Η ταινία προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες, από την Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013.

Όταν η ζωή σου είναι ένα ψέμα, ποιόν μπορείς να εμπιστευτείς;

Σενάριο:Κέιτ Σόρτλαντ , Ρόμπιν Μουκχέρτζι

Διάρκεια: 108’

Σάσκια Ρόσενταλ Κάι Μαλίνα Νέλε Τρεμπς Ούρσινα Λάρντι, Χανς-Γιόχεν Βάγκνερ Μίκα Σαϊντέλ Αντρέ Φριντ Έβα-Μαρία Χάγκεν

Βασισμένο στο μυθιστόρημα “The Dark Room” της Ρέιτσελ Σάιφερτ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΟΙΝΟΥ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΛΟΚΑΡΝΟ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Α’ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΥ ΡΟΛΟΥ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ

 ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΒΡΑΒΕΙΑ BAVARIAN FILM

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΧΑΜΠΤΟΝΣ

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ – ΒΡΑΒΕΙΑ HESSIAN FILM

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ – ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΒΑΛΛΑΝΤΟΛΙΝΤ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ – ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

ΣΥΝΟΨΗ

Η Λορ θα μείνει μόνη με τα μικρότερα αδέρφια της, όταν οι ναζί γονείς της φυλακίζονται, και θα πρέπει να τα φροντίσει, σε μια ταλαιπωρημένη από τον πόλεμο Γερμανία, το 1945.  Για να επιβιώσουν, τα παιδιά πρέπει να φτάσουν στο σπίτι της γιαγιάς τους στο Βορρά, αλλά μέσα στο χάος ενός ηττημένου κράτους, η Λορ συναντά το μυστηριώδη Τόμας, ένα νεαρό εβραίο πρόσφυγα. Αν και ανεπιθύμητος, ο Τόμας τους ακολουθεί, και η Λορ βρίσκει την εύθραυστη πραγματικότητα της να καταρρέει από συναισθήματα μίσους κι επιθυμίας.

Για να επιβιώσει, πρέπει να εμπιστευτεί έναν άνθρωπο, που έχει διδαχτεί να μισεί. Καθώς οι συνέπειες των πράξεων και των πεποιθήσεων των γονιών της γίνονται όλο και πιο εμφανείς, η Λορ καλείται να αντιμετωπίσει και το σκοτάδι μέσα της.

ΔΗΛΩΣΗ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

Όταν πρωτοδιάβασα το ‘The Dark Room’ , αντήχησε μέσα μου σε πάρα πολλά επίπεδα. Οι τρεις διαφορετικές ιστορίες στο μυθιστόρημα, κάνουν την ιστορία βιωματική και οικεία, καθώς καθεμία από αυτές, είναι ειπωμένη από την προοπτική ενός νεαρού ατόμου, που προσπαθεί να εκλογικεύσει τη φασιστική Γερμανία. Οι μάχες που δίνουν οι χαρακτήρες είναι ενοχλητικές αλλά και συγκινητικές. Με συνάρπασε ο εσωτερικός κόσμος της Λορ, ένα τρομακτικό μέρος με έναν παράξενο συνδυασμό βεβαιότητας κι αμφιβολίας. Το βιβλίο μου το έδωσε ο παραγωγός Πολ Γουέλς, αφού είδε την πρώτη μου ταινία, Somersault στο Εδιμβούργο. Η Λιζ Γουάτς, η παραγωγός μου στην Αυστραλία είχε χαρίσει το ίδιο βιβλίο στο σύζυγο μου λίγους μήνες πριν ως δώρο γενεθλίων. Ήταν μια απρόσμενη συγκυρία. 

Η Ρέιτσελ γράφει αποσπασματικά έντονες παρατηρήσεις χωρίς σχολιασμό. Ήταν τρομακτικό να μεταφερθεί το μυθιστόρημα στην μεγάλη οθόνη, καθώς δε βγάζει συμπεράσματα. Ταυτίστηκα με την ιστορία, γιατή ήξερα πως είναι να είσαι το παιδί αυτουργών. Η αποικιακή ιστορία της Αυστραλίας είναι ένα μεγάλο ενοχικό κεφάλαιο, αλλά έχοντας ζήσει στη Νότιο Αφρική και τη Γερμανία, συχνά αναρωτιέμαι αυτά τα πράγματα. Τι θα έκανα εν μέσω γενοκτονιών και τρόμου; Θα σήκωνα ανάστημα για τους αδύναμους, θα στεκόμουν σιωπηλά και θα παρακολουθούσα, ή ακόμα χειρότερα, θα γινόμουν συνένοχος;

Η ιστορία είναι επίσης οικεία για μένα, γιατί η εβραϊκή οικογένεια του άντρα μου, έφυγε από το Βερολίνο το 1936. Είναι οι οικογενειακές φωτογραφίες του, αυτές που φαίνονται στο πορτοφόλι του Τόμας στην ταινία. Και είναι οι ιστορίες της γιαγιάς του που με συνδέουν με τη Λορ, που με κάνουν να θέλω να κατανοήσω αυτούς του σκοτεινούς και επίπονους καιρούς. Παρ’ όλο που δε μιλάω Γερμανικά, πίστευα ότι η ταινία πρέπει να γίνει σ’ αυτή τη γλώσσα για να είναι αληθοφανής. Δούλεψα με το γερμανό διορθωτή μου στο σενάριο Φραντ Ρόντενκίρχεν, και πήρα συνεντεύξεις από ηλικιωμένους βερολινέζους, παλιότερα μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας οι ιστορίες και οι συμπεριφορές τους, ακόμα και η νοσταλγία τους με βοήθησαν να κατανοήσω τη Λορ.

Η έρευνα που έκανα, ειδικά αυτή για τα Τάγματα Θανάτου (Άινζατσγκρουπεν) στη Λευκορωσία,  ήταν πολλές φορές δυσβάσταχτη. Τα θύματα για μένα ήταν πάντα έξω από το κάδρο. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να κάνω την ταινία. Η Λορ και τα αδέρφια της, είναι τα προνομιούχα παιδιά ενός υψηλόβαθμου αξιωματούχου των Ες Ες, που συμμετείχε σε γενοκτονίες στη Λευκορωσία. Ενώ αυτά παίζουν κουτσό, τα παιδιά σε ολόκληρη την Ευρώπη δολοφονούνται. Η οικογένεια της βρίσκεται στο απυρόβλητο, έως ότου ο πατέρας της επιστρέφει από την ανατολή το 1945. Το 1939, ήταν ήρωας πολέμου, το 1945 που ξεκινά η ταινία, είναι εγκληματίας. Ήθελα να κατανοήσω τι μπορεί να κάνει αυτό στην ψυχολογία ενός παιδιού. Πως μεγαλώνει ένας άνθρωπος γνωρίζοντας ότι οι πιο κοντινοί τους άνθρωποι έχουν διαπράξει ανεκδιήγητα εγκλήματα και ότι οι γενοκτονίες γινόντουσαν εν μέσω της καθημερινότητας τους.

Αυτό που με τράβηξε στη Λορ, και μερικές φορές με απωθούσε και με εξόργιζε ταυτόχρονα, ήταν η ευκαιρία να σκαλίσω τις γκρίζες ζώνες. Η Λορ έχει πίστη σε μια από τις πιο αποκρουστικές και καταστροφικές πολιτικές ιδεολογίες όλων των εποχών. Ήθελα να κατανοήσω την έλλειψη της συναίσθησης της, τη ρομαντική της αποφασιστικότητα να εξακολουθεί να πιστεύει σε αυτό, ακόμα και όταν η Γερμανία έχει ηττηθεί. Ο Χίτλερ για εκείνη ήταν πατρική φιγούρα, πέρα από ηγέτης της. Όπως είχε πει ο ίδιος “ Οι αδύναμοι πρέπει να απομακρυνθούν. Θέλω δυνατούς νέους και νέες που μπορούν να αντέξουν τον πόνο». Η Λορ θεωρεί καθήκον της να κουβαλήσει αυτό τον πόνο χωρίς να διαμαρτύρεται.

Ήθελα να καταλάβω τον αγώνα της με τη δική της ανθρωπιά και την αίσθηση του ανήκειν. Ο υπόλοιπος κόσμος για εκείνη δεν καταλαβαίνει τα δεινά της οικογένειας της. Μέσα στην απομάκρυνση της υπάρχει μια βεβαιότητα, είναι σίγουρα χαμένη αλλά γνωρίζει κάτι για την τρομερή αλήθεια πλέον. Έχει διδαχτεί να μην αμφισβητεί ποτέ αλλά να υπακούει. Μέχρι να τελειώσει η ιστορία, είναι γεμάτη ερωτηματικά που δε θα λυθούν ποτέ.

Τα παιδιά του Άλμπερτ Σπιρ, είχανε δηλώσει ότι δε μπορούσαν ποτέ να ρωτήσουν τον πατέρα τους για το Ολοκαύτωμα και το ρόλο του πατέρα τους σε αυτό. « Η αλήθεια είναι ότι όταν επέστρεφε στο σπίτι θα μπορούσα να τον ρωτήσω. Αλλά δε το έκανα», δηλώνει η κόρη του Χίλντε. «Του το έκανα εύκολο γιατί ρωτούσα πάντα μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο, και δεχόμουν τις απαντήσεις του». Ο γιος του Άρνολντ είχε πει: «Δε τον ρώτησα ποτέ τίποτα για το Τρίτο Ράιχ.» Δε ρωτούσαν γιατί πολύ απλά δεν άντεχαν τις απαντήσεις. Τα ψέματα ή την αλήθεια.

Κέιτ Σόρτλαντ

Σίδνεϊ, Απρίλιος 2012

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ

ΣΑΣΚΙΑ ΡΟΣΕΝΤΑΛ

Μία από τις πιο υποσχόμενες νέες ηθοποιούς της Γερμανίας. Σπούδασε στο Marcel Sparman Performance Art Workshop. Πήρε αρκετούς θεατρικούς ρόλους στο θέατρο Improvisationstheater Kaltstart και στο Theater Halle, πριν εμφανιστεί για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη για την ταινία “Für Elise” το 2010.

ΚΑΪ ΜΑΛΙΝΑ

Ο Μαλίνα θεωρείται από τα πλέον ανερχόμενα ταλέντα του Γερμανικού κινηματογράφου, μετά την εμφάνιση στο βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα Λευκή Κορδέλα του Μίκαελ Χάνεκε. Πριν το ρόλο αυτό, εμφανίστηκε στη γερμανική τηλεόραση με αξιοσημείωτες ερμηνείες συμπεριλαμβανομένου τα DER ALTE, PATCHWORK, TATORT και STROMBERG. 

ΚΕΪΤ ΣΟΡΤΛΑΝΤ

Η Κέιτ Σόρτλαντ σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Σϊδνεϊ κι αποφοίτησε από τη Σχολή Καλών Τεχνών το 1991. Το 2000, πήρε και δίπλωμα σκηνοθεσίας από τη Σχολή Τηλεόρασης Σκηνοθεσίας και Ραδιοφώνου της Αυστραλίας. Έχει γράψει και σκηνοθετήσει τέσσερις πολυβραβευμένες μικρού μήκους ταινίες: STRAP ON OLYMPIA (Gold Plaque, Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σικάγο 1995), PENTUPHOUSE (Βραβείο Dendy, Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σίδνεϊ 1999), FLOWERGIRL  (Βραβείο Dendy, Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σίδνεϊ 2000, Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Oberhausen 16mm) και το JOY (Βραβείο Καλύτερης Ταινίας, Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Μελβούρνης 2000).

Έγραψε και σκηνοθλετησε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της SOMERSAULT που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών το 2004, στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα». Η ταινία προβλήθηκε σε περισσότερες από 15 χώρες. Η Σόρτλαντ σκηνοθέτησε σειρά επεισοδίων για τη σειρά THE SECRET LIFE OF US για το Βρετανικό Network 10/Channel 4. Σκηνοθέτησε επίσης τα mini series THE SILENCE για το ABC TV, όπως και τη μεταφορά για το ίδιο κανάλι του μυθιστορήματος του Χρήστου Τσιόλκα «Το Χαστούκι», που κέρδισε αμέτρητα βραβεία ACCTA μεταξύ των οποίων και Καλύτερης Δραματικής Σειράς.

ΑΝΤΑΜ ΑΡΚΑΠΑΒ (Διεύθυνση φωτογραφίας)

Προικισμένος με δημιουργικό ταλέντο και έντονη κινηματογραφική ματιά, ο Άρκαπαβ είναι ένα αναγνωρισμένο ταλέντο και ένας βραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας.

Η πιο πρόσφατη δουλειά του είναι το Η Πόλη του Χιονιού (Snowtown), που τιμήθηκε με την Ειδική Μνεία στην Εβδομάδα Κριτικής του Φεστιβάλ Καννών. Ο Άρκαπαβ ήταν υποψήφιος και για Καλύτερη Φωτογραφία στα βραβεία IF και AACTA . Το ντεμπούτο του ήταν το Χρίσμα (Animal Kingdom), για το οποίο απέσπασε το Χρυσό Βραβείο ACS το 2010, το Βραβείο Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Διευθυντή Φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Camerimage της Πολωνίας και μια υποψηφιότητα για Βραβείο AFI.

Πιο πρόσφατα δούλεψε στη μίνι σειρά TOP OF THE LAKE, σε σκηνοθεσία Τζέιν Κάμπιον και Γκαρθ Ντέιβις.

Το 2002, το ντοκιμαντέρ DESIREE, απέσπασε το βραβείο Kodak για Καλύτερη Φωτογραφία, αφού προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ της Τριμπέκα το 2003, ενά ακολούθησε το Βραβείο Καλύτερης Φωτογραφίας στο Φεστιβάλ του Hole (2006), για τη δουλειά του στο END OF TOWN. 

Στις μικρού μήκους ταινίες του συμπεριλαμβάνονται τα BEAR, JERRYCAN, που απέσπασε το Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών το 2008, και το I LOVE SARAH JANE, που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ του Σάντανς την ίδια χρονιά.

Εκτός από τη δουλειά του στον κινηματογράφο, ο Άρπακαβ έχει εργαστεί σε αμμέτρητα μουσικά βιντεο-κλιπ και τηλεοπτικές διαφημίσεις όπως για τις Kleenex, Maggi, Nintendo και Nescafé, ενώ μέντορας του είναι ο Άντριου Λέσνι, Διευθυντής Φωτογραφίας της τριλογίας Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών.