The joy of life / Μια ωδή στις απολαύσεις της επίγειας ζωής

Ηθικό ζητούμενο στο διάγραμμα μεταξύ των δυο ακρογωνιαίων πόλων της ύπαρξης, κατά τον Επίκουρο, η ευτυχία. Μια συγκυριακή κατάσταση ευφορίας και ευφημίας ανάμεσα σε δυο κραυγές, με το πρόθεμα -ευ πάντα να παραπέμπει στην ηδονή της εγκόσμιας ζωής ως τη μόνη αντιστροφή στην αναπόδραστη οδύνη του θανάτου. «Ζην ηδέως» το πρόσταγμα, με την ύπαρξη να είναι απόλυτα εξαρτημένη από τον περιβάλλοντα κόσμο, όπως γράφει ο Χάϊντεγκερ και τις εφήμερες απολαύσεις του αισθητού κόσμου να ανάγονται σε κοσμολογικό ζητούμενο, εξοβελίζοντας στον φιλοσοφικό αντίποδα την αθανασία της ψυχής, που υπόσχεται η επουράνια θεοκρατική πολιτεία, μέσα από την επιδίωξη της πλατωνικής αρετής. «Εύκτηκτον», άλλωστε, «το αγαθόν»- ως οντολογική προσέγγιση -ευκολά αποκτάται, με όλα τα όμορφα που προσλαμβάνονται από τους αισθητηριακούς μηχανισμούς και την οπτική εμπειρία να είναι ηθικά επιθυμητά και ευπρόσδεκτα και την ενοχή της vanitas να εξοστρακίζεται στον μεσαιωνικό «Κήπο των Επίγειων Απολαύσεων».

Την ευτυχία ως εμπειρικό οικοδόμημα επανεγκαλεί ο Ανρί Ματίς στο «Joy of life» του 1905, εικονογραφώντας τον επικούρειο κόσμο της ύλης, τον πανηδονισμό της ανατέλλουσας avant-guard, χωρίς τη δαμόκλεια σπάθη της αμαρτίας να κραδαίνει στα πρόθυρα της κολάσεως. Στη σύνθεση του Ματίς η οπτική πραγματικότητα, ιδωμένη θωπευτικά όπως το έντονο φως της Νότιας Γαλλίας πάνω στα γυμνά σώματα, σχηματοποιείται μέσα από το επιθετικό φωβιστικό χρώμα, με τις ανθρώπινες μορφές, λάγνες και σαγηνευτικές, νωθρές και ηδυπαθείς να απλώνονται στη ζωγραφική επιφάνεια σε έναν κατακερματισμένο χώρο, όπου ο χρόνος ρευστοποιείται και ο έρωτας εμφατικά παρών «μετ οίστρον και αδημονίας» ως ζωοποιός ενορμητική λειτουργία να στοχεύει στη σαρκική απόλαυση και την ανθρώπινη ματαιοδοξία και ουχί στην αθανασία. Και η αδιόρατη μελαγχολία; Από που πηγάζει; Από το «εις χουν απελεύσει», την επίγνωση ίσως του εφήμερου και της φθαρτότητας, σύμφυτη με την ύπαρξη όσο και να προσπαθεί ο άνθρωπος να την απεμπολήσει, την εξαπάτηση του ατόμου από τον αισθητό κόσμο, τον προαιώνιο φόβο για την απώλεια της ουτοπικής Αρκαδίας…

Πρόθεση της έκθεσης είναι να εικονοποιήσει τη «χαρά της ζωής» ως καταστασιακή ευχαρίστηση, ως ευδαιμονικό πρόκριμα μέσα από την αφύπνιση των αισθήσεων και την εμπειρία του «οράν», είτε με τη δράση, είτε τη διάδραση ή μέσα από την ανάκληση ή τη φαντασίωση, από την πραγματική ενατένιση ενός τοπίου ή την ονειρική μιας ουτοπίας, μετατρέποντας έτσι την άυλη αισθησιακή ή φαντασιακή εμπειρία σε ενσώματη αισθητική. Η ύλη, άλλωστε, είναι ο ένας, ο δεδομένος πόλος της ύπαρξης. Ο άλλος ποιος σίγουρα μπορεί να ξέρει..

Ε. Θ. Καϊράκη
Ιστορικός της Τέχνης

Συμμετέχουν με αλφαβητική σειρά οι εικαστικοί: Αλεξοπούλου Κωνσταντίνα/ Αργυρακοπούλου Μαρία/Αντζουλίδης Αντώνης/ Γαρύφαλλος Κώστας/ Γιαντζίκη Καλομοίρα/ Γιγουρτάκης Γιάννης/ Δημουλάς Γιάννης/ Διαμαντή Αικατερίνη/ Ελευθεριάδης Θεόδωρος/ Έννιος-Έρως Γιώγος/ Ζαρκάδα Μαρίλη/ Ζούμπα Ελένη/ Καναβός Νίκος/ Καρατζά Μαρία/ Κατιμερλή Άννα/ Κατσαρού Νεφέλη-Εκάτη/ Κεβρεκίδης Γιώργος/ Κορέλλη Μαρίνα/ Κουτσοσπύρου Μαρίνα /Λάσκαρη Έφη/ Μακρίδης Γιάννης/ Μαμουτόπουλος Σωτήρης/ Μαρκάκη Ελένη/ Μπακογιαννάκη Δήμητρα/ Μπουχλαριώτου Ολυμπία/ Ντούκνη Ελιώνα/ Ουσταμανωλάκη Ευφροσύνη/ Παπαγιαννοπούλου Ελένη/ Παπαδάκη Αγγελική/ Πετρολέκας Δημήτρης/ Σιαλακάς Νίκος/ Σούλης Βασίλης/ Σπαντιδάκη Ελένη/ Σπουρέλας Παύλος/ Τρίκας Φίλιππος/ Χαμιδιέλη Φωτεινή/ Χατζή Κατερίνα/ Χιωτίνης Νίκος/ Χύτας Δημήτρης/ Ψυχοπαιδοπούλου Φαίη

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Σπαντιδάκη Ελένη, Καλοκαίρι, Λεπτομέρεια του έργου, ακρυλικό σε καμβά