«Η πληγή θρέφει, τα χείλια της σμίγουν αργά σαν αυλαία βυσσινιά κι ύστερα από χρόνους στη θέση της μένει ένα σημάδι, μια ρόδινη ουλή που σκύβει και τη φιλάει. Όλοι τ’ αγαπούν τα τραύματά τους. Τα κρύβουν με ωραία ατσαλάκωτα υφάσματα, ξέρουν όμως σε ποια μεριά τους κορμιού τους άνθισαν, μαράθηκαν, έφαγαν δέρμα και κρέας δικό τους. Γι’ αυτό τ’ αγαπούν και, σε ώρες μοναξιάς που κανείς δεν τους βλέπει, σκύβουν και με λατρεία τα φιλούν τα βαθιά, σκοτεινά τραύματά τους.» – Ε. Χ. Γονατάς, Η ουλή

Όταν ποζάρεις γίνεσαι μάρτυρας μιας δημιουργικής διαδικασίας. Βλέπεις τον ζωγράφο να δίνει μάχη πίσω απ’ τον καμβά. Ο ζωγράφος πολεμάει. Με κάθε ματιά, με κάθε χειρονομία. Πολεμάει να κατακτήσει κάθε σου λεπτομέρεια ώστε να σε δημιουργήσει ξανά. Σε παρατηρεί, βλέπει τις αλλαγές σου και αποκρυπτογραφεί την έκφραση των συναισθημάτων σου σε κάθε σημείο του σώματός σου. Κάθε φορά που σου ρίχνει το βλέμμα του είναι σαν κάνει τον ίδιο περίπατο, περνάει από το ίδιο μέρος ξανά και ξανά και όλο και κάτι του αποκαλύπτεται. Ακόμα κι ένας τοίχος που μοιάζει λευκός στην πραγματικότητα κουβαλάει ρωγμές και σημάδια, αρκεί να θέλει κανείς να τα δει. Έτσι και με το βλέμμα που θα σταθεί σε έναν πίνακα ζωγραφικής· θα αρχίσει σιγά σιγά να μαθαίνει τα μυστικά του. Ένα ευαίσθητο μάτι θα αναγνωρίσει τα σημάδια του Σπύρου, της Λιάνας, της Μαρίας, της Μάγδας, της Χαράς, της Ελέσας, του σκύλου και θα τα πλησιάσει μέσα από τη δική του πληγή.

Κάποιοι πίνακες ως αποσπάσματα ενός προσώπου ή ενός σώματος υποχρεώνουν τον θεατή να συμπληρώσει ο ίδιος με τη φαντασία του το υπόλοιπο της εικόνας και της ιστορίας. Το απόσπασμα δημιουργεί τόσες ιστορίες όσες και τα μάτια που το βλέπουν. – Μάγδα Καυκούλα / Ηθοποιός

«…Και η ζωγραφική, Μα η ζωγραφική δεν είναι παρά λογοτεχνία φτιαγμένη με πινέλα, Ελπίζω να μην ξεχνάτε ότι η ανθρωπότητα άρχισε να ζωγραφίζει πολύ προτού μάθει να γράφει, Γνωρίζετε το ρητό, όποιος δεν έχει σκύλο κυνηγάει με γάτα, μ’ άλλα λόγια, όποιος δεν μπορεί να γράψει ζωγραφίζει, ή σχεδιάζει, αυτό κάνουν και τα παιδιά, Θέλετε να πείτε, μ’ άλλα λόγια, ότι η λογοτεχνία υπήρχε ήδη προτού γεννηθεί, Μάλιστα, όπως και ο άνθρωπος, μ’ άλλα λόγια, ήταν άνθρωπος προτού υπάρξει» – Ζοζέ Σαραμάγκου, Η ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας

Αρκεί να παρατηρήσει κανείς μια οποιαδήποτε ζωγραφιά, ώστε να καταλάβει ότι η ζωγραφική είναι ένα αυτόνομο και πανίσχυρο βασίλειο της αφήγησης. Όλα μπορεί να τα αφηγηθεί η ζωγραφική· από το σφύριγμα του ανέμου μέχρι τη δημιουργία του κόσμου. Μα η πιο σπουδαία πράξη της θα είναι πάντα η αφήγηση μιας ανθρώπινης μορφής. Η ζωγράφος στήνει το μοντέλο και το φωτίζει. Το μοντέλο οφείλει να είναι ασάλευτο, να κάνει, δήθεν, πως ο χρόνος έχει παγώσει. Η προσποίηση αυτή είναι αποκλειστική ικανότητα του ανθρώπου, γιατί μόνο ο άνθρωπος γνωρίζει ότι ο χρόνος είναι το θεμελιώδες πρόβλημα της ύπαρξης. Και παίζει ο άνθρωπος με το πρόβλημα του· παίζει κι ας ξέρει ότι θα νικιέται διαρκώς. Και ζωγραφίζει ο άνθρωπος τον άνθρωπο· κι ας ξέρει ότι το παιχνίδι του είναι τραγικό. – Χαρά Ρόμβη

Σαβίνα Γεωργαντά

Η Σαβίνα Γεωργαντά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985. Είναι απόφοιτη του τμήματος Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής, Διακόσμησης και Σχεδιασμού Αντικειμένων της Σχολής Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών του ΤΕΙ Αθήνας. Έχει ολοκληρώσει κύκλο επιμορφωτικών σεμιναρίων σχετικών με την εικονογράφηση παιδικού βιβλίου στον Πολυχώρο Σεμιναρίων Τέχνης Μικρό Πολυτεχνείο, ενώ το 2013 έγινε μέλος της Ομάδας Τέχνης Σημείο, όπου διδάχθηκε ζωγραφική από τους δασκάλους Γιώργο Ρόρρη και Κάλλια Τριανταφύλλου (2013-2017). Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει συμμετάσχει σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις. Η Αρήτης 1 είναι η πρώτη της ατομική έκθεση.

Καλλιτεχνική Διεύθυνση – Επιμέλεια έκθεσης: Γιώργος Τζάνερης

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Φανή (λεπτομέρεια έργου), Λάδι σε μουσαμά, Σαβίνα Γεωργαντά