“Μπορούμε να χαρτογραφήσουμε τις πόλεις μας, τον τρόπο με τον οποίο εκπροσωπούνται, τον κοινό μας βίο και τα εργαλεία που τον διέπουν; Μπορούμε να ξαναπάρουμε στα χέρια μας τον τρόπο αφήγησης των δρόμων μας χωρίς να προσφύγουμε στις τετριμμένες ιστοριούλες που κυκλοφορούν εδώ και χρόνια;”. Ο Σαντόρο αναρωτιέται και κινητοποιεί τον αναγνώστη του, ήδη από τον πρόλογό του, να αναρωτηθεί και εκείνος για όλα αυτά που συμβαίνουν στην σημερινή Ιταλία που συγκλονίζεται όπως και όλη η Νότια Ευρώπη από το μεταναστευτικό κύμα. Σε αυτό το εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, το οποίο είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας του συγγραφέα, προσφέρεται η δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει τις συνθήκες, πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και άλλες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα η φρικτή δολοφονία ενός μετανάστη στα προάστια της Ρώμης.

Η κόλαση του Δάντη επανέρχεται ζοφερή και επικίνδυνη

Τι είναι άραγε αυτό που οδήγησε το χέρι του νεαρού Ιταλού να αφαιρέσει έτσι απροκάλυπτα και δίχως δεύτερη σκέψη την ζωή του νεαρού Πακιστανού Σαχζάντ σε ένα υποβαθμισμένο προάστιο της Ρώμης όπου αρκούσε ένα σπίρτο για να ανάψει το φιτίλι; Ποια άραγε τα κίνητρα και ο συναισθηματικός κόσμος του Σέρτζιο που διέπραξε το φρικτό έγκλημα; Μήπως άραγε είναι το γεγονός πως για χρόνια πολλά ακροδεξιά κόμματα λαϊκίζουν επάνω σε ανθρώπινες συνειδήσεις και σπέρνουν τον τρόμο ενώ σκοπός τους είναι μόνο η άνοδος στην εξουσία και η χειραγώγηση; Αυτή η ιταλική φασιστοκρατία του Μουσολίνι που έθρεψε γενιές και γενιές με μίσος για τον μη Ιταλό είναι άραγε η πηγή του κακού και ο δαίμονας που κρύβεται στις λεπτομέρειες;

Ο συγγραφέας με στοιχεία βάσιμα και υπαρκτά μας μεταφέρει νοερά στις δεκαετίες των ’70 και ’80, τότε που οι ταραχές, οι εγκληματικές οργανώσεις, οι απόπειρες δολοφονιών και κάθε λογής “επαναστατική” δραστηριότητα έσπερνε απροκάλυπτα τον θάνατο, είναι η εποχή των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Αναρχικοί εναντίον φασιστών, δηλαδή κατάλοιπα ακροδεξιά του ιταλικού φασιστικού παρελθόντος συγκρούονται ασταμάτητα με αριστερόστροφες δυνάμεις και η Ρώμη, όπως άλλωστε και άλλες πόλεις της Ιταλίας, καθίστανται επίκεντρα ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ αντίρροπων δυνάμεων. Ισχυριζόμενοι την αντίσταση στον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό και την εναντίωση στο χρήμα που συγκεντρώνεται γύρω από ολίγους ξεκινά ένας πόλεμος – με πολλά θύματα – κατά της εξουσίας σε μία εποχή που διαπνέεται από το πνεύμα της εξέγερσης που ενέπνευσε ο περίφημος Μάης του ’68.

Ο συγγραφέας λοιπόν με εξαιρετικό και μεθοδικό τρόπο ξεδιπλώνει την τράπουλα των συμβάντων για να εντρυφήσουμε στις συνθήκες τις πολιτικές μα και κοινωνικές που είχαν διαμορφωθεί σε μία Ιταλία ασταθή πολιτικά και με ένα κύμα μετανάστευσης που την δεκαετία του ’90 θα χειροτέρευε τα πράγματα ακόμα περισσότερο, για το 2020 ούτε λόγος. Και βέβαια στο εσωτερικό μέτωπο τίποτα δεν μπορεί να ισορροπήσει αν οι κυβερνήσεις αλλάζουν σαν τα πουκάμισα. Πώς είναι δυνατόν άραγε να ενσωματωθούν και να γίνουν αποδεκτοί σε μία χώρα που είναι αντιμέτωπη με τα φασιστικά φαντάσματα του παρελθόντος της που επανέρχονται συνεχώς στο προσκήνιο; Οι κοινωνικές ισορροπίες, οι διάφοροι μετανάστες από κάθε λογής χώρο κατακλύζουν πλέον την Ρώμη και το αίνιγμα μοιάζει δισεπίλυτο.

Στην δίνη μιας μάστιγας που δεν αστειεύεται

Ο Σαντόρο δίνει λοιπόν το στίγμα μιας πολύ δυσμενούς κατάστασης όπου ο Ιταλός όταν σκοτώνει αντιμετωπίζεται ήπια ενώ ο Πακιστανός ή άλλος που στοχοποιείται αντιμετωπίζεται ως παράσιτο. Η αλήθεια όπως πάντα είναι κάπου στην μέση γιατί η συμβίωση είναι μία δύσκολη εξίσωση ακόμα και μεταξύ ομοεθνών. Η Κολόνα του θανάτου, είναι ένα προάστιο κόλαση, είναι ένας κόσμος απόκοσμος, μακριά από τα φώτα του κέντρου η περιοχή αυτή μοιάζει με καζάνι που βράζει και ο Σαχζάντ που εκείνη την νύχτα δολοφονήθηκε είναι ένας περιπλανώμενος που βρέθηκε στο λάθος σημείο την λάθος στιγμή. Βρέθηκε νεκρός θύμα της δικής του οργής και του μίσους του Σέρτζιο. Αυτή είναι η εικόνα όμως που για χρόνια εξέπεμπαν οι δείκτες των καναλιών του ομίλου Μπερλουσκόνι που βρισκόταν στην εξουσία συντροφιά με φασιστοειδή μορφώματα. Αυτή η παράδοση λοιπόν της ιταλικής κοινωνίας στο κύμα ξενοφοβίας είχε ήδη τροφοδοτηθεί και πλέον χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να ξεριζωθεί από το μυαλό και την ψυχή.

“Η Κολόνα του θανάτου, στο σύνορο της μεγαλούπολης, δεν σηματοδοτεί την αρχή μιας απόδρασης, αντίθετα, είναι το ορόσημο μιας αιώνιας επιστροφής στο άστυ, στη μοναξιά που αυτό γεννάει και στις ιστορίες που αφηγούνται οι άνθρωποι που κατοικούν μέσα του”. Όλα όσα εκτυλίσσονται γύρω από την υπόθεση δολοφονίας αποτελούν τροχοπέδη στην εξέλιξη της ίδιας της κοινωνίας που αδυνατεί να βγει από το αδιέξοδο της μισαλλοδοξίας με το οποίο τόσα χρόνια έχει εμποτιστεί. Ο Σαντόρο δεν κάνει κάτι παραπάνω από το να καταθέτει καταστάσεις απείρου κάλλους που απλώνονται σε διάφορα στρώματα της κοινωνίας και δυστυχώς έχουν δηλητηριάσει ακόμα και την ίδια την εκπαίδευση.

Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα ενός ιερέα που βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τις δασκάλες ενός σχολείου, οι οποίες σχολιάζουν δυσμενώς και ασκούν δριμεία κριτική σε κάποια κορίτσια επειδή αυτά εκπροσωπούν μια διαφορετική κοινωνική τάξη. Δεν υπάρχει χειρότερο από μία κοινωνία διχασμένη και όλα όσα συμβάντα μπήκαν κάτω από το χαλί σαν τίποτα να μην συμβαίνει τώρα αναδύονται ακόμα πιο ισχυρά. Γεγονότα τρανταχτά συγκλονίζουν την Ρώμη, την Γένοβα και ένα κοινωνικό τσουνάμι ξεσπά χωρίς όριο. Η μετανάστευση γίνεται η βόμβα που είναι έτοιμη να σκάσει δίχως κανείς να έχει την λύση για να την απενεργοποιήσει. Ο λαϊκισμός του Σαλβίνι διαχέεται σαν υγρό πυρ και είναι ικανός να κατακάψει τα πάντα στο διάβα του, η αποπομπή του από την κυβέρνηση είναι ικανή από μόνη της να λύσει τον γόρδιο δεσμό του λαϊκισμού; Τα επόμενα χρόνια θα δείξουν…

Αποσπάσματα από το βιβλίο

“Εμάς του Ιταλούς μας έχουν παρατήσει στη μοίρα μας. Σ’ αυτούς εκεί πέρα, από την άλλη, έχουν μοιράσει κάθε προνόμιο”

“Αυτοί που ζουν στο δρόμο, που χρησιμοποιούν τις πλατείες και ακουμπάνε στο σκαλί για να πιουν μια μπίρα είναι οι εισβολείς, οι πράκτορες της δυστυχίας που απειλούν την αξία του ακινήτου και την οικονομική ασφάλεια των παιδιών και των εγγονιών, η οποία πήγε στο διάολο εδώ και μερικά χρόνια και ανατέθηκε στις τύχες της αγοράς του τούβλου {…}”

Διαβάστε επίσης:

Santoro Giuliano – Στην κολόνα του θανάτου