Αν ήθελε κάποιος και αν υπήρχε κάποιος τρόπος να μετρηθεί το μέγεθος ενός συγγραφέα είναι βέβαιο πως ο Τζόυς με βιβλία όπως ο Οδυσσέας και οι Δουβλινέζοι θα ήταν αδύνατο να μετρηθεί, το μέγεθός του είναι αξεπέραστο και μακάρι να διαψευστώ και απλησίαστο μέχρι τώρα.

Από τον Γιάννη Αντωνιάδη

Το ενδιαφέρον όμως στην περίπτωση του Τζιμ όπως χαρακτηριστικά υπέγραφε είναι πως ακόμα και οι ενδόμυχες σκέψεις του και οι προσωπικές του καταθέσεις απέναντι στο κορίτσι του και στην συνέχεια γυναίκα του, την Νόρα, έτσι όπως καταγράφονται σε αυτό το βιβλίο αποδεικνύουν για μία ακόμα φορά πως ο Τζόυς και παιδικό βιβλίο να έγραφε θα άγγιζε την τελειότητα. Αν θεωρήσουμε πως το τέλειο είναι μία έννοια απροσδιόριστη και άπιαστη τότε αυτές οι εσώψυχες και ανιδιοτελείς του αλληλογραφίες τον καθιστούν μοναδικό και ταπεινό μεταφραστή των συναισθημάτων έτσι όπως πηγάζουν και αναβλύζουν από το εγώ του με διάθεση να πλημμυρίζουν εκείνη που τόσο λάτρεψε και αγάπησε καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του

Ο Τζόυς γνώρισε την πρώτη και παντοτινή του Νόρα, τον Ιούνιο του 1904 και έμελλε να γίνει η γυναίκα της ζωής του μετά το 1931 όταν και την νυμφεύθηκε μετά κυρίως από δική της επιμονή καθώς εκείνος αφοσιωμένος στο συγγραφικό του έργο και στην αγωνία της δημιουργικής του εξέλιξης δεν είχε τον χρόνο και την σκέψη για να καταλάβει πόσο κόστιζε στην Νόρα η εκκρεμής αυτή κατάσταση στην οποία την είχε υποβάλλει. Απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, τον Τζόρτζιο και την Λουτσία, η οποία είχε και σοβαρά προβλήματα υγείας, καθώς έπασχε από σχιζοφρένεια. Στα γράμματα αυτά γνωρίζουμε έναν Τζόυς ανθρώπινο, ανήσυχο, φοβικό και ανασφαλή απέναντι στη Νόρα. Από την μία η Νόρα θα αποδειχθεί ως η μούσα του, η σύντροφός του και το φως του, το οποίο αν δεν είχε κοντά του τότε έμοιαζε μισός και ανολοκλήρωτος, θα έλεγα πως ήταν φτωχός πνευματικά μιας και η σχέση του μαζί της είχε χαρακτηριστικά παραληρήματος και εξάρτησης από μέρους του. Αν δεν του απαντούσε σε ένα γράμμα ή ήταν απότομη τότε εκείνος έχανε το κέφι του, την έμπνευσή του, τον λογοτεχνικό του οίστρο γιατί εκείνη ήταν ο οίστρος ο ίδιος, η συγγραφική του αναπνοή για να γίνω λίγο πιο μεταφορικός. Είναι πραγματικά δύσκολο να περιγράψει κανείς με λέξεις και επιθετικούς προσδιορισμούς αυτήν την ιδιάζουσα επικοινωνία που αν πολυαναλυθεί τότε πραγματικά μπορεί και να χάσει την μαγεία της.

Διαβάζοντας ένα ένα τα γράμματα του με προσοχή διακρίνει κανείς άλλοτε μία τρυφερότητα όπως αυτή που συναντάμε μεταξύ του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας καθώς ο ένας προσμένει την θέαση του άλλου και άλλοτε μία απόγνωση όμοια με αυτή του Οδυσσέα που μακριά από την πολυαγαπημένη του Πηνελόπη έμοιαζε καράβι ακυβέρνητο δίχως πυξίδα και προορισμό γιατί προορισμός του ήταν η Ιθάκη όπου Ιθάκη του ήταν η Πηνελόπη. Ο Τζόυς αποκαλύπτει την ρομαντική και ευαίσθητη πλευρά του, μακριά από το λογοτεχνικό μέτωπο και εμείς έχοντας στα χέρια μας αυτά τα γράμματα μοιάζουμε με μικρούς κλέφτες που άνοιξαν το παράθυρο και άφησαν τα χαρτιά να πετάξουν και ύστερα τα μάζεψαν για να μάθουν τα μυστικά που κρύβουν. Είναι βαθιά συγκινητικό να διαβάζει κανείς πως απελπίζεται όταν η μονάκριβή του Νόρα τον απογοητεύει με το απότομο της γραφής της, όταν δεν συμμερίζεται τα συναισθήματα που εκείνος της απλώνει σαν σεντόνι φρέσκο και μυρωδάτο που η ευωδιά τελικά τείνει να την πνίξει. Είναι επίσης πολύ ευχάριστο να γνωρίζει ο καθένας από εμάς πως κάποια αδελφή ψυχή υπάρχει για να ακούσει τους προβληματισμούς μας, να γίνει κοινωνός της χαράς μας και να χαρεί με αυτήν ή πάλι να αφουγκραστεί την λύπη μας και την κατήφεια μας και με δύο γλυκά της λόγια να καταφέρουμε να την ανακτήσουμε. Η σύνδεση των δύο ανθρώπων αυτών με τις όποιες φιλονικίες και τα όποια δυσάρεστα συνέβαιναν μεταξύ τους αποτελούν δίδαγμα και πυξίδα μαζί, διότι τελικά η αγάπη, η άνευ όρων και συμφερόντων ειλικρινής αγάπη είναι αυτή που τιθασεύει τις όποιες κακοτοπιές και τις όποιες συνθήκες συναισθηματικής «λειψυδρίας».

Για να είμαστε ειλικρινείς βέβαια η Νόρα έτυχε να αγαπήσει έναν άνθρωπο σπάνιας ιδιοσυγκρασίας μακριά από τα φυσιολογικά πρότυπα ενός κοινού άντρα, πρώτον λόγω της ιδιότητας του, δηλαδή της συγγραφικής του τρέλας που δεν του άφηνε περιθώρια να ασχοληθεί με ζητήματα καθημερινότητας και δεύτερον επειδή ο Τζόυς δεν ήταν και ο πιο εύκολα διαχειρίσιμος σύντροφος, αν αναλογιστεί κανείς πως ήταν μέθυσος, ζηλιάρης και παράξενος σε κάθε έκφανση της ζωής του και των δραστηριοτήτων του. Εκείνος στο Δουβλίνο και εκείνη στην Τεργέστη μοιράζονταν από απόσταση τα αισθήματα που έτρεφε ο ένας για τον άλλον και αν παρατηρήσει κανείς πιο εμπεριστατωμένα τις απαντήσεις του Τζόυς, είναι εμφανές πως κρεμόταν από κάθε λέξη της με τάση να θέλει να την ορίζει και να την ελέγχει κάτι που δεν επέτυχε από όσο φαίνεται μιας και η Νόρα έμοιαζε αγρίμι σε κλουβί που αν δεν έβγαινε θα έσκαγε. Εκείνος όμως απόλυτα εξαρτώμενος από την προσοχή της και την ανταπόκρισή της στην εκδήλωση των θέλω του έμοιαζε καράβι δίχως κατεύθυνση που έψαχνε για πλοηγό και καπετάνιο. Ουσιαστικά ανακαλύπτουμε έναν άνθρωπο που όλη του η συγγραφική διέγερση περνούσε από την πνευματική διέγερση του μυαλού και αυτήν την εξασφάλιζε η βεβαιότητα πως η Νόρα είναι εκεί όταν την αναζητά και εκλιπαρεί για την αγάπη της.

Συστήνω αυτήν την αλληλογραφία ως ένα δείγμα και παράδειγμα μαζί αιώνιας πίστης και αφοσίωσης μεταξύ δύο ανθρώπων που παρά τις συμβατικές διαφορές προσωπικότητας, βιωμάτων και βέβαια ιδιότητας κατάφεραν να συγχρονίσουν τις ζωές τους με τους όποιους εκτροχιασμούς τους επεφύλασσε η καθημερινή τους επαφή αλλά συγκρατήστε το γεγονός πως η Νόρα έμελλε να είναι η αφορμή και η αιτία μαζί που ο Τζόυς μας άφησε παρακαταθήκη ένα έργο πολυσήμαντο και διαχρονικό. «Ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα» όπως λέει και ο Νίκος Καζαντζάκης. Σας παραδίδω λοιπόν στα μύχια και ενδότερα της οικίας. Απλά πατήστε το κουδούνι Νόρα-Τζιμ!

«Κανένα ανθρώπινο πλάσμα δεν έχει βρεθεί τόσο κοντά στην ψυχή μου όπως εσύ, κι όμως καμιά φορά απαντάς στα λόγια μου με οδυνηρή σκαιότητα»

Το βιβλίο του Τζέημς Τζόυς με τίτλο “Γράμματα στη Νόρα”, σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη