Από τις εκδόσεις Γερμανός  κυκλοφορεί το βιβλίο, Σιανγκ Γιανγκ – Μακιαβέλι – Σοφιστές, Οι τεχνικοί του κράτους του Χρήστου Καφτεράνη.

Από τις μαγικοθρησκευτικές ή μυθικές ερμηνείες των αρχαϊκών κοινωνιών μέχρι τις σύγχρονες πολιτικές θεωρίες, τα ερωτήματα που σχετίζονται με το κράτος και την πολιτική εξουσία βρίσκονται σε ένα διάλογο χωρίς τέλος. Ωστόσο, τελεσίδικη απόφανση περί αυτών, για την προέλευση και την αναγκαιότητά τους, δεν έχει δοθεί. Το άγιο δισκοπότηρο της πολιτικής επιστήμης δεν έχει ακόμη βρεθεί. Τα ίδια ερωτήματα επανέρχονται συνεχώς, επικαιροποιημένα βεβαίως, κρατώντας ως βασικό σημείο σύγκλισης την εκτίμηση ότι η πολιτική έχει σαν δουλειά να παρεμβαίνει στις συγκρούσεις κοινωνικών ομάδων και συμφερόντων για να βάλει τα πράγματα σε σειρά και τάξη.

Στον αντίποδα των θεολογικών και φιλοσοφικών ερμηνειών, αναπτύχθηκε ένα ρεύμα σκέψης που επιχείρησε να μιλήσει για την πολιτική και το κράτος παραμερίζοντας τον εξ’ αποκαλύψεως λόγο, παραβλέποντας θεωρητικές υποθέσεις που ελάχιστη ή μικρή σχέση είχαν με την πραγματικότητα και ψάχνοντας απαντήσεις στη βιωμένη, την πραγματική εμπειρία του ανθρώπου. Στα νεότερα χρόνια οι στοχαστές αυτοί χαρακτηρίσθηκαν ως “τεχνικοί της πολιτικής”. Ο Σιανγκ Γιανγκ στην αρχαία Κίνα, οι αρχαίοι Έλληνες Σοφιστές, και ο Μακιαβέλι, ανήκουν στην σχολή σκέψης του ρεύματος αυτού.

Η πολιτική τους θεώρηση δεν εισάγει ένα νέο πολιτικό σύστημα, ούτε προτείνει κάποια νέα ιδεολογία· ενδιαφέρεται κυρίως για τις τεχνικές της πολιτικής, ψάχνει την πραγματική αλήθεια των πολιτικών σχέσεων, καθώς και τα μέσα που επιτρέπουν στην πολιτική να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Αποτελεί μια ρεαλιστική θεώρηση, αποστασιοποιημένη από τη θρησκευτική και τη φιλοσοφική προσέγγιση, η μέθοδός της είναι εμπειριοκρατική και στόχος της είναι η αποτελεσματικότητα. Η ανάλυσή τους χαρακτηρίζεται από την προσεκτική μελέτη της πολιτικής πρακτικής και την επισταμένη παρατήρηση της εμπειρίας, όπως αυτή προκύπτει από τη διαχείριση των ανθρωπίνων υποθέσεων στη σχέση τους με την οργάνωση και τη λειτουργία του κράτους. Τα συμπεράσματά τους, ιστορικά αιτιολογημένα και μεθοδικά οργανωμένα, δεν περιορίζονται στη μηχανική καταγραφή επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών. Εστιάζουν στο λογισμικό των πολιτικών σχέσεων και αποβλέπουν στην πραγματοποίηση καθορισμένων πολιτικών επιδιώξεων.

Η εμμονή τους στην πρακτική εμπειρία δεν σημαίνει ότι πρόκειται περί πρακτικιστών, αποκομμένων από τη συνολικότερη φιλοσοφική και πολιτική σκέψη. Όλοι τους διαθέτουν λεπτομερή αντίληψη του πολιτικού και φιλοσοφικού περιβάλλοντος της εποχής τους και βαθιά γνώση της πολιτικής ιστορίας του κόσμου εντός του οποίου κινούνται. Ο Σιανγκ Γιανγκ γνωρίζει καλά τα αρχαιότερα κείμενα, την Κομφουκιανή πολιτική παράδοση, τις πολιτικές απόψεις των Ταοϊστών αλλά και των άλλων σχολών, οι σοφιστές την προσωκρατική φιλοσοφία και ο Μακιαβέλι την αρχαιοελληνική και λατινική γραμματεία. Συνεπώς και οι απόψεις τους κουβαλούν ιδεολογικές και φιλοσοφικές αναφορές από άλλα συστήματα σκέψης, οι οποίες, επεξεργασμένες, ενσωματώνονται λειτουργικά στη δική τους πρόταση.

Οι πολιτικές τους απόψεις είναι κυρίως προσανατολισμένες και αναπτύσσονται γύρω από τις τεχνικές οργάνωσης της πολιτικής εξουσίας και του κράτους. Εκτός από την κοινή μέθοδο πολιτικής ανάλυσης, συναντιούνται σε κοινούς τόπους σχετικά με τη φύση του ανθρώπου και της εξουσίας, το κράτος και το ρόλο του, τη διαφθορά των ηγετών και των αξιωματούχων αλλά και τη διαφθορά του λαού, την οικονομία και την ανάπτυξη, τους θεσμούς και τις μεταρρυθμίσεις, τους φόρους και τη νομοθεσία, τους νόμους και το ποινικό σύστημα, την ηθική και τη δικαιοσύνη, τους θεούς και τη θρησκεία, τα γράμματα και τις τέχνες, τον πόλεμο και την ειρήνη, την άνιση κατανομή του πλούτου και το νεοπλουτισμό. Χωρίς απαραίτητα οι ιδέες τους να ταυτίζονται, επιχειρούν, σε μια παρόμοια αν όχι ταυτόσημη λογική, να ερμηνεύσουν όλες αυτές τις παραμέτρους στην οργάνωση και λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας.

Η επίσημη ιστορία – ιστορία των νικητών – έκανε ότι περνούσε από το χέρι της για να κρατήσει τις ιδέες τους στο σκοτάδι, να τις ξορκίσει και να τις διαστρεβλώσει όσο μπορούσε, από τη στιγμή που δεν μπορούσε να τις ελέγξει. Ο Σιανγκ Γιανγκ αποτελούσε για αιώνες “πολιτική ενοχή” στη συλλογική μνήμη της Κίνας, ο Μακιαβέλι από τον 16ο μέχρι και τον 19ο αιώνα είχε περάσει στη σιωπή, “η φωνή του έμεινε χωρίς ηχώ”, κατά τον Hegel, ενώ οι αρχαίοι Έλληνες σοφιστές, για δυο χιλιάδες χρόνια ήταν, αν όχι εξαφανισμένοι, σίγουρα περιορισμένοι στην “ιδεολογική Σπιναλόγκα” της αυθεντίας του Πλάτωνα και, κατά δεύτερο λόγο, του Αριστοτέλη.

Ο μοντερνισμός τους τάραξε τον κόσμο των πολιτικών ιδεών της εποχής τους, καθώς ξέκοψαν την πολιτική από τα θρησκευτικά δεσμά και την απήλλαξαν από κάθε πραγματική ή προσχηματική ηθική. Ο ρεαλισμός τους τρόμαξε την κυρίαρχη τάξη των καιρών τους και η “απαισιόδοξη” θεώρησή τους για την πολιτική ενόχλησε. Ηθικιστές και φιλόσοφοι, μαζί και το θρησκευτικό ιερατείο, τους αντιμετώπισαν εχθρικά. “Από την εποχή των Ελλήνων σοφιστών μέχρι σήμερα”, σημειώνει ο J. Burnham, “όποιος αποκαλύπτει μέσω της αντικειμενικής έρευνας, την αλήθεια για την εξουσία, στιγματίζεται ως υπονομευτής”.

Σήμερα, ο Σιανγκ Γιανγκ, ο Μακιαβέλι και οι Έλληνες Σοφιστές, συνεχίζουν ακόμη την παρεξηγημένη πορεία τους στο χώρο της ιστορίας των πολιτικών ιδεών, εξακολουθώντας να υφίστανται την ηθική, πολιτική και λεκτική βία κάθε ημι – εγγράμματου ενάρετου.

Ο Χρήστος Καφτεράνης γεννήθηκε το 1960 στο Πλατανόρεμα Σερβίων. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και δημόσια διοίκηση στη Νομική Αθηνών, συγκριτική πολιτική στο Παρίσι, ιστορία και αισθητική του κινηματογράφου στη Λωζάνη. Γράφει σενάρια και σκηνοθετεί ντοκυμαντέρ, συνεργάζεται με ελληνικά και ξένα περιοδικά, διδάσκει στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η “Πάραλος” είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.