Η ζωή είναι σαν την τέχνη εν μέρει, αλλά όχι ως σύνολο· είναι σαν σπασμένα κομμάτια από διαφορετικά έργα τέχνης. Όταν όλα έχουν συνέπεια και ειρμό, και όλα ταιριάζουν, τότε έχουμε αμφιβολίες.

«Αντιλαμβάνομαι τον Τσέστερτον πρώτα ως ποιητή» έλεγε ο μεγάλος θαυμαστής του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «όμως υπήρξε ποιητής σε όλα. Ειδικότερα δε στις αστυνομικές ιστορίες του». Από τις πολλές διηγήσεις του Τσέστερτον που μετέφρασε ο Μπόρχες στα ισπανικά, η αγαπημένη του ήταν «Οι τρεις καβαλάρηδες της Αποκάλυψης», που η καλαισθησία της, όπως είπε, μπορεί να συγκριθεί μόνο με μια παρτίδα σκάκι.

Ο Τσέστερτον, στην πιο απολαυστική και παιχνιδιάρικη διάθεσή του, αφηγείται απίθανες ιστορίες δια στόματος του κυρίου Ποντ. Ο Τσέστερτον υπήρξε αριστοτέχνης στη λεπτή τέχνη της πνευματώδους διακωμώδησης. Ένας προικισμένος αφηγητής. Ένα ερεθιστικό βιβλίο. – Kirkus Review

Αυτή είναι η τελευταία συλλογή του Τσέστερτον, δημοσιευμένη μετά τον θάνατό του το 1936: οκτώ ανεπανάληπτες αστυνομικές ιστορίες με αφηγητή τον κύριο Ποντ, δημόσιο λειτουργό και συνηθισμένο άνθρωπο που έχει τη συνήθεια να εκπλήσσει τους συνομιλητές του με παράδοξες δηλώσεις. Πέντε από τις οκτώ μεταδόθηκαν ως ραδιοφωνικές ιστορίες από το BBC τον Μάιο του 2014.

Γκίλμπερτ Κιθ Τσέστερτον

Ο Γκίλμπερτ Κιθ Τσέστερτον γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1874 και σπούδασε καλές τέχνες στο University College London. Από το 1900 και μέχρι τον θάνατό του, το 1936, δημοσιογραφούσε ανελλιπώς, αφήνοντας πίσω του περισσότερες από 4000 δημοσιεύσεις. Παράλληλα, ζώντας και εργαζόμενος με χαοτικό τρόπο, αναδείχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους και παραγωγικότερους συγγραφείς του αγγλόφωνου κόσμου στον 20ό αιώνα. Το τεράστιο και πολυσχιδές έργο του επηρέασε λογοτέχνες (όπως ο Κάφκα και ο Μπόρχες), ηγετικές προσωπικότητες (τον Ιρλανδό Μάικλ Κόλινς και τον Γκάντι) και στοχαστές (όπως ο μεγάλος θεωρητικός των μαζικών μέσων Μάρσαλ ΜακΛούαν).

Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, «φιλικός εχθρός» του, τον χαρακτήρισε «κολοσσιαία ιδιοφυΐα», ενώ απέκτησε και τον τίτλο «ο εκκεντρικός πρίγκηπας του παραδόξου». Ο ίδιος δήλωνε ότι το παράδοξο είναι «η αλήθεια που στέκεται ανάποδα πάνω στο κεφάλι της για να προκαλέσει την προσοχή». Το αμερικανικό περιοδικό TIME έγραψε ότι «ο Τσέστερτον, με κάθε ευκαιρία, χρησιμοποιούσε λαϊκές ρήσεις, παροιμίες, αλληγορίες – αφού όμως πρώτα φρόντιζε να τις γυρίσει τα μέσα έξω». Το στιλ γραφής του χαρακτηρίζεται από οξυδέρκεια, ειρωνεία, σαρκασμό και χιούμορ για την ανθρώπινη κατάσταση. Συνήθιζε να ειρωνεύεται τους συγχρόνους του πως το θέμα «δεν είναι ότι δεν μπορούν να δουν τη λύση. Είναι ότι δεν μπορούν να δουν το πρόβλημα». Επίσης προειδοποιούσε πως «χωρίς μόρφωση, διατρέχουμε τον φριχτό και θανάσιμο κίνδυνο να πάρουμε τους μορφωμένους στα σοβαρά».