσικής-Κύκλος Brecht – θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 13 Μαρτίου, στις 6.30 το απόγευμα, λίγη ώρα πριν την πρεμιέρα της παράστασης στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη. Με αφορμή τη συγκεκριμένη όπερα των Βάιλ-Μπρεχτ, την πρώτη παραγωγή που υπέγραψε από την ανάληψη των καθηκόντων του στο Teatro Real το 2010, ο Ζεράρ Μορτιέ επιθυμεί να μας κάνει να συλλογιστούμε για την ουσία και το ρόλο της τέχνης μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες, σε εποχές οικονομικής κρίσης.

…Στη μέση μιας αμερικάνικης ερήμου, το αυτοκίνητο των καταζητούμενων Φάττυ, Μωυσή και Μπέγκμπικ χαλάει. Μην έχοντας άλλη επιλογή, οι τρεις φυγάδες αποφασίζουν να μείνουν εκεί. Έτσι, χτίζεται η πόλη Μαχαγκόννυ. Η πόλη-παγίδα. Η πόλη όπου όλοι ζουν ξοδεύοντας και απολαμβάνοντας. Όπου όλα επιτρέπονται. Όλα, εκτός από τους απλήρωτους λογαριασμούς. Γιατί στο Μαχαγκόνυ δεν υπάρχει χειρότερο έγκλημα από το να μην έχει κανείς χρήματα…

Σαρκαστική αναπαράσταση του καπιταλισμού, η όπερα «Η άνοδος και η πτώση της πόλης του Μαχαγκόννυ» έμεινε, όπως ο ίδιος ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έλεγε, «ζωντανή, παρά το πέρασμα του χρόνου, σαν ντοκιμαντέρ της εποχής του. Ακόμα και σήμερα, το έργο δημιουργεί την ίδια αίσθηση, που περιέγραφα το 1931, μετά από τη βερολινέζικη πρεμιέρα: ένα μείγμα τρόμου και θαυμασμού. Η ατμόσφαιρα αγωνίας του Βερολίνου της δεκαετίας του ’20 δεν έχει περιγραφεί ποτέ τόσο πιστά, όπως σε αυτή την όπερα, της οποίας οι μελωδίες και τα χρώματα μένουν αξέχαστα». Έργο που αποκαλύπτει έναν κόσμο καπιταλιστικής «ελευθερίας», διατηρεί και σήμερα, οκτώ δεκαετίες μετά τη δημιουργία του, όλη τη φρεσκάδα της ιδιοφυούς καρικατούρας. Σημείο αναφοράς είναι το Μαχαγκόννυ – φανταστική πόλη της «Άγριας Δύσης» – το οποίο κατοικείται από τυχοδιώκτες, δολοφόνους, μαστροπούς, πόρνες. Η πόλη είναι το θέατρο τρομερών συμβάντων που παραπέμπουν με καυστικό και γκροτέσκο τρόπο στην καπιταλιστική κοινωνία: η αγάπη μετατρέπεται σε είδος εμπορίου, ο «από μηχανής θεός» στέλνει τους πάντες στον αγύριστο, ο νόμος περνάει στα χέρια των εγκληματιών κ.ο.κ.

Κατ’επέκταση, έχουμε να κάνουμε με μια όπερα που αντιστρατεύεται τα προσφιλή θέματα της παραδοσιακής όπερας, όπως και τη φόρμα της. Ο Μπρεχτ υποστήριζε πως το έργο του «χτυπούσε μια κοινωνία που είχε ανάγκη από συμβατικές όπερες, πομπώδεις και στερημένες από ουσία». Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η παρτιτούρα του Κουρτ Βάιλ, μια πρωτοποριακή συρραφή από θέματα, ήχους και τεχνοτροπίες. Σ’ αυτήν συνυπάρχουν σύγχρονη μουσική, καμπαρέ και μελωδικά τραγούδια, στοιχεία τζαζ. Το λιμπρέτο της όπερας στηρίχθηκε σε μια προηγούμενη δουλειά του Βάιλ, το «Μικρό Μαχαγκόνυ» (Mahagonny-Songspiel ή Das kleine Mahagonny) για φωνές και μικρή ορχήστρα, μια σειρά από αυτοτελή θεατρικά τραγούδια (όπως τα περίφημα «Alabama Song» και «Benares Song») συνδεδεμένα μεταξύ τους από σύντομα ορχηστρικά ιντερλούδια. Η συνεργασία του κορυφαίου Γερμανού ποιητή, δραματουργού και σκηνοθέτη με τον πρωτοπόρο συνθέτη – συνεργασία που γέννησε έργα του μουσικού θεάτρου που σημάδεψαν βαθιά ολόκληρη την ευρωπαϊκή κουλτούρα του 20ού αιώνα – στηρίχθηκε και σ’ αυτήν την περίπτωση στη μέθοδο της «αποστασιοποίησης». Κείμενο και μουσική «συνδιαλέγονται» με στόχο να εμπλέξουν τον θεατή στα δρώμενα επί σκηνής. Ο Μπρεχτ που θεωρούσε πως «η τέχνη μπορεί να πάρει θέση στο πλευρό των πολλών και να αποθέσει τη μοίρα τους στα ίδια τους τα χέρια», προχωρούσε γι’ αυτόν τον λόγο σε σύντομη περίληψη της πλειοψηφίας των σκηνών των έργων του, λίγο πριν την έναρξή τους. Κρατώντας «ενήμερο» το κοινό για το τί πρόκειται να συμβεί, κι ως εκ τούτου συγκεντρωμένο στη δράση, ο Μπρεχτ δεν παρέλειπε στη συνέχεια να το αιφνιδιάζει μέσα από μια σειρά «παράξενων» γεγονότων που το προκαλούσαν να σκεφτεί πέρα από τις προκαταλήψεις του, κρατώντας απόσταση από το συναίσθημα.

«Η άνοδος και η πτώση της πόλης του Μαχαγκόννυ», όπερα σε τρεις πράξεις και 20 σκηνές, ολοκληρώθηκε κι έκανε πρεμιέρα στη Λειψία το 1930 κι έναν χρόνο αργότερα στο Βερολίνο. Απαγορεύτηκε από τους Ναζί το 1933 και δεν γνώρισε κάποια σημαντική αναβίωσή της μέχρι τη δεκαετία του ’60. Το Teatro Real παρουσίασε για πρώτη φορά την όπερα το 2010, σε σκηνοθεσία της αντισυμβατικής καταλανικής ομάδας των La Fura dels Baus (Αλεξ Ογιέ και Κάρλους Παντρίσσα) η οποία επέλεξε ως χώρο δράσης της έναν τεράστιο σκουπιδότοπο, θέλοντας να υπογραμμίσει αλλά και να «συμπληρώσει» το σατιρικό και κριτικό πνεύμα της εναντίον του καπιταλισμού από τη μεριά των Μπρεχτ και Βάιλ.

Γεννημένος στην πόλη Γκεντ της Φλαμανδίας το 1943, ο Ζεράρ Μορτιέ φοίτησε σε ιησουίτικο σχολείο της γενέτειράς του. Πήγε Πανεπιστήμιο εκεί, παίρνοντας πτυχίο πάνω στην Επικοινωνία και διδακτορικό στη Νομική. Έπειτα, επέλεξε να ξεκινήσει μια καριέρα στον πολιτισμό, καταλαμβάνοντας τη θέση του βοηθού διευθυντή του Φεστιβάλ της Φλαμανδίας, στην οποία διέπρεψε. Ένα από τα επιτεύγματά του ήταν η πρώτη εμφάνιση της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης στην Γκεντ, υπό τη διεύθυνση του Καρλ Μπεμ. Από το 1973 έως το 1980, ο Ζεράρ Μορτιέ ήταν καλλιτεχνικός μάνατζερ των Κριστόφ φον Ντοχνάνι και Ρολφ Λίμπερμαν στο Ντίσελντορφ, στη Φρανκφούρτη, στο Αμβούργο και στο Παρίσι. Τη δεκαετία 1981-1991, ο Ζεράρ Μορτιέ έκανε το Βασιλικό Θέατρο de la Monnaie / Όπερα των Βρυξελλών την ευρωπαϊκή Μέκκα των φίλων της όπερας, οι οποίοι αναζητούσαν νέους ορίζοντες και καινοτόμες παραστάσεις. Η ιδέα του περιελάμβανε ένα σύνολο νέων, πολύ ταλαντούχων τραγουδιστών, ένα πρωτότυπο δραματουργικά πρόγραμμα και τις πιο σημαντικές προσωπικότητες στο γερμανόφωνο θέατρο – όλα αυτά σε στενή συνεργασία με τον μουσικό διευθυντή και αρχιμουσικό Συλβαίν Καμπρελέν. Το 1991, διορίστηκε μάνατζερ και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ του Zάλτσμπουργκ.

Επιφορτίστηκε με το δύσκολο έργο του να ανανεώσει το πρόγραμμα, να προσελκύσει ένα νεότερο κοινό και να δώσει στο Φεστιβάλ το σήμα για μια νέα εκκίνηση στον 21ο αιώνα. Για δέκα χρόνια, ο Ζεράρ Μορτιέ έφερε αυτό το καθήκον εις πέρας γνωρίζοντας διεθνή επιτυχία. Επίσης, ανέλαβε τον προγραμματισμό και τη διεύθυνση του «RuhrTriennale 2002-04», ενός νέου διεθνούς φεστιβάλ τεχνών που πραγματοποιήθηκε σε πρώην βιομηχανικά κτίρια στην περιοχή Ρουρ στη Γερμανία. Από το καλοκαίρι του 2004 έως τον Ιούλιο του 2009 ήταν διευθυντής της Εθνικής Όπερας του Παρισιού. Ενώ από τον Σεπτέμβριο του 2010 κατέχει τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Teatro Real της Μαδρίτης. Ο Ζεράρ Μορτιέ είναι επίτιμος Διδάκτωρ των Πανεπιστημίων του Αντβέρπ και του Zάλτσμπουργκ ενώ έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις από το Βέλγιο, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Έχει διδάξει πολιτική και κοινωνιολογική ιστορία θεάτρου στο Πανεπιστήμιο της Γκεντ. Το 2009 έλαβε το «Médaille de Vermeil» της πόλης των Παρισίων, το μετάλλιο «Gloria de Artis» της Δημοκρατίας της Πολωνίας και το «Medalla de Oro» του Circulo de Bellas Artes στη Μαδρίτη.

Η διάλεξη του Ζεράρ Μορτιέ θα δοθεί στα γαλλικά με ταυτόχρονη μετάφραση