Στη Nitra Gallery παρουσιάζεται η εικαστική έκθεση “Fragments & Dust”, με έργα που υπογράφει ο Πάνος Φαμέλης.
Σε αυτή την ενότητα, ο καλλιτέχνης συνεχίζει τον διάλογό του με την ύλη. Συγκεκριμένα χρησιμοποιεί την λαδομπογιά –την πρώτη ύλη της ζωγραφικής, σε τρισδιάστατη φόρμα, ενώ στα επιτοίχια έργα του τα αφυδατωμένα λάδια αλέθονται σε τρίμματα και επιστρέφουν στο τελάρο, σε μια κυκλική διαδικασία ανακύκλωσης-αναγέννησης.
***
-Βλέπουμε πως επιστρέφετε στο χρώμα. Πώς προέκυψε αυτή η επιστρoφή;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Κάνω πολλά διαφορετικά πράγματα, άλλοτε ταυτόχρονα και άλλοτε το καθένα στον χρόνο του. Είναι φορές που χρειάζομαι απόσταση από την ενότητα που δουλεύω, και έτσι το σώμα μου με οδηγεί σε τελείως διαφορετικούς τρόπους έκφρασης.
Το χρώμα όμως δεν το σταμάτησα ποτέ, είναι η μόνη πρακτική της δουλειάς μου που πάντα κάπως υπάρχει στο εργαστήριο, ασχέτως ποιας ενότητας μπορεί να δουλεύω εκείνη τη στιγμή.
Άρα, φαντάζομαι πως με την τοποθέτηση «επιστροφή στο χρώμα» εννοείτε ότι εκθέτω ξανά έργα που διακρίνονται από την έντονη ποσότητα λαδομπογιάς, κάτι που όντως με χαρακτηρίζει ως εικαστικό, αλλά δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος που διαχειρίζομαι – δουλεύω το χρώμα. Για παράδειγμα, υπάρχει ένα μεγάλο σώμα ζωγραφικής δουλειάς, εν εξελίξει, με χρώματα σε χαρτί και υλικά όπως τα ακρυλικά, πλαστικά, ακουαρέλλες, γκουάς, παστέλ, ξυλομπογιές κ.ά. Η αλήθεια όμως είναι πως οι τελευταίες ενότητες που έχω παρουσιάσει, αποτελούνται από ασπρόμαυρα μελάνια και σχέδια με μολύβια, μολυβοκάρβουνα, παστέλ σε χαρτί. Επίσης, σχέδια σε ραμμένες ξύλινες επιφάνειες, εγκαταστάσεις με κόκκαλα ζώων, γλυπτά με καλαμάκια από σουβλάκια και διάφορα άλλα υλικά. Σε όλα αυτά επικρατεί η απόλυτη απώλεια του χρώματος, όμως κάποια κοινά χαρακτηριστικά συνδέουν αυτές τις διαφορετικές εκφάνσεις, τόσο μεταξύ τους όσο και με τα ζωγραφικά έργα της βαριάς ύλης. Αυτά είναι η σχέση των δύο και τριών διαστάσεων, η έννοια της υλικότητας και της διαδικασίας· ζητήματα που είναι κεντρικοί άξονες του συνόλου της δουλειάς μου, ασχέτως του τρόπου έκφρασης.
Η συγκεκριμένη ενότητα, με τίτλο Fragments and Dust, δουλεύεται χρόνια, και το βασικό ερώτημα που θέτω –αρχικά στον εαυτό μου– είναι το πώς μπορώ να βρω έναν άλλο τρόπο ζωγραφικής και γλυπτικής με την ύλη της λαδομπογιάς. Πώς μπορώ να φέρω την τεράστια ιστορία και παράδοση που διακατέχει τη ζωγραφική της ελαιογραφίας στο σήμερα, μέσα από μία σύγχρονη εικαστική πρόταση;
Στην έκθεση υπάρχει έργο με τη μορφή εγκατάστασης, που δημιουργήθηκε από ζωγραφικές ενέργειες και απέκτησε γλυπτική υπόσταση. Δουλεύεται για 18 χρόνια, με σκοπό να εξελίσσεται για όσο ζω και ασχολούμαι με το συγκεκριμένο υλικό (λαδομπογιά).
Όπως ανέφερα και προηγουμένως, αυτή η ενότητα είναι μια πολυετής προσωπική έρευνα, που τώρα ολοκληρώθηκε και είναι σε θέση να παρουσιαστεί.
Η έννοια του χρόνου είναι ο κρυφός πρωταγωνιστής, και τα έργα λειτουργούν σαν ίχνη μεμονωμένων στιγμών από μια χρονοβόρα και χωροβόρα εικαστική διαδικασία.

-Στην ενότητα αυτή παρατηρούμε μία κυκλική διαδικασία ανακύκλωσης – αναγέννησης. Γιατί σας ενδιαφέρει αυτή η διαδικασία;
Γιατί αυτή η συνθήκη αντικατοπτρίζει την ολότητα της έννοιας της ύπαρξης: ζωή, θάνατος, ξανά ζωή, και κάπου στο ενδιάμεσο συμβαίνουν ατελείωτες αλλαγές της ύλης. Έτσι λειτουργούν τα πράγματα γύρω μας, είτε το θέλουμε είτε όχι.
Σχετικά με τη γενικότερη ιδέα της ανακύκλωσης, το θεωρώ ως την ελάχιστη υποχρέωση που έχουμε απέναντι στον πλανήτη, όσο κλισέ κι αν ακούγεται, και δυστυχώς είναι κοροϊδία σε αυτή τη χώρα. Τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι πολύ με την κηπουρική· κάπως έτσι άρχισα να κομποστοποιώ και φροντίζω να διαχειρίζομαι τα απόβλητα της καθημερινότητάς μου, στο βαθμό που μπορώ.
Μέσα από αυτές τις ενέργειες έμαθα να σέβομαι περισσότερο αυτό που, υπό άλλες συνθήκες, θα πετούσα, και άρχισα να βιώνω μια πολλαπλότητα χρήσης με βάση τον μετασχηματισμό – αναδημιουργία. Αυτό το βίωμα κάπως βρήκε τον χώρο του και στην εικαστική πρακτική μου, ή μάλλον με έκανε να συνειδητοποιήσω ακόμα περισσότερο αυτό που ήδη συνέβαινε μέσα στο στούντιο, με τη μορφή της συλλογής των απορριμμάτων της λαδομπογιάς, χωρίς όμως να του δίνω ιδιαίτερη σημασία.
Νομίζω πως η παραπάνω συνθήκη, στο πεδίο της εικαστικής πλαστικής και δημιουργίας, συμπυκνώνεται στην έννοια της διαδικασίας υλοποίησης· δηλαδή μια ύλη και η ιδέα που υπάρχει από πίσω, η οποία σε περιπτώσεις συγκαλύπτεται, λόγω της κρίσης του δημιουργού, και άλλες φορές είναι εμφανής. Στην περίπτωση της συγκεκριμένης έκθεσης, η διαδικασία αποτελεί μέρος της κεντρικής αφήγησης, αναδεικνύοντας συνεχόμενους μετασχηματισμούς της ύλης και του πλασίματος της φόρμας.
Ξεκινώντας με την πρόσμειξη υλικών, όπως σκόνες και τριμμένη κιμωλία, κερί, λινέλαιο και διάφορα άλλα στοιχεία, που κάνουν τη λαδομπογιά. Το μίγμα αυτό πλάθεται και παίρνει σχήμα, φόρμα, και σταδιακά αποκτά νόημα. Σε κάποιες περιπτώσεις η αφήγηση ολοκληρώνεται, και σε άλλες μένει ως κάτι ημιτελές. Ό,τι δεν ολοκληρώνεται, κατά πάσα πιθανότητα θα καταστραφεί (οι στρώσεις λαδομπογιάς θα αφαιρεθούν από τις επιφάνειες των πινάκων, θα διαλυθούν οι γλυπτικές φόρμες κ.ο.κ.). Όλα τα θραύσματα που μένουν πίσω φέρουν ζωγραφικά ίχνη από ό,τι προϋπήρξε· σε κάποιες περιπτώσεις αυτά τα ίχνη γίνονται αυτόνομα έργα, ενώ σε άλλες αυτά τα ξεραμένα κομμάτια τα θρυμματοποιώ και τα ξαναφέρνω όσο πιο κοντά γίνεται στην αρχική τους κατάσταση, της σκόνης. Τα θραύσματα γίνονται θρύμματα, και αυτά με τη σειρά τους σκόνη. Όλα φέρουν στο παρόν αποσπασματικές (μη παραστατικές) εικόνες του παρελθόντος. Ατελείωτοι κύκλοι.
-Σας ενδιαφέρει το τελικό αποτέλεσμα ή μόνο ο διάλογος και ο πειραματισμός με την ύλη κατά τη δημιουργία κάθε έργου;
Ο πειραματισμός με την ύλη είναι μέρος του εννοιολογικού πυρήνα της δουλειάς μου. Η διαδικασία, όσο και η αφήγηση του κάθε έργου, διαμορφώνονται αρκετά μέσω της τυχαιότητας, του λάθους, της αλλαγής, της ανατροπής, ακόμα και της καταστροφής. Όσο ορίζονται τα ζητήματα που θίγουν τα έργα, τόσο πιο συγκεκριμένα μορφοποιείται και η εννοιολογική υπόστασή τους.
Ορισμένα έργα της έκθεσης προϋπήρχαν καιρό στο στούντιο, κυρίως σαν απομεινάρια πειραματισμών ή απλές εικόνες – φόρμες μιας διαδικασίας που δεν τελείωσε ή χάλασε.
Όταν ωρίμασα αρκετά απέναντί τους, μπόρεσα να τα κατανοήσω και να τα παρουσιάσω ως ολοκληρωμένες προτάσεις, που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν έκανα καμία περαιτέρω επέμβαση. Ειδικά σε κάποιες από αυτές τις εκφάνσεις, ο παράγοντας του τυχαίου ήταν σχεδόν όλη η δομή του έργου· αλλά ακόμα και η τελική απόφαση του να ορίσεις το συγκεκριμένο αποτέλεσμα ως ολοκληρωμένο έργο, το κάνει συνειδητή αφήγηση και όχι ένα τυχαίο γεγονός – αποτέλεσμα.
Σκεφτείτε πως ό,τι κάνω είναι αποτέλεσμα αυτής της πειραματικής – δημιουργικής διαδικασίας, αλλά για να ολοκληρωθεί, πρέπει αρχικά κάτι να με συγκινεί αισθητικά.
Έτσι, πιστεύω πως οποιοδήποτε αποτύπωμα κάποιας ενέργειας ή πειραματισμού που μπορεί να συμβεί, για να έχει ενδιαφέρον ή ακόμα και για να το θεωρήσω τελειωμένο, πρέπει κάπως να ισορροπεί μεταξύ αισθητικής και έννοιας· δηλαδή μεταξύ εκείνων των συνθηκών που διαμορφώνουν τις κλασικές ζωγραφικές αξίες, αλλά –στην προκειμένη περίπτωση– της ανατροπής τους· του «ωραίου» και της ίδιας του της καταστροφής.

-Γενικά, στη δουλειά σας παρατηρώ την ανάγκη σας να διερευνάτε τα όρια ανάμεσα στη ζωγραφική και τη γλυπτική. Τελικά, για εσάς, τι σημαίνει ζωγραφική και τι γλυπτική σήμερα;
Η σχέση γλυπτικής και ζωγραφικής, η σχέση δηλαδή μεταξύ των δύο και τριών διαστάσεων, είναι επίσης ένας από τους κύριους προβληματισμούς της δουλειάς μου, που αποτελεί συνδετικό στοιχείο και εννοιολογικό άξονα όλων των εκφάνσεών της. Τα μεταξύ τους όρια, τόσο στον μικρόκοσμο της πρακτικής μου όσο και γενικότερα στο αχανές πεδίο της σύγχρονης τέχνης, είναι πολύ διευρυμένα και μεταβλητά.
Οι λόγοι που επιτρέπουν αυτή την «ανοιχτότητα» είναι μια μεγάλη συζήτηση. Προσωπικά, θεωρώ πως ένα μεγάλο ζήτημα είναι ο τρόπος που πια δημιουργούνται οι συνδέσεις των γεγονότων και πληροφοριών σε επίπεδο γνώσης, ταχύτητας και δομής. Αυτό αφορά όλα τα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε: ανθρωπολογικά, επιστημολογικά, γεωλογικά, θεολογικά, η σχέση μεταξύ τάξης και χάους. Όλα γύρω μας κάπως συνδέονται, και ο ρόλος της τέχνης, κατά μία έννοια, είναι να αναδεικνύει αυτές τις «αόρατες» συνδέσεις.
Όσο προοδευτική και να φαίνεται αυτή η προσέγγιση, όσο και να θέλω να μπλέξω τα όρια αυτών των δύο πεδίων, οι βάσεις μου είναι καθαρά ιστορικές, αν όχι ακαδημαϊκές. Έτσι, κατά την προσωπική μου αντίληψη (για να γίνω όσο πιο απλός και άμεσος), ζωγραφική είναι η συνθήκη που αφορά και καθορίζεται από σχέσεις μεταξύ βασικών και συμπληρωματικών, θερμών και ψυχρών χρωμάτων. Ενώ στο σχέδιο, οι αντίστοιχες αξίες είναι τονικές, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν μπορεί να υπάρχει η έννοια της ζωγραφικότητας σε ένα σχέδιο – και το αντίθετο.
Κατά παράδοση, η ζωγραφική έχει δύο διαστάσεις και δεξιώνεται σε κάθετο επίπεδο, για να μπορεί το ανθρώπινο μάτι να την αντιληφθεί σωστά, ενώ η γλυπτική καθορίζεται από τρισδιάστατες φόρμες – όγκους, που μπορούν να ειδωθούν περίοπτα. Ζητήματα συζήτησης από την εποχή του κυβισμού, ως προς την απεικόνιση διαφορετικών σημείων θέασης ενός θέματος σε μία εικόνα· μια γλυπτική αναπαράσταση με ζωγραφικούς όρους. Η έννοια του χρόνου γίνεται δομικό στοιχείο της τελικής αφήγησης, καθώς συμπυκνώνει διαφορετικές χρονικές και χωρικές στιγμές σε μία εικόνα.
Αυτά τα ζητήματα, σήμερα, ακούγονται τόσο ξεπερασμένα, κάτι που με οδηγεί ακόμα περισσότερο να ανακαλύψω μια εικαστική πρόταση που μπορεί να ξαναθίξει αυτά τα θέματα με μια διαφορετική, σύγχρονη οπτική. Έτσι, και στη συγκεκριμένη ενότητα, τα όρια μεταξύ ζωγραφικής και γλυπτικής είναι –κατά μια ερμηνεία– μεταβλητά, αλλά έχουν άμεση σχέση με τη χρωστική ύλη και τον παράγοντα του χρόνου (που τα μεταποιεί σε μια άλλη σύσταση, αλλά και συγκεντρώνει διαφορετικούς χρόνους σε μια μάζα).
-Εσείς θεωρείτε τον εαυτό σας ζωγράφο; Η ματιά / προσέγγισή σας είναι ζωγραφική;
Η εικαστική μου παιδεία είναι ζωγραφική, ενώ οι γλυπτικές εφαρμογές των έργων μου έχουν προκύψει αυτοσχεδιαστικά, καθώς ποτέ δεν έκανα κάποιο μάθημα γλυπτικής. Ίσως αυτή η έλλειψη ακαδημαϊκών γνώσεων (και στεγανών) με οδήγησε να βρω τον δικό μου, υβριδικό τρόπο σκέψης και έκφρασης.
Αυτό το εικαστικό ιδίωμα προέκυψε μέσα από ατελείωτους πειραματισμούς και λάθη, με αποτέλεσμα αυτό που παρουσιάζω στη συγκεκριμένη έκθεση να απορρέει από τη μελέτη της ζωγραφικής και της προέκτασής της στις τρεις διαστάσεις. Άρα, τουλάχιστον για αυτό το σώμα δουλειάς, θεωρώ πως η ζωγραφική έχει τον κύριο λόγο, σε αισθητικό και πλαστικό επίπεδο. Πρακτικά, αυτό που κάνω είναι να ζωγραφίζω με μία μπογιά που, αν χρειαστεί, μπορεί να έχει όγκο. Έτσι, όσο προστίθεται χρωστική ύλη, τόσο πλάθονται και διαμορφώνονται οι γλυπτικές φόρμες. Το ίδιο το υλικό (λαδομπογιά) καθορίζει και την αφήγηση των έργων· δηλαδή, αν δούλευα με πηλό και τον έβαφα από πάνω, η εννοιολογική κατεύθυνση των έργων θα ήταν τελείως διαφορετική.
Όπως ανέφερα και προηγουμένως, αυτό που με ενδιαφέρει είναι η δημιουργία ανοίκειων εικόνων, που προκύπτουν από οποιαδήποτε δυνατή διαδικασία, όπου, στην πορεία της εξέλιξής τους, δημιουργείται η τάση να βγουν προς τον περιβάλλοντα χώρο και να αποκτήσουν γλυπτικές αξίες. Θα έλεγα ότι, πρωταρχικά, με θεωρώ εικαστικό καλλιτέχνη και όχι αποκλειστικά ζωγράφο. Αδιαφορώ για τη συνοχή στον τρόπο έκφρασης της δουλειάς μου, πράγμα που φαίνεται έμπρακτα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η ύλη και η φόρμα να μπορούν να μεταφέρουν τα ζητήματα που προσπαθώ να εκφράσω στο εκάστοτε έργο. Επίσης, με ενδιαφέρει πολύ η προσπάθεια ενός φαινομενολογικού ορισμού του έργου που γεννιέται. Παραδόξως, όσο δυσκολεύομαι να το προσδιορίσω, τόσο περισσότερο με κερδίζει το αποτέλεσμα.
Αυτό που κάνω, και όλη η διαδικασία που το χαρακτηρίζει, το αντιμετωπίζω –κατά βάση– σαν ένα είδος παιχνιδιού, που η έλλειψη των κανόνων είναι ο μοναδικός κανόνας.
Ένα ατελείωτο πεδίο πειραματισμού και ελευθερίας, όπου ό,τι αποτέλεσμα προκύπτει, είναι μια μορφή γκρίζας ζώνης· δεν κατατάσσεται σε κάποια από τις κλασικές εικαστικές πρακτικές, αλλά ορίζει έναν δικό του κόσμο.
