Με αφορμή την παράταση των παραστάσεων του έργου της Χρύσας Σπληλιώτη, Ποιός ανακάλυψε την Αμερική, στο θέατρο Vault, οι δύο πρωταγωνίστριες της φετινής παράστασης, Βίβιαν Κοντομάρη και Ευγενία Αποστόλου, μιλούν στο Culturenow.gr για την… “Αμερική” και τη γυναικεία φιλία.

CultureNow: Το έργο της Χρύσας Σπηλιώτη «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική» είναι ένα έργο το οποίο έχει αγαπηθεί από κοινό και καλλιτέχνες. Εσάς τι σας ενθουσιάζει στο έργο τόσο από τη θέση του θεατή, όσο και ερμηνευτικά

Βίβιαν Κοντομάρη: Πράγματι, το έργο αυτό έχει αγαπηθεί πολύ και, σίγουρα, αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι ένα έργο με πολύ σωστή δομη, με ανάγλυφους χαρακτήρες, γεμάτο αλήθειες και συναισθήματα όλων των αποχρώσεων, με χιούμορ λεπτό που πηγάζει από τις καταστάσεις, εντονο ρυθμό, και  παράλληλα σου αφήνει πολύ χώρο να γευτείς, να απολαύσεις τους χυμούς του ως ηθοποιός και κατ’ επέκταση ως θεατής! Ε, γίνεται να μην σε ενθουσιάζει; Αισθάνομαι ευτυχής και πολύ τυχερή που δούλεψα και δουλεύω –γιατί πιστέψτε με είναι ανεξάντλητο– αυτό το κείμενο!

Ευγενία Αποστόλου: Αυτή τη στιγμή δεν μου είναι εύκολο να μιλήσω από την πλευρά του θεατή… Αντιλαμβάνομαι όμως ότι το έργο αυτό είναι ένα πρόσφορο έδαφος για να ταυτιστούν οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Οι ηρωίδες ξεκινούν από την παιδική τους ηλικία φτάνοντας μέχρι τα βαθιά γεράματα, διανύοντας έτσι ένα πλήρη κύκλο ζωής. Ξεδιπλώνονται βιώματα του σχολείου, της οικογένειας, οι πρώτοι έρωτες, τα πρώτα ραντεβού, εφηβεία, προδοσίες, όνειρα, ανατροπές…Έτσι λοιπόν το έργο μας ξυπνάει μνήμες. Γι’ αυτό συγκινεί και αγγίζει βαθιά.

Ερμηνευτικά με ενθουσιάζει αυτή η διαρκής και γρήγορη εναλλαγή, το πέρασμα από τη μία ηλικία στην άλλη και η μεταμόρφωση από τον ένα χαρακτήρα στον άλλο. Μου προκαλεί εγρήγορση και είμαι παρούσα στην κάθε στιγμή.

C. N.: Πόσο δυνατή είναι η φιλία ανάμεσα σε αυτές τις δύο γυναίκες και τι χρειάστηκε να περάσουν για να σφραγιστεί η σχέση τους;

Β. Κ.: Αυτές οι δύο γυναίκες δεν είναι μόνο φίλες. Είναι πρωτίστως συγγενείς, είναι πρώτες ξαδέρφες· άρα, τις δένει (και) ένας δυνατός δεσμός αίματος. Βέβαια, τα όρια της σχέσης που τις συνδέει τελικά είναι αρκετά δυσδιάκριτα· εν τούτοις, σίγουρα, αυτό που τις δένει είναι ισχυρό. Αυτά που πέρασαν δεν μπορεί να περιγραφούν με λίγα λόγια, αλλά γίνεται να συνοψιστούν στη διαπίστωση ότι η μία αποτελεί ουσιαστικά τον καθρέφτη της άλλης. Άρα, το «λουκέτο» που κλείδωσε τη σχέση τους είναι η αλληλοκατανόηση των εμπειριών τους, δηλαδή η ύπαρξη της μίας είναι παραπληρωματική για την ύπαρξη της άλλης. Όμως, αυτή ακριβώς η σχέση είναι, τελικά, και το κλειδί που ξεκλειδώνει το προσωπικό λουκέτο της καθεμιάς.

Ε. Α.: Εκτός από τη συγγένεια που έχουν, τις έδεσε και μια βαθιά φιλία η οποία ξεκίνησε από τα παιδικά τους χρόνια. Μεγάλωσαν μαζί και ουσιαστικά διαμορφώθηκαν μαζί μέσα από κοινές εμπειρίες και βιώματα, λειτουργώντας πολλές φορές συμπληρωματικά.

Η αγάπη τους ήταν τόσο βαθιά και ειλικρινής που κατάφερε να γεφυρώσει ακόμα και το χάσμα που άνοιξαν τα ψέμματα και η προδοσία. Η αποκάλυψη της αλήθειας χώρισε για ένα διάστημα τους δρόμους τους δημιουργώντας μια ρωγμή στη σχέση. Αυτό όμως έγινε και η αιτία για την προσωπική τους ωρίμανση που μέσα από τις ζυμώσεις του χρόνου τις έφερε πάλι κοντά, αποδεικνύοντας  ότι η σχέση τους παρέμεινε μοναδική, ζωντανή και αναλλοίωτη.

C. N.: Μέσα από τους ρόλους της Λίζας και της Καίτης βρίσκετε κοινά σημεία; Έχετε βιώσει παρόμοιες καταστάσεις; Έχετε βιώσει τη δική σας «Αμερική»;

Β. Κ.: Το έργο, μέσα από τις καταστάσεις που περιγράφει ή υπονοεί, αγγίζει σχεδόν όλες τις χορδές της ανθρώπινης ύπαρξης. Άρα, σίγουρα υπάρχουν πράγματα που με έχουν αγγίξει, όμως δεν μπορώ να τα προσδιορίσω επακριβώς, καθώς κάθε ανάγνωση συναρτάται με την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι την περίοδο που το διαβάζεις. Επίσης, οι χαρακτήρες του έργου τόσο αυτοί που φαίνονται, όσο και αυτοί που διακρίνονται είναι τόσοι πολλοί, που σίγουρα κάποιοι από αυτούς έχουν περάσει από τις ζωές όλων μας. Αυτό, σε συνδυασμό με τον πλουραλισμό των συναισθημάτων που εναλλάσονται και τον τρόπο γραφής της Χρύσας είναι ικανά να κερδίσουν και τον πιο απαιτητικό θεατή.
Όσο για την «Αμερική», πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι είναι η «Αμερική» και, αν με ρωτάτε, στο δικό μου μυαλό σημαίνει την κατάκτηση της προσωπικής μας ελευθερίας μέσα από την ανακάλυψη – γνώση του ανεξερεύνητου εαυτού μας. Αλλά, και πάλι σας λέω, δεν μπορώ να περιορίσω την «Αμερική» σε μία έννοια ή μία κατάκτηση. Την εκλαμβάνω ως συναίσθημα και θεωρώ τυχερούς όσους καταφέρνουν  να το νιώσουν. Ευτυχώς, μου ’χει συμβεί κι εμένα κάποιες φορές.

Ε. Α.: Το έργο φωτίζει ένα μεγάλο φάσμα καταστάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης… Ναι, βέβαια, υπάρχουν πολλά σημεία που βρίσκω τον εαυτό μου και στις δυο ρόλους. Όσο για τη δική μου Αμερική, συνεχίζω να την ανακαλύπτω…

C. N.: Σε αυτό το έργο η Χρύσα Σπηλιώτη προσπαθεί να μας κάνει να ονειρευτούμε, όχι μόνοι μας, αλλά μαζί με τους με τους καλύτερους μας φίλους. Πόσο εύκολο είναι σήμερα, με τους τόσο πιεστικούς ρυθμούς στη ζωή μας  να ονειρευτούμε και να κάνουμε φίλους;

Β. Κ.: Σε αυτό το έργο, η Χρύσα Σπηλιώτη δίνει το νόημα του θεάτρου «συμπυκνώνοντας» τη ζωή, αφού όπως είπα και πριν αγγίζει όλες τις χορδές της ανθρώπινης ύπαρξης. Σήμερα, σίγουρα, οι συνθήκες είναι διαφορετικές –και δύσκολες, ναι- αλλά ο άνθρωπος δεν έχει πάψει να υπάρχει, άρα δεν έχει πάψει να αισθάνεται. Δεν θέλω να πιστέψω ότι αυτό που λέω είναι ουτοπικό, γιατί κι εγώ όπως και η Χρύσα Σπηλιώτη, πιστεύω στο δεσμό μεταξύ των ανθρώπων. Αντίθετα, πιστεύω ότι ο άνθρωπος παύει να ονειρεύεται μόνο όταν πάψει να υπάρχει, και σας εφιστώ την προσοχή στο φινάλε του έργου, όπου η Καίτη απαντάει στο ερώτημα «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική», όταν είναι πλέον γριά, για να μας πει τελικά ότι ποτέ δεν είναι αργά.

Ε. Α.: Δε νομίζω ότι υπήρξε ποτέ εύκολη περίοδος για την ανθρωπότητα. Η κάθε γενιά έχει να αντιμετωπίσει τα δικά της προβλήματα και τις δικές της προκλήσεις. Δεν σταματάμε όμως  να ονειρευόμαστε! Τα όνειρα γίνονται οράματα και αυτά είναι που μας προχωράνε και μας ενώνουν σε έναν κοινό στόχο.

Πάντα έχω χώρο για αγαπημένους φίλους – συνταξιδιώτες που ακόμα κι αν δεν τους βλέπω συχνά, οι σχέσεις μας είναι ουσιαστικές. Αυτό που παρατηρώ γύρω μου είναι ότι ενώ τα τελευταία χρόνια ο τρόπος ζωής απομάκρυνε τους ανθρώπους γιατί δεν υπάρχουν πια οι “γειτονιές” και ο καθένας έχει την τάση να κλειστεί στον προσωπικό του χώρο, η δοκιμασία που περνάμε σαν χώρα έχει αρχίσει κάπως να μας αφυπνίζει και να ενεργοποιεί το ενδιαφέρον για τον διπλανό.

C. N.: Μετά το τέλος των παραστάσεων στο θέατρο Vault έχετε προγραμματίσει κάποια σχέδια για την καλοκαιρινή και τη νέα χειμερινή σεζόν;  

Β. Κ.: Το καλοκαίρι θα με βρει στον τόπο της καταγωγής μου, που είναι η Νάξος, όπου  θα συμμετέχω σε μία παράσταση αφιερωμένη στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, στον οποίο άλλωστε  τιμάται  το έτος 2014. Την παράσταση θα σκηνοθετήσει η Κατερίνα Πολυχρονοπούλου, που σκηνοθέτησε και το «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική».

Για τη χειμερινή περίοδο, υπάρχουν κάποιες συζητήσεις που γίνονται, ωστόσο ακόμη είναι αρκετά νωρίς για ανακοινώσεις. Πάντως πριν κλείσουμε θέλω να σημειώσω ότι η Καίτη στο έργο «ανακάλυψε» τη δική της Αμερική,  εγώ όμως «ανακάλυψα» τη Χρύσα Σπηλιώτη.

Ε. Α.: Έχω ξεκινήσει πρόβες με το Εθνικό θέατρο, στον “Ιππόλυτο” του Ευρυπίδη, για την καλοκαιρινή σαιζόν.

Η παράσταση Ποιός ανακάλυψε την Αμερική, συνεχίζεται στο θέατρο Vault. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ