Η Μαρία Ξανθάκου και η Ιζαμπέλα Φρανσές, εναρμονισμένες με το πνεύμα των ημερών, επέλεξαν για πρώτη φορά μικρά έργα τέχνης, με τη ζεστασιά, την ανθρωπιά και την υψηλή αισθητική του Παύλου Σάμιου.

Το εργαστήριο του καλλιτέχνη αποκτά νέα ζωή, καθώς έργα που δεν έγιναν μεν στο καβαλέτο, αλλά φέρουν τον αέρα και το πνεύμα της τέχνης του αγαπημένου ζωγράφου, παίρνουν τη θέση του στο artworx και αποτελούν μοναδικές προτάσεις δώρων για σας και τους αγαπημένους σας.

Μεταξοτυπίες υψηλής ποιότητας, μικρής αρίθμησης, επιτράπεζια πλέζιγκλας με τα αγαπημένα ερωτικά θέματα του Παύλου Σάμιου, μικρογλυπτά που θα γίνουν μέρος της ζωής σας, κι ακόμα κεραμικά, κοσμήματα και μαντήλια, που δεν θα αποχωριστείτε ποτέ.

Ακόμα ένα ρόδι-γούρι ειδικά σχεδιασμένο για τη νέα χρονιά καθώς και ένα ημερολόγιο που θα συνοδεύσει την καθημερινότητα σας το 2024 με χαρακτηριστικές σκηνές από όλη την παλέτα του ζωγράφου. Τα ζευγάρια, τα καφενεία, οι νεκρές φύσεις του, ανθούν και πάλι σε αυτά τα μικρά έργα τέχνης, που φέρουν τη θετική ενέργεια του δημιουργού τους και θα σας κάνουν να νοιώσετε το πνεύμα των Χριστουγέννων.

Όλα μεταφέρουν τις μοναδικές ατμόσφαιρες που ήξερε να δημιουργεί ο σημαντικός καλλιτέχνης, που έφυγε από κοντά μας το 2021, ως αντιπροσωπευτικά δείγματα, όχι μόνο της ιδιαίτερης γραφής αλλά και της πολυκύμαντης φαντασίας του, τα οποία είναι εξίσου φροντισμένα με τη ζωγραφική του εργασία.

«Ο Σάμιος δούλευε πολύ, είχε μεγάλη παραγωγή και γέννησε πολλές συνθέσεις…», γράφει στο σημείωμα του για την έκθεση, ο ιστορικός τέχνης Γιώργος Μυλωνάς. «Καθώς έζησε στο Παρίσι τις σύγχρονές του πρωτοποριακές τάσεις, μπόρεσε να προσεγγίζει διαφορετικές μεθόδους δημιουργίας και να αναπτύσσει έναν διαφορετικό τρόπο θεώρησης του έργου τέχνης. Έτσι, άφηνε τη μοναξιά του ατελιέ κι απολάμβανε τη συνεργασία με μαστόρους που μετέφεραν τη σύνθεση από τη διάσταση του τελάρου στο χαρτί, στον πηλό, οπουδήποτε έπαιρνε μια άλλη πνοή. Παρόμοια με τη ζωγραφική του, ο καλλιτέχνης αποζητούσε από τη χαρακτική και τη γλυπτική να αναδύεται η αισθητική αξία του έργου σαν αύρα. Και βέβαια, γύρευε με αυτόν τον τρόπο να μοιραστεί την τέχνη του με τους πολλούς.

Το άθροισμα αυτών των μικρών ιστοριών από το χέρι του κοσμαγάπητου δημιουργού, συνθέτει τη μεγάλη του εικόνα στην ελληνική τέχνη. Ο Σάμιος ανήκει πια στη χορεία των Δασκάλων που βρίσκονται σε διάλογο με την κοινωνία, πέρα από εποχές και μόδες καλλιτεχνικές. Γι’ αυτό και η παρακαταθήκη του μπορεί κι ανανεώνεται διαρκώς με νέα μέσα, φανερώνοντας την ουσία της τέχνης από τα ριζώματά της: μια συνθήκη μαγείας όπου ο άνθρωπος «ντύνει» την καθημερινότητά του.»