Αν μου ζητούσαν να περιγράψω με μία φράση το φεστιβάλ πνευστών που πραγματοποιείται στην Guca, τότε σίγουρα θα ήταν αυτή του τίτλου…

 Ένας βαλκανικός παροξυσμός, τόσο μουσικός όσο και κοινωνικός. Ένα ατέλειωτο πανηγύρι.

Η ζωή είναι μια εικόνα που ισούται με χίλιες λέξεις, λένε συχνά.  Ε, αν είναι έτσι, η Guca είναι ένα πανδαιμόνιο από εικόνες, που κάθε μια έχει να διηγηθεί την δική της μοναδική ιστορία, μεταξύ αλκοόλ, παραδοσιακών γεύσεων και μυρωδιών, γνωριμιών και προπόσεων.

Χρόνια τώρα είχα ακούσει για το φεστιβάλ που γίνεται κάθε Αύγουστο στην Σερβία με μουσικές τύπου καιρού των τσιγγάνων, underground και Μπρέγκοβιτς. Το φεστιβάλ χάλκινων της Guca. Ένα ουσιαστικό και σε βάθος ταξίδι  σε όσα χωρίζουν αλλά και ενώνουν τους λαούς των Βαλκανίων, ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά.

Όντας άνθρωπος με πάθος για τη μουσική  αυτό το ταξίδι στις κοινές μουσικές και πολιτισμικές ρίζες και παραδόσεις των λαών των Βαλκανίων και φυσικά και της Ελλάδας, ήταν ένας στόχος τα τελευταία πέντε χρόνια και συνέπεσε το φετινό φεστιβάλ της Guca να έχει μία ιδιαιτερότητα. Έκλεινε  πενήντα χρόνια από την ίδρυσή του και στο πλαίσιο αυτά μία σειρά αλλαγών είχαν υιοθετηθεί.

Ιστορικά, το φεστιβάλ της Guca ξεκίνησε το 1961, με την επωνυμία τότε φεστιβάλ της περιοχής του Ντραγκάσεβο, σαν ένας διαγωνισμός των ορχηστρών της Σερβίας που έπαιζαν αποκλειστικά χάλκινα πνευστά : Τρομπέτα, τούμπες, τρομπόνια, άλτο, βαρύτονα, τενόρο σαξόφωνα κλπ με το νταούλι να δίνει τον ρυθμό. Από τότε πολλές αλλαγές έχουν συντελεστεί.

Φέτος πάνω από 100 ορχήστρες έλαβαν  μέρος σε προκριματικούς διαγωνισμούς σε έξι περιοχές της Σερβίας και 16 από αυτές πήραν μέρος στον τελικό διαγωνισμό της Guca. Η μεγάλη αλλαγή ήταν ότι το γιορταστικό αυτό πεντηκοστό φεστιβάλ της Guca διήρκησε φέτος 10 ολόκληρες μέρες. Στην διάρκεια των δέκα αυτών ημερών πέρα του διαγωνιστικού μέρους έλαβαν μέρος μία σειρά σημαντικές συναυλίες, όπως αυτή του Boban και Marco Markovic, του Shantel, του Μπρέγκοβιτς, των Magnifico κλπ.

Για να καταλάβει κανείς τι είναι αυτό το φεστιβάλ πρέπει να έχει υπ’ όψιν του ότι πραγματοποιείται σε ένα πολύ μικρό χωριό δύο περίπου χιλιάδων κατοίκων. Πέρυσι κατά την διάρκεια των τεσσάρων ημερών του φεστιβάλ υπολογίστηκε ότι πέρασαν 600.000 άτομα. Ουσιαστικά λοιπόν πρόκειται για ένα φεστιβάλ που πραγματοποιείται σε όλο το χωριό και τους ανοικτούς χώρους που το περιβάλλουν. Όπως λέγεται χαρακτηριστικά πρόκειται για ένα Γούντστοκ των χάλκινων πνευστών. Ο κόσμος κοιμάται όπου βρει. Στα λίγα νοικιαζόμενα δωμάτια, σε ελεύθερο κάμπινγκ, σε αυλές, σε ταράτσες κλπ. Όλο το χωριό είναι στο πόδι. Οι ορχήστρες όταν δεν συμμετέχουν στις σκηνές του φεστιβάλ περιφέρονται στους δρόμους του χωριού και παίζουν συνέχεια μουσικές. Όπου πας και όπου σταθείς ακούγονται μουσικές.

Info: Ο Στέλιος Ματσάγγος δραστηριοποιείται ως Φωτορεπόρτερ εδώ και δώδεκα χρόνια και είναι μέλος της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδος (ΕΦΕ). Έχει πραγματοποιήσει δημοσιογραφικές αποστολές σε πολλές περιοχές του πλανήτη, ενώ έχει εκθέσει τέσσερις φορές την δουλειά του, σε δύο ατομικές εκθέσεις.

Photo: Στέλιος Ματσάγγος