Επιμέλεια έκθεσης: Εύη Παντελέων

Τρεις ιδιαιτερότητες συναιρούνται στη ζωγραφική της Ξένιας Αραπάκη

Η ζωγράφος Ξένια Αραπάκη είναι «τρισυπόστατη». Οι σπουδαστές της την γνωρίζουν κυρίως ως πανεπιστημιακό δάσκαλο που άνοιξε τους ορίζοντές τους στην διδακτική των εικαστικών τεχνών και ιδιαίτερα της ζωγραφικής. Τους έμαθε να εμπιστεύονται τις αισθήσεις τους, τη συγκίνησή τους και να μην βασίζονται αποκλειστικά και μόνο σ’ ένα βαρύ θεωρητικό οπλοστάσιο που τους στερεί την προσωπική εμπειρία και τη συγκίνηση. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα επεκτάθηκαν, εκτός από τη μελέτη και τη διδασκαλία του παιδικού σχεδίου με ανάλογες προσεγγίσεις στην εικονογράφηση κειμένων, στη σχέση των εικαστικών τεχνών με τον κόσμο της τεχνολογίας και των φυσικών επιστημών.

Η παρακαταθήκη αυτή είναι αποτέλεσμα ερεθισμάτων που έλαβε από σπουδαίους δασκάλους στη Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας ·τον Γιώργο Μαυροϊδή, τον Παναγιώτη Τέτση και τον Δημήτρη Μυταρά. Ζωγράφοι του βλέμματος, του σχεδίου, του χρώματος και της σύνθεσης. Αρετές που ενστερνίστηκε και στη δική της διδασκαλία καλώντας τους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς, κυρίως της προσχολικής και της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, να μυηθούν και να μυήσουν τα παιδιά στον κόσμο των εικαστικών τεχνών με δυνάμεις και δυνατότητες που δεν περιορίζονται ασφυκτικά από την εξειδικευμένη γνώση και πρακτική.

Οι αρχές αυτές φαίνεται να μην εγκαταλείπουν τις δύο άλλες της «υποστάσεις», την κεραμική και τη ζωγραφική. Όπως και τη δεύτερη έτσι και την πρώτη την σπούδασε με ιδιαίτερες διακρίσεις στην ίδια Σχολή. Η «προϊστορία» της κεραμικής είναι εμφανής στα έργα ζωγραφικής· η χειρονομιακή πινελιά, η παχιά πάστα και πολλές φορές ετερογενή υλικά προσδίδουν στην επιφάνεια του καμβά μια υλική, ανάγλυφη αίσθηση που καθίσταται ακόμη εντονότερη με τις φωτοσκιάσεις.

Πέρα απ’ αυτή την εμφανή σε αρκετά έργα της καταγωγή, η ζωγραφική της διατηρεί τη δική της εγγενή ταυτότητα. Ικανότητα στο σχέδιο (ικανότητα που σήμερα δεν αποτελεί προτεραιότητα ούτε εκ των ων ουκ άνευ των ζωγράφων), η οποία είναι εμφανής και όταν λείπει από τον πίνακα το συγκεκριμένο, αναγνωρίσιμο θέμα. Η παλέτα της, τις περισσότερες φορές, εκμεταλλεύεται μία περιορισμένη γκάμα χρωμάτων, συνήθως τα γαιώδη, των οποίων αναδεικνύει την πλούσια δυναμική. Η σύνθεσή της προσλαμβάνεται με μια φυσική απλότητα· αντιλαμβάνεται ωστόσο κανείς ότι έχουν προηγηθεί επανειλημμένες «γραφές» έως ότου η όραση να ακουμπά στην «εικόνα» με τη χαρά που της προσφέρει το αντάμωμά της με την ομορφιά.

Η ζωγραφική της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «αφηρημένη», αλλά με την έννοια που δίνει ο Σαρτρ στον όρο: «αφαιρώ σημαίνει προσθέτω»· αφαιρεί δηλαδή ό,τι περισσεύει για να φθάσει στην ουσιαστική προσέγγιση των πραγμάτων. Στις επιφάνειες του πίνακά της εξάλλου ανιχνεύονται δομές του δομικού και του φυσικού περιβάλλοντος που πολλές φορές συνυπάρχουν με τον άνθρωπο. Ανιχνεύσεις σύμφυτες με τη σύνθεση και με τη «γραφή» που ακριβώς γι’ αυτό ποικίλει και είναι φορές που σε μέρος της επιφάνειας του πίνακα δημιουργείται μια θολότητα προσεκτικά επιλεγμένης αλληλοδιείσδυσης των χρωμάτων που μοιάζει να έλκει την αφετηρία της από έργα του Γκέρχαρντ Ρίχτερ (Gerhard Richter, 1932-) ή του Σάι Τουόμπλι (Cy Twombly 1928-2011)

Η ζωγραφική της Ξένιας Αραπάκη έχει μία συνέπεια, αποτελεί καλύτερα μια εκδοχή ή μια ομοούσια σύνθεση της διδακτικής της εμπειρίας και της κεραμικής της. Με το χρώμα, το σχήμα και τη σύνθεση ανασυνθέτει τις προσωπικές της εντυπώσεις και μας καλεί να τις μοιραστούμε μαζί της αναδημιουργώντας τις δικές μας. Μπορεί η ζωγραφική της να μην μας εκπλήσσει αλλά μας ηρεμεί, μας γαληνεύει· κι αυτό δεν είναι λίγο. -Δρ. Γεωργία Κακούρου Χρόνη, Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, υπεύθυνη για την Κουμαντάρειο Πινακοθήκη Σπάρτης-Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης