Το Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, μετά από δυο χρόνια μακριά από τις αίθουσες, επανέρχεται δυναμικά αυτήν την Άνοιξη στο καθιερωμένο ραντεβού του, με κρατημένη μεν την ανάσα καθώς ένας πόλεμος έρχεται να συναντήσει τη πανδημία, με την ελπίδα δε να χαρίσει και πάλι σε μικρούς και μεγάλους τη συγκίνηση της εικόνας που μόνο μια μεγάλη οθόνη μπορεί να δώσει.


-Aρχικά, θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα κριτήρια πίσω από τις κινηματογραφικές επιλογές, που θα έχουμε την χαρά να απολαύσουμε στο φετινό Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου;

Tα κριτήρια είναι πολλά. Είμαστε μια ομάδα που βλέπει πάνω από 200 γαλλόφωνες ταινίες από όλο τον κόσμο ώστε να επιλέξουμε τις 40 ταινίες που πρόκειται να προβληθούν στο φεστιβάλ. Είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, γεμάτη ανακαλύψεις, διαφωνίες, συζήτηση. Προσπαθούμε πάντα να φτιάξουμε ένα ισορροπημένο πρόγραμμα, που να δίνει μια σφαιρική εικόνα όλης της ποικιλομορφίας που μπορεί να προσφέρει το γαλλόφωνο σινεμά.

-Η διευθυντική θέση του Φεστιβάλ, την οποία κατέχετε, με τι είδους προκλήσεις σας έφερε αντιμέτωπο;

Οι προσκλήσεις είναι πάντα οι ίδιες. Νομίζω τα τελευταία χρόνια, έχει προστεθεί η πρόκληση του Covid. Ένας από τους μεγάλους μας φόβους, ιδιαίτερα φέτος που βάλαμε το τολμηρό στοίχημα να πραγματοποιηθεί το Φεστιβάλ μόνο στις κινηματογραφικές αίθουσες, είναι να μην ξανα γίνει κάποιο lockdown, ένα νέο κύμα πανδημίας, μην παρθούν νέα μέτρα που θα βάλουν τέλος στα σχέδια μας. Μετέπειτα ακολουθούν οι προκλήσεις οργανωτικού χαρακτήρα, που όμως είναι κοινές και αναμενόμενες.

-Θεωρείτε ότι ένα Φεστιβάλ που πραγματοποιείται διαδικτυακά, υστερεί έναντι του κινηματογραφικού ραντεβού στις αίθουσες;

Εγώ είμαι λάτρης της μεγάλης οθόνης και της αίθουσας, οπότε σίγουρα για εμένα δεν είναι το ίδιο, αλλά είμαι ο πρώτος που θα αναγνωρίσει στο online, ότι έχει την δύναμη να προσφέρει εκδημοκρατισμένη πρόσβαση στο περιεχόμενο. Ξαφνικά από εκεί που το πρόγραμμα του Φεστιβάλ  διαδραματίζεται physical στην Θεσσαλονίκη, με το οnline έχουμε την δυνατότητα να αγγίξουμε κόσμο και θεατές από όλη την Ελλάδα, από το μικρότερο νησί, από το μικρότερο χωριό, μέχρι την μεγαλύτερη πόλη. Ήταν κάτι που θέλαμε να κάνουμε, αλλά δυστυχώς δεν το καταφέραμε, για δικούς μας εσωτερικούς λόγους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αγαπάμε το κοινό μας σε όλη την Ελλάδα.  Μάλιστα, παλεύουμε ώστε το καλοκαίρι το Φεστιβάλ να κάνει μια περιοδεία σε θερινά σινεμά της επαρχίας.

-Το Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου πραγματοποιείται στην Ελλάδα εδώ και 22 χρόνια. Προσωπικά, γιατί πιστεύετε πως έχει αγαπηθεί τόσο από το σινεφίλ κοινό;

Νομίζω πως αυτό το γεγονός μαρτυρά τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, τόσο τους ιστορικούς όσο και τους συναισθηματικούς. Επίσης είναι αποτέλεσμα της δύναμης που έχει ακόμα το Γαλλικό Σινεμά και της ισχυρής βιομηχανίας, η οποία συνεχίζει να παράγει πάνω από 300 νέες ταινίες κάθε χρόνο, άρα υπάρχει μια ποικιλομορφία στο τι μπορεί να προσφέρει στο ελληνικό κοινό, είτε αυτό που ψάχνει κανείς είναι κωμωδία, είτε δράμα, υπάρχει κάτι για όλους. Με γνώμονα αυτό,  έχουμε καταφέρει εμείς στο Φεστιβάλ, να προγραμματίσουμε τις ταινίες με τρόπο που ότι και αν σου αρέσει ως θεατής, να έχεις πάντα κάτι να σου τραβήξει το ενδιαφέρον και να σε φέρει σε επαφή με το Γαλλόφωνο σινεμά. Πάντα προσέχουμε στο να έχουμε ταινίες για όλους.

-Οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα σε παγκόσμια κλίμακα, επηρεάζουν την δημιουργική βάση του Φεστιβάλ; 

Ναι και όχι. Νομίζω το σινεμά είναι μια τέχνη που έχει αμεσότητα τόσο στον τρόπο που αναπαριστά τον κόσμο όσο και στο πως τον αντιλαμβανόμαστε εμείς ως κοινό. Σίγουρα συνδέεται με την επικαιρότητα. Για παράδειγμα, το δικό μας πρόγραμμα διαμορφώθηκε πριν την εισβολή στην Ουκρανία και παρόλα αυτά κάποιες από τις ταινίες που είχαμε επιλέξει βρίσκονται ξαφνικά να έχουν επίκαιρο χαρακτήρα, οπότε νομίζω αυτό είναι η δύναμη του σινεμά, όχι απαραίτητα να σου πεί θα σου μιλήσω για “επικαιρότητα” αλλά μέσα από τις ιστορίες του να σου δίνει κλειδιά για να την αποκωδικοποιήσεις.

-Τι εντυπώσεις έχετε αποκομίσει από την φετινή σύμπραξη του Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου με τα διεθνώς αναγνωρισμένα Κινηματογραφικά Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Νύχτες Πρεμιέρας;

Με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης συνεργαζόμαστε από τα πρώτα μας χρόνια. Ανέκαθεν ήταν αυτό που φιλοξενούσε το Φεστιβάλ μας στην Θεσσαλονίκη. Με τις Νύχτες Πρεμιέρας επίσης συνεργαζόμαστε χρόνια είτε σε ενότητες του προγράμματος είτε σε κοινές μας δράσης. Φέτος αυτή η συνεργασία μας ενισχύεται, και πέραν από τη συμμετοχή τους σε κάποιες ειδικές προβολές, βρίσκονται στο πλάι μας και σε θέματα οργανωτικού χαρακτήρα, καθώς κατέχουν την τεχνογνωσία. Είναι μεγάλη μας χαρά που συνεργαζόμαστε μαζί με τα αυτά τα δυο μεγάλα Φεστιβάλ.

-Τι σας γοητεύει στην έβδομη τέχνη;

Όπως θα έλεγε και ο Αστερίξ και ο Οβελίξ, έπεσα μέσα στο καζάνι όταν ήμουν μικρός και δεν βγήκα ποτέ. Οι γονείς μου ασχολούνταν με το σινεμά και κάπως έγινε μονόδρομος. Έχω κάνει μια ταινία και στο ενδιάμεσο έχω ασχοληθεί με διάφορα φεστιβάλ. Δεν μπορώ να το προσδιορίσω παραπάνω. Νομίζω είναι αυτό που σας είπα, έπεσα μέσα στο καζάνι όταν ήμουν μικρός και δεν βγήκα ποτέ.

Credit © Aris Rammos

Διαβάστε επίσης:

Το 22ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου ανακοίνωσε το θαυμάσιο πρόγραμμά του!