Οι υγειονομικές συνθήκες υποχρέωσαν τον οργανισμό HYam (Hydra for Artists of the Mediterranean) να αναθεωρήσει τον τρόπο διοργάνωσης των εκδηλώσεων του 2021, με τη συμμετοχή όχι πλέον ενός, αλλά πολλών καλλιτεχνών, με σκοπό να εντείνει τη στήριξη του κατά τη διάρκεια αυτής της ιδιαίτερα ευαίσθητης περιόδου για την αναδυόμενη καλλιτεχνική σκηνή. Ο HYam επέλεξε να εγκαταστήσει την έκθεση σε έναν ιστορικό χώρο που ανήκε κάποτε σε έναν ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα, το ναύαρχο Τομπάζη.

Αυτό το αρχιτεκτονικό κόσμημα έγινε από το 1936 παράρτημα της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας όπου διαμένουν σε καλλιτεχνική εστία (residence) φοιτητές και καλλιτέχνες. Μάλιστα, λέγεται ότι είχε διαμείνει στο αρχοντικό Τομπάζη ο γάλλος ζωγράφος Marc Chagall.

Η έκθεση εγκαθιδρύει ένα διάλογο ανάμεσα στη δουλειά τεσσάρων νέων γυναικών καλλιτεχνών γύρω από ένα θέμα με συμβολικό νόημα, στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων για το 1821: «Χορεύοντας μέσα στα δεσμά», ένας τίτλος που συμβολίζει από τη μία την αντοχή του ελληνικού λαού που δεν έχασε ποτέ την ταυτότητα του κατά τη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων οθωμανικής κατοχής και, από την άλλη, αναφέρεται σε ένα απόφθεγμα του Νίτσε που αγγίζει ευθέως την τέχνη και τους δημιουργούς.

Σύμφωνα με το φιλόσοφο, ένας καλλιτέχνης είναι υποχρεωμένος να εφευρίσκει δυσκολίες ώστε να δίνει καλύτερα, στη συνέχεια, την ψευδαίσθηση μίας αιώνιας ελαφρότητας. Ο HYam διάλεξε δύο ελληνίδες καλλιτέχνιδες, σε ένδειξη στήριξης των δημιουργών της χώρας που υποδέχεται τα projects του HYam από το 2016 – την Εύη Καλογηροπούλου και τη Μαλβίνα Παναγιωτίδη -, και δύο γαλλίδες, για να αναδείξει την καίρια καλλιτεχνική σκηνή του οργανισμού: την Maude Maris και την Eva Nielsen.

Ο κοινός παρανομαστής αυτών των τεσσάρων καλλιτέχνιδων είναι ότι δημιουργούν έχοντας ως βάση σύνθετα θέματα και αναπτύσσουν μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο εργασίας προκειμένου να υφάνουν ένα έργο πυκνό που δεν χορταίνει το βλέμμα του θεατή, δεν του αφηγείται το μόχθο της δημιουργίας, αλλά αντίθετα του δίνει την ελευθερία να προσθέσει στο έργο.

Η πανδημία που διαιωνίζεται, εξασθενεί, εδώ και έναν χρόνο ήδη, κάθε τομέα των τεχνών: οι εκθέσεις ακυρώνονται η μία μετά την άλλη, οι καλλιτεχνικές εστίες (residencies) αναβάλλονται, η ορατότητα των καλλιτεχνών μειώνεται, τα έσοδα καταρρέουν… Πρόκειται για μία σειρά δυσμενών συνθηκών για τους καλλιτέχνες.

Αυτές οι λεπτές διαπιστώσεις οδήγησαν τον οργανισμό HYam να διαμορφώσει το πρόγραμμα του 2021 έτσι ώστε να παρουσιάσει τα έργα πολλών νέων καλλιτεχνών στον ίδιο χώρο εκθέσεων στην Ύδρα, ένα νησί που, κάθε καλοκαίρι, είναι ο αγαπημένος τόπος επίσκεψης τόσο για συλλέκτες όσο και για λάτρεις της τέχνης.

Έχουν επιλεγεί τέσσερις γυναίκες με σκοπό να τους δώσουμε την ορατότητα που τόσο πολύ χρειάζονται, σε μία παγκόσμια καλλιτεχνική σκηνή όπου οι άντρες καλλιτέχνες είναι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, εκείνοι που σπάνε τα ρεκόρ τιμών. Η γέννηση αυτού του νέου project οφείλεται επίσης σε ένα εξαιρετικά σημαντικό ιστορικό γεγονός, διότι, φέτος, η Ελλάδα, γιορτάζει την επέτειο των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης του 1821.

Μετά από τέσσερις αιώνες οθωμανικής κατοχής, το 1821 ήταν ένα έτος ορόσημο για τον ελληνικό λαό που έχει καταφέρει να μη χάσει την ιστορική του μνήμη. Ιδιαίτερα στην Ύδρα οι αναμνήσεις είναι ζωηρές και εορτάζονται κάθε χρόνο με την αναβίωση των ναυμαχιών: πράγματι, χάρη στον πλούτο της και στους πλοιοκτήτες της, το νησί της Ύδρας έπαιξε πρωταρχικό ρόλο σε αυτόν το μακροχρόνιο πόλεμο που ξεκίνησε στην Πελοπόννησο, τη γειτονική χερσόνησο.

Οι Υδραίοι πλοιοκτήτες αρμάτωσαν τα πλοία τους χωρίς δεύτερη σκέψη και χάρη σε έναν εμπειροπόλεμο στόλο, δεν άργησαν να προκαλέσουν σημαντικές ρωγμές στην άμυνα των εχθρών τους. Εκτός από στρατηγικά μυαλά, οι Υδραίοι ήταν και κατασκευαστές σημαντικών έργων που άφησαν στο νησί τους μεγαλειώδη αρχιτεκτονικά δημιουργήματα.

Ο Ιάκωβος Τομπάζης, πρώτος ναύαρχος του ελληνικού στόλου, είχε χτίσει το 1800 μία ιδιωτική κατοικία στην περιοχή του λιμανιού, ένα πραγματικό πέτρινο κόσμημα, όπου η χαρούμενη ιταλική τεχνοτροπία απαλύνει την αυστηρότητα μίας αρχιτεκτονικής που έχει αμυντικό χαρακτήρα και σκοπό.

Σε αυτό το αρχοντικό θα γίνει η έκθεση των τεσσάρων νέων καλλιτέχνιδων που έχει διαλέξει ο οργανισμός HYam. Ένα ακόμη δυνατό σύμβολο αποτελεί το γεγονός ότι η Οικία Τομπάζη είναι, από το 1936, ιδιοκτησία της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας. Πριν από την έκθεση του HYam, από τον Ιούνιο, θα εκτίθενται σε αυτόν το χώρο επιλεγμένα έργα φοιτητών ή αποφοίτων της σχολής με θέμα «Ήρωες και ηρωίδες».

Είναι σημαντικό να θυμίσουμε επίσης τη γενναιότητα ενός λαού που δεν ξέχασε ποιος ήταν κατά τη διάρκεια αυτών των τεσσάρων αιώνων του οθωμανικού ζυγού – ούτε τις παραδόσεις του, ούτε τη γλώσσα του, ούτε τη θρησκεία του, ούτε την εθνική του ταυτότητα – αλλά που, αντίθετα, κατάφερε να προσδώσει δυναμισμό στις εμπορικές του συναλλαγές και στη διάδοση της παιδείας, χάρη στη στήριξη της χριστιανικής Δύσης.

Κατά τη διάρκεια αυτών των ατέρμονων δεκαετιών, ολόκληρο το ελληνικό έθνος είχε μάθει «να χορεύει μέσα στα δεσμά». Επιλέξαμε αυτή τη θεματική για την θεση, διότι, πέρα από το γεγονός ότι πρόκειται για μία εμβληματική εικόνα, κάνει και μία αναφορά στο απόφθεγμα του Νίτσε που αγγίζει ευθέως την τέχνη και τους δημιουργούς.

Στα τέλη του 1870, ο γερμανός φιλόσοφος είχε αναπτύξει μία πρωτότυπη ηθική θεωρία που αποθέωνε την ανάδειξη της ατομικότητας και μία ανάλαφρη στάση ζωής. Αυτή η θεωρία θα ανατρέψει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τις τέχνες: η καλλιτεχνική ελευθερία δε σημαίνει πλέον ότι ο καλλιτέχνης απελευθερώνεται από την παράδοση αλλά ότι παίζει με αυτήν. «Χορεύοντας μέσα στα δεσμά», μία έκφραση του Βολταίρου που υπήρξε πηγή έμπνευσης για το Νίτσε, και σήμαινε για τον καλλιτέχνη, να μάθει μία γλώσσα, να εφεύρει δυσκολίες, ώστε να δίνει καλύτερα, στη συνέχεια, την ψευδαίσθηση της αιώνιας ελαφρότητας.

Οι επιλογές του οργανισμού έγιναν ακολουθώντας αυτόν τον Μίτο της Αριάδνης. Τα επιλεγμένα έργα των τεσσάρων νέων καλλιτέχνιδων έχουν ωραίες ομοιότητες μεταξύ τους. Όταν ανακαλύπτει κανείς, σε κάθε μία από τις δημιουργούς, τους μαιάνδρους της καλλιτεχνικής πράξης, την περιπλοκότητα της, τα ερωτηματικά της, όπως επίσης και τους περιορισμούς και τους κανόνες της, σχεδόν εκπλήσσεται από το τελικό αποτέλεσμα. Δημιουργώντας μέσα σε διαφορετικά πλαίσια, κάθε καλλιτέχνης μας προσφέρει ένα δυνατό έργο με αυτή την περίφημη ψευδαίσθηση ελαφρότητας που, αυτή και μόνο αυτή, επιτρέπει στους θεατές να γίνει μέρος του.

Η Εύη Καλογηροπούλου αναμειγνύει, μαλάσσει, αποσυνθέτει τους αρχαίους φεμινιστικούς μύθους και πλάθει μία μαρμάρινη εικόνα, λεία όπως τα αγάλματα της αρχαιότητας, αλλά αιχμηρή σαν μία ριπή ανέμου. Ρωτώντας την Maude Maris ανακαλύπτουμε τη διαδικασία που επιβάλλει στον εαυτό της για να φτάσει σε αυτήν την τόσο ξεκάθαρα αμφίσημη ζωγραφική της. Με έναν παράξενο τρόπο, τα τοπία της Eva Nielsen, αυτοί οι μη-τόποι που φράζονται από οθόνες που συμβολίζουν την κατάρρευση των κοινωνικών και οικολογικών συστημάτων, ενσταλάζουν μία ηρεμία που ευνοεί την περίσκεψη. Όσον αφορά τις εγκαταστάσεις της Μαλβίνας Παναγιωτίδη, που αποτελούνται κυρίως από εικαστικά και αναγνωρίσιμα στοιχεία, μας μιλούν για την παραξενιά ενός κόσμου που μας αρέσει να ατενίζουμε. Μία παγίδα απίστευτης ελαφρότητας.

Τα αρχοντικά της Ύδρας ήταν επιβλητικά τριώροφα ή τετραώροφα πέτρινα κτίσματα που ανήκαν σε οικογένειες πλοιοκτητών. Τα περισσότερα χτίστηκαν στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, σε μία εποχή όπου κατάφεραν να αυξήσουν τα εισοδήματα τους: χάρη στην ειρηνευτική συμφωνία του 1773 ανάμεσα στους ορθόδοξους Ρώσους και την Οθωμανική Αυτοκρατορία οι Υδραίοι πλοιοκτήτες κατάφεραν επιτέλους να απαλλαγούν από τους φόρους που επέβαλλε η Υψηλή Πύλη και να πλέουν υπό ρωσική σημαία.

Χάρη σε αυτήν την εξέλιξη, συσσώρευσαν τεράστιες περιουσίες αλλά και σημαντικές γνωριμίες. Ως υπέρμαχοι του Διαφωτισμού, κατασκεύασαν μεγαλόπρεπες κατοικίες με ιταλικές επιρροές που ήταν το απαραίτητο διαβατήριο για να εισέλθουν στην υψηλή κοινωνία που κινούσε τα νήματα. Η Οικία Τομπάζη του 1800 αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα αυτής της εποχής. Ο Ιάκωβος Τομπάζης, πατριάρχης της οικογένειας, έδωσε την παραγγελία για την κατασκευή του αρχοντικού του σε γενοβέζους αρχιτέκτονες που συνδύασαν με δεξιοτεχνία την αρχιτεκτονική λεπτότητα της ιταλικής Αναγέννησης διατηρώντας τον αμυντικό χαρακτήρα χαρακτήρα αυτού του παρατηρητηρίου.

Όταν άρχισε η εξέγερση στις 25 Μαρτίου του 1821 στην Πελοπόννησο, ο Ιάκωβος Τομπάζης διέθεσε στον αγώνα τέσσερα από τα πλοία του. Διαθέτοντας στρατηγικό μυαλό, ήταν εκείνος που ξεκίνησε την τακτική των περίφημων πυρπολήσεων, με ολόκληρα πλοία γεμάτα με πυρομαχικά τα οποία έριχναν φλεγόμενα πάνω στον τουρκικό στόλο που ήταν ακόμη ακμαίος. Διορίστηκε ως πρώτος ναύαρχος των Ελλήνων και διαδραμάτισε πολιτικό ρόλο, όπως και ο μικρότερος του αδερφός Εμμανουήλ.

Ήταν ύπατος εκπρόσωπος στις Εθνοσυνελεύσεις κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και κατείχε το αξίωμα του Υπουργού των Ναυτικών. Αφού αποσύρθηκαν, οι δύο αδερφοί συμμετείχαν στην πολεμική προσπάθεια των Ελλήνων δίνοντας σημαντικά χρηματικά ποσά. Το 1936 η Οικία Τομπάζη διαμορφώθηκε ως παράρτημα της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας όπου διαμένουν κάθε χρόνο σε καλλιτεχνικές εστίες (residencies) φοιτητές και καλλιτέχνες.

Συμπληρωματικά με την παραγωγή της έκθεσης Χορεύοντας μέσα στα δεσμά, ο οργανισμός HYam συμβάλλει στην καλύτερη αξιοποίηση της Οικίας Τομπάζη με την εγκατάσταση του κατάλληλου δικτύου φωτισμού, αυξάνοντας έτσι τη δυναμικότητα του. Με αυτόν τον τρόπο, ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός επισκεπτών θα μπορεί να ανακαλύψει αυτό το ιστορικό τοπόσημο, αυτόν τον μάρτυρα του μεγαλείου της Ύδρας, και να αναδείξει τον εκθεσιακό χώρο.

Αποτελεί επίσης ένα σημαντικό πλεονέκτημα για την Καλών Τεχνών της Αθήνας, για τους φοιτητές της καθώς και για τα ελληνικά και ξένα πολιτιστικά ιδρύματα και για τον πολύπλευρο προγραμματισμό τους. Μέσα σε αυτό το ανανεωμένο πλαίσιο, ο Νίκος Τρανός, διευθυντής της Καλών Τεχνών, θα συγκεντρώσει και θα εκθέσει από τις 16 Ιουνίου έργα φοιτητών και αποφοίτων με θέμα «Ήρωες και ηρωίδες»

O οργανισμός HYam (Hydra for Artists of the Mediterranean) δημιουργήθηκε το 2014 από τη δημοσιογράφο Pauline Simons με σκοπό να συνοδεύσει ανερχόμενους καλλιτέχνες από τις χώρες της Μεσογείου και να τους βοηθήσει να αποκτήσουν τα έργα τους μεγαλύτερη ορατότητα στη διεθνή σκηνή μέσω πρωτοβουλιών και συμπληρωματικών events στην Ύδρα και στο Παρίσι, όπως εκθέσεις, παραγωγές, συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης και καλλιτεχνικές εστίες (residencies).

Ο εορτασμός των 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης, είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ελλάδα αλλά ιδιαίτερα για την Ύδρα και είναι αφορμή για πολλές εορταστικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Η σεζόν των εκθέσεων ξεκινάει το Μάϊο με την παρουσίαση μία εγκατάστασης (Το Τέλος) του Νίκου Αλεξίου, έργου που είχε επιλεγεί το 2007 για να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη 52η Μπιεννάλε της Βενετίας καθώς και μία συλλογική φωτογραφική έκθεση που βασίζεται στο χαρτογραφικό υλικό των μνημείων της Ύδρας που συνδέονται με την Επανάσταση του 1821, μετά από πρόταση της κυρίας Δάφνης Ζουμπουλάκη.

Τον Ιούνιο, η Ιφιγένεια Βογιατζή αποκαλύπτει κάποια επιλεγμένα κομμάτια από τις συλλογές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της Αθήνας στην Παλιά Δημοτική Αγορά που έχει μετατραπεί σήμερα σε πολιτιστικό χώρο. Αυτή η επιλογή θα ακολουθηθεί τον Αύγουστο από την έκθεση των «Μεγάλων Καμβάδων» του έλληνα ζωγράφου Γιάννη Κόττη. Ένα από τα ορόσημα του Ιουνίου, θα είναι η πρωτοβουλία του Νίκου Τρανού, διευθυντή της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας να εκθέσει έργα φοιτητών με θέμα «Ήρωες και ηρωίδες» στην Οικία Τομπάζη.

Για τη 22η έκδοση του Hydra School Projects (Ύδρα Σχολικά Προγράμματα), o Δημήτρης Αντωνίτσης επιστρέφει στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων της Ύδρας με επιλεγμένους έλληνες και ξένους καλλιτέχνες – από τον Erwin Wurm (Αυστρία) και τον Danny  Pallilo(Φινλανδία) μέχρι τον Δημήτρη Παπαϊωάννου (Ελλάδα) και τον Ευρυπίδη Λασκαρίδη (Ελλάδα). Δίπλα της, το Ιστορικό Μουσείο εκθέτει ένα μέρος της συλλογής του Didier Guillon σε συνεργασία με το ίδρυμα Valmont και από τον Αύγουστο ρίχνει τους προβολείς πάνω στις πολυαναμενόμενες ζωγραφιές του Θεόφιλου, αυτού του ιδιοφυούς ναϊφ ζωγράφου του 19ου αιώνα που αναδείχτηκε στη Γαλλία από τον Tériade. Το ίδρυμα ΔΕΣΤΕ άλλαξε την ημερομηνία της έκθεσης Jeff Koons για λόγους υγειονομικών συνθηκών και στην θέση της οργανώνει The Greek Gift, μια ομαδική έκθεση με έργα και αντικείμενα καλλιτεχνών προσκείμενων στο ίδρυμα και τον πρόεδρο του, Δάκη Ιωάννου.

Οι καλλιτέχνιδες

Γεννημένη το 1985, η Εύη Καλογηροπούλου ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στο Royal College of Arts του Λονδίνου, ενώ είναι φιλοξενούμενη (artist-in-residence) στα Somerset House Studios της βρετανικής πρωτεύουσας. Εκπροσωπείται από την Breeder Gallery και έχει ήδη κάνει μια ατομική έκθεση στην Kunstverein της Δρέσδης. Η μικρού μήκους ταινία της, Motorway 65, έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του 73ου Φεστιβάλ των Καννών. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε από τον οργανισμό Ελευσίνα – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2021 και το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η Καλογηροπούλου συμμετείχε πρόσφατα στην ομαδική έκθεση «Στο ίδιο ποτάμι δύο φορές» που διοργάνωσαν το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ και το New Museum της Νέας Υόρκης, ενώ δουλειά της αποτελεί μέρος της Συλλογής του Ιδρύματος Ωνάση. Οι ταινίες της έχουν προβληθεί στο Λονδίνο, στην Chisenhale Gallery, τη Whitechapel Gallery και το BFI (Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου) μεταξύ άλλων.

Η δουλειά της Εύης Καλογηροπούλου κινείται μεταξύ των γλυπτικών εγκαταστάσεων και της κινηματογράφησης, κάνοντας αναφορά σε ένα συνδυασμό δυστοπικών περιβαλλόντων και επιστημονικής φαντασίας που στοιχειοθετούν το αστικό περιβάλλον των χωρών που βρίσκονται κάτω από την επήρεια της κοινωνικοπολιτικής κρίσης. Η ερεύνα της επικεντρώνεται στο κοινωνικό πλαίσιο του μετααποικιακού, πατριαρχικού περιβάλλοντος της σύγχρονης κοινωνίας. Η Καλογηροπούλου ασχολείται με τις αρχαίες φεμινιστικές αντιλήψεις και τους μύθους που σχετίζονται με το γυναικείο σώμα. Πως γίνονταν αντιληπτά στο παρελθόν και πως εκπροσωπούνται στη σημερινή κοινωνία; Μπορούν να προκύψουν νέες πολιτιστικές ταυτότητες από τη χειραφέτηση του γυναικείου σώματος, στο πλαίσιο των τεχνικών εξελίξεων; Εξετάζοντας τις μετα-φεμινιστικές θεωρίες, η καλλιτέχνιδα όχι μόνο αμφισβητεί την πατριαρχική ιστοριογραφία, αλλά εγγράφει την άποψή της σε μια υποθετική και αμφισβητούμενη συνέχεια των αρχαίων μύθων.

Γεννημένη το 1980, η Maude Maris εκπροσωπείται από τη γκαλερί Praz-Delavallade στο Παρίσι και στο Λος Άντζελες και από τη γκαλερί Pi Art-works στο Λονδίνο και στην Κωνσταντινούπολη. Εργάζεται στο Παρίσι και εκθέτει συχνά στη Γαλλία (40 mcube στη Rennes, Centre d’Art Chapelle Jeanne d’Arc στην Thouars, MAMC στην Saint-Etienne…) και στο εξωτερικό (Νέα-Υόρκη, Λονδίνο, Ρώμη, Ντύσελντορφ, Κωνσταντινούπολη). Τα έργα της βρίσκονται στις συλλογές της Frac Auvergne, Basse-Normandie, Haute-Normandie, Musée des Beaux-Arts de Rennes. Το 2010 έκανε ένα μεταπτυχιακό στην Kunstakademie του Ντύσελντορφ κατά τη διάρκεια του οποίου είχε συνεργαστεί με αρχιτέκτονες. Το 2012 κέρδισε το Βραβείο ζωγραφικής του Νοεμβρίου στο Vitry και το 2015 ήταν φιναλίστ για το Βραβείο Jean-François Prat. Αρκεί να ψάξει κανείς στις υπαίθριες αγορές ή στα παλαιοπωλεία για να ανακαλύψει από πού αντλεί την έμπνευση για το έργο της η Maude Maris. Εκεί ξετρυπώνει θησαυρούς – κοχύλια, φιγούρες με ζώα, εκλεκτικά διακοσμητικά αντικείμενα – τα οποία στη συνέχεια καλουπώνει σε γύψο, χρωματίζει με πολύχρωμες κιμωλίες, και όλα γίνονται αφορμές για τρισδιάστατες συνθέσεις. Με αυτόν τον τρόπο, η δημιουργός χρησιμοποιεί τα μικρά αυτά αντικείμενα ανάλογα με την έμπνευση της, τα αναποδογυρίζει για να αντιστρέψει τη φορά τους, παίζει με την αντανάκλαση τους μέχρι να μην είναι πια αναγνωρίσιμα. Και μετά βγάζει μία φωτογραφία. Μόνο τότε, με αφετηρία αυτήν την αναδημιουργημένη εικόνα, μπορεί να αρχίσει να ζωγραφίζει η Maude Maris. Όταν είναι ολοκληρωμένα, τα έργα της αφήνουν μία αίσθηση αποπροσανατολισμού, μία αίσθηση έντονη αλλά απολαυστική. Ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι χρησιμοποιεί ένα υπέρμετρα ρεαλιστικό στυλ για να ζωγραφίσει θέματα μη αναγνωρίσιμα. Οι μεγαλειώδεις αναπαραστάσεις της των αντανακλάσεων, του βάθους, του όγκου και της υφής εντυπωσιάζουν το θεατή που συχνά μένει σκεπτικός μπροστά σε αυτό που βλέπει. Είναι απολιθώματα; Είναι πέτρες; Είναι αρχιτεκτονικά ερείπια; Είναι μέρη του σώματος; Αν και καταλαβαίνει ότι οι πίνακες της Maude Maris φωτίζουν το τελικό στάδιο μίας φυσικής και εννοιολογικής μεταμόρφωσης, δεν μπορεί παρά να κρίνει ότι η ρεαλιστική απόδοση είναι αναμφισβήτητα αφηρημένη. Ωστόσο, προκειμένου να συμφιλιώσει αυτό το ασυνήθιστο μίγμα απεικόνισης και αφηρημένης τέχνης, επιβάλλεται ένα πάντρεμα: της αφηγηματικής ερμηνείας με τη σχηματική ανάλυση. Το πιο πρόσφατο έργο της Maude Maris είναι απτικό. Μπορούμε να δούμε μία νέα αξιοσημείωτη καμπή που ξεχωρίζει με παχιά στρώματα χρώματος σε ροζ, κόκκινες και βερικοκκί αποχρώσεις που συμβολίζουν το ωμό κρέας. Χωρίς να αναφέρεται ευθέως στο σώμα, η Maris ακολουθεί μία αναπαραστατική παράδοση που εξωθεί το μέσον, πέρα από τη μίμηση, έως τη βιωματική αλήθεια.

Γεννημένη το 1983 η Eva Nielsen ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Έχοντας αποκτήσει ένα πτυχίο Ιστορίας και Σύγχρονης Λογοτεχνίας, αποφοίτησε το 2009 από τη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Το 2008 κέρδισε την υποτροφία Socrate χάρη στην οποία σπούδασε στο Central Saint Martins στο Λονδίνο. Κέρδισε το βραβείο Prix des Amis des Beaux-Arts/Thaddaeus Ropac (2009), το βραβείο Prix Art Collector (2014), το Grand Prix de la Tapisserie d’Aubusson (2017), και συμμετείχε από τότε σε πολλές συλλογικές εκθέσεις στη Γαλλία και στο εξωτερικό: MAC/VAL, MMOMA (Μόσχα), CCCOD (Tours), Musée de Rochechouart, Plataforma Revolver (Λισαβόνα), LACE (Λος Άντζελες), Babel Art Space (Trondhelm), Kunsthal Charlottenborg (Κοπεγχάγη), Plymouth University… Η δουλειά της έχει παρουσιαστεί επίσης σε ατομικές εκθέσεις στο Παρίσι (Galerie Jousse Entreprise), στην Κωνσταντινούπολη (The Pill), στην Τύνιδα και στο Λονδίνο (Selma Feriani) και ανήκει σε πολλές δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές (Mac/Val, FMAC, Musée de Rochechouart, CNAP). Το 2021 κέρδισε την καλλιτεχνική εστία (residence) LVMH Arts & Métiers

Το έργο της Eva Nielsen βρίσκεται πάντα στις παρυφές ενός πράγματος: στο κατώφλι ενός εδάφους, του κέντρου ή της περιφέρειας του, της τυπωμένης εικόνας και της ζωγραφικής, της αφαίρεσης και της παραστατικότητας. Από τον ένα ορίζοντα στον άλλο, από τη φόρμα στο αντικείμενο, το τοπίο κυριαρχεί εδώ και χρόνια στους πίνακες και στα σχέδια της. Το βλέμμα της που εμπνέεται τόσο από τα αρχιτεκτονήματα όσο και από τα μοντέρνα και τα ουτοπιστικά ερείπια τους, σταματά πάνω σε ό,τι μοιάζει να είναι αόρατο, γιατί τα μέρη που καταγράφει φαίνονται μόνο μέσα από τις σχισμές μίας εγκαταλελειμμένης φύσης και των βιομηχανικών κτιρίων. Σαν να είναι τοπογράφος, παρατηρήτρια ή νομάς, η Eva Nielsen πειραματίζεται με αυτά τα μεταβαλλόμενα εδάφη, και ως προς το μέγεθος τους και ως προς τη χρήση τους… Σαν μία καταγραφή κάθε ίχνους του μεταβιομηχανικού πολιτισμού, η ζωγραφική της τεχνοτροπία αναλύει τη φυσική αποσύνθεση κάθε ανθρώπινου δημιουργήματος καθώς ενδιαφέρεται για τις πολιτικές διαστάσεις του τοπίου ώστε να ξεπεράσει την κλασσική έννοια του δυτικότροπου τοπίου που θεωρείται ένα «απλό ντεκόρ»… Κάθε τοπίο είναι εμποτισμένο με σχήματα και επίπεδα που θέτουν εκ νέου ερωτήματα για τις ρωγμές, για τις επιμονές, για την κατάρρευση των κοινωνικο-οικολογικών συστημάτων… Ανάμεσα στο απεικονιστικό παλίμψηστο και στις γεωλογικές διαστρώσεις, η ζωγραφική της Eva Nielsen αναδεικνύει και εμβαθύνει στην ιστορία αυτών των τοπίων, σαν να είναι μία «συσσώρευση επιστρώσεων από την ανθρώπινη χρήση πάνω στην επιφάνεια της Γης», σύμφωνα με την έκφραση του γεωγράφου και ιστορικού του τοπίου, αμερικανού επιστήμονα John B. Jackson

Γεννημένη το 1985, η Μαλβίνα Παναγιωτίδη ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και εικαστικά στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα “Art in Context” στο Universität der Künste στο Βερολίνο. Έχει βραβευτεί με το Πρόγραμμα Υποστήριξης Καλλιτεχνών του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (2018) και με το Έπαθλο Σπυρόπουλου (2016). Η καλλιτεχνική πρακτική της εστιάζει στα σημεία τομής του αποκρυφιστικού μοντερνισμού, της λειτουργίας του φαντασιακού και της ανοίκειας ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διαφορετικές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Το έργο της έχει παρουσιαστεί σε εκθέσεις σε μουσεία, γκαλερί και ιδρύματα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό όπως: Μουσείο Μπενάκη (Αθήνα) – σε συνεργασία με το Ίδρυμα Δεστε και το New Museum-, AnnexMΜέγαρο Μουσικής Αθηνών, Γκαλερί Rodeo (Πειραιάς), Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (Αθήνα), Chalet Society (Παρίσι), Haus der Kulturen der Welt (Βερολίνο), Signs (Κωνσταντινούπολη). Από το 2009 είναι επίσης ιδρυτικό μέλος της καλλιτεχνικής ερευνητικής ομάδας Σαπρόφυτα.

Τα γλυπτά της Μαλβίνας Παναγιωτίδη είναι ένα κράμα θραυσμάτων που σχετίζονται συνήθως με αποσιωπημένες τάσεις της δυτικής ιστορίας του τέλους του 19ου αιώνα όπως ο αποκρυφισμός, η παραψυχολογία και η μαγεία. Οι φόρμες αυτές λειτουργούν σαν υποσημειώσεις στην διαδικασία κατανόησης του κοινωνικού πλαισίου που λαμβάνουν χώρα, μέσα από μελέτη προσωπικών ιστοριών και καταγραφών που αντικατοπτρίζουν τις επιπτώσεις του συλλογικού στο ατομικό. Η καλλιτέχνης αναζητά αφηγήσεις, που συνδέονται με την ελληνική ιστορία, και απομυζεί στοιχεία όπως κομμάτια ρούχων, εργαλεία ή και ανθρώπινα όργανα, ως έμμεσες καταγραφές από συνήθειες, έθιμα και εμμονές. Στα πιο πρόσφατά της έργα η Μαλβίνα Παναγιωτίδη ξεκινάει την παραγωγή της με βάση ήδη λιωμένα γλυπτά από κερί τα οποία επιμεταλλώνει παγώνοντας στον χρόνο την μορφή τους. Η αλχημιστική αυτή τεχνοτροπία παράγει κελύφη αυτής της διαδικασίας μετάλλαξης ή αλλοίωσης παραμένοντας σε μια ενδιάμεση αναστραμμένη κατάσταση. Όπως λέει και η ίδια “ο χρόνος στην περίπτωση του έργου μεταλλάσσεται σαν γάντι που τραβιέται για να βγει μένοντας από την ανάποδη”.

Εύα Βασλαματζή