Κυκλοφόρησε απο τις εκδόσεις Πατάκη το βιβλίο Τέσσερα Κουαρτέτα του Τ.Σ. Έλιοτ, σε μετάφραση και σχόλια Χάρη Βλαβιανού

Τελειώνοντας τα Τέσσερα Κουαρτέτα πραγματοποιούσα και ταυτόχρονα αποχαιρετούσα ένα όνειρο και μια προσδοκία που με απασχόλησε για χρόνια: να μεταφράσω ένα έργο εμβληματικό της αγγλικής γραμματείας, έργο που καθόρισε εν πολλοίς το δικό μου ποιητικό ύφος, συγχωνεύοντας, σ’ αυτή την προσπάθεια, τις ιδιότητες που με ορίζουν –του ποιητή, του μεταφραστή αλλά και του ιστορικού– και αποδίδοντας στην ελληνική εκδοχή του, όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις μου, ό,τι το καθιστά μοναδικό: τον σπάνιο συνδυασμό ενός βαθύτατου στοχασμού για την ιστορία και μιας τολμηρά ανανεωμένης ποιητικής γλώσσας και δομής.

Πιστεύοντας κι εγώ, όπως ο Τ.Σ. Έλιοτ, ότι η κουλτούρα είναι ο πιο πιστός διερμηνέας της πραγματικότητας, ευελπιστώ ότι αυτή η μετάφραση θα βοηθούσε να εμβαθύνουμε στην ιστορία και στην ανθρώπινη κατάσταση εν γένει, και ταυτόχρονα να αναστοχαστούμε το ρόλο της μνήμης και της εμπειρίας πράγμα ιδιαίτερα αναγκαίο στη θολή και ζοφερή εποχή μας.

Χάρης Βλαβιανός

Το μείζον ποιητικό επίτευγμα του Έλιοτ μετά την έκδοση των έργων του The Waste Land (1922) και Ash-Wednesday (1930) ήταν το Burnt Norton, που δημοσιεύτηκε το 1935 και αρχικά θεωρήθηκε αυτόνομο έργο, αλλά στη διάρκεια του πολέμου αποτέλεσε το πρώτο μέρος της σύνθεσης που αργότερα έγινε γνωστή ως Τέσσερα Κουαρτέτα.

Αυτή η εκπληκτική αλληλουχία –Burnt Norton (1936), East Coker (1940), The Dry Salvages (1941) και Little Gidding (1942)– θεωρείται το αριστούργημά του, ο ίδιος μάλιστα αναγνώριζε στο Little Gidding το σημαντικότερο ποίημά του. Ενώ τα προηγούμενα ποιήματά του επικεντρώνονταν στο απομονωμένο άτομο, τα Τέσσερα Κουαρτέτα εστιάζουν στην απομονωμένη στιγμή, στο θραύσμα του χρόνου που παίρνει αλλά και προσδίδει το νόημά του σε ένα σχήμα – ένα σχήμα που βρίσκεται εντός χρόνου μεταβαλλόμενο αδιάκοπα, ώσπου η υπέρτατη στιγμή του θανάτου να το ολοκληρώσει, ταυτόχρονα όμως βρίσκεται εκτός χρόνου.

Το άτομο, που βιώνει μονάχα αποσπασματικά τη ζωή, δεν μπορεί ποτέ να συλλάβει το σχήμα αυτό στο σύνολό του, όμως υπάρχουν στιγμές που το βιώνει ολόκληρο, έστω και σε μικρογραφία. Είναι οι άχρονες στιγμές εκείνες ακριβώς που παρέχουν στον Έλιοτ το μέσο για να κυριαρχήσει στον χρόνο – στιγμές αιφνίδιας έκλαμψης, εντός και εκτός χρόνου, τις οποίες ο Έλιοτ συνδέει με την ενσαρκωμένη Λέξη

Είναι μια λέξη, μια γλώσσα, που τείνει προς τη μουσική, αναζητώντας στις μουσικές δομές τον τρόπο να εκφράσει καλύτερα τις εναλλαγές της διάθεσης, τις μεταπτώσεις του ρυθμού, τις γόνιμες παραλλαγές του θεματικού υλικού. Τόσο η ιδέα όσο και η μορφή απορρέουν εντέλει από το «νέο σχέδιο» του Έλιοτ, τη χριστιανική θρησκεία· και το αριστούργημά του δεν είναι παρά μια θεοδικία, η δικαίωση του Θεού στα μάτια του ανθρώπου.

Ένας από τους κορυφαίους ποιητές του 20ού αιώνα, ο Τ.Σ. Έλιοτ, άσκησε και εξακολουθεί να ασκεί μια επίδραση χωρίς προηγούμενο. Παρότι συχνά συνδέεται με τη συμβολική-μεταφυσική παράδοση, οι τολμηροί και ριζοσπαστικοί μορφικοί και υφολογικοί πειραματισμοί του εγκαινίασαν το μοντερνιστικό πρόταγμα στην αγγλόφωνη λογοτεχνία. Βαθύς και στοχαστικός, θα χρησιμοποιήσει πλήθος ιστορικών και πολιτισμικών αναφορών, αποσπασματικές εικόνες, διακειμενικές αναφορές και διαφορετικές περσόνες για να διερευνήσει θέματα όπως η ταυτότητα, η πνευματικότητα, η αποξένωση, η αλλοτρίωση, η λύτρωση.

Σε όλη του την ποιητική πορεία, ο Έλιοτ υπήρξε υπέρμαχος της «ιστορικής αίσθησης», η οποία, όπως έγραφε σε δοκίμιό του, «είναι απαραίτητη για όποιον θα ήθελε να συνεχίσει να είναι ποιητής και μετά τα είκοσι πέντε του χρόνια». Κατά συνέπεια, η επίγνωση και η διατράνωση της πολιτισμικής και λογοτεχνικής κληρονομιάς του συνιστούν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ποίησής του. Ενώ το έργο του μερικές φορές επικρίθηκε ως ερμητικό, συναισθηματικά ψυχρό και απρόσιτο, οι περισσότεροι ποιητές και κριτικοί συμφωνούν ότι ο Έλιοτ κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα μοναδικό, ιδιαίτερα δυναμικό ιδίωμα που αντανακλά τη ρευστότητα, την αποσπασματικότητα και την απομάγευση της σύγχρονης κοινωνίας