Ο παραγωγός Mitch Easter, στο στούντιο του οποίου – το Drive-In Studio, στο Winston της Βόρειας Καρολίνας – έγινε η ηχογράφηση, θυμάται πώς έγινε η γνωριμία τους.

Όπως σημειώνει το περιοδικό Rolling Stone, ο Easter δεν είχε ακούσει την μπάντα πριν οι τέσσερις μπουν στο γκαράζ στούντιό του. «Τους συνάντησα μέσω ενός κοινού φίλου, του Peter Holsapple των dBs» θυμάται. «Ζούσε στη Νέα Υόρκη και οι τύποι κάνανε εκεί τα πρώτα show τους. Κουβέντιαζαν όταν πηγαίνανε σπίτι, ήθελαν να ηχογραφήσουν κάτι. Ο Peter τους είπε για το δικό μου μέρος, το οποίο μόλις είχε ξεκινήσει. Είχα δει μια αφίσα γι’ αυτούς σε ένα κλαμπ στο Raleigh, στη Βόρεια Καρολίνα, κι η αφίσα μ’ έκανε να νομίζω ότι θα γίνονταν ένα είδος συγκροτήματος electro. Αλλά όταν ήρθαν έμειναν σπίτι μου πριν την ηχογράφηση, κάτσαμε βάζοντας δίσκους και ήταν προφανές ότι δεν επρόκειτο να είναι electro μπάντα».

Τα πάντα στην ηχογράφηση της 15ης Απριλίου ήταν γρήγορα και φτηνά. Ήταν η τρίτη δουλειά του Easter ως ηχολήπτης σε ηχογράφηση. Το συγκρότημα βγήκε από αυτό με ένα ντέμο με τρία τραγούδια. Μετά από λίγες εβδομάδες, η μπάντα επέστρεψε να προσθέσει κάποια overdub στο «Radio Free Europe» για την κυκλοφορία του σιγκλ εκείνο τον Ιούλιο. Κυκλοφόρησαν 1.000 αντίτυπα, πράγμα ριψοκίνδυνο εν πρώτοις, αλλά με το τραγούδι κέρδισαν φανατικούς θαυμαστές. Το 2020, το τραγούδι ήταν στο πρώτα 10 στη λίστα του Rolling Stone των σπουδαιότερων σιγκλ για ντεμπούτο όλων των εποχών. Το 1983, ξαναηχογράφησαν το «Radio Free Europe» για το πρώτο άλμπουμ τους, το Murmur, με παραγωγούς τους Mitch Easter και Don Dixon. Αυτή η εκδοχή μπόρεσε να μπει στο U.S. Hot 100, στη θέση 78, κάτι απίστευτο για μια τέτοια μπάντα. Η εκδοχή του 1983 είναι η διάσημη, αυτή που ξέρει όλος ο κόσμος. Αλλά η αρχική έχει μια ακατέργαστη, πυρετώδη ζωντάνια.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ