Άπαντα τα δημοσιευμένα ποιήματα του Χρίστου Λάσκαρη περιλαμβάνονται στην παρούσα έκδοση· στο σύνολό τους, 402· επτά συλλογές και έντεκα «Ανέκδοτα ποιήματα» που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Πάροδος το 2007, τη χρονιά που ο ποιητής τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη. Ολιγόστιχα σαν επιγράμματα στην πλειονότητά τους, μοιάζει ν’ αντανακλούν στην επιφάνεια ενός καθρέφτη στοργικού τα «Κεριά» τού ξεχωριστού και για εκείνον Αλεξανδρινού ποιητή, έτσι που οι περασμένες μέρες, οι μακρινές των παιδικών των χρόνων, να ταξιδεύουν ζεστές και ζωηρές μέχρι τον αναγνώστη, ενώ εκείνες του μέλλοντος λιωμένες, κυρτές, σάρκα που φθείρεται με τον καιρό και χάνει κάθε επιθυμία.

Η ποιητική τού Χρίστου Λάσκαρη, απαλλαγμένη από τον περιορισμό οποιασδήποτε φόρμας, χτίζεται πάνω στα γερά θεμέλια μιας γλώσσας ζωντανής, ευεργετημένης από την οικειότητα και τον αυθορμητισμό της καθημερινής συναναστροφής. Ο λόγος ρέει αβίαστα όπως το αίμα στις φλέβες, όπως το νερό στα ποτάμια και τη θάλασσα, όπως ο άνεμος και το απαλό αεράκι στο ύπαιθρο. Ο ρυθμός είναι διάχυτος στους στίχους κι η μουσική, πανταχού παρούσα, γίνεται η Μούσα του ποιητή. Δημιουργήματα της νύχτας τα ποιήματά του, βαθιά στη γη θαμμένα και σε μνήμες παιδικές, ή αιωρούμενα στον ουρανό, απ’ όπου αντλεί τα δομικά υλικά του. Έτσι, η ευτυχία βρίσκεται πάντα στο άπιαστο.

Σθεναρή η παρουσία τού θανάτου από την πρώτη κιόλας ποιητική συλλογή, εντείνει την κυριαρχία του όσο περνούν τα χρόνια. Όλο και πιο συχνά ο ποιητής επικαλείται τους πεθαμένους του ή συνομιλεί μαζί τους. Εκείνοι, μακάριοι και σιωπηλοί, τον επισκέπτονται στον ύπνο, μετατρέποντας τα όνειρα σε τροφοδότες της ζωής. Ο έρωτας, υπομονετικός και λυπημένος στα πρώτα βήματά του, γίνεται ακόρεστος κι ύστερα, με την απώλεια της αγαπημένης μορφής, εγκαταλείπεται έρμαιο του θανάτου, που τον καταβροχθίζει. Ο Χρίστος Λάσκαρης μελετά σαν γλύπτης κάθε λεπτομέρεια του κορμιού για να διεισδύσει στο συναίσθημα. Τα μάτια και τα βλέμματα, τα χέρια και οι χειρονομίες, η καρδιά και οι χτύποι της, όλα σμιλεύονται και ερμηνεύονται ώστε να νικηθεί η διαρκής βασανιστική αβεβαιότητα. Τα συναισθήματα μετατοπίζονται από τον ίδιο τον ποιητή σε ό,τι υπάρχει γύρω του, έμψυχο ή άψυχο. Νοσταλγία, μοναξιά, μελαγχολία, απαισιοδοξία, πλήξη, μα και χαρά, που η γέννησή της ωστόσο είναι πάντα οδυνηρή. Μόνη ασφαλής διέξοδος, η παιδική ηλικία κι η αθωότητά της, όπου ακόμα και ο φόβος είναι υποφερτός.

Ο σκηνικός χώρος των ποιημάτων, μοτίβα επαναλαμβανόμενα: η κάμαρα, το κρεβάτι, η αυλή, ο δρόμος, το καφενείο στην πλατεία, το διαμέρισμα στην πόλη και ο φωταγωγός που κρύβει στον σκοτεινό βυθό του την ασχήμια και τη ματαιότητα του αστικού τοπίου. Εκεί, τη συμπάθεια του ποιητή κερδίζουν μόνο τα αγάλματα, που δείχνουν να κατανοούν τη δυστυχία γύρω τους και να συμπάσχουν. Αξιοσημείωτα είναι, επίσης, η παντοδυναμία του φεγγαριού κι ο καθοριστικός ρόλος που δίνεται στο παράθυρο, καθώς διευκολύνει τη μετάβαση από τον κλειστό (κι αργότερα, κλειστοφοβικό) χώρο της κάμαρας στο ύπαιθρο και τα θέλγητρά του.

Η ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη, δεκατέσσερα χρόνια μετά το θάνατό του, διατηρεί με σθένος τη νεανική της φύση, που κατορθώνει να μας αφυπνίσει, να μας συγκινήσει, να μας ταξιδέψει στο χώρο και στο χρόνο χωρίς σύνορα και χωρίς στεγανά.

-Μαρία Ευ. Σύρρου

Χρίστος Λάσκαρης

Ο ποιητής Χρίστος Λάσκαρης (1931-2008) γεννήθηκε στο Χάβαρι της Ηλείας και μεγάλωσε στην Πάτρα. Αποφοίτησε από την Παιδαγωγική Ακαδημία της Τρίπολης αλλά δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του δασκάλου. Εργάστηκε ως τη συνταξιοδότησή του στον Ασφαλιστικό Οργανισμό Αστικών Λεωφορείων του Δήμου Πατρών. Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του, που εκδόθηκαν από διάφορους εκδ. οίκους της Πάτρας, της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, κυκλοφόρησε το 2004 από τις εκδόσεις “Γαβριηλίδη”. Το 2007 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο “Καβάφη” -με το όνομα του ποιητή ο οποίος δεν έπαψε ποτέ να τον επηρεάζει (“ανήκω στην καβαφική ποίηση και στην Παλατινή Ανθολογία”, είχε πει). Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γερμανικά, πολωνικά, ισπανικά και πορτογαλικά. Πέθανε στις 11 Ιουνίου 2008, σε ηλικία 77 ετών.