Η έκθεση «Το Αισθητικό και το Πολιτικό» εγκαινιάζεται στις 8 Ιουνίου, στις 18:00.

Τι κομίζει σήμερα η Τέχνη; Υπάρχει αβανγκάρντ; Μετά τη μετάβαση του κέντρου της Τέχνης από το Παρίσι στη Νέα Υόρκη, και από εκεί στο Βερολίνο, και στο Λονδίνο, υπάρχει κέντρο σήμερα; Μπορεί να υπάρξει κέντρο στην εποχή της διάχυσης και του διαδικτύου;

Είναι άραγε τόσο αποκομμένη από την ιστορία της τέχνης η σημερινή, σύγχρονη Τέχνη; Είναι άραγε τόσο αποκομμένη από την πραγματική πραγματικότητα; Από την καθημερινή ζωἠ;

Δεσμεύεται σε κάτι η σύγχρονη τέχνη; Σε ένα ιδεολόγημα; Σε ένα αφήγημα; Σε ένα πρόταγμα; Είναι κάτι, πέρα από απλή βιρτουζιτέ; Κάτι πέρα από ένα κυνήγι μιας κοινωνικής μόδας, ενός trend;

Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου σήμερα το να είσαι καλλιτέχνης; Είναι, όπως άλλοτε, ζήτημα προπαγάνδισης ενός ορισμένου τρόπου ζωής που αγγίζει την ποίηση; Ενός ποιητικώς υπάρχειν;

Η Σόφυ Παπαδοπούλου μάς καλεί, με το έργο Sifoneri, να νοηματοδοτήσουμε το καθημερινό, το ενδεχομένως τετριμμένο, εστιάζοντας σε ένα σιφόνι μετατρέποντάς το, μέσα από την καλλιτεχνική διεργασία, σε έργο τέχνης. Η Ανάσα της Μορφής παραπέμπει ασφαλώς στην αντίληψη του Samuel Beckett για τη διαδικασία της αναπνοής, για τη διάσωση (ουσιαστικά) μέσω της τέχνης, και την επανεξέταση, καθημερινών στιγμών που, αλλιώς, περνάνε απαρατήρητες μες στη συνήθεια ή και μας βαραίνουν ως αγγαρείες. Η Σόφυ Παπαδοπούλου συνομιλεί με την επιμονή του Marcel Duchamp να εστιάζει στο (φαινομενικά) ασήμαντο και να το υψώνει σε καλλιτεχνικές διαστάσεις. Φυσικά, δεν λείπουν νύξεις στον συγγραφέα/στοχαστή Georges Perec, που επίσης καταπιάστηκε με την ανάδειξη καθημερινών συνηθισμένων πραγμάτων και δραστηριοτήτων, καθώς και με την ένταξή τους σε ένα υψηλότερο πλαίσιο από το σύνηθες. Η ποίηση της Sylvia Plath, με την συγκλονιστική προσήλωσή της στην καθημερινότητα, πλανιέται σαν φάντασμα πάνω από το έργο της Παπαδοπούλου.

Στο έργο Relics to Eternity/Ειδομένη 2015-2016, με σαφή πολιτική θεώρηση γεγονότων που σηματοδοτούν τις ιλιγγιώδεις κοινωνικές αλλαγές των καιρών μας, ο Γιώργος Κατσάγγελος εστιάζει στη δραματική καθημερινότητα των προσφύγων, κυρίως παιδιών, στον καταυλισμό της Ειδομένης. Μετερχόμενος επιστημονικές μεθόδους (αντλώντας από την κοινωνιολογία και εργαζόμενος ως αρχαιολόγος) προβαίνει σε μια δημιουργική αναπαράσταση/ανασύσταση του εκεί αυτοσχέδιου καταυλισμού, συνοδεύοντας την εγκατάστασή του (συντεθειμένη από αντικείμενα καθημερινής χρήσης των προσφύγων: παπούτσια, παιχνίδια, ενδύματα, κτλ) με φωτογραφικό υλικό και βίντεο. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια λειτουργία της μνήμης, με τη διάθεση να μη χαθεί το εφήμερο από τη σκέψη μας, να μείνουν ίχνη τα οποία θα μας θυμίζουν την καθημερινότητα μιας κοινωνικής ομάδας που ταλανίζεται. Εν προκειμένω, ο καλλιτέχνης γίνεται η φωνή όσων στερούνται (δημοσίως) τη φωνή. Ερχόμαστε, μέσα από το έργο του Κατσάγγελου, αντιμέτωποι με γεγονότα και καταστάσεις που ειδεμή θα χάνονταν στη λήθη, ενώ τώρα σώζονται, μετατρέπονται από χθαμαλά ξέφτια στιγμών σε οιονεί κείμενα που ανθίστανται στο χρόνο.

Με παιγνιακές διαθέσεις, και αντλώντας από την παράδοση των καταστασιακών (situationnistes), η Αγγελική Διακρούση συνθέτει (εν εξελίξει) μιαν αντι-παρτιτούρα των ποικίλων ακατάσχετων, τυχαίων, απροσδόκητων αλλά και αναμενόμενων ηχητικών τοπίων που αποτελούν ένα είδος άτυπου σάουντρακ της σύγχρονης πόλης. Με την χρήση της τεχνολογίας (ηχογραφικές συσκευές) καταγράφει την καθημερινότητα στους δρόμους και τα κτίσματα. Σκοπός είναι, θεωρώ, η χαρτογράφηση ενός (φαινομενικού) χάους που διέπει τα εικοστετράωρα στο άστυ. Κάτι που, επεξεργασμένο καλλιτεχνικά, οδηγεί στη διερεύνηση και στην αποκρυπτογράφηση αυτού που θα λέγαμε, κλείνοντας το μάτι στον Πεντζίκη, αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής. Η πόλη γίνεται έτσι ένα είδος πολυμεσικού καμβά. Η διάδραση τέχνης, κοινωνιολογίας και τεχνολογίας, οδηγεί σε ένα είδος αρχαιολογίας της γνώσης σχετικά με το αστικό τοπίο και τις συμπεριφορές στους δρόμους. Το έργο Hunting Mosquitos αποτελεί, συνάμα, μια κοινωνικοπολιτική διαμαρτυρία, καθώς η καλλιτέχνις εντόπισε συσκευές (εγκατεστημένες από τον Δήμο του Ρότερνταμ, από ιδιώτες και εταιρείες) που επηρεάζουν την ψυχονοητική κατάσταση των κατοίκων (ιδίως των νέων σε ηλικία) και είναι οχληρές λόγω των ήχων που εκπέμπουν. Το Αισθητικό και το Πολιτικό εμπλέκονται εδώ δυναμικά.

Η εγκατάσταση Rules for successful L. B. P. που υπογράφει ο Γιώργος Δρόσος σχολιάζει τη σύγχρονη μεταβιομηχανική πραγματικότητα και κάποιες ολέθριες, εφιαλτικές διαστάσεις της (όπως τα πολύνεκρα δυστυχήματα). Με τη χρήση ζωγραφικής, ενός φυσικού αντικειμένου (μια σκάλα — παραπομπή στον Wittgenstein, αλλά και στον Joseph Beuys), λαμπτήρων νέον, συσκευών εικονικής πραγματικότητας (γυαλιά, ακουστικά), μεταφερόμαστε σε ένα σκοτεινό τοπίο που θυμίζει επιστημονική φαντασία και φέρνει στο νου εικόνες από το Stalker (1979) του Andrei Tarkovsky. Καλούμαστε να περιηγηθούμε στο τοπίο αυτό, στοχαζόμενοι τη διαλεκτική καθημερινότητας/τεχνολογίας, και, κατά τη γνώμη μου, να εξετάσουμε εκ νέου τις σχέσεις πολίτη/κράτους με μια νέα, και αυστηρή, κριτική διάθεση. Όταν το αναπάντεχο καραδοκεί, παρά την επίφαση της επιστημονικής ακρίβειας και βεβαιότητας, και οδηγεί μάλιστα σε καταστροφές, ο καλλιτέχνης γίνεται εκ νέου ο άοπλος νομοθέτης του κόσμου και μας ευαισθητοποιεί.

Το λεπτό χιούμορ επιστρατεύει η Ζαφειρία Αθανασοπούλου προκειμένου να συνομιλήσει δημιουργικά (και παιγνιωδώς) με ρεύματα και δημιουργούς που αποτέλεσαν τους προπομπούς/θεμελιωτές της σύγχρονης τέχνης — Dada, υπερρεαλισμός, arte povera, Fluxus, καταστασιακοί. Χρησιμοποιώντας, με ιδιαίτερο μεράκι, υλικά όπως ξυλαράκια, γύψο, κλαδάκια, οδοντογλυφίδες, κρίκους, χαλκόσυρμα, και συνδυάζοντάς τα με ευρεθέντα αντικείμενα (objets trouvés), όπως έκαναν οι υπερρεαλιστές, αλλά και ο Αλέξης Ακριθάκης όταν επεξεργάστηκε ξεβράσματα από τη θάλασσα και απορριμμένα πράγματα, συνθέτει τις λεπταίσθητες Μπαγκατέλες της, παραπέμποντας στα μικρά ανάλαφρα μουσικά κομμάτια από την εποχή του μπαρόκ έως σήμερα. Πρόκειται για ένα είδος οπτικοποίησης και γλυπτικής μεταφοράς της φιλοσοφίας του Erik Satie, όπου η ειρωνεία συγκατοικεί με την παιδική αθωότητα, αλλά και την παιδική επινοητικότητα — όταν, φέρ’ ειπείν, κατασκεύαζαν τα παιχνίδια τους από ευτελή καθημερινά υλικά. Η Ζαφειρία Αθανασοπούλου έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι ο παίζων άνθρωπος, ο homo ludens, σύμφωνα με τον όρο που εισήγαγε ο Ολλανδός φιλόσοφος Johan Huizinga, διαδραματίζει έναν κρίσιμο, λυτρωτικό ρόλο στις κοινωνικές διεργασίες.

Η παγκόσμια κοινωνικοπολιτική κατάσταση και οι αλλεπάλληλες συρράξεις στον πλανήτη, ιδίως μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και τη συνακόλουθη έκρηξη απωθημένων εθνικισμών και τοπικισμών, αλλά και οι εντάσεις που προέρχονται από θρησκευτικές μισαλλόδοξες στάσεις απασχολούν την Κατερίνα Κατσιούρα στο εσκεμμένα δυσοίωνο έργο της W.E (West and East). Χρησιμοποιώντας κλασικά, ας το πούμε έτσι, υλικά (μολύβι, μαρκαδόροι, και ακρυλικό σε χαρτί), η καλλιτέχνις παρουσιάζει ένα δικέφαλο αρπακτικό πτηνό, τερατώδες και τεραστίων διαστάσεων συγκριτικά με τα ερείπια που σχηματίζουν ένα σπαραγμένο τρίγωνο και πάνω από τα οποία δεσπόζει απειλητικά. Πρόκειται τόσο για μια καλλιτεχνική αποτύπωση της ταραχώδους και καταστροφικής κατάστασης που συνεπάγονται οι συγκρούσεις όσο και για μια κρίσιμη προειδοποίηση. Καλούμαστε, όπως και όταν αντικρίζουμε το έργο του Γιώργου Κατσάγγελου, να επανεξετάσουμε τα δεδομένα της σύγχρονης κοινωνικοπολιτικής συγκυρίας, να αφουγκραστούμε την οδύνη που προκαλούν οι συρράξεις, και να αντιτάξουμε (όσο και όπως μπορούμε) την δυνητική Ταξιαρχία της Λογικής του Immanuel Kant και του Georg Hegel στις αφηνιασμένες ορδές της μισαλλοδοξίας και του παραλογισμού.

Υλικά ετερόκλητα, όπως κλωστές, χαρτιά, πανιά, σύρματα, ροδάκια, ξύλο, θραύσματα από ευρεθέντα και απορριμμένα αντικείμενα μετατρέπονται, όπως και στην περίπτωση της Ζαφειρίας Αθανασοπούλου, από την εικαστικό Ράνια Φραγκουλίδου σε γλυπτικές κατασκευές, εν προκειμένω (και) ανθρωπομορφικού τύπου. Η ενότητα Σκιάχτρο/Αλλιώτικο Παιδάκι διακονεί μια διαλεκτική παρελθόντος/παρόντος/μέλλοντος, έτσι ώστε, καταβυθιζόμενοι στο Άλλοτε, να νοηματοδοτήσουμε το Νυν, και να διαισθανθούμε (έλλογα) το Αύριο. Η καλλιτέχνις παρωδεί και διακωμωδεί ανθρωποτύπους όπως ο γραφειοκράτης (Τομεάρχης) ή ο εθνικιστής (Πατριώτης), διερευνά σκωπτικά βιολογικές καταστάσεις όπως η μητρότητα (Maternity-not), εικονοποιεί, παραμορφώνοντάς τα, φιλικά της πρόσωπα (Για τον Ζακ), και αυτοσαρκάζεται (Μoi aussi!). Διέπεται από μιαν ανθρωποκεντρική/ανθρωπολογική διάθεση στοχαστικής κριτικής των μεταβιομηχανικών συνθηκών ζωής, όπου η άκρατη χρήση της τεχνοεπιστήμης εξαλείφει πολλά, και κρίσιμης σημασίας, ανθρώπινα γνωρίσματα και διαθέσεις (ρεμβασμός, ονειροπόληση, ξόδεμα, θαλπωρή, επικοινωνία, κτλ). Με ποιητική/πολιτική ματιά, η Ράνια Φραγκουλίδου μας προτρέπει να κοιτάξουμε προς τα πίσω και μέσα μας και να ανακαλύψουμε στιγμές και καταστάσεις, αισθήματα και σκέψεις, που μας στερούν ο ταχύπλοος τεχνολογισμός και οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί της σύγχρονης ζωής.

Η νοημοσύνη των φυτών είναι κάτι που συχνά παραβλέπουμε. Κι όμως, όπως μας προτρέπει να αναθυμηθούμε η Φανή Μπουντούρογλου, έχουμε πολλά και μάθουμε —αλλά και να αισθανθούμε— από το πώς λειτουργούν, στρατηγικά ενίοτε, τα φυτά. Ρίζες που περιορίζονται, αντί να ασφυκτιούν ή να υποχωρούν, δεν τα παρατάνε αλλά προτάσσουν στρατηγικές διαφυγής. Βλέπουμε διατάξεις μάχης, θαρρείς ότι, έτσι όπως, κάποια στιγμή, λαμβάνουν σχήμα υποδήματος, οι ρίζες ετοιμάζονται να αναχωρήσουν, να κινηθούν στο χώρο, να περιπλανηθούν σε μιαν αχανή ύπαιθρο, όπως η ηρωίδα στο μεγαλειώδες on the road μυθιστόρημα του Peter Handke «Η Κλέφτρα των Φρούτων». Με το έργο της Root bound, η εικαστικός σκοπεί να μας ευαισθητοποιήσει απέναντι στους τρόπους έκφρασης, ας μου επιτραπεί να πω, των φυτών, εν προκειμένω φιλοτεχνώντας ένα έργο καμωμένο από ρίζες κριθαριού.

Το Αισθητικό και το Πολιτικό εμπλέκονται με δυναμικό, ίσως και κάπως πικρό, χιούμορ στα έργα Εκλογές και Politics 2 του Φίλιππου Καλαμάρα. Εν προκειμένω, σχολιάζεται ο μαζικοδημοκρατικός ηθικισμός, όπως θα έλεγε ο Παναγιώτης Κονδύλης, η εκχώρηση της πολιτικής στον σιλικονάτο καταναλωτισμό, η χιμαιρική διάσταση της εκλογικής διαδικασίας, η σύγχρονη (ενίοτε θλιβερή, ακόμα και ολέθρια, όπως διαπιστώσαμε στις Ηνωμένες Πολιτείες του Donald Trump) αμεριμνησία με την οποία αντιμετωπίζονται πλέον τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, οι πολιτικές και κοινωνικές υποχρεώσεις. Ο Φίλιππος Καλαμάρας συνομιλεί, μέσω της χρήσης της υπερσύγχρονης τεχνολογίας, με το έργο Olympia (1865) του Édouard Manet, αλλά το ανάκλιντρο έχει μετατραπεί σε κάλπη, η εταίρα γίνεται μια κοινή, και κοινότυπη, μανιακή των γυμναστηρίων και της ψευδοευωχίας, η ψήφος γίνεται υπόθετο, το δίπτυχο αυτό έργο γίνεται μια εικονοποίηση της θεώρησης του Guy Debord, σύμφωνα με την οποία έχει συντελεστεί μια διολίσθηση από το είναι στο έχειν και από το έχειν στο φαίνεσθαι.

Επιμελητής Έκθεσης: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, Συγγραφέας- Μεταφραστής

Exhibition design / σχεδιασμός έκθεσης: Σμαρώ Κατσάγγελου

Συμμετέχοντες καλλιτέχνες:

Ζαφειρία Αθανασοπούλου, Αγγελική Διακρούση, Γιώργος Δρόσος, Φίλιππος Καλαμάρας, Γιώργος Κατσάγγελος, Κατερίνα Κατσιούρα, COM.ODD.OR, Φανή Μπουντούρογλου, Ράνια Φραγκουλίδου

Κεντρική εικόνα θέματος: Κατερίνα Κατσιούρα, W.E. (West and East), 2016, μολύβι, μαρκαδόροι και ακρυλικό σε χαρτί, 70 Χ 100 εκ. Λεπτομέρεια του έργου.