Η ημερομηνία η οποία καθόρισε τη στροφή τής Χάνα Άρεντ από τη φιλοσοφική θεωρία στο στοχασμό πάνω στα συμβάντα τού κόσμου, υπήρξε, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, η «27η Φεβρουαρίου, 1933, η πυρπόληση τού Reichstag και οι παράνομες συλλήψεις που ακολούθησαν κατά τη διάρκεια της ίδιας νύχτας».

Η ανάλυση του ολοκληρωτισμού και το εγχείρημα ανασυγκρότησης του πολιτικού σκέπτεσθαι είναι οι δύο κύριες διαστάσεις του έργου της, οι οποίες, όπως επισήμανε ο Καστοριάδης, το καθιστούν συνεχώς επίκαιρο, αλλά και δυσκολεύουν την κατηγοριοποίηση αυτής της στοχάστριας, που παρέμεινε μεταξύ αρχαιότητας και νεωτερικότητας, Αριστοτέλη και Καντ, Κικέρωνα και Μακιαβέλι, Αυγουστίνου και Γιάσπερς, και σκέφθηκε πάντα «χωρίς προστατευτικά κιγκλιδώματα».

Τα βασικά ερωτήματα αυτού του βιβλίου περιστρέφονται γύρω από τη θεμελιώδη θέση της Άρεντ ότι η πολιτική βασίζεται στο γεγονός της πληθύος, η οποία είναι ο «νόμος της γης». Ο τρόπος που μας έχει δοθεί η ζωή στη γη αποτέλεσε γι’ αυτήν τη μόνη πυξίδα, προκειμένου ο ανθρώπινος κόσμος να διασωθεί από την εντελή απουσία νοήματος στην οποία τον έχει καταδικάσει η ιστορική εμπειρία της απανθρωποποίησης: αυτής που επιδιώχθηκε συστηματικά από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και απειλεί θανάσιμα την μετα-ολοκληρωτική εποχή.

Βάνα Νικολαΐδου-Κυριανίδου

Η Βάνα Νικολαΐδου-Κυριανίδου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Παρίσι, όπου αναγορεύθηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Σορβόννης (Université de Paris 4) το 1987. Διδάσκει Πολιτική φιλοσοφία στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, του οποίου είναι σήμερα Πρόεδρος. Παλαιότερα δίδαξε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Μελέτες της έχουν δημοσιευθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στις εκδόσεις Αλεξάνδρεια έχουν κυκλοφορήσει : Ο απόβλητος και ο θεοπρόβλητος. Πολιτική ανάγνωση της Ακολουθίας του Σπανού (1999) και η μετάφραση του δοκιμίου Περί βίας της Hannah Arendt (2000, με εισαγωγικό σημείωμα και σχολιασμό).