Η Φαλακρή Τραγουδίστρια του Ευγένιου Ιονέσκο είναι η αληθινή ιστορία καθημερινής νωχελικής τρέλας, την οποία ο συγγραφέας αφηγείται με κυνική τρυφερότητα.

Είναι η δική μας ιστορία επαναλαμβανόμενων πράξεων βουβής και άσκοπης χορογραφίας, που αντιπροσωπεύουν τέλειες ενσαρκώσεις ανθρώπινης νωθρότητας, που μόλις επιβεβαιώσει κάτι το αρνείται, μέσα στο λευκό θόρυβο της αβεβαιότητας. Παραδομένοι στη μέθη της κυκλικής ανελέητης επανάληψης, κανένας δεν έχει συναίσθηση ότι επιστρέφει εκεί από όπου ξεκινησε. “Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή” επιμένει ο κύριος Σμιθ. Οι μέρες της εβδομάδας ορίζουν τον σταθερό ρυθμό καθημερινών κινήσεων, χωρίς καμία πρωτοτυπία κι όλα αναβάλλονται στο μέλλον – οι Σμιθ θα φιληθούν αύριο. Κυριολεκτικά τα σώματα παραμένουν ασάλευτα και τίποτα δεν είναι ικανό να καταγραφεί ως εμπειρία – στην παράστασή μας ούτε τα χαστούκια που ανταλλάσσουν οι Σμιθ αφήνουν το σημάδι τους- συνεπώς δεν υπάρχει εσωτερικό αφηγημά μήτε ιστορία ζωής. Αυτός ο φαύλος κύκλος αρκεί για να εξαφανίσει κάθε ελπίδα για πραγματική γνώση. Οι άνθρωποι υποφέρουν από αμνησία! Τα πάντα συντελούν στον ύπνο της καρδιάς και του πνεύματος, μέσα στον ακίνητο κόσμο της αφασίας. Κι έτσι το “γνώθι σαυτόν” του Σωκράτη είναι συνώνυμο με το να είσαι ενάρετος των εκπροσώπων και εξομολογητών του κατακλυσμιαίου ρεύματος της κοινής γνώμης: η κυρία Σμιθ εξομολογείται στον Λοχαγό και κερδίζει την εύνοιά του. Οι άνθρωποι αποπνέουμε κάτι το απάνθρωπο, μοιάζουμε με κούκλες που μιλάνε. Το κενό γίνεται εύγλωττο! Στο πλαίσιο μια άνετης προσωπικότητας οι ήρωες στη Φαλακρή Τραγουδίστρια, αμέριμνοι απολαμβάνουν τη γαλήνη των μακαριών, δεν διαθέτουν καμία αίσθηση ταυτότητας πέρα από την ταυτότητα ενός “τίκερ”. Κινήσεις και εκφράσεις αριστοτεχνικής μίμησης εκτοξεύονται σαν βίαιος εμετός.

Από την παράσταση «Η Φαλακρή Τραγουδίστρια» | Photo Credit: Peny Delta

Τι είναι σημαντικό και τι ασήμαντο, αληθινό και τι ψεύτικο, σοβαρό και τι αστείο σ ‘ ένα γρήγορο φύρδην μίγδην;

Περιγράμματα του εαυτού μας κάθε ευκαιρία να αισθανθούμε απομακρύνεται από εμάς. Το ζεύγος Μαρτέν χρησιμοποιώντας το τέχνασμα της μεταμφίεσης, υποδύεται τους συζύγους που κάποτε αγαπήθηκαν. Αυτή η αδιαπέραστη σχηματικότητα των ανθρώπων, ενώ η ζωή προσπερνά, είναι το παράλογο. Ο άνθρωπος χάνεται κάτω από το λατρευτικό φορτίο της υλικής του υπόστασης που θριαμβεύει καταναλώνοντας μπόλικο «έχειν», θυσιάζοντας το “είναι” στον αλόγιστο κόσμο. Άλλωστε το επιτάσσει και η εποχή που η πρόκληση δεν είναι να παραμείνεις ο εαυτό σου σ’ ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, αλλά να αλλάζεις και να προσαρμόζεσαι συνεχώς στις μεταβλητές συνθήκες της ζωής. Ξένος όμως στον εαυτό σου και στον κόσμο, αντιλαμβάνεσαι μια μέρα πως η νιότη σου ανήκει στον χρόνο. Ο χρόνος μας τρομάζει, όμως αυτά τα μαθηματικά ρυθμίζουν την ζωή μας. Αυτή είναι η στιγμή που είτε ακούς το μύχιο “γιατί;” της ύπαρξης είτε “αυτοκτονείς” μέσα στην ειρωνεία του απρόσφορου χαμόγελου, του οποίου το νόημα είναι υποκειμενικό! “Όλα είναι τελείως υποκειμενικά … Αυτό είναι το όνειρο μου, η κοσμοθεωρία μου” κηρύττει ο Λοχαγός. Ως επιστέγασμα αυτού του ιδεώδους τα ρολόγια στο σπίτι των Σμιθ είναι αντίκες. Διότι όπως λέει και ο Αλμπέρ Καμύ “Το παράλογο αποκτά νόημα μόνο όταν δεν συναινούμε σε αυτό”. Όλα τα παραπάνω στοιχειοθετούν την επιλογή το σπίτι των Σμιθ να είναι ένα κλουβί- ιστός μιας γίγαντας αράχνης που δεσπόζει στα κεφάλια τους, σαν παιδικός εφιάλτης. Οι ήρωες της Φαλακρής Τραγουδίστριας εκούσια έγκλειστοι, θα γίνουν λεία της δικής τους αλήθειας, του νοσηρού τους ψυχισμού. Ο Λοχαγός αναγγέλλει το σύνθημα της νέας τάξης πραγμάτων “Το μέλλον είναι μέσα”. Ερπετά – η υπηρέτρια τραγουδά “Είμαι ερπετό” σε μια κρίση ειλικρίνειας- και γελωτοποιοί, υποκριτές και καπηλευτές του δικού τους πόνου, κατά το “Όταν συνηθίζεις το τέρας αρχίζεις να του μοιάζεις” του Μάνου Χατζιδάκι. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που προτιμούν να ριχτούν στην πυρά πάρα να ζήσουν σαν φαντάσματα της ζωής, που τίποτα δεν θα μαρτυράει το πέρασμα τους στον κόσμο. Ο Γιώργος Χειμωνάς στο κεντρικό ερώτημα του Άμλετ “να ζει κανείς ή να μη ζει”, θεωρεί πως υποκρύπτεται ένα άλλο πιο θεμελιώδες και αγωνιώδες ερώτημα: “πως να ζει κανείς”. Χωρίς σκοπό η ζωή αιωρείται στο κενό σαν καυτός αέρας σε πετρώδη έρημο. Τι το αστείο λοιπόν σε όλο αυτό; Πρώτον, ότι η συνειδητότητα ​​θριαμβεύει μέσω της απουσίας της. Και δεύτερον, η σκανδαλώδης επιθυμία που ξύπνησε μέσα μου η στερεοτυπική οπτική του κυρίου Μαρτέν “το ταβάνι είναι πάνω και το πάτωμα κάτω χαμηλά” να γυρίσουμε τον κόσμο ανάποδα.

Διαβάστε επίσης: 

Η Φαλακρή Τραγουδίστρια, του Ευγένιου Ιονέσκο από την ομάδα ΘΕΑΜΑ στο θέατρο Ίσον