Η Tanweer παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 2 Ιουλίου 2015 την ταινία «ΣΧΕΣΗ 5 ΜΕ 7» (5 TO 7) του Βίκτορ Λέβιν.

ΣΥΝΟΨΗ

Μια τυχαία συνάντηση στους δρόμους του Μανχάταν θα φέρει τον εικοσάρη επίδοξο συγγραφέα Μπράιαν (Αντόν Γιέλτσιν) σε μια παθιασμένη ερωτική σχέση με μια εντυπωσιακή Γαλλίδα (Μπερενίς Μαρλό). Το πρόβλημα; Είναι παντρεμένη και μπορεί να τον συναντά για σύντομα ερωτικά ραντεβού, σε ξενοδοχεία, μόνο μεταξύ 5 και 7. Κι ενώ ο Μπράιαν λαχταρά τη γυναίκα των ονείρων του για περισσότερο από δυο ώρες την ημέρα, αρχίζει να μαθαίνει σημαντικά πράγματα για τη ζωή και τον έρωτα. 

Ο Βίκτορ Λέβιν, σεναριογράφος και παραγωγός του πολυβραβευμένου «Mad Men» σκηνοθετεί την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούν ο Αντόν Γιέλτσιν («Star Trek», «Alpha Dog») και η Μπερενίς Μαρλό (Skyfall). Δίπλα τους, οι Γκλεν Κλόουζ, Φρανκ Λανγκέλα και Ολίβια Θίρλμπι, σε μια ταινία που σκιαγραφεί τη ζάλη, την λαχτάρα και τον πόνο του να είσαι νέος και ερωτευμένος.

Πρωταγωνιστούν:

Αντόν Γιέλτσιν, Μπερενίς Μαρλό, Λάμπερ Ουίλσον, Ολίβια Θέρλμπι,

Γκλεν Κλόουζ, Φρανκ Λανγκέλα

Σκηνοθεσία – Σενάριο:  Βίκτορ Λέβιν

Παραγωγή: Μπόνι Κέρτις, Σαμ Ένγκλμπαρντ, Γουίλιαμ Ντ. Τζόνσον, Τζούλι Λιν

Φωτογραφία: Αρνό Ποτιέ

Καλλιτεχνική Διεύθυνση Τζανίν Όπγουολ

Μοντάζ: Ματ Μάντοξ

Μουσική: Ντάνι Μπένσι, Σόντερ Τζούριανς

Κοστούμια: Χάιντι Μπίβενς

Διάρκεια: 95’

Διανομή: Tanweer

Φουλ του έρωτα

Όλοι γνωρίζουμε κάποιον σαν τον Μπράιαν Μπλουμ (Αντόν Γιέλτσιν) -ίσως να κρύβουμε και κάτι από τον Μπράιαν μέσα μας. Ένας νεαρός άνδρας που προσπαθεί να βρει το δρόμο του ως συγγραφέας, αξιοπρεπής, γλυκός και ιδεαλιστής, αλλά χωρίς καμία αίσθηση του πώς να «μεταφράσει» αυτές τις αρετές ή την πενιχρή σε εμπειρίες ζωή του σε συναρπαστική λογοτεχνία. Σε αντίθεση, οι περισσότεροι από εμάς ίσως δεν γνωρίζουμε κάποια σαν την Άριελ (Μπερενίς Μαρλό) -Γαλλίδα, 9 χρόνια μεγαλύτερή του, πρώην μοντέλο, μια κοσμοπολίτισσα που παρά (ή ίσως εξαιτίας) την έντονης ευρωπαϊκής κουλτούρα της δεν έχει έρθει σε επαφή με τις μύχιες πλευρές της καρδιάς της.

Μια τυχαία γνωριμία πυροδοτεί ένα φλερτ και οδηγεί σε μία νέα συνάντηση. Η Άριελ λέει στον Μπράιαν ότι μπορεί να τον βλέπει κάθε μέρα, μεταξύ 5 και 7. Αρκεί μια βόλτα κατά μήκος της 5ης Λεωφόρου, ώστε η Άριελ να σοκάρει την αμερικανική ηθική του Μπράιαν. Του αποκαλύπτει ότι είναι παντρεμένη με Γάλλο διπλωμάτη και μητέρα δύο μικρών παιδιών. Ο Μπράιαν, του οποίου ο – όχι και τόσο τέλειος, αλλά – σταθερός γάμος των γονιών του αποτελεί τη θεωρητική του βάση για να κατανοεί και να βιώνει τις ερωτικές του σχέσεις, προβληματίζεται. Διχάζεται ανάμεσα στην έλξη που του ασκεί η Άριελ και την προσήλωσή του στις κοινωνικές νόρμες. Τελικά, υποχωρεί στις «προσωπικές του σειρήνες», καθώς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί αυτό που τον προστάζει η καρδιά του. Αφήνεται στο μαγικό ταξίδι που τον προσκαλεί η Άριελ και γίνεται ο εραστής της… 5 με 7 κάθε μέρα.

Η σχέση τους μπορεί να είναι περιστασιακή, αλλά προς έκπληξη του Μπράιαν, δεν είναι κρυφή από τον σύζυγό της. Ο Μπράιαν είναι καλοδεχούμενος όχι μόνο στη σουίτα της Άριελ στο St. Regis, αλλά και στο σπίτι της. Εκεί, ο σύζυγός της, ο Βαλερί (Λάμπερ Ουίλσον), τον καλοδέχεται και τον αντιμετωπίζει με οικειότητα και σεβασμό, συστήνοντάς τον στους στενούς του φίλους όπως τους Άλαν Γκίλμπερτ, Τζούλιαν Μποντ, Ντανιέλ Μπουλούντ (όλοι παίζουν τον εαυτό τους στην ταινία) καθώς και στην Τζέιν (Ολίβια Θέρλμπι), μία νεαρή Αμερικανίδα λογοτεχνική συντάκτρια, η οποία είναι η ερωμένη του Βαλερί.

Στον αντίποδα αυτού του κόσμου βρίσκονται η Αρλέν (Γκλεν Κλόουζ) και ο Σαμ (Φρανκ Λανγκέλα), οι συμβατικοί αλλά σαφώς αφοσιωμένοι γονείς του Μπράιαν, οι οποίοι ανησυχούν και σκανδαλίζονται εν μέρει, από το ανορθόδοξο ειδύλλιο του γιου τους.

Αλλά καθώς η επαγγελματική τύχη του Μπράιαν ανοίγει (υποβοηθούμενη εν μέρει από την Τζέιν), τα συναισθήματά του για την Άριελ γίνονται όλο και πιο βαθιά, όλο και πιο παθιασμένα, και δεν μπορεί πλέον να περιορίζονται σε μία «πολιτισμένη» part time σχέση μαζί της. Η απόφασή του Μπράιαν να παραβιάσει τους όρους της συμφωνίας του με την Άριελ, αναγκάζουν εκείνη να πάρει την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής της, καθώς είναι η πρώτη φορά που αισθάνεται έτσι για κάποιον άντρα. Θα πρέπει να διαλέξει μεταξύ του συζύγου και της οικογένειας που λατρεύει και εκείνου που της υποδεικνύει η καρδιά της,

Η παραγωγός Τζούλι Λιν διάβασε για πρώτη φορά το σενάριο του Λέβιν πριν από έξι χρόνια, σ’ ένα γεύμα εργασίας με το σεναριογράφο που αργότερα θα γινόταν και ο σκηνοθέτης της ταινίας. «Ο Βικ και εγώ συναντηθήκαμε στο Le Pain Quotidien στο δυτικό Χόλιγουντ και περάσαμε πολύ όμορφα», θυμάται. «Μου άρεσε το σενάριο και η αίσθηση του χιούμορ του. Ήταν προφανές ότι ακόμα κι αν δεν είχε σκηνοθετήσει ποτέ στη ζωή του μια ταινία μεγάλου μήκους, είχε μια πολύ συγκεκριμένη αισθητική άποψη.»

Μία επιπλέον ένδειξη ότι η παραγωγή ήταν σε καλά χέρια αποτέλεσε το γεγονός ότι ο Βίκτορ Λέβιν κατόρθωσε να συγκεντρώσει σπουδαίους ηθοποιούς για να πρωταγωνιστήσουν στην ταινία. Η διαδικασία ξεκίνησε με τον Αντόν Γιέλτσιν, του οποίου ο ανοιχτός χαρακτήρας και η διάχυτη εκφραστικότητά τον κατέστησαν ιδανική επιλογή για τον νεαρό ρομαντικό πρωταγωνιστή της ταινίας. “Υπάρχουν επτά δισεκατομμύρια άνθρωποι στη γη. Είναι μακράν ο καλύτερος γι αυτό το ρόλο! Είναι ακριβώς αυτό που ήθελα. Μου θυμίζει τον Ντάστιν Χόφμαν στα νιάτα του. Συνδυάζει την απόλυτη γνησιότητα, το αυθεντικό χιούμορ, το πραγματικό πάθος», λέει ο Λέβιν.

Έχοντας πρωταγωνιστήσει σε ταινίες όπως οι Charlie Bartlett και Like Crazy ο Γιέλτσιν δεν είναι καινούριος σε αυτού του είδους τις ταινίες που έχουν ως θέμα την ενηλικίωση. Όμως η ταινία Σχέση 5 με 7 του έδωσε τη δυνατότητα να κινηθεί σε έναν πιο ευρύ καμβά της μετάβασης από τη νεαρή ανδρική ηλικία στην πραγματική ωριμότητα. “Ο Μπράιαν είναι ένας συγγραφέας”, εξηγεί ο ίδιος, «Η γνωριμία του με την Άριελ τον φέρνει αντιμέτωπο με τον τρόπο που προσεγγίζει τη ζωή του. Αρκεί και μόνο που του θέτει το ερώτημα, αν θα ξαναϊδωθούν. Διαθέτει εκείνη τη μυστηριώδη πολυπλοκότητα που είναι εξαιρετικά μεθυστική γι’ αυτόν”.

Αν η Άριελ είναι μυστηριώδης με τον Μπράιαν, ήταν πολύ λιγότερο μυστηριώδης για την ταλαντούχα ηθοποιό που την ενσαρκώνει. “Όταν διάβασα το σενάριο” λέει η Μπερενίς Μαρλό, “την ένιωσα αμέσως. Κατάλαβα τον ψυχισμό της. Είναι πολύ θετική ως χαρακτήρας. Ταυτίστηκα μαζί της.” “Η Μπερενίς δεν θα είναι για πολύ ακόμα ένα καλά κρυμμένο μυστικό”, αναφέρει ο Λέβιν. “Είναι αστεία, έχει πολλές πτυχές στο χαρακτήρα της και στα γυρίσματα ήταν πάντα πολύ καλά προετοιμασμένη για το ρόλο. Πιστεύω ότι θα εξελιχτεί σε μία πρωταγωνίστρια διεθνούς κλάσης, σαν την Ζαν Μορό ή την Σαρλότ Ράμπλινγκ.”

Ερωτευμένοι με το σενάριο

«Το σενάριο μου άρεσε, με την πρώτη ματιά», δηλώνει ο Φρανκ Λανγκέλα, ο οποίος ενσαρκώνει τον πατέρα του Μπράιαν, Σαμ Μπλουμ. «Είναι δουλεμένο, πνευματώδες, ευφυές, σε αντίθεση με τα περισσότερα που κυκλοφορούν. Προσεγγίζει ένα θέμα που είναι παγκόσμιο. Για μένα, ο ορισμός της καλής τέχνης είναι ότι μπορεί να πραγματεύεται κάτι για το οποίο νομίζεις ότι έχεις δει, ακούσει και γνωρίσει τα πάντα και καταφέρνει να το προσεγγίσει με διαφορετικό τρόπο. Ο Βικ Λέβιν το πέτυχε αυτό. Έχει αποδώσει αυτή την ιστορία με χάρη, επιδεξιότητα και στυλ. Και το σενάριό του είναι καυστικό και διαθέτει χιούμορ, χωρίς να είναι προβλέψιμο.”

Για να πάρει σάρκα και οστά ο διάλογος, απαιτούνταν μία στενή σχέση ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Για να επιτευχθεί αυτού του βαθμού η άνεση, εμπιστοσύνη και οικειότητα, ο Λέβιν ήταν σε θέση να επωφεληθεί από μια πολυτέλεια που λίγες φορές δίνεται με απλοχεριά στις κινηματογραφικές παραγωγές: την πρόβα. “Κάναμε πρόβες στο Central Park”, αναφέρει η Μαρλό, “ήταν σημαντικό να γνωριστούμε μεταξύ μας, να αστειευτούμε και να συνδεθούμε για να χρησιμοποιήσουμε αυτήν την οικειότητα στην ταινία. Κάναμε αρκετές πρόβες με τον Βίκτορ λίγους μήνες πριν από την έναρξη των γυρισμάτων. Είχε σαφή εικόνα και συγκεκριμένη άποψη για τους χαρακτήρες. Ήταν λες και έχει ζήσει μαζί τους. Ήταν πολύ χρήσιμο να γνωρίσουμε την άποψή του, και στη συνέχεια να προσπαθήσουμε να εισάγουμε και τη δική μας για να “χτίσουμε” και να “ζωντανέψουμε” τους χαρακτήρες.”

Ερωτευμένοι με την πόλη

Το ότι τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν στην Νέα Υόρκη ήταν ένα από τα δυνατά χαρτιά της ταινίας, τόσο για τους ηθοποιούς, όσο και για το συνεργείο. Η Θέρλμπι λέει χαρακτηριστικά, «Δεν υπάρχει ιδιαίτερο θέμα με την προστασία της ιδιωτικότητας, όταν γυρίζεται μία ταινία στη Νέα Υόρκη, Οι Νεοϋορκέζοι είναι συνηθισμένοι! Αυτή η πόλη είναι ζωντανή 24 ώρες το 24ωρο. Πάντα κάτι συμβαίνει, γεγονός που καθιστά τα γυρίσματα πραγματικά διασκεδαστικά, επειδή ανατροφοδοτούνται από την ενέργεια του κόσμου.”

Εκτός όμως από το ανυποψίαστο κοινό, που βοήθησε με τον τρόπο του στο να πάρει σάρκα και οστά η ιστορία, τα επιμέρους τμήματα της παραγωγής έπαιξαν καθοριστικό ρόλο ώστε να προσδώσουν αυθεντικότητα στο νεοϋρκέζικο αυτό ρομάντζο. “Από την αρχή”, θυμάται η ενδυματολόγος Χάιντι Μπίβενς (Inland Empire), “ο Βικ ήθελε κάτι κλασικό, κάτι διαχρονικό, μια εικόνα προσιτή για τους χαρακτήρες, όσον αφορά στα κοστούμια. Δεν ήθελε τα ρούχα ν’ αποσπούν την προσοχή του κοινού από τους χαρακτήρες, αλλά να εξευγενίζουν την ταινία. Δεν ήθελε η ταινία να δείχνει παλιομοδίτικη, αν την έβλεπε κάποιος δέκα ή είκοσι χρόνια μετά.”

Θέλοντας να ντύσει χαρακτήρες που προέρχονταν από διαφορετικούς κόσμους, η  Μπίβενς είχε την ευκαιρία να δουλέψει με ένα ευρύ φάσμα ενδυματολογικών επιλογών. “Ο Μπράιαν μεγάλωσε έξω από το Μανχάταν”, παρατηρεί, “αλλά όχι πολύ μακριά απ΄ αυτό. Οπότε, διαθέτει έναν κοσμοπολίτικο αέρα. Δεν έχει επαρχιώτικη νοοτροπία. Ο ίδιος φιλοδοξεί να γίνει ένας ρομαντικός  συγγραφέας. Έτσι, το στιλ του ντυσίματός του το αντικατοπτρίζει αυτό. Είναι άνετο, όμορφο, κλασικό, όχι πολύ μοντέρνο.”

Η Άριελ, ως πρώην μοντέλο και γυναίκα της υψηλής κοινωνίας έδωσε στην Μπίβενς την ευκαιρία να υιοθετήσει ένα στιλ ευρωπαϊκού τύπου. «Ήταν υπέροχο που είχα την ευκαιρία να ντύσω μια γυναίκα με καμπύλες”, λέει η Μπίβενς για την Μαρλό. “Επίσης, ήταν συναρπαστικό για μένα, το ότι μπόρεσα να συνεργαστώ με τοπ σχεδιαστές ρούχων, αφού η Μαρλό σύμφωνα με το σενάριο είναι σύζυγός διπλωμάτη και άρα πλούσια. Επισκεφτήκαμε όλους τους διάσημους οίκους μόδας για να βρούμε κοστούμια για αυτήν. Από την αρχή, ήθελα να χρησιμοποιήσω υφάσματα που να είναι μαλακά και αισθησιακά, έτσι ώστε όταν το κοινό την βλέπει στην οθόνη να έχει την επιθυμία να την αγκαλιάσει, να την αγγίξει. Στόχος μου ήταν η Άριελ να “ζωντανέψει” μέσα από τα κοστούμια και από επιλογές υφασμάτων, όπως το μετάξι και τα κασμίρια. Και νομίζω ότι το καταφέραμε!” Στην ταινία τα σχέδια κοστουμιών της Μπίβενς είναι παραταγμένα δίπλα σ΄ εκείνα διάσημων σχεδιαστών, όπως Max Mara, Tom Ford και Azzedine Alaia. Τα κοστούμια του Λαμπέρ Ουίλσον είναι πρωτότυπα σχέδια, όπως και μερικά κοστούμια του ο Αντόν Γιέλτσιν, συμπεριλαμβανομένου και του moleskin πανωφοριού του.

Ο σχεδιασμός παραγωγής της ταινίας ήταν στα ικανά χέρια της Ζανίν Όπεγουολ, τέσσερις φορές υποψήφιας για  Όσκαρ (Seabiscuit). Για την Όπεγουολ, οι χώροι-κλειδιά της ταινίας, όπως το σπίτι της Άριελ και του Βαλερί, αλλά και το διαμέρισμα του Μπράιαν έθεταν πολλές και διαφορετικές προκλήσεις, όπως και τα γυρίσματα μέσα και γύρω από τη Νέα Υόρκη, αλλά και σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης, όπως στην Κεντρική  Βιβλιοθήκη. “Είχα μια αρκετά σαφή ιδέα για το πως έπρεπε να είναι το σπίτι της Άριελ”, δηλώνει, “και ο Βικ μου έκανε από πολύ νωρίς κάποιες διευκρινιστικές υποδείξεις, όπως το ότι έπρεπε να είναι ένας χώρος όπου οποιοσδήποτε Γάλλος ή Άμερικάνος θα μπορούσε να θεωρήσει ως δικό του. Ότι θα μπορούσε δηλαδή να ανήκει και στις δύο κουλτούρες και στις δύο χώρες, αρκεί να είναι ένας χώρος υψηλού γούστου. Για μένα, αυτό σήμαινε επίσης ότι έπρεπε να είναι και ένας πολιτισμένος χώρος, που να χαρακτηρίζεται από μία διακριτική κομψότητα, να μην υποδηλώνει απλά τον πλούτο.” Για να το επιτύχει αυτό, η Όπεγουολ και η ομάδα της ξεκίνησαν να ψάχνουν σπίτια που να είναι μεγάλα, αλλά όχι γεμάτα από έπιπλα, ώστε να έχουν το περιθώριο να το επιπλώσουν σύμφωνα με την παραπάνω λογική.

Αντίθετα, για το διαμέρισμά του Μπράιαν, η Όπεγουολ λέει, “Είναι πολύ μικρό. Μετά βίας μπορείς να κάνεις στροφή σ’ αυτό. Και είναι βαμμένο άσπρο. Δεν έχει τίποτα το ενδιαφέρον, τίποτα το διαφορετικό, είναι απλά καθαρό και όχι καταθλιπτικό. Τα παράθυρα του είναι αρκετά μεγάλα για να μπαίνει αρκετό φως και έτσι να μην δίνει την αίσθηση ότι ο Μπράιαν είναι φυλακισμένος σε μία τρύπα. Ντύσαμε το διαμέρισμα με έπιπλα που θα μπορούσε να του έχουν  δώσει οι γονείς του, αλλά και κάποια που θα μπορούσε να έχει βρει ο ίδιος στο δρόμο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είναι ένα διαμέρισμα για βιβλιοφάγους.”

Για την παραγωγό Τζούλι Λιν, η ευκαιρία να χρησιμοποιήσει χώρους γυρισμάτων όπως η Κεντρική Βιβλιοθήκη ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία που προσέδωσαν ιδιαίτερη μαγεία στην ταινία. “Όταν προσθέτεις το Guggenheim, το Central Park και πολλά άλλα μέρη όπως η Fifth Avenue ή η Madison Avenue σε μία ταινία, τότε μόνο μπορείς να έχεις μία πραγματική αίσθηση ότι βρίσκεσαι στη Νέα Υόρκη. Ότι δεν είσαι απλά μέσα σ΄ ένα δωμάτιο που θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στον κόσμο και να υπονοείς ότι είσαι στην Νέα Υόρκη.” Πολύ σημαντική ήταν και η δυνατότητα να κινηματογραφήσουν στο ξενοδοχείο St. Regis, αλλά και στο περιοδικό The New Yorker. Πόσο μάλλον που ο αρχισυντάκτης του περιοδικού, Ντέιβιντ Ρέμνικ, δέχθηκε να παίξει τον εαυτό του στην ταινία.

Σημαντικό κεφάλαιο στην ταινία ήταν για τον Λέβιν και ο διευθυντής φωτογραφίας Αρνό Πουατιέ. «Τον αισθάνομαι σαν αδερφό μου. Έπρεπε να διαλέξω έναν διευθυντή φωτογραφίας που να έχει το δικαίωμα να δουλέψει στη Νέα Υόρκη. Είχα μία λίστα με 70 ανθρώπους και για να είμαι πιστός στη φήμη μου, ως εργασιομανή, τους είδα όλους, έναν προς έναν! Ο Αρνό δουλεύει σ’ ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο. Ήταν σαν να είχε ήδη δει το πως έχει διαμορφωθεί η ταινία στο κεφάλι μου. Και ευτυχώς τον ενδιέφερε η δουλειά και ήρθε στη Νέα Υόρκη και δούλευε είκοσι ώρες την ημέρα. Δεν είδε τα παιδιά του για 55 ημέρες!” Το Σχέση 5 με 7 είναι η πρώτη αγγλόφωνη ταινία στην οποία έχει δουλέψει ο Πουατιέ. Και όπως συμβαίνει με όλες τις διαπολιτισμικές συνεργασίες, η γλώσσα δεν αποδείχθηκε εμπόδιο, από τη στιγμή που τα κοινά σημεία αναφοράς μεταξύ των συντελεστών ήταν η σκληρή δουλειά, η δεξιοτεχνία και ο επαγγελματισμός. Και όπως σε κάθε δημιουργική συνεργασία, για το καλό αποτέλεσμα απαιτήθηκε διαπραγμάτευση και συμβιβασμός. 

Όπως ο Γιέλτσιν σημειώνει, “Θέλω κάθε χαρακτήρα που ενσαρκώνω να μπορώ να τον “πηγαίνω” ένα βήμα πιο μακριά. Το κοινό δηλαδή να γνωρίζει έναν πρόσωπο στην αρχή της ταινίας και όταν φεύγει από την αίθουσα να έχει γίνει μάρτυρας της μεταμόρφωσής του. Εκείνο που θέλω να ελπίζω είναι ότι όταν βλέπει για πρώτη φορά τον Μπράιαν, βλέπει κάποιον που δεν ξέρει πως θέλει να ζήσει τη ζωή του, ή να εκφράσει τις επιθυμίες του. Και όταν βγαίνει από την αίθουσα να αφήνει πίσω του κάποιον που να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για όσα έχει ζήσει και να ξέρει πως θέλει να ζήσει στο μέλλον.”