Μπροστά στις αναταραχές της εποχής μας, η Callirrhoë και οι συνεργάτες της ξεκινούν μια διερεύνηση. Αντιμετωπίζουν τις πολύπλευρες προκλήσεις που θέτουν οι έντονοι περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί που βιώνουμε, ενώ αναζητούν απάντηση σε ένα κεντρικό ερώτημα: πώς μπορούμε να ανακτήσουμε την ευτυχία μας, τη βιωσιμότητά μας, σε αυτούς τους καιρούς των συνεχόμενων αλλαγών;

Η Γεωργία Λιάπη και η Ολυμπία Τζώρτζη ξεκινούν ένα διάλογο, σαν διανοητική ανασκαφή που εξετάζει μια συλλογική αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφοράς. Η προσπάθειά τους είναι ευγενής, με κινητήρια δύναμη την θετική στάση και την ελπίδα. Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, αναδύονται βασικά θέματα όπως η συμπόνια, η ειλικρίνεια και η εμπιστοσύνη, θέτοντας τα θεμέλια για την διαμόρφωση ενός διαφορετικού τοπίου κοινής συνεύρεσης. Σε έναν κόσμο όπου ο έλεγχος όλων των συνιστωσών είναι αδύνατος, μια απλή αλλά και βαθιά αλήθεια αντηχεί: we give what we get (παίρνουμε αυτό που δίνουμε).

Ωστόσο, εδώ κρύβεται το κυρίως ερώτημα της αναζήτησης τους: είναι πραγματικά στο χέρι μας η δύναμη να διαμορφώσουμε το μέλλον μας; Μπορούμε πραγματικά να λαμβάνουμε ανάλογα με αυτό που προσφέρουμε, και είναι επαρκής αυτή η αμοιβαιότητα;

Σε διάστημα δεκαπέντε ημερών, καλλιτέχνιδες και καλλιτέχνες που δουλεύουν σε ένα ευρύ φάσμα τεχνικών και υλικών, προσκαλούνται να προσθέσουν σε αυτή τη συζήτηση. Δεν είναι απλώς συμμετέχοντες αλλά ουσιαστικοί “αρχιτέκτονες”, συμβάλλοντας στον συνεχή διάλογο, επιλύοντας διλήμματα και ανασυνθέτοντας θραύσματα σκέψης. Αυτό που προκύπτει είναι ένα εκθεσιακό περιβάλλον ανοιχτής δημιουργίας που διαπερνά τις σύνηθες μεθόδους και τη θεματική συνοχή – ένας χώρος αμήχανος και οικείος.

Οι επιμελήτριες προσπαθούν να ξανασκεφτούν την παραδοσιακή δομή των εκθέσεων, εξερευνώντας πρακτικές που βασίζονται στην έννοια της κοινότητας ενώ κρατούν μετασχηματιστική δυναμική τόσο εντός όσο και εκτός των καλλιτεχνικών κύκλων. Αυτή η προσέγγιση βασίζεται στη συνεργασία, όπου οι συλλογικές προσπάθειες υπερτερούν των ατομικών επιδιώξεων. Η συζήτηση διευρύνεται για να εξετάσει τον ρόλο των καλλιτεχνικών έργων ως πρακτικών ενδυνάμωσης και αναταραχής. Μπορούν έργα που πηγάζουν από την κοινωνική έρευνα, να προωθήσουν συνδέσεις εντός των τοπικών κοινοτήτων; Η έρευνα συνεχίζεται, περιπλέκοντας την ποπ κουλτούρα με την καλλιτεχνική αυτοοργάνωση, την έννοια της ανταλλαγής στην δόμησης γνώσης.

Η διαφάνεια αποτελεί τον βασικό πυλώνας στην συγκεκριμένη επιμελητική πρακτική, προσκαλώντας το κοινό να ενεργοποιηθεί τόσο ενοιολογικά όσο και κριτικά. Κάθε δεκαπέντε ημέρες, οι καλλιτέχνες συμβάλλουν ενεργά, οικοδομώντας, επιλύοντας και επανασυναρμολογώντας ιδέες. Το αποτέλεσμα είναι μια ρευστή, ανοικτή δομή έκθεσης – ένα περιβάλλον όπου η διαδικασία δημιουργίας είναι τόσο σημαντική όσο και η τελική μορφή της έκθεσης. Το εγχείρημα ξεκίνησε την Πέμπτη, 5 Οκτωβρίου, όπου ο διάλογος ενεργοποιείται με τον Μανώλη Δασκαλάκη Λεμό, την Bety Krnanska και τον Γιώργο Σταμκόπουλο. Η πλήρης λίστα των καλλιτεχνών θα αποκαλύπτεται εν καιρώ, διαμορφώνοντας με αυτό τον τρόπο μία έκθεση-σε-εξέλιξη ενισχύοντας την νοοτροπία της συλλογικότητας, έναν φόρο τιμής στη μετασχηματιστική δύναμη του διαλόγου και της δημιουργικότητας.

Η πρακτική του Μανώλη Δ. Λεμού επικεντρώνεται στον οραματισμό του μέλλοντος και στον προβληματισμό σχετικά με παρελθοντικές περιπτώσεις ευημερίας που έκτοτε έχουν μειωθεί, διερευνώντας πώς αυτές μπορούν να τροφοδοτήσουν πιθανούς οραματισμούς για το μέλλον. Στη σειρά του, When I think of you I Shiver in Awe (2021), ο Μανώλης συνεχίζει την αναζήτησή του σε συλλογικές και προσωπικές αφηγήσεις με στόχο να θολώσει τα όρια μεταξύ δημιουργού, της ηθικής ευθύνης, της ποιητικής χειρονομίας και της συναισθηματικής έκφρασης. Με τη χρήση υψηλής τεχνολογίας ενσωματώνει εικόνες της γης αναμεμειγμένες με σκέψεις, όνειρα και οράματα που δημιουργούνται μέσω ενός εργαλείου τεχνητής νοημοσύνης, το οποίο έχει αρχικά σχεδιαστεί και “εκπαιδευτεί” από τον ίδιο, σε συνεργασία με τον θεωρητικό επιστήμονα πληροφορικής και καθηγητή του ΜΙΤ Κωνσταντίνο Δασκαλάκη, και την ομάδα του στο Εργαστήριο Πληροφορικής και Τεχνητής Νοημοσύνης του ΜΙΤ από το 2018. Στόχος του είναι να μεταφέρει συναισθηματικές εικόνες χρησιμοποιώντας έναν αλγόριθμο βαθιάς μάθησης. Η εικόνα που προκύπτει είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και επηρεασμένη από τη συγκεκριμένη διαδικασία ‘εκπαίδευσης’. Η εικόνα αυτή, στη συνέχεια μεταφέρεται σε έναν προετοιμασμένο και επεξεργασμένο λινό καμβά όπου ο ο καλλιτέχνης παρεμβαίνει ζωγραφικά με λάδι, ώστε να συμπληρώσει ή εξισορροπεί τη σύνθεση και να διευρύνει τις εκφραστικές και υβριδικές της ιδιότητες.

Στο έργο της η Bety Krnanska διερευνά την απεικόνιση των επιβαλλόμενων έμφυλων ρόλων στη σημερινή οπτική και ποπ κουλτούρα, δίνοντας έμφαση στη βιωσιμότητα και τις φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους. Το έργο της περιλαμβάνει τη συρραφή ανακυκλωμένων κομματιών από καμβά, συνδυάζοντας την παραδοσιακή τεχνική βαφής tie-dye με τη σύγχρονη αισθητική. Στη σειρά έργων “Unexpected Encounters” (2023), αναστοχάζεται πάνω στις τυπικές αναπαραστασεις θηλυκοτήτων, τόσο με την ενσωμάτωση μεταχειρισμένων, χειροποίητων υφαντών (σεμεδάκια) στους καμβάδες της, όσο και με την εκτύπωση ψηφιακά μεγεθυμένων εικόνων από γυναικείες φιγούρες, τις οποίες αντιπαραβάλλει πάνω σε οικεία σύμβολα που σηματοδοτούν αρρενωπη επιτυχία.

Με προσεκτική εξέταση του έργου του Γιώργου Σταμκόπουλου, γίνεται εμφανές ότι ο πυρήνας των ζωγραφικών του έργων περιστρέφεται γύρω από τις περίπλοκες διαδικασίες και τη βαθύτερη έννοια της μεταμόρφωσης. Απομακρυσμένος από την ευκολία των έντονων χρωμάτων, επιλέγει μια εκλεπτυσμένη παλέτα που χαρακτηρίζεται κυρίως από αποχρώσεις του μπλε. Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται και απεικονίζει το περιβάλλον τον καθιστά καλλιτέχνη που ανανεώνει βαθιά το φυσικό τοπίο με πρωτότυπο τρόπο. Ο Σταμκόπουλος αντλεί τη βασική του έμπνευση από τα αφηρημένα και εκλεπτυσμένα χρώματα που βρίσκει τόσο στη μουσική όσο και στη φύση.

Η εσωτερίκευση και η αναδίπλωση στον εαυτό αναδεικνύονται ως κυρίαρχες έννοιες στο δεύτερο μέρος του εικαστικού διαλόγου “we get what we give”. Οργανικά σώματα, εύθραυστα στην υφή τους, ανταποκρίνονται στα τρέχοντα κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα μέσα από τα έργα της Δέσποινας Χαριτωνίδη, του Δημήτρη Εφεόγλου, του Spyro Rennt και της Άννας-Αντωνίας Γιάξη-Σαμπίδου.

Το έργο της Δέσποινας Χαριτωνίδη κλίνει προς την τάση να αποδομεί τα φυσικά και βασικά στοιχεία που συναντώνται συνήθως σε αστικούς χώρους κατασκευών, επικεντρώνοντας στη διαδικασία αναδόμησης και μετασχηματισμού αυτών των υλικών. Στο έργο της με τίτλο “Η Φύση του Ανθρώπου και Τι Της Συμβαίνει”, κινείται πέρα από την υλικότητα και τις συγκεκριμένες μορφές, εμβαθύνοντας στην ανθρώπινη πλευρά. Μέσα από αυτό, εξερευνά την έννοια της απώθησης του σώματος ενώ ταυτόχρονα αναλογίζεται την ιδέα του ανθρώπινου είδους ως κοινωνικό ζώο που προσπαθεί να βρει την ισορροπία του. Η “Ιδέα απώθησης των σωμάτων” αναδεικνύει μια συνθετική αντίληψη για τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνίες και τα άτομα αντιλαμβάνονται τα ανθρώπινα σώματα. Αυτή η έννοια αναδεικνύει τις κοινωνικές πιέσεις και τις προκαταλήψεις που υφίστανται τα σώματα σε σχέση με τον τρόπο που εμφανίζονται, το βάρος, το σχήμα, και τις διαφορετικές φυσιογνωμίες.

Η πρακτική του Δημήτρη Εφέογλου εξερευνά διάφορες μορφές αφαίρεσης, κινούμενη στα όρια μεταξύ ζωγραφικής και εγκατάστασης. Η ιδιαίτερα πυκνή φύση των έργων του αποτελεί την αφετηρία για την απεικόνιση αλλοιωμένων χώρων: περιβάλλοντα που αναδεικνύουν αχαρτογράφητες τοπογραφικές περιοχές. Η μέθοδος κατασκευής διαγράφει κάθε ίχνος αναπαραστατικής εικόνας και δρα αφηγηματικά, επικεντρώνοντας στη χειρονομία. Η διαδικασία παραγωγής εκτυλίσσεται στον χρόνο, μετασχηματίζοντας την αντίληψη για το χαρτί ως ζωγραφικό υλικό. Τα αναδιπλωμένα έργα υπενθυμίζουν την εσωτερική διαδικασία της δημιουργίας, αναδεικνύοντας την έννοια της σπουδής στην καλλιτεχνική πρακτική εντός των ατομικών ορίων που θέτει το προσωπικό πλαίσιο του καλλιτέχνη στο εργαστήριό του.

Χρησιμοποιώντας τη φωτογραφία και τα πορτρέτα, ο Spyros Rennt αποτυπώνει στιγμές από τις queer και rave υποκουλτούρες, κυρίως στην Ευρώπη. Σώματα που αποδομούν κυρίαρχες έμφυλες ταυτότητες περιπλέκουν τα όρια της προσωπικού με το συλλογικό. Καταγράφοντας στιγμές απόλαυσης και εκτόνωσης της queer σκηνής δημιουργεί μία αρχειακή εγγραφή μη κανονιστικών προτύπων που προκαλούν τα ετεροκανονικά καπιταλιστικά πρότυπα. Μέσω των φωτογραφιών του, προσφέρει μια συλλογική διαφυγή από καταπιεστικά ιδεώδη, δίνοντας χώρο για υπέρβαση. Αναζωογονώντας την ουτοπική μας φαντασία, αφυπνίζει ιστορίες αντίστασης από τις queer κοινότητες, καθώς και την ηδονιστική διαφυγή, αλλά και τη φροντίδα και τρυφερότητα που περιλαμβάνονται στην rave κουλτούρα, όπως αποτυπώνεται μέσα από τα αναδιπλωμένα σώματα στη φωτογραφία Tangled (Aaron & Linus), 2022.

Το έργο της Άννας-Αντωνίας Γιάξη-Σαββίδου εξερευνά ενδιαφέρουσες πτυχές του πειραματισμού, με χαρακτηριστική την ρευστότητα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παραγωγής. Η προσέγγισή της αντλεί από την ανάγκη να κατανοήσει τις ουσιαστικά εσωτερικές, αλλά όχι απαραίτητα ορατές, πτυχές του ανθρώπινου (και όχι μόνο) σώματος. Αυτή η ανάγκη εκφράζεται με φόρμα σε γλυπτά που αναδεικνύουν ζητήματα που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα, το θάνατο, τη βία και την συνολική ευθραυστότητα και περιφραγμένη πραγματικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Απομονώνοντας διάφορα τμήματα μιας οντότητας, χρησιμοποιώντας αντίγραφα ανθρώπινων/ζωικών μερών ή μηχανικά στοιχεία που προέρχονται από κατεστραμμένα αντικείμενα, χρησιμοποιεί συχνά μεθόδους χύτευσης για την ανακατασκευή γλυπτικών αντικειμένων, χρησιμοποιώντας διάφορα οργανικά και ανόργανα υλικά όπως γυαλί, κερί, βαμβάκι, βακτήρια, καουτσούκ, σαπούνι και άλλα. Η γλυπτική της χειρονομία ενισχύει την έννοια της ευθραυστότητας στις ευαίσθητες ισορροπίες της εποχής μας, αλληλοεπιδρώντας απευθείας με το κοινό της έκθεσης.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Installation_shot © Callirrhoë, Athens 2023