Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν  κατέγραψε την ιστορία της  το 1837 και από τότε ταξιδεύει.

Από τη Φωτεινή Τσαρδούνη

Ο Βρετανός Μάικ Κένι την έκανε θεατρικό έργο και η Ξένια Καλογεροπούλου την μετέφρασε.  Ο Θωμάς Μοσχόπουλος τη μεταμορφώνει σε ζωντανές εικόνες μαζί με τους συνεργάτες του στο θέατρο Πόρτα, αλλά και στο θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης.

Το έργο «Η Μικρή Γοργόνα» εξελίσσεται σε δύο επίπεδα. Το ένα είναι ότι  ένα αγόρι, ο Βαθύβιος, είναι ερωτευμένο μ’ ένα κορίτσι, την Αλισάχνη και κάνει τα πάντα γι’ αυτήν. Πιο πολύπλοκο δεν γίνεται! Εκείνη θέλει να παίξει την μικρή γοργόνα κι έτσι  εκείνος τη βοηθά με κάθε τρόπο. Το δεύτερο επίπεδο είναι η αφήγηση του κλασσικού παραμυθιού  του Άντερσεν που γίνεται μέσα από το παιχνίδι του Βαθύβιου και της Αλισάχνης. Η μικρή Γοργόνα ανυπομονεί να γίνει 15 χρονών και να κάνει το ταξίδι της ενηλικίωσής της στην επιφάνεια της θάλασσας. Όταν συμβαίνει αυτό, ερωτεύεται έναν όμορφο πρίγκιπα. Για να μπορέσει να μείνει κοντά του θα θυσιάσει την φύση της και την χαρισματική φωνή της. Η αυταπάρνησή της ωστόσο δεν αρκεί για να είναι μαζί του ως το τέλος.

Η διασκευή αυτή του Μάικ Κένι είναι γεμάτη παιχνίδι και ενθουσιασμό. Φεύγει από τα όρια της μιας αφήγησης, προσθέτει και την δεύτερη των δύο παιδιών και έτσι δίνει στον εαυτό του την δυνατότητα να δείξει σε μικρούς  και μεγάλους θεατές τί είναι το θέατρο. Πώς λειτουργούν τα φώτα, πώς μεταμορφώνεται μια σκηνή, πώς παίζουν οι ηθοποιοί. Δίνει μεγάλα περιθώρια ελευθερίας σε ηθοποιούς και σκηνοθέτη ν’ αναδείξουν την ομορφιά και την συγκίνηση του παραμυθιού.

Αυτό φαίνεται ήδη από την αρχή  της  παράστασης που ως θεατές δεν ήμασταν και σίγουροι αν όντως άρχιζε ή όχι. Τι σημαίνει αρχίζει μια παράσταση; Πότε γίνεται αυτό, όταν βγαίνει ο ηθοποιός; Ναι, αλλά ως τι;  Ο πρόλογος του έργου έχει δουλευτεί σε συνεργασία του ηθοποιού (Γιώργος Χρυσοστόμου) και του σκηνοθέτη. Δεν καταλαβαίνεις αν πατά σε κείμενο ή αν αυτοσχεδιάζει. Και μέσα από έναν βασικό άξονα ο ερωτευμένος Βαθύβιος μας συστήνεται και μας κερδίζει με την αμεσότητα και την ειλικρίνειά του. Μας εκμυστηρεύεται την κρυφή του αγάπη για την Αλισάχνη και μας κάνει συνένοχους στην προσπάθειά του να την κερδίσει. Τον βοηθάμε όλοι, μικροί μεγάλοι, αφήνουμε πίσω τις ντροπές και γινόμαστε κύματα, φύκια, μέρος του σκηνικού. Παράλληλα μας παρουσιάζεται και η δουλειά των υπολοίπων συντελεστών της παράστασης, κατανοούμε πόσο σημαντικά είναι τα φώτα,  τα σκηνικά, η μουσική  και πως όλα γίνονται η σχεδία μας σε αυτό το ταξίδι.

Οι Μαρία Σκουλά και Γιώργος Χρυσοστόμου  είναι εξαιρετικοί. Άλλωστε η πρωτοτυπία του έργου απαιτεί δύο ηθοποιούς με αυξημένα αντανακλαστικά και υψηλή σκηνική αντίληψη για να μπορέσουν να ανταποκριθούν  στις βουτιές που κάνει το κείμενο. Από την μία τα δυο παιδιά αφηγούνται την ιστορία και την επόμενη στιγμή γίνονται οι  ίδιοι οι χαρακτήρες της ιστορίας. Ωστόσο μεγαλύτερο βάρος ανατίθεται στον Βαθύβιο, πάνω στον οποίο στηρίζεται η ροή της παράστασης,  καθώς κρατά ενεργητικότατα τον ρόλο του εμψυχωτή για τους θεατές.

Αυτό που καταφέρνει περισσότερο απ’ όλα αυτή η παράσταση είναι να μεταδίδει μια καθαρά παραμυθένια  ατμόσφαιρα. Μπορεί όλο το θέατρο να μην μπόρεσε να βαφτεί μπλε, αλλά βυθός μπόρεσε να γίνει! Τα σκηνικά και οι ζωγραφικές του διεγείρουν το αισθητική ματιά των θεατών, μέσα από μορφές της κλασσικής εποχής και τεχνοτροπία που συναντούμε κατά τον Ρομαντισμό. Η κίνηση επίσης των ηθοποιών είναι με μεράκι δουλεμένη. Οι ηθοποιοί βρίσκονται στο νερό, ταράζονται, ηρεμούν, χορεύουν με αθωότητα και επίσης ρομαντική διάθεση.

Πολύ προσεγμένο είναι και το πρόγραμμα της παράστασης που εμπεριέχει παραμύθια απ’ όλο τον κόσμο που σχετίζονται με γοργόνες ή γοργόνους. Ακολουθείται και από ένα δεύτερο βιβλιαράκι, το «Μετά την παράσταση», ως συμπλήρωμα που ολοκληρώνει τον εκπαιδευτικό σκοπό του έργου και της παράστασης.

Το ανέβασμα του έργου απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες, αρκεί η γονείς των μικρότερων  παιδιών να πάνε υποψιασμένοι ότι δεν θα δουν μια πλούσια παράσταση σε αριθμό ηθοποιών, αλλά πλούσια σε καλαισθησία,  μάθηση και ευαισθησία. Οι μικρότεροι θεατές θα μαγευτούν από τα χρώματα και την ονειρική ατμόσφαιρα και οι μεγαλύτεροι από την ζωντάνια, την αμεσότητα και την αλληλεπίδραση συντελεστών και θεατών.